για την πρόσβαση των πολιτών σε εστιατόρια, θέατρα και εμπορικά κέντρα.
Ο μεταβατικός υπουργός Υγείας ανακοίνωσε αυτό το μέτρο την Τρίτη, σε μια προσπάθεια να μειωθούν οι μολύνσεις και οι θάνατοι από την Covid-19 στη χώρα.
Ωστόσο, επιχειρηματίες και πολιτικοί εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους, ενόψει και των βουλευτικών εκλογών της 14ης Νοεμβρίου.
Με βάση τους νέους κανόνες, που θα τεθούν σε ισχύ από σήμερα Πέμπτη, η πρόσβαση σε μπαρ, γυμναστήρια, ξενοδοχεία και άλλους κλειστούς χώρους θα επιτρέπεται μόνο σε όσους διαθέτουν πιστοποιητικό εμβολιασμού, ανάρρωσης ή αρνητικό τεστ για την Covid-19.
Μόνο το 24% των ενηλίκων έχει εμβολιαστεί στη Βουλγαρία.
Επίσης, οι γιατροί και οι φροντιστές ηλικιωμένων και ασθενών δεν θα επιτρέπεται να εργάζονται αν δεν διαθέτουν το πιστοποιητικό.
Από το μέτρο εξαιρούνται τα μέσα μεταφορών, οι τράπεζες, τα φαρμακεία και τα καταστήματα τροφίμων.
Μολονότι ορισμένοι εστιάτορες και διευθυντές ξενοδοχείων και θεάτρων είπαν ότι θα μποϊκοτάρουν τα μέτρα, εκατοντάδες Βούλγαροι έσπευσαν στα εμβολιαστικά κέντρα για να εξασφαλίσουν το πιστοποιητικό.
Οι διαδηλωτές υποστηρίζουν ότι τα μέτρα καταπατούν τις ελευθερίες τους και είναι ένα μέσο για να τους αναγκάσουν να εμβολιαστούν.
Κινητοποιήσεις έγιναν και σε άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας.
«Ο εμβολιασμός θα έπρεπε να είναι αποκλειστικά εθελοντικός.
»Αύριο πολλοί άνθρωποι δεν θα μπορούν να πάνε στη δουλειά τους», είπε ο αντιεμβολιαστής πολιτικός Κοσταντίν Κοσταντίνοφ, ο ηγέτης ενός εθνικιστικού κόμματος που δεν εκπροσωπείται στο κοινοβούλιο.
Στη διαδήλωση συμμετείχαν και μέλη ενός άλλου μικρού εθνικιστικού κόμματος.
Τόσο το κεντροδεξιό κόμμα GERB, που προηγείται στις δημοσκοπήσεις, όσο και οι Σοσιαλιστές, το δεύτερο κόμμα στην πρόθεση ψήφου, καταδίκασαν το «Πράσινο Πιστοποιητικό».
Όπως και οι διαδηλωτές, ζήτησαν την παραίτηση του μεταβατικού υπουργού Υγείας, τον οποίο διόρισε ο πρόεδρος της χώρας μετά τις εκλογές του Ιουνίου, από τις οποίες δεν προέκυψε κυβέρνηση.
Πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι η μικρή εμβολιαστική κάλυψη στη Βουλγαρία οφείλεται στην παραπληροφόρηση και τα αντικρουόμενα μηνύματα πολιτικών και ειδικών εν μέσω της πολιτικής κρίσης, καθώς και από την έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών στις Αρχές, μια κληρονομιά της κομμουνιστικής εποχής.