Πέμπτη 23 Μαρτίου 2017

Χάρη στον Πολωνοεβραίο και δικηγόρο ονόματι Ράφαελ Λέμκιντα τα μνημόνια της Ελλάδος μπορούν να χαρακτηριστούν ως γενοκτονία

Ο όρος «γενοκτονία» (genocide) δεν υπήρχε στην Αγγλική γλώσσα πριν το 1944. Πρόκειται για λέξη με πολύ συγκεκριμένο νόημα η οποία αναφέρεται στα βίαια εγκλήματα που διαπράττονται εις βάρος μιας ομάδας με στόχο το φυσικό αφανισμό της.

Τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως αυτά ορίστηκαν στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου των Ηνωμένων Εθνών το 1948, αφορούν τα ατομικά δικαιώματα.
Το 1944 ένας Πολωνοεβραίος δικηγόρος ονόματι Ράφαελ Λέμκιν (Raphael Lemkin, 1900-1959) προσπάθησε να αποδώσει εννοιολογικά την ιστορική μοναδικότητα της ναζιστικής πολιτικής των συστηματικών δολοφονιών, συμπεριλαμβανομένου και του αφανισμού των Εβραίων της Ευρώπης.
Σχημάτισε τη λέξη «genocide» συνδυάζοντας τα συνθετικά geno-, από την ελληνική λέξη «γένος», και -cide, από τη λατινική λέξη για τη δολοφονία.
 Για να καταλήξει στη διατύπωση αυτού του νέου όρου, ο Λέμκιν έδωσε ερμηνευτικό προβάδισμα στην ιδέα «ενός συντονισμένου σχεδίου το οποίο βασίζεται σε μια σειρά από συγκεκριμένες ενέργειες, οργανωμένου χαρακτήρα, και αποβλέπει στην καταστροφή των βασικών θεμελίων της ζωής εθνικών ομάδων, με απώτερο στόχο τη βιολογική εξάλειψή τους.» Το επόμενο έτος το Διεθνές Στρατοδικείο που συγκλήθηκε στη Νυρεμβέργη της Γερμανίας απήγγειλε κατηγορίες ενάντια σε ανώτατα στελέχη των Ναζί για «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας». Η λέξη «γενοκτονία» περιλαμβανόταν στο κατηγορητήριο, αλλά ως περιγραφικός και όχι νομικός όρος.
ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ
Στις 9 Δεκεμβρίου 1948, στη σκιά του Ολοκαυτώματος και κατά ένα μεγάλο μέρος χάρη στις ακούραστες προσπάθειες του ίδιου του Λέμκιν, τα Ηνωμένα Έθνη ενέκριναν τη Σύμβαση για την Πρόληψη και την Καταστολή του Εγκλήματος της Γενοκτονίας. Αυτή η σύμβαση ορίζει τη «γενοκτονία» ως διεθνές έγκλημα, για την πρόληψη και την τιμωρία του οποίου δεσμεύονται τα συμβαλλόμενα κράτη. Η γενοκτονία ορίζεται ως εξής:
[Γ]ενοκτονία αποτελεί οποιαδήποτε από τις ακόλουθες πράξεις η οποία διαπράττεται με σκοπό την καταστροφή, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, μιας εθνικής, εθνοτικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας:
(α) Η δολοφονία μελών της ομάδας.
(β) Η πρόκληση σοβαρής σωματικής ή διανοητικής βλάβης σε μέλη της ομάδας.
(γ) Η εθελούσια επιβολή στην ομάδα συνθηκών διαβίωσης που αποσκοπούν στην ολοσχερή ή μερική φυσική εξόντωσή της.
(δ) Η επιβολή μέτρων που αποσκοπούν στην παρεμπόδιση των γεννήσεων στο εσωτερικό της ομάδας.
(ε) Η δια της βίας μεταφορά των παιδιών της ομάδας σε μια άλλη ομάδα.
Μολονότι ιστορικά έχουν καταγραφεί πολλές περιπτώσεις βίας που στοχοποιούν συγκεκριμένες ομάδες, η εξέλιξη του όρου στο χώρο της δικαίου και των διεθνών σχέσεων εντοπίζεται σε δύο διακριτές ιστορικές περιόδους: την περίοδο από τη διατύπωση του όρου μέχρι την εισαγωγή του στο διεθνές δίκαιο (1944-1948) και την εποχή της εφαρμογής του με την ίδρυση διεθνών ποινικών δικαστηρίων για τη δίωξη εγκλημάτων γενοκτονίας (1991-1998). Η πρόληψη της γενοκτονίας, το δεύτερο σημαντικό σκέλος των υποχρεώσεων της σύμβασης, εξακολουθεί να αποτελεί μια πρόκληση τόσο για τα έθνη όσο και για μεμονωμένα άτομα.

Copyright © United States Holocaust Memorial Museum, Washington, DC