Μαυροντυμένοι άνθρωποι, μια γυμνή γυναίκα ξαπλωμένη νωχελικά σε ένα βωμό, σκοτάδι, υποβλητική μουσική και ένας άντρας με κέρατα στο κεφάλι. Αυτή ήταν μια τυπική τελετή της εκκλησίας του Σατανά με επικεφαλής τον ιδρυτή της, Άντον Ζάντορ Λαβέι.
Ο Λαβέι, σύμφωνα με τα λεγόμενα και τις βιογραφίες του, καταγόταν απ’ την Τρανσυλβανία και μεγάλωσε ακούγοντας τις ιστορίες της τσιγγάνας γιαγιάς του. Του έλεγε για βρικόλακες, λυκάνθρωπους, προλήψεις και μαύρη μαγεία. Το 1945 ταξίδεψε με τον θείο του που εργαζόταν ως πολιτικός μηχανικός στη μεταπολεμική Γερμανία.
Παρακολούθησε απαγορευμένες ταινίες της δημοκρατίας της Βαϊμάρης, όπως το “Cabinet of Dr. Caligari”, που ενέτειναν το ενδιαφέρον του στον μυστικισμό. Την ίδια χρονιά, σε ηλικία 15 ετών, παράτησε το σχολείο γιατί τον δέχτηκαν στην ορχήστρα του μπαλέτου του Σαν Φρανσίσκο, όπου θα έπαιζε όμποε.
Παρακολούθησε απαγορευμένες ταινίες της δημοκρατίας της Βαϊμάρης, όπως το “Cabinet of Dr. Caligari”, που ενέτειναν το ενδιαφέρον του στον μυστικισμό. Την ίδια χρονιά, σε ηλικία 15 ετών, παράτησε το σχολείο γιατί τον δέχτηκαν στην ορχήστρα του μπαλέτου του Σαν Φρανσίσκο, όπου θα έπαιζε όμποε.
Δύο χρόνια αργότερα έφυγε από την ορχήστρα και βρήκε δουλειά στο τσίρκο του Κλάιντ Μπίτι. Αρχικά θήτευσε δίπλα στους εκπαιδευτές λιονταριών και τίγρεων, αλλά αργότερα έγινε ο πιανίστας του τσίρκου. Το 1948 μετακόμισε στο Λος Άντζελες, όπου δούλευε ως πιανίστας σε διάφορα νυχτερινά κλαμπ. Σε ένα από αυτά, ονόματι “Mayans”, γνώρισε μια νεαρή ανερχόμενη ηθοποιό. Ήταν ξανθιά, πληθωρική και πολλά υποσχόμενη. Του συστήθηκε ως Μέριλιν Μονρό. Ήταν αχώριστοι για δύο βδομάδες. Μία σύντομη, αλλά πολύ παθιασμένη σχέση. Μερικά χρόνια αργότερα, η Μέριλιν έγινε η μεγαλύτερη σταρ του Χόλιγουντ.
Το 1949, για να αποφύγει τη στρατολόγηση για τον πόλεμο της Κορέας, γράφτηκε στο κολέγιο του Σαν Φρανσίσκο, για να σπουδάσει εγκληματολογία. Τον επόμενο χρόνο γνώρισε τη 15χρονη Κάρολ Λάνσινγκ, με την οποία παντρεύτηκαν το 1951. Για να συντηρήσει την οικογένειά του, βρήκε δουλειά ως φωτογράφος στην αστυνομία του Σαν Φρανσίσκο.
Φωτογράφιζε τόπους εγκλήματος και υποστήριζε ότι έτσι γνώρισε την χειρότερη πλευρά της ανθρωπότητας. Το 1954 ανέλαβε όλες τις κλήσεις των “τρελών”, δηλαδή όσους τηλεφωνούσαν στην αστυνομία για να καταγγείλουν φαντάσματα, τέρατα και υπερφυσικά πνεύματα. Ο Λαβέι έγινε ο πρώτος “κυνηγός φαντασμάτων” του Σαν Φρανσίσκο και γνώρισε πολλούς απ’ τους μελλοντικούς πιστούς της εκκλησίας του Σατανά. Ήδη είχε αρχίσει να δίνει διαλέξεις για τη μαγεία και το μυστικισμό.
Το 1955 ο Λαβέι είχε πια ακολούθους σε ολόκληρη την πόλη που παρακολουθούσαν τις διαλέξεις του. Ο Λαβέι αγόρασε ένα σπίτι στο Σαν Φρανσίσκο που παλιά λειτουργούσε ως οίκος ανοχής και διέθετε κρυφούς διαδρόμους, απ’ τους οποίους οι ηδονοβλεψίες πελάτες παρακολουθούσαν τα ζευγάρια στα δωμάτιά τους. Έβαψε το σπίτι μαύρο και έφερε τον κατοικίδιο πάνθηρά του, τον Ζόλταν. Όπως ήταν αναμενόμενο, δεν πέρασε απαρατήρητος απ’ τους γείτονές του. Το 1960 χώρισε με την Κάρολ. Η κόρης τους, Κλάρα, έμεινε με αυτόν και τη νέα γυναίκα του, Νταϊάν Χάγκερτι, με την οποία απέκτησε άλλη μία κόρη, τη Ζίνα.
Άρχισε να διοργανώνει πάρτι στα οποία συγκέντρωνε τους πιο ιδιαίτερους χαρακτήρες. Από Ευρωπαίες βαρόνες μέχρι μεγαλοδικηγόρους και ντόπιους αστυνομικούς. Κάθε Παρασκευή, έκανε μαθήματα μαγείας, η είσοδος στα οποία ήταν 2,5 δολάρια. Στο μάθημα με θέμα “Κανιβαλισμός και Ανθρωποθυσίες”, μαγείρεψε τον μηρό μιας κοπέλας, που είχε προμηθευτεί από έναν μαθητή του, ιατροδικαστή. Προφανώς ανήκε σε πτώμα, αλλά αυτή ήταν μια λεπτομέρεια που δεν αποσαφηνίστηκε στους μαθητές του. Κάποια στιγμή, τα μαθήματά του έγιναν τόσο δημοφιλή, που ο κόσμος περίμενε έξω στο δρόμο και παρακολουθούσε απ’ τα παράθυρα. Τότε ένας φίλος του του είπε χιουμοριστικά: “Με τόσο κόσμο, μπορείς να φτιάξεις δική σου θρησκεία”.
Και πράγματι ο Λαβέι το έκανε. Στις 30 Απριλίου του 1966, ξύρισε το κεφάλι του, σύμφωνα με αρχαία σατανιστικά έθιμα του Ιράκ και ίδρυσε την εκκλησία του Σατανά. Σύμφωνα με τον Λαβέι, το 1966 είναι το “Anno Satanas”, ο πρώτος χρόνος της εποχής του Σατανά.
Η εκκλησία βρέθηκε στα πρωτοσέλιδα όλων των εφημερίδων την 1η Φεβρουαρίου του 1967, όταν ο Λαβέι πάντρεψε ένα ζευγάρι ως αρχιερέας του Σατανά. Δεν ήταν ο πρώτος γάμος που τέλεσε, αλλά το ζευγάρι προερχόταν από πολύ “καλή” οικογένεια και προκάλεσε σάλο. Ο γαμπρός ήταν ο Τζον Ρέιμοντ, δημοσιογράφος και η νύφη ήταν η Τζούντιθ Κέις, κόρη ενός μεγαλοδικηγόρου απ’ τη Νέα Υόρκη. Προκάλεσε πάλι αντιδράσεις, όταν βάφτισε την 3χρονη κόρη του, Ζίνα, με σατανιστική τελετή. Όπως πάντα, γυμνές γυναίκες κοσμούσαν τους βωμούς της εκκλησίας.
Άντον Λαβέι: Ο “σόουμαν” του Σατανά
Όσα media δεν τρομοκρατήθηκαν από τον ιερέα του Σατανά, τον παρουσίασαν ως τον απόλυτο επιχειρηματία και σόουμαν. Ο Λαβέι, έλεγαν, είναι ένας καταπληκτικός θεατρίνος. Χρησιμοποιεί το δράμα, τις φαντασμαγορικές τελετές, τη μουσική και τη μυσταγωγία, για να δημιουργήσει ένα φανατικό κοινό που πλήρωνε αδρά για να γίνει μέλος της εκκλησίας. Εμφανιζόταν πολύ συχνά στην τηλεόραση. Έδινε συνεντεύξεις ντυμένος με μαύρα ρούχα και το σύμβολο της πεντάλφα στο πέτο.
Ο λόγος του ήταν χαρισματικός. Οι περισσότεροι δημοσιογράφοι επιδίωκαν να τον γελοιοποιήσουν, αλλά ο Λαβέι διατηρούσε τη ψυχραιμία του και στο τέλος, έβγαινε κερδισμένος. Τόνιζε ότι η εκκλησία του Σατανά δεν είχε σχέση με ανθρωποθυσίες, δεν αποσκοπούσε να κάνει κακό στην ανθρωπότητα ούτε σε απροστάτευτα ζώα. Η φιλοσοφία της εκκλησίας ήταν πολύ απλή: ανοχή στις ατέλειες του ανθρώπου. Δέχονταν τη ζωώδη φύση, τον εγωισμό, τη σεξουαλικότητα, τις ανωμαλίες και την απληστία του ανθρώπου.
Τα διδάγματα της εκκλησίας προσέλκυσε και διασημότητες, όπως τη “σεξοβόμβα” Τζέιν Μάνσφιλντ. Σύμφωνα με τον Λαβέι, η Μάνσφιλντ έγινε σεξουαλική σκλάβα του και είχαν ένα σύντομο, έντονο δεσμό. Αναγκάστηκε να αφήσει την εκκλησία, ύστερα από πιέσεις του συντρόφου της. Ο Λαβέι τους “καταράστηκε” να πεθάνουν μέσα σε ένα χρόνο. Λίγες μέρες αργότερα, η Μάνσφιλντ και ο σύντροφός της σκοτώθηκαν σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Το 1971 κυκλοφόρησε η “Σατανική Βίβλος”, το βιβλίο με τα κηρύγματα του Λαβέι, που πούλησε εκατομμύρια αντίτυπα. Όμως με τα χρόνια, η δημοτικότητα της εκκλησίας άρχισε να εξασθενεί. Τη δεκαετία του ’80 ο Λαβέι είχε αποσυρθεί από τη δημοσιότητα. Η εκκλησία είχε χάσει πολλά μέλη και κόντευε να εξαφανιστεί. Αλλά η δράση του κατά συρροήν δολοφόνου Ρίτσαρντ Ραμίρεζ, έφερε πάλι την εκκλησία στην επικαιρότητα. Η εκκλησία του Σατανά, συνδέθηκε με την οικογένεια Μάνσον και τη δολοφονία της Σάρον Τέιτ, όπως και με του δεκάδες φόνους του Ραμίρεζ.
Ο Λαβέι αρνήθηκε να βγει στα κανάλια για να υποστηρίξει την εκκλησία. Έστειλε την κόρη του, Ζίνα, η οποία ανέλαβε να ξεκαθαρίσει τη δημόσια εικόνα τους. Δήλωσε ότι η εκκλησία του Σατανά δεν είχε καμία σχέση με τις δολοφονίες ούτε κήρυττε τη βία ενάντια στον συνάνθρωπο. Οι εμφανίσεις της εκρηκτικής Λαβέι αύξησαν τις εγγραφές νέων μελών και η εκκλησία ενισχύθηκε σημαντικά.
Το 1990 η Ζίνα Λαβέι αποχώρησε από την εκκλησία και διέκοψε κάθε επαφή με την οικογένειά της. Ισχυρίστηκε ότι η ίδια και η μητέρα της κακοποιούνταν από τον Λαβέι για χρόνια, ο οποίος μάλιστα παρακολουθούσε ατάραχος, ενώ ένας κοντινός του φίλος βίασε τον εγγονό του, Στάντον. Την ανάγκασε να εμφανίζεται στην τηλεόραση και να μιλάει για την εκκλησία, επειδή ο ίδιος βαριόταν και ποτέ δεν ήταν πρόθυμος να δουλέψει σκληρά. Αποκάλεσε τον πατέρα της “τσαρλατάνο” και “ψεύτη”. Σύμφωνα με τη Ζίνα, ο Λαβέι είχε βασίσει όλο του τον μύθο σε ένα ψέμα.
Ο πραγματικός Άντον Λαβέι
Ο Άντον Λαβέι πέθανε στις 31 Οκτωβρίου του 1997, ανήμερα του Χάλογουιν. Αμέσως μετά τον θάνατό του, άρχισαν να βγαίνουν στην επιφάνεια πολλές απ’ τις αλήθειες που είχε προσπαθήσει να κρύψει. Πολλά απ’ τα στοιχεία αποκάλυψε ο δημοσιογράφος Λόρενς Ράιτ σε άρθρο του για το περιοδικό Rolling Stone, η Ζίνα Λαβέι και η μητέρας της, Νταϊάν. Στην έρευνα συμμετείχαν και άλλα μέλη της οικογένειάς του, όπως οι γονείς του, η πρώτη του κόρη και διάφοροι φίλοι.
Το πραγματικό του όνομα σύμφωνα με το πιστοποιητικό γέννησης ήταν Χάουαρντ Στάντον Λέβι. Η γιαγιά του δεν καταγόταν απ’ την Τρανσυλβανία ούτε ήταν τσιγγάνα. Δεν ταξίδεψε ποτέ στη Γερμανία και ο θείος του δεν ήταν πολιτικός μηχανικός. Εκείνη την εποχή μάλιστα ήταν φυλακισμένος στις ΗΠΑ. Ο Λαβέι δεν έπαιξε ποτέ όμποε στην ορχήστρα του μπαλέτου του Σαν Φρανσίσκο, γιατί δεν υπήρχε ποτέ τέτοια ορχήστρα. Αλλά και ανάμεσα στους μουσικούς που συνόδευαν τις παραστάσεις, δεν υπήρχε κανένας με το όνομα “Λέβι” ή “Λαβέι”. Το όνομα δεν βρέθηκε ούτε στα αρχεία του τσίρκου ου Κλάιντ Μπίτι.
Ο ιδιοκτήτης του κλαμπ “Mayan”, Πολ Βάλενταϊν, δεν θυμόταν κανέναν πιανίστα ονόματι Άντον Λαβέι ούτε να δουλεύει εκεί η Μονρό ως χορεύτρια. Στα αρχεία του αστυνομικού τμήματος του Σαν Φρανσίσκο δεν υπάρχει κανένας με το όνομα, Άντον Λαβέι. Το ίδιο έγινε και με τα αρχεία του κολεγίου του Σαν Φρανσίσκο. Το θρυλικό “μαύρο σπίτι” του Λαβέι δεν ήταν ποτέ πρώην οίκος ανοχής. Το κληρονόμησε κατευθείαν από τους γονείς του. Ξύρισε το κεφάλι του όχι για κάποιο μυστικιστικό λόγο, αλλά επειδή έβαλε στοίχημα με τη γυναίκα του και έχασε. Δεν είχε ποτέ σχέση με την Τζέιν Μάνσφιλντ ούτε προκάλεσε τον θάνατό της. Η “κατάρα” κυκλοφόρησε στα media μετά τον θάνατό της και η επαφή της Μάνσφιλντ με την εκκλησία του Σατανά ήταν εντολή του ατζέντη της, που ήθελε να αναβιώσει την καριέρα της.
Σύμφωνα με τους υποστηρικτές του Λαβέι, οι πληροφορίες που τον έβγαζαν παθολογικό ψεύτη, προέρχονταν από άτομα που ήθελαν να του προκαλέσουν κακό και να αμαυρώσουν την εικόνα του. Βέβαια είναι δύσκολο να διαφωνήσει κανείς με επίσημα κρατικά έγγραφα.
Ο Άντον Λαβέι ήταν πράγματι ο απόλυτος σόουμαν. Δημιούργησε μία ψεύτικη ταυτότητα, στην οποία βάσισε μία ολόκληρη θρησκεία. Κατάφερε να τραβήξει το ενδιαφέρον του κόσμου με θεατρινισμούς και μυσταγωγίες και να προκαλέσει εθνικό πανικό, φορώντας κέρατα στο κεφάλι του. Στο τέλος αποδείχτηκε άκακος. Ένας ιδιότροπος, εκκεντρικός άντρας που ήθελε να ζει στη δική του, τεχνητή πραγματικότητα.
Η εκκλησία του Σατανά λειτουργεί ακόμα και έχει επεκταθεί σε όλο τον κόσμο. Τα μέλη της συνεχίζουν να υποστηρίζουν ότι δεν έχουν καμία σχέση με ανθρωποθυσίες και εγκληματικές ενέργειες. Η φιλοσοφία τους είναι η αποδοχή των αρνητικών πλευρών της ανθρωπότητας ως αναπόφευκτες και η απόλαυση της ζωής στο έπακρο, χωρίς ενοχές και περιορισμούς. Με αυτή τη συνταγή δημιουργήθηκε και προσέλκυσε χιλιάδες πιστούς. Γιατί να αλλάξει;