“….Την Παρασκευή, στέλνεται ο Ιησούς δέσμιος από τον Καϊάφα στον τότε ηγεμόνα της Ιουδαίας Πόντιο Πιλάτο.
Αυτός, αφού Τον ανέκρινε με πολλούς τρόπους και αφού ομολόγησε δυο φορές ότι ο Ιησούς είναι αθώος, έπειτα, για να ευχαριστηθούν οι Ιουδαίοι, τον καταδικάζει σε θάνατο.Και αφού τον μαστίγωσε σαν δραπέτη δούλο τον Δεσπότη των όλων, Τον παρέδωσε για να σταυρωθεί. Από ’κει και πέρα ο Ιησούς, αφού παραδόθηκε στους στρατιώτες, γυμνώνεται, φοράει κόκκινη χλαμύδα, στεφανώνεται με ακάνθινο στεφάνι, κρατάει κάλαμο σα σκήπτρο, προσκυνείται χλευαστικά, φτύνεται και χτυπιέται στο πρόσωπο και στο κεφάλι.
Μετά, φορώντας πάλι τα ρούχα του και βαστάζοντας το Σταυρό, πηγαίνει προς τον Γολγοθά, τον τόπο της καταδίκης και εκεί, γύρω στην Τρίτη ώρα της ημέρας, σταυρώνεται μεταξύ δυο ληστών, βλασφημείται από αυτούς που είχαν πάει στον Γολγοθά μαζί του, μυκτηρίζεται από τους αρχιερείς, ποτίζεται από τους στρατιώτες με ξύδι ανακατεμένο με χολή.
Γύρω στην ενάτη ώρα, αφού βγάζει πρώτα φωνή μεγάλη, και λέει: «Τετέλεσται», εκπνέει «ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου».
Αυτή είναι η καταγεγραμμένη κατάληξη. Είχε προηγηθεί σύμφωνα με τις Γραφές και τις ιστορικές αναφορές η γνωστότερη δίκη – παρωδία στην ιστορία του κόσμου. Η Δίκη του Ιησού (orthodoxia.info.gr Στέλιος Σούρλας – νομικός) επιχειρήθηκε να στριμωχθεί ανάμεσα στο Ρωμαϊκό και το Εβραϊκό Δίκαιο:
Η “νομική” ακολουθία
Για να καταλάβουμε το νομικό σύστημα θα πρέπει να επισημάνουμε πως την εποχή του Χριστού υπήρχαν δύο δίκαια το Ρωμαϊκό και το Εβραϊκό:
Το Ρωμαϊκό λίγο υστερούσε από το σημερινό Ευρωπαϊκό ενώ το Εβραϊκό ήταν Ιεροκρατικό και στηριζόταν στον Μωσαϊκό Νόμο.
Τα Εβραϊκά Δικαστήρια ήταν πολυμελή, ως ανώτατο Δικαστήριο ήταν το Μέγα Συνέδριο το οποίο εδράζονταν στην Ιερουσαλήμ και αποτελούνταν από 120 μέλη με Πρόεδρο τον Αρχιερέα ο οποίος διέταζε στρατιωτική δύναμη τη λεγόμενη ΄΄Κουστωδία΄΄. Οι θανατικές καταδίκες έπρεπε να επικυρωθούν από την Ρωμαϊκή εξουσία και προβλέπονταν για αρκετά αδικήματα αλλά σπάνια επιβάλλονταν.
Η εκτέλεση της θανατικής καταδίκης γινόταν με διαφόρους τρόπους όπως λιθοβολισμό, μαστίγωμα αλλά ο επί του σταυρού ήταν ο πιο βασανιστικός και εξευτελιστικός. Στην Εβραϊκή Δικονομία η προανάκριση ήταν άγνωστη, η απόφαση δε στηρίζονταν στην ομολογία αλλά σε 2 τουλάχιστον μάρτυρες και δεν υπήρχε δημόσιος κατήγορος ήτοι ο Εισαγγελέας.
Η σύλληψη και η δίκη
Η δράση του Ιησού σύμφωνα με τις αναφορές και τα στοιχεία, ξεκίνησε να απασχολεί χρονολογικά τις Αρχές το 780, όπου οι πράκτορες του Πόντιου Πιλάτου μετά από εντολές του, ξεκίνησαν να παρακολουθούν στην αρχή διακριτικά ενώ αργότερα το 783 πιο εντατικά, βήμα βήμα τις κινήσεις του θεανθρώπου, τις οποίες και κατέγραφαν προς ενημέρωση της προϊσταμένης αρχής της Ρώμης.
Σύμφωνα με αναφορές (βλ. Γιάννα Παναγοπούλου, ποινικολόγος – newsit.gr) η πρώτη κατηγορία που επιχειρήθηκε να στηριχθεί σε βάρος του ήταν διατάραξη της δημόσιας τάξης: για την πολιορκία της Ιερουσαλήμ από ένα ξένο στρατό, την ολοκληρωτική καταστροφή του Ναού του Σολομώντα, τη σφαγή ή την εξορία μέρους των κατοίκων, καθώς και μια σειρά άλλων σημαντικών δηλώσεων. Εις μάτην…
Ο Πόντιος Πιλάτος κάνει λόγο για τέσσερις απόπειρες συλλήψεως του Χριστού, οι οποίες στάθηκαν άκαρπες, καθώς τα στοιχεία δεν ήταν αρκετά για να δικαιολογήσουν την δίωξη του. Προκειμένου να τον ενοχοποιήσουν, καθώς τον θεωρούσαν πλέον απειλή με τους συνεχώς αυξανόμενους οπαδούς, μέχρι και η Μόνιμη Εκτελεστική Επιτροπή συνεδρίασε υπό του Αρχιερέως Ιωσήφ γνωστού ως Καϊάφα.
Το στήσιμο του κατηγορητηρίου
Κατά την συνεδρίαση αποφασίστηκαν όλες οι κατηγορίες, ώστε να ευσταθεί η αίτηση της θανατικής ποινής εναντίον του. Έτσι σε πρώτη φάση ο Ιησούς κατηγορήθηκε για παράβαση της νομοθεσίας αναφορικά με την αργία του Σαββάτου, εξύβριση των Θείων, πρόκληση οχλαγωγίας με διακηρύξεις και ρίψη συνθημάτων, χρησιμοποίηση δολίων μεθόδων που τείνουν ν ανατρέψουν του φυσικούς νόμους και κατάχρηση της ευπιστίας των πληθυσμών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ανοιχτεί μια νέα δικογραφία σε βάρος του με την Εκτελεστική Επιτροπή υπό του Άννα που ήταν ο πρώτος Αρχιερέας που διόρισαν οι Ρωμαίοι στην Ιουδαία και πεθερός του Καΐάφα να αποφασίζει τελικά την σύλληψη του το βράδυ της Τρίτης 4 Απριλίου στο κήπο της Γεσθημανή, μετά και την συνεννόηση στην οποία είχαν προλάβει να έρθουν με τον Ιούδα.
Δικονομικές παραβάσεις
Σύμφωνα με τις καταγραφές υπήρξαν οι εξής δικονομικές παραβάσεις της δίκης (βλ orthodoxia.info.gr Στέλιος Σούρλας – νομικός)
1) Η δίκη έγινε νύχτα αντί για ημέρα (κατα σαφή παράβαση του Εβραϊκού νόμου)
2) Η στρατιωτική κουστωδία δεν πήγε τον Χριστό στο Δικαστήριο αλλά στο πεθερό του Αρχιερέα Καϊάφα, τον Άννα, ο οποίος ήταν παλαιότερα Αρχιερέας και τον ανέκρινε χωρίς εξουσία ενώ παράλληλα οι υπηρέτες τον έβριζαν και τον έδερναν (Η ανάκριση και η κακοποίηση του κατηγορουμένου απαγορευόταν από το Εβραϊκό δίκαιο..)
3) Χωρίς να προϋπάρχει σαφής κατηγορία η οποία επιχειρήθηκε “στηριχθεί” από 2 (ψευδο)μάρτυρες οι οποίοι θα κινούσαν τη δίκη.
4) Οι 2 μάρτυρες βρέθηκαν μετά την έναρξη της δίκης και διαστρέβλωσαν τα λόγια του Χριστού ότι θα γκρεμίσει και θα ξαναχτίσει το Ναό του Σολομώντα σε 3 ημέρες.
5) Οι μαρτυρίες κατηγορίας δεν ταίριαζαν μεταξύ τους και δόθηκαν με ταυτόχρονη παρουσία και των δύο (σύμφωνα με το Δευτερονόμιο οι μάρτυρες αυτοί έπρεπε να καταδικαστούνε σε θάνατο για την ψευδομαρτυρία τους).
6) Η απόφαση στηρίχτηκε στην ομολογία του Χριστού όταν τον ρώτησε ο Καϊάφας ΄΄εσύ είσαι ο Υιός του Θεού΄΄ και ο Χριστός απάντησε ΄΄συ είπας΄΄ καθώς και στις παράτυπες καταθέσεις των μαρτύρων.
7) Δεν υπήρξε καθόλου υπεράσπιση την οποία αναλάμβανε ένας Δικαστής
8) Ο Αρχιερέας Καϊάφας διέρρηξε τα ιμάτια του (γεγονός το οποίος απαγορεύει ο Λευϊτικός νόμος στους Ιερείς, Λευϊτικό).
9) Η ψηφοφορία των Δικαστών έγινε ταυτόχρονα ενώ έπρεπε με τη σειρά και πρώτα ο νεότερος Δικαστής για να μην επηρεαστεί από την κρίση των αρχαιότερων αλλά και μεταξύ των.
10) Μεταβολή της κατηγορίας κατά τη διάρκεια της Δίκης. Ενώ η αρχική κατηγορία ήταν ότι είπε ο Χριστός ότι θα γκρεμίσει και θα χτίσει το Ναό σε 3 μέρες εν΄τέλει καταδικάστηκε διότι ομολόγησε ότι είναι ο Υιός του Θεού, δηλαδή για βλασφημία.
Βέβαια για να θεραπευτούν οι δικονομικές αυτές παραβάσεις και να τηρηθούν τα προσχήματα ανέμεναν να ξημερώσει και επαναλήφθηκε η συνεδρίαση για να επικυρώσουν την καταδίκη στο κτίριο του Μεγάλου Συνεδρίου. Από τα 71 μέλη του Συνεδρίου οι υποστηρικτές του Χριστού οι οποίοι μειοψήφησαν ήταν 2, ο Ιωσήφ ο από Αριμαθέας και ο Νικόδημος.
Οι δικονομικές παραβάσεις της Ρωμαϊκής Δίκης
Το πρωί της Παρασκευής οι Εβραίοι οδηγούν τον Χριστό στον Πιλάτο, έξω από το Πραιτώριο.
1) Ο κατηγορούμενος (Χριστός) ήταν δέσμιος κατά τη διάρκεια της Δίκης
2) Διαφορετική κατηγορία. Η κατηγορία στο Εβραϊκό Δικαστήριο ήταν η βλασφημία ενώ στο Ρωμαϊκό ότι προέτρεπε να μην πληρώνουν φόρους στον Καίσαρα.
3) Εφόσον η Ρωμαϊκή Δίκη ήταν επικύρωση Εβραϊκής απόφασης έπρεπε να υπήρχαν 2 στοιχεία, γραπτή αίτηση και η Πρωτόδικη απόφαση. Τίποτα από τα δύο δεν υπήρχε.
4) Μετά την αθώωση από τον Ηρώδη οδηγήθηκε ξανά στον Πιλάτο αντί να αφεθεί ελεύθερος
5) Κακοποίηση πριν την καταδίκη (του βάλανε Βασιλικό μανδύα και τον εξευτέλισαν.
6) Τον αθωώνει ξανά ο Πιλάτος αλλά δεν τον ελευθερώνει και πάλι
Οἱ Ἀρχιερεῖς βλέποντας τόν Πιλάτο, νά τείνει πρός τήν ἀθώωση τοῦ Ἰησοῦ, βάζουν τό λαό να φωνάζει, απαιτώντας τή σταύρωσή Του! (βλ. Αρχιμ. Βασιλείος Μπακογιάννης – Romfea.gr)
“Καί ἐνῶ εἶχαν ἀποφασίσει νά σταυρώσουν τόν Ἰησοῦ, μέ τήν κατηγορία τῆς βλασφημίας, τώρα ἀποφάσισαν νά Τόν σταυρώσουν μέ τήν κατηγορία, ὅτι εἶνα Βασιλιάς τῶν Ἰουδαίων! (Ἰω.19:13-17). Σταυρώνοντάς Του, Τόν ἔβαλαν στή μέση, ἀνάμεσα στούς ληστές, ὄχι τιμῆς ἕνεκεν, ἀλλά γιά νά δείξουν, ὅτι ἦταν ὁ ἀρχηγός τῶν ληστῶν, ὁ ἀρχιληστής…!”
Πηγή: dikastiko.gr