Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2021

Παραιτήθηκαν οι γιατροί της ΜΕΘ του νοσοκομείου Ρεθύμνου [Εγγραφο]


Το πρώτο σοβαρό κρούσμα συλλογικής εξέγερσης στον χώρο του ΕΣΥ παρατηρείται στο Ρέθυμνο Κρήτης, όπου το ιατρικό προσωπικό της ΜΕΘ του νοσοκομείου υπέβαλλε παραίτηση καταγγέλλοντας την αποδιοργάνωση της δημόσιας υγεία στον Νομό.
 Η παραίτηση αυτή δεν έχει να κάνει ούτε με τους εμβολιασμούς ούτε με τους ανεμβολίαστους. Έχει να κάνει με τον τρόπο που το υπουργείο Υγείας αντιλαμβάνεται τη λειτουργία του ΕΣΥ αλλά και για το γεγονός της συστηματικής αποστελέχωσης των δημόσιων νοσοκομείων σε καιρούς πανδημίας.

Όλοι οι γιατροί της ΜΕΘ του νοσοκομείου Ρεθύμνου υπέβαλλαν χθες 31/8/21 τις παραιτήσεις τους διαμαρτυρόμενοι για την υποστελέχωση και την εργασιακή υπερεξόντωση, τονίζοντας πως έχουν αγνοηθεί προκλητικά όλα τα ως τώρα σχετικά υπομνήματά τους.


Δείτε το σχετικό έγγραφο:



Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε στο neakriti.gr ο Διευθυντής ΜΕΘ του Nοσοκομείου Ρεθύμνου, Μπάμπης Μαρκάκης, η κατάσταση έχει φτάσει «στο απροχώρητο» και απευθύνει έκκληση προς την Διοίκηση του Νοσοκομείου και την 7η ΥΠΕ: «Να με αφήσουν να κάνω την δουλειά μου».

Σύμφωνα με τον κ. Μαρκάκη, ενώ δεν προβλέπονταν αρχικά, λόγω πανδημίας και πίεσης στο Σύστημα Υγείας της Κρήτης, δημιουργήθηκε η ΜΕΘ Covid στο Νοσοκομείο Ρεθύμνου.


«Αυτή την στιγμή, με την παρουσία μόνο 5 ειδικευμένων εντατικολόγων και την πλήρη απουσία βοηθητικού προσωπικού, καλούμαστε να ανταπεξέλθουμε στην ασφυκτική πίεση και να παρέχουμε την εξειδικευμένη φροντίδα που χρειάζονται οι ασθενείς μας, όταν στην βάρδια είναι μόνο ένας εξειδικευμένος γιατρός. Αυτός ο γιατρός, είναι υπεύθυνος για τις 3 κλίνες ΜΕΘ Covid – η ύπαρξη των οποίων δεν προβλέπονταν καν στην αρχή και δημιουργήθηκαν κατ’ ανάγκη – και τις 4 κλίνες ΜΕΘ non – Covid περιστατικών. Παράλληλα, λόγω έλλειψης αναισθησιολόγων, οι εντατικολόγοι καλούνται να συνδράμουν στα επείγοντα, στις διασωληνώσεις και όπου υπάρχει έκτακτη ανάγκη».


«Η απόφαση όμως που ξεχείλισε το ποτήρι» και οδήγησε στην υποβολή παραιτήσεων από τους 5 εντατικολόγους στο Νοσοκομείο Ρεθύμνου, σύμφωνα με τον κ. Μαρκάκη, είναι πως «λόγω έλλειψης αναισθησιολόγων, κάποιες μέρες τον μήνα, ο εντατικολόγος βάρδιας θα πρέπει να αφήνει τις ΜΕΘ και τους ασθενείς του, με ότι αυτό συνεπάγεται για την εξέλιξη της υγείας τους και να συνοδεύει βαριά περιστατικά διακομιδών σε άλλα νοσοκομεία».

Μια τέτοια διακομιδή μάλιστα πραγματοποιήθηκε προχτές, σύμφωνα με τον κ. Μάρκακη, όπου ένα non – Covid περιστατικό σε βαριά κατάσταση μεταφέρθηκε από το Νοσοκομείο Ρεθύμνου στο ΠΑΓΝΗ, παρουσία εντατικολόγου, λόγω έλλειψης αναισθησιολόγου


Οι νοσηλείες στην ΜΕΘ Covid από τον Μάρτιο


Σύμφωνα με τον κ. Μαρκάκη, από τις αρχές Μαρτίου, στην ΜΕΘ Covid Ρεθύμνου «η ύπαρξη της οποίας δεν προβλέπονταν καν αρχικά», έχουν νοσηλευτεί 16-17 βαριά περιστατικά κορωνοϊού, καθώς και λόγω της ασφυκτικής πίεσης στο σύστημα υγείας του νησιού τελευταία, «πολλές φορές δεν υπήρχε κενό κρεβάτι ΜΕΘ σε άλλο νοσοκομείο ώστε να γίνει διακομιδή». Παράλληλα, στο χώρο αυτόν που «φιλοξενούνται» οι κλίνες ΜΕΘ, για το ίδιο χρονικό διάστημα, έχουν νοσηλευτεί 44 «ύποπτα» περιστατικά. Όπως τονίζει ο κ. Μαρκάκης, «τα ύποπτα περιστατικά αυτά, ήταν ασθενείς με βαριά συμπτωματολογία στους οποίους δεν είχε διενεργηθεί ακόμη τεστ ώστε να επιβεβαιωθούν και επίσημα ως κρούσμα Covid, όμως παράλληλα δεν μπορούσαμε να διακινδυνέψουμε την νοσηλεία τους σε άλλη κλινική και να ρισκάρουμε την διασπορά του ιού σε άλλες Κλινικές».


«Δεν ζητάω την πρόσληψη νέων γιατρών, καθώς πλέον το έχω πάρει απόφαση πως παρά το γεγονός πως υπάρχει σχετική προκήρυξη για την κάλυψη 2 εξειδικευμένων θέσεων γιατρών, αυτές δεν πρόκειται να καλυφθούν. Ζητάω όμως, να με αφήσουν να κάνω την δουλειά μου. Δεν μπορούμε να τα κάνουμε όλα μαζί και να διατηρήσουμε την απαραίτητη ποιότητα και ασφάλεια για τους ασθενείς στις ΜΕΘ του νοσοκομείου μας».


Παρέμβαση του Ανδρέα Ξανθού


«Η κρίση που σοβεί εδώ και καιρό στο Νοσοκομείο Ρεθύμνου έχει πάρει πλέον ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Επειδή η πανδημία αύξησε την πίεση στο σύστημα αλλά κυρίως επειδή το Υπουργείο Υγείας και η 7η ΥΠΕ δεν είχαν την πολιτική βούληση και την αποφασιστικότητα να στηρίξουν το ΕΣΥ και το μοναδικό νοσηλευτικό ίδρυμα του νομού. Οι ταυτόχρονες παραιτήσεις όλων των γιατρών της ΜΕΘ δεν είναι απλώς μια κραυγή αγωνίας, δεν είναι ένα καμπανάκι κινδύνου, είναι ένα ηχηρό μήνυμα εξάντλησης αντοχών και λειτουργικής κατάρρευσης του νοσοκομείου», αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ Ανδρέας Ξανθός.



Οπως αναφέρει ο κ. Ξανθός, επιβεβαιώνεται με δραματικό τρόπο πόσο άστοχη και υπονομευτική για την προοπτική του Νοσοκομείου Ρεθύμνου ήταν η εξαίρεσή του από την ενίσχυση των ΜΕΘ (με κλίνες και προσωπικό) που σχεδίασε το Υπουργείο Υγείας. Ενώ η ΜΕΘ και το προσωπικό της κλήθηκαν χωρίς στήριξη να αναπτύξουν επιπλέον κλίνες και να νοσηλεύσουν περιστατικά Covid, δεν υπήρξε η παραμικρή μέριμνα να στελεχωθεί με επιπλέον ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό.

Αντί για έμπρακτη αναγνώριση της διαχρονικής προσφοράς της ΜΕΘ στην αξιόπιστη λειτουργία του νοσοκομείου και στην ποιότητα και της δημόσιας περίθαλψης στο νομό, η Διοίκηση του νοσοκομείου και της 7η ΥΠΕ αποφάσισαν να την υποβαθμίσουν ακόμα περισσότερο, υποχρεώνοντας τους γιατρούς της να αναλάβουν, πέραν της φροντίδας των νοσηλευόμενων ασθενών, και την ευθύνη της διασωλήνωσης βαρέως πασχόντων στο ΤΕΠ και τις διακομιδές σοβαρών περιστατικών από οποιοδήποτε τμήμα του νοσοκομείου! Αυτό είναι μια πρωτοφανής για τα χρονικά του ΕΣΥ απαίτηση, η οποία ακυρώνει τον ρόλο εξειδικευμένων εντατικολόγων και υποβαθμίζει το ιατρικό έργο σε ένα τμήμα ζωτικής σημασίας όπως η ΜΕΘ. Και μάλιστα στην αιχμή του 4ου επιδημικού κύματος και της αυξημένης ζήτησης κλινών ΜΕΘ σε όλη τη χώρα. Είναι προφανές λοιπόν γιατί οι γιατροί της ΜΕΘ εξωθήθηκαν σε παραίτηση.

Το Νοσοκομείο Ρεθύμνου είναι πλέον στο χείλος του γκρεμού. Ή θα προκύψει μια γενναία παρέμβαση επιβίωσης και προοπτικής, με ουσιαστική και μόνιμη ενίσχυση όλων των κρίσιμων "κρίκων" του ( ΤΕΠ, ΜΕΘ, Αναισθησιολογικό, Παθολογική, κλινική Covid, εργαστήρια κ.λπ.) ή η πορεία απαξίωσης του Ιδρύματος θα είναι μη αναστρέψιμη.

Η επιλογή είναι αποκλειστική ευθύνη της νέας πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Υγείας και συνολικά της κυβέρνησης».