Η τακτική αναγνώριση περνά στο επόμενο επίπεδο για την Πολεμική Αεροπορία καθώς η απόσυρση των τριών εναπομεινάντων RF-4E και η απενεργοποίηση της 348 Μοίρας Τακτικής Αναγνώρισης στην αεροπορική βάση της Λάρισας στις 5 Μαΐου θα σημάνουν το τέλος μιας ολόκληρης εποχής. Της εποχής που οι πιλότοι των αναγνωριστικών πετούσαν «μόνοι, άοπλοι και άφοβοι».
Ο ρόλος της τακτικής αναγνώρισης περνάει πλέον στα F-16C/D της 335 Μοίρας «Τίγρης» τα οποία θα πετούν αναγνωριστικές αποστολές εξοπλισμένα με το προηγμένο ατρακτίδιο (pod) αναγνώρισης DB-110 της Goodrich Aerospace. Τι σημαίνει όμως επιχειρησιακά αυτή η αλλαγή για την Πολεμική Αεροπορία;
Η απόσυρση των αναγνωριστικών Phantom είχε δρομολογηθεί το 2012 με απόφαση της ηγεσίας της Π.Α να μην εκτελείται εργοστασιακή επιθεώρηση-συντήρηση PDM (Periodic Depot Maintainance) στα αεροσκάφη που συμπλήρωναν τον προκαθορισμένο αριθμό ωρών. Όποιο αεροπλάνο συμπλήρωνε ώρες για επιθεώρηση, αντί να πάει στην ΕΑΒ απλώς ετίθετο εκτός ενεργείας.
Οι λόγοι για αυτήν την απόφαση φέρεται να ήταν τόσο επιχειρησιακοί όσο και οικονομικοί. Το RF-4E είναι ένα αεροπλάνο σχεδιασμένο με την φιλοσοφία μιας άλλης εποχής και ως εκ τούτου η συντήρησή του είναι ιδιαίτερα απαιτητική όχι μόνο σε εργατοώρες αλλά και σε κόστος. Ακόμη και το λειτουργικό κόστος χρήσης του τύπου θεωρήθηκε υπό το πρίσμα των νέων οικονομικών δεδομένων υψηλό: κάθε ώρα πτήσης στοίχιζε 16.350 ευρώ, υπερδιπλάσιο του αντίστοιχου των F-16 Block 52+ Advanced το οποίο ανέρχεται στα 6.019 ευρώ.
Η Τουρκία έχει αποσύρει τα δικά της RF-4E ενώ οι περισσότερες σύγχρονες Αεροπορίες βασίζονται πλέον σε ατρακτίδια τακτικής αναγνώρισης. Ωστόσο, ο βασικός λόγος που προδιέγραψε το τέλος των τελευταίων «καθαρόαιμων» αναγνωριστικών, ήταν η αδυναμία των αεροσκαφών του τύπου να καταστούν πιο «ψηφιακά» σε ένα επιχειρησιακό περιβάλλον που αλλάζει διαρκώς.
Η… περιπέτεια της απόπειρας «ψηφιοποίησης» των αναγνωριστικών Phantom με τροποποίηση των φωτομηχανών KS-127A σε ψηφιακές από την αμερικανική Recon Optical με προοπτική προμήθειας ηλεκτρο-οπτικών KS-127EO, στοίχισε στην Πολεμική Αεροπορία πέντε χαμένα χρόνια και πολύ χρήμα. Όμως για όσους πέταξαν μαζί του, το RF-4E ήταν και θα είναι το «απόλυτο» τακτικό φωτοαναγνωριστικό αεροσκάφος.
Σχεδιασμένο την εποχή του Ψυχρού Πολέμου ως ένα ολοκληρωμένο σύστημα αναγνώρισης από τον αέρα, το RF-4E είχε σχέση με τα μαχητικά Phantom μόνο από… το κόκπιτ και πίσω. Μπορεί να μοιραζόταν άτρακτο, πτέρυγες, κινητήρες και συστήματα με το F-4E, στο οποίο βασίσθηκε η ανάπτυξη της αναγνωριστικής έκδοσης, αλλά από το κόκπιτ και εμπρός το RF-4E ήταν ένα εντελώς διαφορετικό Phantom.
Αντί για πυροβόλο, στο ρύγχος του φιλοξενούσε μια εντυπωσιακή ποικιλία φωτογραφικών μηχανών (KS-127A, KS-87B, KS-72, KA-56, KS-91, AAD-5, KS-55A) με ακόμη πιο εντυπωσιακές δυνατότητες συνδυασμών για πρόσθια, πλευρική και κατακόρυφη φωτογράφιση. Αναλόγως του προφίλ της αποστολής, στον σταθμό 1 του ρύγχους μπορούσε να τοποθετηθεί μια πρόσθια-λοξή μετωπική KS-87A που «έβλεπε» μπροστά και κάτω ή εναλλακτικώς μια KS-72, τον σταθμό 2 καταλάμβαναν τρείς KS-87 είτε δύο KS-72 ή KS-87 ενώ από τον σταθμό 3 πραγματοποιούσαν λήψεις φωτομηχανές τύπου KS-91 ή KS-55A.
Φωτογραφίες μπορούσαν να ληφθούν ακόμη και την νύχτα, χάρη στην άφεση ειδικών φωτοφυσιγγίων (flash cartridges) από θυρίδες στο πίσω μέρος της ατράκτου τα οποία, λειτουργώντας ως στιγμιαία φλας, έκαναν τη νύχτα μέρα. Η νύχτα άλλωστε ποτέ δεν ήταν πρόβλημα για τα RF-4E. Οι κάμερες του συστήματος υπέρυθρης σάρωσης AAD-5 είχαν την δυνατότητα να «βλέπουν» εντός από την ημέρα και στο σκοτάδι, παρέχοντας στους σχεδιαστές μιας επιχείρησης ένα ακόμη σημαντικό πλεονέκτημα.
Αυτό που έκανε τα αναγνωριστικά Phantom πραγματικά πολύτιμα ήταν η «στρατηγική» κάμερα LOROP (LOng Range Oblique Photography) KS-127A, το επιχειρησιακό «βαρύ χαρτί» στην τακτική αναγνώριση, με δυνατότητα αυτόματων λήψεων από ύψος 35.000-40.000 ποδών και εις βάθος 35 ναυτ. μιλίων –και ο νοών νοείτω. Εφοδιασμένη με φακό 66 ιντσών, η μοναδική αυτή φωτομηχανή μπορούσε να περιστρέφεται (κατακόρυφα και πλάγια) εν πτήσει, φωτογραφίζοντας ζωτικής σημασίας στόχους από διαφορετικές γωνίες! Οι δυνατότητές της ακόμη και σήμερα δύσκολα θα ξεπερασθούν, λένε στο On Alert χειριστές αναγνώρισης με μερικές χιλιάδες ώρες πτήσης στο ενεργητικό τους.
Τα δύο ατρακτίδια DB-110 της 335Μ που θα φέρουν περιστασιακά μαχητικά F-16C/D Block 52+ Advanced για την εκτέλεση αποστολών αναγνώρισης θα είναι πλέον τα «μάτια» της Π.Α, συνεπικουρούμενα κατά περίπτωση από τα μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα (UAV) τύπου «Πήγασος II» της Αεροπορίας και τα SPERWER της γαλλικής SAGEM που διαθέτει ο Ελληνικός Στρατός. Μπορούν όμως δύο DB-110 να αντικαταστήσουν τα RF-4E στον εξειδικευμένο ρόλο τους;
Τα ατρακτίδια είναι το ψηφιακό μέλλον στον τομέα της τακτικής αναγνώρισης, παραδέχονται έμπειροι πιλότοι των Photo Phantoms. Ήδη τα «αναγνωριστικά» F-16 της 335Μ πετούν αποστολές εδώ και δύο χρόνια με χειριστές που έχουν εκπαιδευτεί στο νέο αντικείμενο –πέραν της αναχαίτισης που παραμένει ο κύριος ρόλος της Μοίρας– και τα αποτελέσματα κρίνονται ικανοποιητικά.
Τα ατρακτίδια ενσωματώνουν ψηφιακή τεχνολογία καταγραφής εικόνων, έχουν πλήρη δυνατότητα IR (υπερύθρων) και όπως λένε «παλιά χέρια» των RF-4E, το σύστημα στην ουσία αποτελεί την ψηφιακή εξέλιξη των «στρατηγικών» φωτομηχανών KS-127. Επίσης, μπορούν να στέλνουν πληροφορίες (εικόνα και δεδομένα) από την εκτελεσθείσα αποστολή εν πτήσει, πριν το αεροσκάφος επιστρέψει στην βάση του, αρκεί το F-16 να βρίσκεται εντός εμβελείας από τον σταθμό εδάφους (work station) για μετάδοση σε πραγματικό χρόνο –αν και ο μεγάλος όγκος δεδομένων απαιτεί χρόνο για downloading.
Η προγραμματισμένη αποστολή «φορτώνεται» στο σύστημα πριν την απογείωση, όμως σε επιχειρησιακές συνθήκες, όπου το απρόβλεπτο δεν μπορεί να αποκλεισθεί, η αυτοματοποιημένη τεχνολογία δύσκολα θα υποκαταστήσει την κρίση του έμπειρου χειριστή, τονίζουν βετεράνοι αναγνωριστές. «Με το RF-4E, σε περίπτωση που προέκυπτε στόχος ευκαιρίας μπορούσες να είσαι πιο ευέλικτος στην αποστολή σου. Με το ατρακτίδιο υπάρχουν κάποιοι περιορισμοί. Αυτό ακριβώς το ανθρώπινο στοιχείο κάνει το RF-4E να υπερτερεί» λένε χαρακτηριστικά.
Σημειωτέον ότι ο αρχικός σχεδιασμός που οδήγησε στην απόφαση απόσυρσης των RF-4E προέβλεπε πέραν της απόκτησης ατρακτιδίων DB-110 με στρατηγικές δυνατότητες LOROP και την προμήθεια δέκα ατρακτιδίων με μικρότερες δυνατότητες, για την κάλυψη του τακτικού μέρους της αποστολής των υπό απόσυρση αεροσκαφών. Μετά, ήλθε η κρίση και ανέτρεψε τα πάντα.
Έμπειροι αξιωματικοί εκτιμούν ότι δύο ατρακτίδια –στην πραγματικότητα ένα, αν το άλλο βρίσκεται «εκτός» για συντήρηση– δεν επαρκούν για τακτική χρήση. «Πώς θα καλυφθεί το τακτικό κομμάτι μιας επιχείρησης, π.χ η αξιολόγηση του πλήγματος (post-strike) που θα καταφέρει στον αντίπαλο ένα «πακέτο» COMAΟ, από ένα ουσιαστικά στρατηγικό pod;» διερωτώνται. Δεν είναι τυχαίο που έναν μήνα πριν αποσυρθούν τα τρία τελευταία RF-4E η Μοίρα συμμετείχε κανονικά στον πρόσφατο «Ηνίοχο» ενώ τα UAV όχι, λένε με νόημα.
Αν μη τι άλλο, τα «αναγνωριστικά» F-16C μόνο εύκολοι στόχοι δεν πρόκειται να είναι. Το ατρακτίδιο καταλαμβάνει μόνο έναν πτερυγικό φορέα, αφήνοντας τους υπόλοιπους φορείς ανάρτησης εξωτερικών φορτίων ελεύθερους για όπλα αυτοπροστασίας του αεροσκάφους. Ως μαχητικά πολλαπλού ρόλου δε, τα F-16 δεν θα περιορίζονται στην εκτέλεση αναγνωριστικών αποστολών όπως τα εξειδικευμένα RF-4E.
Από την άλλη, αυτή η εξειδίκευση είναι που θα λείψει από την Π.Α, εκτιμούν χειριστές των RF-4E, άνθρωποι με τεράστια πείρα που έζησαν και αξιοποίησαν τα αναγνωριστικά Phantom στο έπακρο. Τί θα μπορούσε να γίνει για να ενισχυθεί ο νέος ρόλος που επωμίζονται τα F-16C/D της Μοίρας «Τίγρης»;
Μια ρεαλιστική επιλογή θα ήταν να πιστοποιηθούν τα γαλλικά ατρακτίδια συλλογής/καταγραφής ηλεκτρονικών πληροφοριών ASTAC που προμηθεύτηκε η Αεροπορία μετά το 2000 σε κάποιον άλλο διαθέσιμο τύπο αεροσκαφών –είτε σε Mirage 2000-5 ή σε αναβαθμισμένα F-4E AUP Phantom. Τα τρία ASTAC που αξιοποίησε η 348 ΜΤΑ (η πρώτη επιχειρησιακή πτήση πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο του 2003) εξακολουθούν να είναι εν ενεργεία και όπως τονίζουν πιλότοι της Μοίρας «είναι ένα πολύ καλό σύστημα με μεγάλη ακρίβεια καταγραφής».
Το ASTAC (Analyseur de Signaux TACtiques) της Thales επέτρεψε την ανάληψη αποστολών ELINT από τα γαλλικά αναγνωριστικά Mirage F.1CR ενώ αξιοποιήθηκε και από αεροσκάφη Mirage 2000D της Armée de l'Air. Πρόκειται για ένα αποτελεσματικό σύστημα εντοπισμού ηλεκτρομαγνητικών εκπομπών επιγείων ραντάρ, σταθμών επικοινωνιών, ελέγχου και διοίκησης αλλά και ραντάρ πολεμικών πλοίων και αεροσκαφών. «Το σύστημα διαθέτει μεγάλο εύρος εντοπισμού συχνοτήτων (beam/palm width) το οποίο το καθιστά παντός καιρού» τονίζουν.
Αν δεν είχε ληφθεί η απόφαση απόσυρσής τους και συνέχιζαν να περνούν τις προβλεπόμενες επιθεωρήσεις PDM, τα αεροσκάφη θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν τουλάχιστον μια ακόμη πενταετία ή και περισσότερο, εκτιμούν χειριστές της 348 ΜΤΑ, καθώς πρόβλημα ωρών πτήσης ή ανταλλακτικών δεν υπήρχε. «Σήμερα θα μπορούσαμε να είχαμε ακόμη και 17 αεροσκάφη εν ενεργεία», σημειώνουν. Και με την Τουρκία να ανεβάζει το θερμόμετρο στο Αιγαίο κατά το δοκούν, η παραμονή των RF-4E σε υπηρεσία ίσως ήταν μια ακόμη εγγύηση αποτροπής.
Οι πιλότοι των Photo Phantom δεν θα ξεχάσουν ποτέ το αγαπημένο τους «RF». Οι περισσότεροι δεν γνώρισαν άλλο αεροπλάνο εκτός από αυτό μετά την Σχολή Ικάρων. Ίσως γιατί η εναέρια αναγνώριση είναι μια λεπτή τέχνη που απαιτεί ολοκληρωτική αφοσίωση και οι χειριστές περνούν χρόνια ολόκληρα ακονίζοντας τις δεξιότητες που εξελίσσουν έναν καλό πιλότο σε ικανό «αναγνωριστή». Μετά από μερικές χιλιάδες ώρες πτήσης στον τύπο, τα RF-4E σίγουρα θα τους λείψουν…
Ο ρόλος της τακτικής αναγνώρισης περνάει πλέον στα F-16C/D της 335 Μοίρας «Τίγρης» τα οποία θα πετούν αναγνωριστικές αποστολές εξοπλισμένα με το προηγμένο ατρακτίδιο (pod) αναγνώρισης DB-110 της Goodrich Aerospace. Τι σημαίνει όμως επιχειρησιακά αυτή η αλλαγή για την Πολεμική Αεροπορία;
Η απόσυρση των αναγνωριστικών Phantom είχε δρομολογηθεί το 2012 με απόφαση της ηγεσίας της Π.Α να μην εκτελείται εργοστασιακή επιθεώρηση-συντήρηση PDM (Periodic Depot Maintainance) στα αεροσκάφη που συμπλήρωναν τον προκαθορισμένο αριθμό ωρών. Όποιο αεροπλάνο συμπλήρωνε ώρες για επιθεώρηση, αντί να πάει στην ΕΑΒ απλώς ετίθετο εκτός ενεργείας.
Οι λόγοι για αυτήν την απόφαση φέρεται να ήταν τόσο επιχειρησιακοί όσο και οικονομικοί. Το RF-4E είναι ένα αεροπλάνο σχεδιασμένο με την φιλοσοφία μιας άλλης εποχής και ως εκ τούτου η συντήρησή του είναι ιδιαίτερα απαιτητική όχι μόνο σε εργατοώρες αλλά και σε κόστος. Ακόμη και το λειτουργικό κόστος χρήσης του τύπου θεωρήθηκε υπό το πρίσμα των νέων οικονομικών δεδομένων υψηλό: κάθε ώρα πτήσης στοίχιζε 16.350 ευρώ, υπερδιπλάσιο του αντίστοιχου των F-16 Block 52+ Advanced το οποίο ανέρχεται στα 6.019 ευρώ.
Η Τουρκία έχει αποσύρει τα δικά της RF-4E ενώ οι περισσότερες σύγχρονες Αεροπορίες βασίζονται πλέον σε ατρακτίδια τακτικής αναγνώρισης. Ωστόσο, ο βασικός λόγος που προδιέγραψε το τέλος των τελευταίων «καθαρόαιμων» αναγνωριστικών, ήταν η αδυναμία των αεροσκαφών του τύπου να καταστούν πιο «ψηφιακά» σε ένα επιχειρησιακό περιβάλλον που αλλάζει διαρκώς.
Η… περιπέτεια της απόπειρας «ψηφιοποίησης» των αναγνωριστικών Phantom με τροποποίηση των φωτομηχανών KS-127A σε ψηφιακές από την αμερικανική Recon Optical με προοπτική προμήθειας ηλεκτρο-οπτικών KS-127EO, στοίχισε στην Πολεμική Αεροπορία πέντε χαμένα χρόνια και πολύ χρήμα. Όμως για όσους πέταξαν μαζί του, το RF-4E ήταν και θα είναι το «απόλυτο» τακτικό φωτοαναγνωριστικό αεροσκάφος.
Σχεδιασμένο την εποχή του Ψυχρού Πολέμου ως ένα ολοκληρωμένο σύστημα αναγνώρισης από τον αέρα, το RF-4E είχε σχέση με τα μαχητικά Phantom μόνο από… το κόκπιτ και πίσω. Μπορεί να μοιραζόταν άτρακτο, πτέρυγες, κινητήρες και συστήματα με το F-4E, στο οποίο βασίσθηκε η ανάπτυξη της αναγνωριστικής έκδοσης, αλλά από το κόκπιτ και εμπρός το RF-4E ήταν ένα εντελώς διαφορετικό Phantom.
Αντί για πυροβόλο, στο ρύγχος του φιλοξενούσε μια εντυπωσιακή ποικιλία φωτογραφικών μηχανών (KS-127A, KS-87B, KS-72, KA-56, KS-91, AAD-5, KS-55A) με ακόμη πιο εντυπωσιακές δυνατότητες συνδυασμών για πρόσθια, πλευρική και κατακόρυφη φωτογράφιση. Αναλόγως του προφίλ της αποστολής, στον σταθμό 1 του ρύγχους μπορούσε να τοποθετηθεί μια πρόσθια-λοξή μετωπική KS-87A που «έβλεπε» μπροστά και κάτω ή εναλλακτικώς μια KS-72, τον σταθμό 2 καταλάμβαναν τρείς KS-87 είτε δύο KS-72 ή KS-87 ενώ από τον σταθμό 3 πραγματοποιούσαν λήψεις φωτομηχανές τύπου KS-91 ή KS-55A.
Φωτογραφίες μπορούσαν να ληφθούν ακόμη και την νύχτα, χάρη στην άφεση ειδικών φωτοφυσιγγίων (flash cartridges) από θυρίδες στο πίσω μέρος της ατράκτου τα οποία, λειτουργώντας ως στιγμιαία φλας, έκαναν τη νύχτα μέρα. Η νύχτα άλλωστε ποτέ δεν ήταν πρόβλημα για τα RF-4E. Οι κάμερες του συστήματος υπέρυθρης σάρωσης AAD-5 είχαν την δυνατότητα να «βλέπουν» εντός από την ημέρα και στο σκοτάδι, παρέχοντας στους σχεδιαστές μιας επιχείρησης ένα ακόμη σημαντικό πλεονέκτημα.
Αυτό που έκανε τα αναγνωριστικά Phantom πραγματικά πολύτιμα ήταν η «στρατηγική» κάμερα LOROP (LOng Range Oblique Photography) KS-127A, το επιχειρησιακό «βαρύ χαρτί» στην τακτική αναγνώριση, με δυνατότητα αυτόματων λήψεων από ύψος 35.000-40.000 ποδών και εις βάθος 35 ναυτ. μιλίων –και ο νοών νοείτω. Εφοδιασμένη με φακό 66 ιντσών, η μοναδική αυτή φωτομηχανή μπορούσε να περιστρέφεται (κατακόρυφα και πλάγια) εν πτήσει, φωτογραφίζοντας ζωτικής σημασίας στόχους από διαφορετικές γωνίες! Οι δυνατότητές της ακόμη και σήμερα δύσκολα θα ξεπερασθούν, λένε στο On Alert χειριστές αναγνώρισης με μερικές χιλιάδες ώρες πτήσης στο ενεργητικό τους.
Τα δύο ατρακτίδια DB-110 της 335Μ που θα φέρουν περιστασιακά μαχητικά F-16C/D Block 52+ Advanced για την εκτέλεση αποστολών αναγνώρισης θα είναι πλέον τα «μάτια» της Π.Α, συνεπικουρούμενα κατά περίπτωση από τα μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα (UAV) τύπου «Πήγασος II» της Αεροπορίας και τα SPERWER της γαλλικής SAGEM που διαθέτει ο Ελληνικός Στρατός. Μπορούν όμως δύο DB-110 να αντικαταστήσουν τα RF-4E στον εξειδικευμένο ρόλο τους;
Τα ατρακτίδια είναι το ψηφιακό μέλλον στον τομέα της τακτικής αναγνώρισης, παραδέχονται έμπειροι πιλότοι των Photo Phantoms. Ήδη τα «αναγνωριστικά» F-16 της 335Μ πετούν αποστολές εδώ και δύο χρόνια με χειριστές που έχουν εκπαιδευτεί στο νέο αντικείμενο –πέραν της αναχαίτισης που παραμένει ο κύριος ρόλος της Μοίρας– και τα αποτελέσματα κρίνονται ικανοποιητικά.
Τα ατρακτίδια ενσωματώνουν ψηφιακή τεχνολογία καταγραφής εικόνων, έχουν πλήρη δυνατότητα IR (υπερύθρων) και όπως λένε «παλιά χέρια» των RF-4E, το σύστημα στην ουσία αποτελεί την ψηφιακή εξέλιξη των «στρατηγικών» φωτομηχανών KS-127. Επίσης, μπορούν να στέλνουν πληροφορίες (εικόνα και δεδομένα) από την εκτελεσθείσα αποστολή εν πτήσει, πριν το αεροσκάφος επιστρέψει στην βάση του, αρκεί το F-16 να βρίσκεται εντός εμβελείας από τον σταθμό εδάφους (work station) για μετάδοση σε πραγματικό χρόνο –αν και ο μεγάλος όγκος δεδομένων απαιτεί χρόνο για downloading.
Η προγραμματισμένη αποστολή «φορτώνεται» στο σύστημα πριν την απογείωση, όμως σε επιχειρησιακές συνθήκες, όπου το απρόβλεπτο δεν μπορεί να αποκλεισθεί, η αυτοματοποιημένη τεχνολογία δύσκολα θα υποκαταστήσει την κρίση του έμπειρου χειριστή, τονίζουν βετεράνοι αναγνωριστές. «Με το RF-4E, σε περίπτωση που προέκυπτε στόχος ευκαιρίας μπορούσες να είσαι πιο ευέλικτος στην αποστολή σου. Με το ατρακτίδιο υπάρχουν κάποιοι περιορισμοί. Αυτό ακριβώς το ανθρώπινο στοιχείο κάνει το RF-4E να υπερτερεί» λένε χαρακτηριστικά.
Σημειωτέον ότι ο αρχικός σχεδιασμός που οδήγησε στην απόφαση απόσυρσης των RF-4E προέβλεπε πέραν της απόκτησης ατρακτιδίων DB-110 με στρατηγικές δυνατότητες LOROP και την προμήθεια δέκα ατρακτιδίων με μικρότερες δυνατότητες, για την κάλυψη του τακτικού μέρους της αποστολής των υπό απόσυρση αεροσκαφών. Μετά, ήλθε η κρίση και ανέτρεψε τα πάντα.
Έμπειροι αξιωματικοί εκτιμούν ότι δύο ατρακτίδια –στην πραγματικότητα ένα, αν το άλλο βρίσκεται «εκτός» για συντήρηση– δεν επαρκούν για τακτική χρήση. «Πώς θα καλυφθεί το τακτικό κομμάτι μιας επιχείρησης, π.χ η αξιολόγηση του πλήγματος (post-strike) που θα καταφέρει στον αντίπαλο ένα «πακέτο» COMAΟ, από ένα ουσιαστικά στρατηγικό pod;» διερωτώνται. Δεν είναι τυχαίο που έναν μήνα πριν αποσυρθούν τα τρία τελευταία RF-4E η Μοίρα συμμετείχε κανονικά στον πρόσφατο «Ηνίοχο» ενώ τα UAV όχι, λένε με νόημα.
Αν μη τι άλλο, τα «αναγνωριστικά» F-16C μόνο εύκολοι στόχοι δεν πρόκειται να είναι. Το ατρακτίδιο καταλαμβάνει μόνο έναν πτερυγικό φορέα, αφήνοντας τους υπόλοιπους φορείς ανάρτησης εξωτερικών φορτίων ελεύθερους για όπλα αυτοπροστασίας του αεροσκάφους. Ως μαχητικά πολλαπλού ρόλου δε, τα F-16 δεν θα περιορίζονται στην εκτέλεση αναγνωριστικών αποστολών όπως τα εξειδικευμένα RF-4E.
Από την άλλη, αυτή η εξειδίκευση είναι που θα λείψει από την Π.Α, εκτιμούν χειριστές των RF-4E, άνθρωποι με τεράστια πείρα που έζησαν και αξιοποίησαν τα αναγνωριστικά Phantom στο έπακρο. Τί θα μπορούσε να γίνει για να ενισχυθεί ο νέος ρόλος που επωμίζονται τα F-16C/D της Μοίρας «Τίγρης»;
Μια ρεαλιστική επιλογή θα ήταν να πιστοποιηθούν τα γαλλικά ατρακτίδια συλλογής/καταγραφής ηλεκτρονικών πληροφοριών ASTAC που προμηθεύτηκε η Αεροπορία μετά το 2000 σε κάποιον άλλο διαθέσιμο τύπο αεροσκαφών –είτε σε Mirage 2000-5 ή σε αναβαθμισμένα F-4E AUP Phantom. Τα τρία ASTAC που αξιοποίησε η 348 ΜΤΑ (η πρώτη επιχειρησιακή πτήση πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο του 2003) εξακολουθούν να είναι εν ενεργεία και όπως τονίζουν πιλότοι της Μοίρας «είναι ένα πολύ καλό σύστημα με μεγάλη ακρίβεια καταγραφής».
Το ASTAC (Analyseur de Signaux TACtiques) της Thales επέτρεψε την ανάληψη αποστολών ELINT από τα γαλλικά αναγνωριστικά Mirage F.1CR ενώ αξιοποιήθηκε και από αεροσκάφη Mirage 2000D της Armée de l'Air. Πρόκειται για ένα αποτελεσματικό σύστημα εντοπισμού ηλεκτρομαγνητικών εκπομπών επιγείων ραντάρ, σταθμών επικοινωνιών, ελέγχου και διοίκησης αλλά και ραντάρ πολεμικών πλοίων και αεροσκαφών. «Το σύστημα διαθέτει μεγάλο εύρος εντοπισμού συχνοτήτων (beam/palm width) το οποίο το καθιστά παντός καιρού» τονίζουν.
Αν δεν είχε ληφθεί η απόφαση απόσυρσής τους και συνέχιζαν να περνούν τις προβλεπόμενες επιθεωρήσεις PDM, τα αεροσκάφη θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν τουλάχιστον μια ακόμη πενταετία ή και περισσότερο, εκτιμούν χειριστές της 348 ΜΤΑ, καθώς πρόβλημα ωρών πτήσης ή ανταλλακτικών δεν υπήρχε. «Σήμερα θα μπορούσαμε να είχαμε ακόμη και 17 αεροσκάφη εν ενεργεία», σημειώνουν. Και με την Τουρκία να ανεβάζει το θερμόμετρο στο Αιγαίο κατά το δοκούν, η παραμονή των RF-4E σε υπηρεσία ίσως ήταν μια ακόμη εγγύηση αποτροπής.
Οι πιλότοι των Photo Phantom δεν θα ξεχάσουν ποτέ το αγαπημένο τους «RF». Οι περισσότεροι δεν γνώρισαν άλλο αεροπλάνο εκτός από αυτό μετά την Σχολή Ικάρων. Ίσως γιατί η εναέρια αναγνώριση είναι μια λεπτή τέχνη που απαιτεί ολοκληρωτική αφοσίωση και οι χειριστές περνούν χρόνια ολόκληρα ακονίζοντας τις δεξιότητες που εξελίσσουν έναν καλό πιλότο σε ικανό «αναγνωριστή». Μετά από μερικές χιλιάδες ώρες πτήσης στον τύπο, τα RF-4E σίγουρα θα τους λείψουν…
onalert