Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

Εσείς που το παίζεται όλοι στρατιωτικοί αναλυτές, διαβάστε καλύτερα για τις σχέσεις ΜOSSAD, MIT και του PΚΚ. Ας τελειώσει το παραμύθι ότι υπάρχει εχθροπραξία μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας.

Τεχνικές της MOSSAD.
H Μοσσάντ (στα εβραϊκά Ίδρυμα Πληροφοριών και Ειδικών Επιχειρήσεων/ha Mossad le Modiin ule Tafkidim Meyuhadim), είναι η πιο γνωστή υπηρεσία πληροφοριών του Ισραήλ, μαζί με την Aman, τη στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών και τη Shin Bet, την υπηρεσία εσωτερικής ασφάλειας. Βασική αποστολή της είναι η συλλογή πληροφοριών από ανθρώπινες πηγές, οι κεκαλυμμένες επιχειρήσεις και η αντιτρομοκρατική δράση, ενώ γεωγραφικά, το ενδιαφέρον εστιάζεται κυρίως στη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Το αρχηγείο της Μοσσάντ βρίσκεται στο Τελ Αβίβ, ενώ σύμφωνα με εκτιμήσεις ο αριθμός των εσωτερικών στελεχών της υπηρεσίας προσδιορίζεται σε περίπου 1200. Συνολικά οι στρατολογημένοι πράκτορες της Μοssad υπολογίζονται σε 35.000, από τους οποίους οι 20.000 εν δράσει και οι υπόλοιποι εν υπνώσει. Η Μοσσάντ ιδρύθηκε την 1η Απριλίου του 1951, με πρωτοβουλία του τότε Ισραηλινού πρωθυπουργού -στον οποίο και υπάγεται έκτοτε- Νταβίντ Μπέν Γκουριόν, ο οποίος και της προσέδωσε τον κυριότερο και αντικειμενικό σκοπό και λόγο ύπαρξής της.
 «Για το κράτος μας που από τη δημιουργία του ευρισκόταν υπό πολιορκία. Οι πληροφορίες είναι η πρώτη γραμμή άμυνας…πρέπει να μάθουμε να αναγνωρίζουμε πολύ καλά τι γίνεται γύρω μας». Η Μοσσάντ, εικάζεται, πως διαιρείται σε οκτώ τμήματα:
 Το Τμήμα Συλλογών είναι το μεγαλύτερο, ευθυνόμενο για τις επιχειρήσεις κατασκοπείας, διατηρώντας γραφεία στο εξωτερικό, υπό διπλωματική ή ανεπίσημη κάλυψη. Υφίστανται και λοιπά τμήματα, όπως το Τμήμα Πολιτικής Δράσης και Επαφών, το Τμήμα Ειδικών Επιχειρήσεων (Μetsada), το Τμήμα Ψυχολογικού Πολέμου (Lohamah Pscichlogit), το Τμήμα Ερεύνης (υπεύθυνο για την παραγωγή αναλύσεων και εκθέσεων), ενώ υφίσταται και ειδικό Τμήμα Πυρηνικών θεμάτων, με τομέα ευθύνης τις πιθανές πυρηνικές απειλές κατά του Ισραήλ. Το Σεπτέμβριο του 2002 επικεφαλής της υπηρεσίας τέθηκε ο απόστρατος της ΙDF Meir Dagan.

Δράση σε Ελλάδα και Κύπρο Στις 24 Ιανουαρίου του 1973 δολοφονήθηκε στη Λευκωσία ο αντιπρόσωπος της Φατάχ στη Κύπρο Hussein Al Bashir με βόμβα που τοποθετήθηκε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου όπου διέμεινε. Λίγους μήνες μετά, στις 11 Απριλίου, με τον ίδιο τρόπο δολοφονήθηκε και ο επικεφαλής της PLO στη Αθήνα ο Zaiad Muchasi. Το 1975 συνελήφθησαν στο Σταυροβούνι τρεις Ισραηλινοί, δύο άνδρες και μια γυναίκα, οι οποίοι φωτογράφιζαν και βιντεοσκοπούσαν το στρατόπεδο της 35ης Μοίρας Καταδρομων. Στις 12 Αυγούστου το 1983 συνελήφθη ο Ισραηλινός (με πλαστό γερμανικό διαβατήριο) Παβέλ Τζερτίνωβ, ο οποίος προσπαθούσε να βάλει φωτιά σε δάσος της περιοχής Καπανδριτίου.

Το 1992 συνελήφθησαν στη Λευκωσία τέσσερις Ισραηλινοί, δύο άνδρες και δύο γυναίκες, οι οποίοι προσπαθούσαν να εγκαταστήσουν μηχανισμό υποκλοπής τηλεφωνικών συνδιαλέξεων στην πολυκατοικία που στέγαζε την ιρανική πρεσβεία στην Κύπρο. Στη διάρκεια της σύντομης δίκης οι τέσσερις διέμεναν μέσα στην ισραηλινή πρεσβεία. Μετά την δολοφονία του εφοπλιστή Μ. Περατικού από την αυτοπροσδιοριζόμενη ως «Ε.Ο. 17 Νοέμβρη» τον Μάιο 1997, ο πρώην Υπουργός Δημοσίας Τάξεως Στέλιος Παπαθεμελής διατύπωσε υπαινιγμούς κατά όσων υποθάλπουν και στηρίζουν ή συγκαλύπτουν την δράση των τρομοκρατών. Σε ερώτηση δημοσιογράφου τι εννοεί, απήντησε λακωνικά: «Ρωτήστε τους πρέσβεις του Ισραήλ», πυροδοτώντας αντιδράσεις.

Στις 7 Νοεμβρίου 1998 συνελλήφθησαν κοντά σε στρατοπέδο της Εθνικής Φρουράς, στη στρατιωτικά ευαίσθητη περιοχή Ζυγίου, μεταξύ Λευκωσίας και Λεμεσού, ο 37χρονος Ούντι Αργκόβ και ο 49χρονος Ιγκολ Νταμάρ, οι οποίοι με προηγμένης τεχνολογίας κατασκοπευτικό εξοπλισμό φέρονται να παρακολουθούσαν τις κινήσεις της Εθνικής Φρουράς κατά την διάρκεια της ασκήσης "Νικηφόρος - Τοξότης" (15-22 Οκτωβρίου). Η επικρατέστερη εκδοχή είναι ότι είχαν πληροφορίες για την εκφόρτωση οπλισμού στο λιμάνι του Βασιλικού και ήθελαν να διαπιστώσουν κατά πόσο επρόκειτο για τμήματα των ρωσικών πυραύλων S-300.
Το Ισραήλ είχει εμμέσως εναντιωθεί στην πιθανή εγκατάσταση των πυραύλων στην Κύπρο, κυρίως, σύμφωνα με στρατιωτικούς κύκλους, διότι το ραντάρ του συστήματος θα ήταν σε θέση να παρακολουθεί τον ισραηλινό εναέριο χώρο. Ο τότε υπουργός Αμυνας Γιαννάκης Ομήρου συνέδεσε την όλη υπόθεση με την τουρκοϊσραηλινή συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας, η οποία περιλαμβάνει και την ανταλλαγή πληροφοριών. Ωστόσο, άλλες πληροφορίες έκαναν λόγο για ενδιαφέρον της Μοσσάντ στα αμερικανικής κατασκευής όπλα που διαθέτει η Εθνική Φρουρά, ενώ στον κυπριακό Τύπο δημοσιεύθηκε και η εκτίμηση ότι οι δύο πράκτορες αναζητούσαν τις θέσεις των συστοιχιών παράκτιας άμυνας ΜΜ-40 Exocet, για λογαριασμό της ΜΙΤ.

Τον Αύγουστο του 1999 και σύμφωνα με τουρκικές πηγές, η Μοσσάντ συμμετείχε ενεργά στην εύρεση και απαγωγή του Κούρδου ηγέτου του PKK, Αμπντουλλάχ Οτσαλάν από την ελληνική πρεσβεία στη Κένυα. Στις 26 Σεπτεμβρίου 2000, ο τότε βουλευτής Αχαΐας του ΠΑΣΟΚ Αλέκος Χρυσανθακόπουλος σε ερώτηση που είχε καταθέσει στη Βουλή, προς την –τότε– υπουργό Εσωτερικών και πολιτικό προϊστάμενο της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών Βάσω Παπανδρέου, ανέφερε ότι η κυβέρνηση είχε αναθέσει «την παρακολούθηση απόρρητων κρατικών πληροφοριών για την ασφάλεια της χώρας στην ισραηλινή εταιρεία Efrat, δίνοντας παράλληλα τη δυνατότητα σε γνώστες ηλεκτρονικών υπολογιστών να γνωρίζουν τα πάντα για την Ελλάδα».

«Το παράδοξο της όλης υπόθεσης», ανέφερε μεταξύ άλλων ο βουλευτής, «είναι το ότι η ΕΥΠ –σε περίπτωση δυσλειτουργίας του συστήματος– δεν έχει τη δυνατότητα παρακολούθησης των στόχων της μέχρις ότου οι Ισραηλινοί αποκαταστήσουν τυχόν βλάβες του ηλεκτρονικού υπολογιστή», και συνέχιζε αναφέροντας ότι «αφού η εταιρεία του Ισραήλ έχει το software και τους κωδικούς μπορεί να καταγράφει ταυτόχρονα όλους τους στόχους που παρακολουθεί η ΕΥΠ και να διαθέτει το υλικό της σε όσους έχουν ενδιαφέρον». Η ερώτηση του βουλευτή προς την υπουργό κατέληγε με την εξής διαπίστωση: «Είναι γνωστό ότι –τουλάχιστον για την ισραηλινή εταιρεία– δεν έχει μυστικά εθνικής ασφαλείας η Ελλάδα». (σ.σ. επίδειξη του ισραηλινού συστήματος συλλογής πληροφοριών έγινε το Μάρτιο του 1997 κατά την επίσκεψη μελών της Διακομματικής Επιτροπής για τη Διασφάλιση του Απορρήτου των Επικοινωνιών).

 Όπως ήταν φυσικό, η ερώτηση του Α. Χρυσανθακόπουλου αγνοήθηκε από το σύνολο των μέσων ενημέρωσης στη χώρα, με εξαίρεση της "Αθηναϊκής" (27-9-2000) του Σπ. Καρατζαφέρη, που έκανε πρωτοσέλιδο το θέμα με τίτλο «Στη Μοσάντ η εθνική μας ασφάλεια – Μέσω Τελ Αβίβ οι παρακολουθήσεις της ΕΥΠ». Στις 29-7-2001 η εφημερίδα "Χαραυγή" υπό τον τίτλο "Στο έλεος της Μοσσάντ" γράφει στο κύριο της θέμα ότι ο βουλευτής του ΑΚΕΛ Κ. Γιάγκου κατήγγειλε στη Βουλή ότι η μυστική υπηρεσία του Ισραήλ είναι μόνιμα σταθμευμένη στη Κύπρο και ότι ένας από τους κύριους χώρους στάθμευσης και μετάδοσης των μηνυμάτων της είναι η μαρίνα Λάρνακας.
Στις 18-10-2001 σύμφωνα με τη εφημερίδα του Ηρακλείου "Μεσόγειος" τέσσερις Ισραηλινοί συνελήφθησαν να βιντεοσκοπούν τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις της Σούδας μετά από καταγγελία στις αρχές αξιωματικού της 115 Πτέρυγας Μάχης.

Τούρκοι πράκτορες σκότωναν στην Αθήνα με το προ-κάλυμμα των λαθρομεταναστών

Τον Σεπτέμβριο του 1989, δολοφονήθηκε στην Αθήνα, ο πρόεδρος του Συλλόγου Αγνοούμενων της Κύπρου Γιάννης Λούρμπας (είχε διατελέσει και πρόεδρος της Πανελλήνιας Επιτροπής Αγνοουμένων), υπάλληλος του υπουργείου Εμπορίου, από «αγνώστους». Το έγκλημα έγινε λίγες ημέρες πριν ο Λούρμπας παραχωρήσει συνέντευξη Τύπου, όπου θα παρουσίαζε Κούρδο πρόσφυγα, ο οποίος είχε κάνει σε φυλακή στην Τουρκία και συνάντησε και συνομίλησε με Έλληνες αγνοούμενους. Ο Λούρμπας έπεσε θύμα της γνωστής παγίδας: Κούρδοι που εμφανίζονταν ως πολιτικοί πρόσφυγες, αλλά στην ουσία ήταν πράκτορες της ΜΙΤ. Η Αθήνα, όπως και το στρατόπεδο προσφύγων του Λαυρίου, είχε πήξει μια εποχή από δαύτους.
Πριν τη συνέντευξη, ο Λούρμπας έκανε το φοβερό λάθος και ενημέρωσε κύκλους Κούρδων προσφύγων στην Αθήνα για την υπόθεση και το κακό έγινε, καθώς η ΜΙΤ ενημερώθηκε πάραυτα και αμολήθηκε στο κατόπι του για να του κλείσει το στόμα. Μάλιστα, η δολοφονία έγινε έτσι, ώστε τα ευρήματα να παραπέμπουν σε «σεξουαλικό» έγκλημα. Ο Λούρμπας βρέθηκε γυμνός στο μπάνιο του διαμερίσματός του, σφαγμένος με σπασμένο μπουκάλι αναψυκτικού. Ένα έγκλημα φρικτό, που «απέκλειε» πολλές εκδοχές, τουλάχιστον έτσι όπως παρουσιάστηκε. «Παστρική δουλειά» των Τούρκων, το χαρακτήρισαν εξ αρχής στελέχη πατριωτικών οργανώσεων, που εξαρχής αρνήθηκαν να δεχθούν την «επίσημη» και όπως όλα δείχνουν, παραπλανητική εκδοχή. Ποιος τους άκουγε όμως…
Σε μια περίοδο προεκλογική, με το πολιτικό θερμόμετρο να φτάνει στα ύψη, ουδείς έδωσε σημασία στο θέμα. Όλοι τότε είχαν άλλες προτεραιότητες.


Στήσιμο και κουκούλωμαΟι «άγνωστοι» δολοφόνοι ήταν όπως όλα δείχνουν, άνθρωποι της ΜΙΤ. Τα αίτια της δολοφονίας, κατά την αστυνομία, που προσπάθησε, κατόπιν προφανώς άνωθεν πιέσεων, να «μαζέψει» την υπόθεση και να «δουλέψει» το αστυνομικό ρεπορτάζ, ήταν «σεξουαλικά». Άσχετα αν ο καταγόμενος από τη Γαστούνη της Ηλείας Γιάννης Λούρμπας, δεν είχε δώσει ποτέ αφορμή για ανάλογα σχόλια και κακόβουλες εικασίες.
Άσχετα αν βάσει όλων των κανόνων της ηθικής, δεν πρέπει να απαξιώνεται και να σπιλώνεται κατ’ αυτόν τον τρόπο ένας αγωνιστής, που προσπαθούσε να βοηθήσει στον εντοπισμό των αγνοουμένων της τραγωδίας της Κύπρου, καθώς ο ίδιος είχε αγνοούμενο εκεί τον αδερφό του Δημήτρη Λούρμπα, δεκανέα Πεζικού το 1974 της ΕΛΔΥΚ (αρνήθηκε να υποχωρήσει στην διάρκεια της μάχης στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ και έμεινε πίσω πολεμώντας όρθιος και ηρωικά μέσα στο όρυγμά του). Σημειωτέον ότι τα τρία αδέρφια (υπάρχει και ο Κώστας Λούρμπας, εκπαιδευτικός, δήμαρχος επί σειρά ετών στη Γαστούνη Ηλείας με τη στήριξη της ΝΔ), μεγάλωσαν ορφανά από πατέρα και ότι στον Δημήτρη απονεμήθηκε ο βαθμός του Λοχία Πεζικού, με Προεδρικό Διάταγμα που εκδόθηκε στην Αθήνα στις 12 Δεκεμβρίου 2008.
Το χειρότερο ήταν ότι η αστυνομία εμφάνισε μια μάρτυρα, δήθεν κάτοικο της πολυκατοικίας στην οδό Ψαρών, στην ευρύτερη περιοχή του Σταθμού Λαρίσης, που μίλησε για πολλές επισκέψεις νεαρών στο διαμέρισμα του Λούρμπα. Όπως αποδείχθηκε, η άγνωστη αυτή νεαρή που κατόπιν εξαφανίστηκε από προσώπου γης, δεν είχε καμία σχέση με την εν λόγω πολυκατοικία. Η αστυνομία, επιδεικνύοντας σπουδή να «ξεφορτωθεί» την υπόθεση, αγνόησε τις καταθέσεις για τα απειλητικά τηλεφωνήματα που δεχόταν το θύμα. Επίσης, χαρακτηριστική είναι η περιγραφή από αστυνομικές πηγές της οικίας του Λούρμπα, από την πρώτη στιγμή ως «γκαρσονιέρας», ώστε να ενισχυθεί η εκδοχή του «σεξουαλικού» εγκλήματος.


Δεν υπήρχε βούληση για την ανεύρεση των αγνοουμένων
Για τον αείμνηστο αγωνιστή Γιάννη Λούρμπα, διαβάσαμε στο πολύ καλό βιβλίο του Γιάννη Βαρνάκου «Οι 1619 αγνοούμενοι του 1974… Η εκούσια απώλεια της κοινωνικής και εθνικής μας συνείδησης» (Πελασγός, Αθήνα 2000), τα κάτωθι: «Για τον δολοφονηθέντα κ. Ιωάννη Λούρμπα, ο τότε “συνάδελφός” του Πρόεδρος της Παγκύπριας Επιτροπής Αγνοουμένων, πατέρας Χριστόφορος Οικονόμου, έγραψε: “Ο Γιάννης Λούρμπας ήταν πολύ δραστήριος ως Πρόεδρος της Ελλαδικής Επιτροπής Συγγενών Αγνοουμένων.
Ήταν ακούραστος. Πολλές φορές, έφευγε από το γραφείο του στο Υπουργείο Εμπορίου όπου εργαζόταν, για να συμβάλλει με κάθε τρόπο στην προώθηση της υπόθεσής μας. Αρκετές φορές οι προϊστάμενοί του, δημιουργούσαν πρόβλημα για τις συχνές απουσίες του από το γραφείο… Από την δική μας πλευρά είχαμε καταβάλλει πολλές προσπάθειες να πείσουμε τους αρμόδιους, να διευθετήσουν απόσπαση του Γιάννη σ’ ένα γραφείο με μια γραμματέα, για να ασχοληθεί πλήρως με το θέμα και χωρίς επιπτώσεις στην υπηρεσιακή του θέση. Παρά τις συχνές διαβεβαιώσεις και τις πολλές υποσχέσεις που είχαμε ότι το θέμα θα διευθετείτο, στάθηκε αδύνατο να το πετύχουμε. Προσωπικά, ουδέποτε αντιλήφθηκα πού σταματούσε το θέμα, ποια ήταν τα εμπόδια που υπήρχαν, για να υλοποιηθεί η απλή αυτή διευθέτηση…
Ο Γιάννης πέθανε με τον καημό του χαμένου του αδελφού (σ. σ. εξαφανίστηκε στις 16 Αυγούστου στη διάρκεια της μάχης στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ). Έφυγε γεμάτος απογοητεύσεις, για τις άκαρπες προσπάθειές μας να ανοίξουμε επιτέλους έναν δρόμο, που να οδηγεί στην λύτρωση και την δική μας και των αγνοουμένων. Πολλές φορές θυμάμαι ο Γιάννης μας έλεγε επίμονα ότι το ελλαδικό κράτος δεν ήθελε να ασχολείται με το θέμα των αγνοουμένων. Θεωρούσα πάντα αυτές τις παρατηρήσεις του υπερβολικές. Σήμερα τείνω να πιστέψω ότι είχε δίκιο…».


Αναπάντητα ερωτήματαΗ αστυνομία εξ’ αρχής επέδειξε περίεργη στάση. Δεν εξήγησε ποτέ στους φίλους του θύματος, τι γύρευε το αυτοκίνητο του Λούρμπα λίγες ημέρες μετά τη δολοφονία, στο χώρο στάθμευσης της Τροχαίας Αθηνών. Επίσης, δεν γνωστοποιήθηκε η ιατροδικαστική εξέταση της σορού του θύματος. Η συνεχής προτροπή της αστυνομίας στους συγγενείς του, «μην ψάχνετε», ενόχλησε πολύ το περιβάλλον του θύματος, εγείροντας νέα ερωτήματα για το τι κρύβεται πίσω από την υπόθεση.