Σαν τέτοιες μέρες πριν από 189 χρόνια οι Έλληνες μάχονταν για την ελευθερία τους. Για την οποία δεν σταμάτησαν ποτέ να πολεμούν από τη μέρα που έπεσε η Πόλη αλλά και ακόμη πιο πριν, στη Μακεδονία, στη Θράκη, στην Ήπειρο. Αμέτρητες οι Επαναστάσεις, ποτάμια το αίμα, χιλιάδες οι μάρτυρες του Έθνους, και όλα αυτά για ένα και μόνο πράγμα, την Ελευθερία. Τον αγώνα για το αυτονόητο δικαίωμα των Ελλήνων να κυριαρχούν στην Ελλάδα.
Μόνο για τους λόγους αυτούς έγιναν όλες οι Επαναστάσεις των Ελλήνων στην τουρκοκρατία, ενάντια στην οθωμανική διοίκηση, όπως συνηθίζουν να λένε η Ρεπούση, η Δραγώνα και οι υπόλοιποι παροικούντες την Ιερουσαλήμ. Κάπου σφάλλουν όλοι αυτοί όμως.
Δεν ήταν οι Έλληνες Επαναστάτες επαγγελματίες συνδικαλιστές ούτε εργατοπατέρες για να αγωνισθούν για τα δικαιώματά τους μέσα στην οθωμανική διοίκηση. Ούτε ήταν κρατικοδίαιτοι ανεπάγγελτοι των ΜΚΟ για πάρουν κονδύλια από την Υψηλή Πύλη για διάφορα προγράμματα «ελληνοτουρκικού πολιτισμού» και «ανεκτικότητας του διαφορετικού». Γιατί κάπως έτσι ονειρεύονται την ιστορία όλοι αυτοί, από σκόπιμη άγνοια αλλά και έμμισθο συμφέρον φυσικά.
Ολόκληρη η ιστορία του Ελληνισμού μετά την Άλωση μέχρι την Εθνική Επανάσταση του 1821 και τα πρώτα χρόνια του κράτους περιέχουν τα σημαντικότερα γεγονότα που απαιτούνται για την κατανόηση της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, κοινωνιολογίας και πολιτικής. Και αυτό γιατί τόσο τα μειονεκτήματα όσο και τα πλεονεκτήματα του σημερινού ελληνικού λάου έχουν σαν αφετηρία την συγκεκριμένη ιστορική περίοδο. Μια ιστορική διαδρομή η οποία καθόρισε τον σύγχρονο κοινωνιολογικό τύπο του Έλληνα αλλά και συνολικά την δομή και συμπεριφορά της ελληνικής κοινωνίας όπως την γνωρίζουμε στην σύγχρονη μορφή της.
Είναι πράγματι πολύ ενδιαφέρον το να επιδιώκει κανείς κοινωνιολογικές συγκρίσεις ανάμεσα στις δυο εποχές, γιατί έκτος από κοινά σημεία, αντιθέσεις και συμπεράσματα, μπορεί να διαπιστώσει τον βαθμό αλλοίωσης την ψυχής του Έλληνα στον σύγχρονο κόσμο.
Η Άλωση της Πόλης βρήκε έναν Ελληνισμό τραυματισμένο αλλά έτοιμο να μεγαλουργήσει ξανά γιατί είχε βαθιές ρίζες και σταθερές δομές, ιστορικές, θρησκευτικές, πολιτιστικές, φυλετικές δυνάμεις. Πέραν των Ελλήνων που ήλεγχαν το εμπόριο, την οικονομία και την εξωτερική πολιτική της οθωμανικής αυτοκρατορίας, υπήρχε από κάτω μια τεράστια μάζα λάου. Ένας λαός ο όποιος βυθίστηκε σε ένα τρομερό σκοτάδι σκλαβιάς, σε μια παρακμή, ένας λαός αμόρφωτος, φτωχός, που βίωνε το παιδομάζωμα, την ατίμωση, την φορολογία, την κατοχή, τον ευτελισμό, και όμως αυτός ο λαός δεν λύγισε. Οι Τούρκοι επί πέντε αιώνες έκαναν βίαιους εξισλαμισμούς, εξαπέλυαν τρομοκρατία στην ύπαιθρο, απαγόρευαν κατά καιρούς την εκπαίδευση και την θρησκευτική λατρεία, και όμως ο ραγιάς Έλληνας κράτησε.
Έβλεπε τον Τούρκο να μην πληρώνει φόρο και αυτόν να παλεύει να επιβιώσει. Έβλεπε να του αρπάζουν το βιός, να του ατιμάζουν τη γυναίκα, να του καίνε το χωριό να του κλέβουν την περιουσία, και αυτός εύρισκε παρηγοριά και δύναμη στο ανάβει ένα καντήλι μπροστά στο εικόνισμα. Και το λάδι του καντηλιού ακόμη το στερούσε από το πιάτο του. Και όμως ο Έλληνας κράτησε. Και κράτησε γιατί η ψυχή του πίστευε σε πράγματα πολύ πιο δυνατά από αυτά που τον πολεμούσαν, σε πατρίδα, σε Θεό, σε πεπρωμένο, σε δίκαιο. Πίστευε πως πυλώνας της ζωής και της ύπαρξής του ήταν η περηφάνια να λέει πως είναι Έλληνας και Χριστιανός και όχι να γίνει μουσουλμάνος για να μην πληρώνει φόρους. Δεν είμαι σίγουρος αν σήμερα έθετε κάποιος αυτό το δίλημμα στους νεοέλληνες ποια θα ήταν η εξέλιξη των πραγμάτων, και τι θα συμβούλευαν επί του θέματος οι δημοσιογράφοι και οι «celebrities» των τηλεοράσεων.
Το 1821 βρήκε έναν Ελληνισμό γεμάτο ενέργεια, με διπλωμάτες, με εθνικούς ευεργέτες, με δάσκαλους, με εθνικούς διανοουμένους, με Εκκλησία, αλλά πάνω απ' όλα με ανθρώπους με ψυχή. Ανθρώπους που ποθούσαν να θυσιάσουν τα πάντα για ένα όνειρο, γιατί τους συγκλόνιζε η λέξη Ελλάδα και Κωνσταντινούπολη. Υπέμεινε πολλά ο Ελληνισμός μέχρι τότε, και την δεδομένη ιστορική στιγμή οι δυνάμεις τους βρήκαν την ευκαιρία να εκδηλωθούν. Δυνάμεις που δυστυχώς εδώ και πολλά χρόνια έχουν πάψει να υπάρχουν.
Σήμερα αυτή η πατρίδα κάτω από τον μανδύα της τηλεοπτικής δημοκρατίας, της φαινομενικής ευημερίας και αδιαφορίας για το μέλλον μας, οδηγείται σε έναν τρομερό όλεθρο. Αν θέλουμε να επιβιώσουμε και να μην αφήσουμε την πατρίδα έρμαιο σε όλους εκείνους που θέλουν να τη μετατρέψουν σε ένα πολυεθνικό προτεκτοράτο της Ανατολής, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως η μόνη δύναμη για την ανατροπή αυτής της κατάστασης είμαστε μόνο εμείς.
Εξ άλλου οι αγώνες και οι Επαναστάσεις είναι πρώτα και κύρια θέμα της πρωτοπόρας μειοψηφίας, των λίγων εκείνων εκλεκτών που ανάβουν την σπίθα της αμφισβήτησης, για να λάμψουν οι φλόγες της Επανάστασης.
Ευάγγελος Χ. Χανιώτης