Τις τελευταίες ημέρες, εν μέσω της θερινής ραστώνης του Αυγούστου, παρακολουθούμε έκπληκτοι μία διελκυστίνδα δηλώσεων και δημοσιεύσεων μεταξύ του υπουργού Εθνικής Άμυνας κ. Ευάγγελου Βενιζέλου και της έγκριτης δημοσιογράφου κυρίας Κύρας Αδάμ για θέματα ειδικού εθνικού ενδιαφέροντος, τα οποία δεν είναι ευρέως γνωστά στους πολίτες.
Υπηρεσιακά έγγραφα βλέπουν το φως της δημοσιότητας και οι αντιδράσεις του αρμοδίου υπουργού διαδέχονται η μία την άλλη. Η αλήθεια είναι ότι πράγματι υπάρχει θέμα. Το περιβόητο έγγραφο του SHAPE του Αυγούστου 2006 με τίτλο «Ακολουθούμενη πολιτική επί των νήσων του Αιγαίου» πράγματι υπάρχει, όπως και η συνεπακόλουθη επιχειρησιακή οδηγία (SOP) του Αεροπορικού Στρατηγείου Σμύρνης.
Τα δύο αυτά έγγραφα πράγματι δημιουργούν μία αρνητική για τη χώρα μας κατάσταση στο πλαίσιο της Συμμαχίας.
Εντάσσονται και αυτά σε μία μακρά σειρά από ανάλογες πράξεις που εκπορεύονται από την Τουρκία, η οποία, πολύ απλά, αποσκοπεί στο να προβάλει, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, τις μονομερείς διεκδικήσεις της στο Αιγαίο ως «διμερείς διαφορές» Ελλάδος – Τουρκίας και να οδηγήσει τη Συμμαχία, στην καλύτερη περίπτωση, στο να μην λαμβάνει θέση επί θεμάτων που συνιστούν «διμερείς διαφορές» μεταξύ κρατών-μελών – πολιτική την οποία εγκαινίασε πριν από περίπου τριάντα χρόνια ο τότε γραμματέας του ΝΑΤΟ Τζόζεφ Λουνς.
Εντάσσονται και αυτά σε μία μακρά σειρά από ανάλογες πράξεις που εκπορεύονται από την Τουρκία, η οποία, πολύ απλά, αποσκοπεί στο να προβάλει, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, τις μονομερείς διεκδικήσεις της στο Αιγαίο ως «διμερείς διαφορές» Ελλάδος – Τουρκίας και να οδηγήσει τη Συμμαχία, στην καλύτερη περίπτωση, στο να μην λαμβάνει θέση επί θεμάτων που συνιστούν «διμερείς διαφορές» μεταξύ κρατών-μελών – πολιτική την οποία εγκαινίασε πριν από περίπου τριάντα χρόνια ο τότε γραμματέας του ΝΑΤΟ Τζόζεφ Λουνς.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τον Αύγουστο του 2006 το SHAPE εξέδωσε ένα κείμενο ακολουθούμενης πολιτικής για τα νησιά του Αιγαίου, που, προφανώς, προήλθε από πίεση της Άγκυρας κατά τρόπο ανορθόδοξο, δεδομένου ότι τέτοια κείμενα είναι τουλάχιστον επιπέδου στρατιωτικής επιτροπής (όπου υπάρχει ομοφωνία) και όχι επιπέδου επιχειρησιακού διοικητού, που είναι το SHAPE. Η αντίδραση της χώρας μας τότε ήταν έντονη με επιστολές του τότε Α\ΓΕΕΘΑ Ναύαρχου Π. Χηνοφώτη, που εκδήλωναν την πλήρη διαφωνία μας.
Η ουσία, όμως, είναι ότι το SHAPE δεν κατήργησε, ως όφειλε, το εν λόγω έγγραφο, με αποτέλεσμα να συντελεστεί και η «δεύτερη πράξη του δράματος», δηλαδή η έκδοση της επιχειρησιακής οδηγίας του Αεροπορικού Στρατηγείου της Σμύρνης, που ουσιαστικά απαγορεύει στα νατοϊκά αεροπλάνα να προσεγγίζουν πλησιέστερα των έξι ναυτικών μιλίων από είκοσι ένα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου που η Τουρκία θεωρεί αποστρατιωτικοποιημένα. Βεβαίως, τα ελληνικά πολεμικά αεροσκάφη σε νατοϊκό ρόλο δεν ακολουθούν αυτή την οδηγία, αλλά παραμένει το πρόβλημα και καταγράφεται ως μία έμπρακτη αμφισβήτηση της Τουρκίας του status quo του Αιγαίου σε νατοϊκό πλαίσιο.
Βεβαίως, τόσο η προηγούμενη κυβέρνηση όσο και η τωρινή προέβαλλαν και προβάλλουν σε όλα τα νατοϊκά fora τις πάγιες ελληνικές θέσεις και μέχρι τώρα έχουν εξασφαλίσει στο επίπεδο του Συμβουλίου (NAC) και της Στρατιωτικής Επιτροπής όλα τα κείμενα που εγκρίθηκαν να συμπλέουν με τα εθνικά συμφέροντα.
Όμως, στο χαμηλότερο επιχειρησιακό επίπεδο, που δεν υπάρχει η δικλείδα ασφαλείας που λέγεται «ομοφωνία», είναι συχνές οι εκπλήξεις και οι «τρικλοποδιές» της Άγκυρας. Εδώ βεβαίως ευθύνη έχουν και οι εκεί υπηρετούντες Έλληνες αξιωματούχοι, οι οποίοι πρέπει να προλαμβάνουν την έκδοση ανθελληνικών εγγράφων, όπως συνέβη, για παράδειγμα, πρόσφατα με το έγγραφο της 29ης Μαρτίου 2010 του Αμερικανού διοικητή του Αεροπορικού Στρατηγείου της Σμύρνης, που αναφερόταν στο «ειδικό καθεστώς» του Αιγαίου και το οποίο, μετά τις αντιδράσεις, ορθά απεσύρθη.
Σε κάθε περίπτωση, δίνεται μία χρυσή ευκαιρία στη χώρα μας, που λέγεται διαβούλευση για το νέο στρατηγικό δόγμα του ΝΑΤΟ, το οποίο θα εγκριθεί στη Σύνοδο Κορυφής της Λισαβόνας φέτος το Νοέμβρη.
Από εθνικής απόψεως, αυτό που έχει μεγάλη σημασία είναι να εκμεταλλευτούμε τις αλλαγές που θα φέρει το νέο δόγμα, ώστε να απαλλαγούμε από το διαρκή «πονοκέφαλο» των ελληνοτουρκικών ενδοσυμμαχικών διαφορών, και αυτό μπορεί να γίνει αν το τελικό κείμενο του στρατηγικού δόγματος προβλέπει συγκεκριμένες διατάξεις, π.χ. για τη συρρίκνωση συγκεκριμένου τύπου στρατηγείων για τις περιοχές επιχειρησιακής ευθύνης κ.λπ., διατάξεις που θα ληφθούν υπόψη κατά τη μετέπειτα συζήτηση για τη νέα δομή διοίκησης του ΝΑΤΟ.
Πρόκειται αναμφισβήτητα για μία πρόκληση που η ελληνική κυβέρνηση δεν θα πρέπει να αφήσει να πάει χαμένη.
* Ο αρχιπλοίαρχος ΠΝ ε.α., Στέφανος Γκίκας, ήταν πρ. εκπρόσωπος Τύπου ΥΠΕΘΑ και Α΄ επιλαχών βουλευτής Κερκύρας (ΝΔ).
m-epikaira.gr
του Στέφανου Σωτ. Γκίκα *