Ο «ξεχασμένος» ελληνισμός του Ντονμπάς: «Καθόμαστε σπίτι και ακούμε οβίδες του ουκρανικού στρατού»
Η αναφορά Μητσοτάκη κατά τη συνέντευξη Τύπου με τον Πούτιν, στους ομογενείς του Ντονμπάς φέρνει στο προσκήνιο ένα τμήμα του ελληνισμού που ζει υπό δύσκολες συνθήκες σε μια εχθρική γι' αυτούς Ουκρανία. Η Λουντμίλα Κοντοπούλου- Σλιάχτα αφηγείται στο Sputnik τη ζωή στην περιοχή και γιατί οι κάτοικοι θέλουν να επανενωθούν με τη Ρωσία.
Η αναφορά του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη κατά τη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου με τον Ρώσο πρόεδρο, Βλάντιμιρ Πούτιν στους Έλληνες ομογενείς που ζουν στο Ντονμπάς έφερε στο προσκήνιο ένα ξεχασμένο κομμάτι του ελληνισμού που ζει σε μια περιοχή που περνά δύσκολα εδώ και χρόνια.
«Η Ρωσία αποτελεί μέρος της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας. Συνεπώς μια λειτουργική σχέση τελικά συμφέρει όλες τις πλευρές. Και η Ελλάδα ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ προσεγγίζει με πολλή προσοχή αυτές τις σχέσεις και γι' αυτό και δεν έκρυψα την ανησυχία μου για την αναζωπύρωση των εντάσεων στην Ουκρανία. Πιστεύω ότι μια σύγκρουση εκεί δεν θα έχει νικητή, θα έχει μόνο χαμένους. Γι' αυτό και θεωρώ ότι οι συμφωνίες του Μινσκ, αλλά και η επαναδραστηριοποίηση του σχήματος της Νορμανδίας μας δείχνουν τον δρόμο. Και ας μην ξεχνάμε ότι η Ελλάδα έχει και ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την περιοχή του Ντονμπάς λόγω της ισχυρής παρουσίας ομογενών μας στην περιοχή» δήλωσε ο κ. Μητσοτάκης.
Το κρεσέντο βίας του Κιέβου και ο πόλεμος στον Ντονμπάς
Τα βίαια και αιματηρά επεισόδια που είχαν γίνει στην πλατεία Μαϊντάν στο Κιέβο το 2014 με την επίφαση της σύνδεσης της Ουκρανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση -έμεινε στην Ιστορία ως "κίνημα Euromaidan"- και την πτώση του τότε προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς, έφεραν ένα νέο καθεστώς στο Κιέβο το οποίο προσπάθησε να απαγορεύσει με σχετικό νόμο τη ρωσική γλώσσα ως δεύτερη τοπική, που για δεκάδες χρόνια χρησιμοποιούσαν.
Αναγκάζουμε τους πολιτικούς της ΕΕ να ακούσουν!
Μετά την αποτυχημένη προσπάθεια απαγόρευσης της ρωσικής γλώσσας ήρθαν τα επεισόδια στην Οδησσό. Στις 2 Μάϊου 2014, πολίτες που διαδήλωναν ειρηνικά δέχτηκαν επίθεση από μέλη νεοναζιστικών οργανώσεων, τα οποία το νέο καθεστώς του Κιέβου μετέφερε στην πόλη με εντολή να επιτεθούν στους συγκεντρωμένους. Πολλοί συγκεντρωμένοι που δέχτηκαν επίθεση έσπευσαν να τρέξουν σε ένα κτίριο στο οποίο οι μεταφερόμενοι από το καθεστώς του Κιέβου πέταξαν μολότοφ βάζοντας το φωτιά με αποτέλεσμα 48 άνθρωποι να καούν ζωντανοί.
Στη συνέχεια το Κίεβο απαγόρευσε τις παρελάσεις στις 9 Μαΐου οπότε και γιορτάζεται η «Ημέρα της Νίκης» έναντι της ναζιστικής Γερμανίας. Στη Μαριούπολη, η αστυνομία δέχτηκε εντολή να μην επιτρέψει σε κανέναν να γιορτάσει με τους αστυνομικούς, ωστόσο, να αρνούνται να ασκήσουν βία σε όποιον πολίτη θέλησε να παρελάσει.
Πλέον οι δύο μεγάλες πόλεις, το Ντονετσκ και το Λουγκάνσκ έχουν αυτοανακηρυχθεί σε «λαϊκές δημοκρατίες».
Η Λουντμίλα Κοντοπούλου-Σλιάχτα, 45 ετών γεννήθηκε στο Λουγκάνσκ. Οι γονείς της ήταν Ρώσοι. Πριν από περίπου 27 χρόνια ήρθε στην Ελλάδα όπου και παντρεύτηκε με Έλληνα δημιουργώντας τη δική της οικογένεια.
Πάντα όμως επισκεπτόταν το Λουγκάνσκ που κάποτε όπως λέει στο Sputnik ήταν μια πλούσια πόλη «με περίπου 500.000 κατοίκους και αρκετούς Έλληνες».
Στο Ντονέτσκ μάλιστα «που είχε 1.000.000 κατοίκους, εκεί ζούσαν και ζουν πολλοί Έλληνες» εξήγησε.
«Οι κάτοικοι Λουγκάνσκ και Ντονέτσκ αισθάνονται Ρώσοι»
Τελευταία φορά που η κα Κοντοπούλου-Σλιάχτα επισκέφτηκε το Λουγκάνσκ ήταν τον περασμένο Απρίλιο και έμεινε ως τα τέλη Ιουνίου για μια οικογενειακή της υπόθεση. Η πόλη δεν θυμίζει σε τίποτα την παλιά εικόνα. Ειδικά με την πανδημία και τους περιορισμούς στις μετακινήσεις τα βράδια ήταν σχεδόν νεκρή πόλη, όπως περιέγραψε.
Η Ουκρανία στο τέλος του 1922 έγινε μια από τις ιδρυτικές δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης και έγινε ανεξάρτητη μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991 όμως ποτέ μα ποτέ δεν υπήρξε θέμα με το ότι οι κάτοικοι του Ντονμπάς ήταν ρωσόφωνοι.
Μετά τον πόλεμο στις δύο Λαϊκές Δημοκρατίες του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ όπως λέει το νόμισμα τους είναι το ρούβλι, οι νόμοι τους βασίζονται στη νομοθεσία της Ρωσικής Ομοσπονδίας, τα βιβλία τους στηρίζονται στην ρωσική παιδεία. «Ακόμα και το εμβόλιο που κάνουν οι κάτοικοι είναι το ρωσικό Sputnik», είπε, ενώ πλέον με την συμπεριφορά της Ουκρανίας έναντι τους όπως προσθέτει αισθάνονται Ρώσοι κι όχι Ουκρανοί.
Από την οικονομική ευρωστία που υπήρχε στην περιοχή πλέον κυριαρχεί μαρασμός. «Τότε υπήρχαν πάρα πολλά εργοστάσια. Τώρα άλλα έκλεισαν κι άλλα υπολειτουργούν» περιέγραψε προσθέτοντας ότι υπάρχουν πολλά προβλήματα τροδοφοσίας σε διάφορα είδη «λόγω του εμπάργκο που έχει η πόλη με την Ουκρανία και αντίστροφα».
Οι κάτοικοι του Λουγκάνσκ, όπως επισημαίνει, «επειδή τα σύνορα τους είναι δίπλα στη Ρωσία αισθάνονται μια κάποια ασφάλεια» έναντι των όποιων προθέσεων των Ουκρανών. «Οι κάτοικοι του Ντονέτσκ δεν αισθάνονται το ίδιο, είναι πιο μακριά από τα σύνορα με τη Ρωσία».
Όσοι κάτοικοι των δύο πόλεων έχουν το λεγόμενο «εσωτερικό διαβατήριο», δηλαδή των δύο λαϊκών δημοκρατιών μπορούν με κάποια επιπλέον χαρτιά να πάρουν ρωσικό διαβατήριο.
«Όμως στο ρωσικό διαβατήριο επειδή δεν αναγράφεται η διεύθυνση κατοικίας δεν μπορούμε με αυτό να πάμε σε όλες τις χώρες παρά μόνο στην Ρωσία, την Οσετία και τη Λευκορωσία. Όσοι έχουν και το ουκρανικό διαβατήριο μπορούν να ταξιδέψουν παντού» εξηγεί επισημαίνοντας ότι η ίδια έχει και ρωσικό, αλλά φυσικά και ελληνικό διαβατήριο.
«Καθόμαστε στα σπίτια και ακούμε τις οβίδες»
Η κατάσταση στην περιοχή είναι έκρυθμη με ουκρανικά στρατεύματα να έχουν συγκεντρωθεί.
«Στο Λουγκάνσκ είμαστε πιο κοντά στα σύνορα της Ρωσίας και αισθανόμαστε πιο προστατευμένοι, ενώ το Ντονέτσκ συνορεύει με την Ουκρανία με αποτέλεσμα ο στρατός της Ουκρανίας να βρίσκεται πιο κοντά και τώρα έχει φουντώσει η κατάσταση πάλι. Ακούνε πολλές αδέσποτες σφαίρες και οβίδες που ρίχνουν οι Ουκρανοί. Πριν από μερικές ημέρες μίλησα με μια φίλη μου που κρατά επαφή με το Ντονέτσκ, έχει αρκετούς φίλους εκεί και της έλεγαν ότι "καθόμαστε στα σπίτια και ακούμε ξανά τις οβίδες". Και να φανταστείτε πλέον ότι όλοι οι κάτοικοι και των δύο περιοχών, από τον ήχο καταλαβαίνουν τι οβίδα πέφτει. Ο άνθρωπος δυστυχώς συνηθίζει να ζει σε οποιαδήποτε συνθήκη».
Οι κάτοικοι της περιοχής ζουν σε μια ανασφάλεια για το παρόν και το μέλλον τους, λέει η κα Κοντοπούλου-Σλιάχτα.
«Δεν έχουν καμία σταθερότητα, αυτή η κατάσταση δεν πάει πουθενά. Αισθάνονται πολίτες χωρίς μέλλον. Κάθε μέρα περιμένουν ότι "τώρα θα μας κάνει επίθεση ο ουκρανικός στρατός". Το έζησα το Πάσχα που ήμουν εκεί. Όλοι όμως έλεγαν "δεν μας νοιάζει πια, δεν φοβόμαστε". Αυτή είναι η άποψη των κατοίκων και θέλουν να επανενωθούν με τη Ρωσία ή τουλάχιστον να γίνουν ανεξάρτητες χώρες. Είναι πλούσια περιοχή αν και οι Ουκρανοί μας έχουν κατακλέψει» καταλήγει.