Το Ερζερούμ, απωθητική γκρίζα τσιμεντούπολη στα υψίπεδα τής άλλοτε τουρκικής Αρμενίας, κοντά στα ανατολικά σύνορα της χώρας, είναι γνωστό για τον συντηρητισμό του.
Στην κλειστή αυτή κοινωνία, προπύργιο του φασιστικού «Κινήματος Εθνικιστικής Δράσης»,
το γεγονός ότι η πορνεία γνωρίζει αλματώδη ανάπτυξη, εκτός από έκπληξη, προκάλεσε την αντίδραση των αρχών.
Μπροστά στους εμβρόντητους δημοσιογράφους, ο υποδιευθυντής της αστυνομίας ανακοίνωσε ότι εφεξής οι σύζυγοι των κυριών που συλλαμβάνονται στα πορνεία, θα ειδοποιούνται τηλεφωνικά. H είδηση, με κωμικό ίσως τρόπο, έφερε στο προσκήνιο ένα μείζον κοινωνικό ζήτημα.
Υπό την εποπτεία των δήμων
Η Τουρκία είναι η μόνη μουσουλμανική χώρα όπου η πορνεία επιτρέπεται από τον νόμο και τελεί υπό την εποπτεία των δημοτικών αρχών. Ιδιαίτερα ανεπτυγμένη είναι η «βιομηχανία» στις συντηρητικές ανατολικές επαρχίες, όπου τα ήθη είναι ιδιαίτερα αυστηρά, όπου βρίθουν τα βίαια εγκλήματα τιμής και όπου η αγνότης αποτελεί υποχρέωση μόνο των γυναικών. Το τουρκικό δόγμα περί αγοραίου έρωτα, ευλογημένο από την πολιτεία, κηρύσσει ότι ορισμένες γυναίκες οφείλουν να «θυσιαστούν» για να προστατευθεί η τιμή της πλειοψηφίας, ισχυρίζεται κοινωνιολόγος του Πανεπιστημίου της Αγκυρας.
Σε συνδυασμό με τα καθυστερημένα κοινωνικά ήθη, την πορνεία τρέφει η οικονομική δυσπραγία και η εσωτερική μετανάστευση. Αν και οι ιερόδουλες πρέπει βάσει του νόμου να εγγράφονται σε μητρώα, να παίρνουν άδεια από την αστυνομία και να εργάζονται σε αστυνομευόμενους οίκους ανοχής, στην πραγματικότητα λιγότερες από 25.000 από τις 100.000 εταίρες της Τουρκίας τηρούν το γράμμα του νόμου. Οι περισσότερες εργάζονται σε ξενοδοχεία, μπαρ και ιδιωτικούς οίκους, πολλές προέρχονται από την Ανατολική Ευρώπη. H μαζική είσοδός τους στη χώρα στις αρχές της δεκαετίας του '90 γέννησε στην Τουρκία τον όρο Νατάσσα (δηλωτικό της Σλάβας πόρνης) και ρατσιστικά στερεότυπα που ταυτίζουν τις Ανατολικοευρωπαίες με το εν λόγω επάγγελμα.
Σύμφωνα με έκθεση του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Αγκυρας, ο τζίρος της «βιομηχανίας του σεξ» ανέρχεται σε περίπου τρία δισ. ευρώ. Ιδιοκτήτες οίκων ανοχής, μαστροποί, προσωπικό των μπαρ, ξενοδόχοι και οδηγοί ταξί ζουν από την πορνεία, την «ταχύτερα αναπτυσσόμενη βιομηχανία στις νοτιοανατολικές επαρχίες» σύμφωνα με τον δημοσιογράφο της «Σαμπάχ», Αμέτ Σιμπίλ.
Γυμνές φωτογραφίσεις
Στο Ντιγιαρμπακίρ, όπου λιθοβολούνται γυναίκες για «ζητήματα τιμής», βρίσκονται πάνω από 1.000 «σπίτια συναντήσεων» και στα νύχια του κυκλώματος πέφτουν νοικοκυρές, νεόνυμφοι και νέες κοπέλες. Γυναίκες εκδίδονται για 25 έως 50 λίρες (15 έως 30 ευρώ) κρυφά από τους συζύγους τους. Μαζί με την πορνεία, ανθεί και η βιομηχανία των ταινιών πορνογραφικού περιεχομένου. H «ταρίφα» για μια γυμνή φωτογράφιση κυμαίνεται μεταξύ χιλίων και 3.000 δολαρίων, ενώ η συμμετοχή σε ταινία μεταξύ πέντε και εννέα χιλιάδων. Τα ποσά είναι μυθικά για έναν πληθυσμό που ζει σε συνθήκες ανέχειας.
Αλλά και στην Κωνσταντινούπολη, ο τομέας ανθεί. Ολόκληρες γειτονιές στους παράδρομους της άλλοτε Μεγάλης Οδού του Πέραν συνθέτουν έναν υπόκοσμο από καταγώγια, μαστροπούς και γυναίκες, ενώ στους οίκους ανοχής του Γαλατά έχει ουρές τα Σαββατοκύριακα. Τον κόσμο αυτό στοιχειώνει ακόμη η μορφή της περίφημης «Μαντάμ» Ματίλντ Μανουκιάν, διάσημης ιδιοκτήτριας 32 οίκων ανοχής, που απεβίωσε το 2001, αλλά για χρόνια είχε τη μεγαλύτερη ακίνητη περιουσία στην Τουρκία. Το δράμα των ξένων γυναικών που εξαναγκάζονται στην πορνεία και που περιγράφει η βραβευμένη τουρκική ταινία «Μπαλαλάικα» (2000), επανήλθε στο προσκήνιο μετά τη σύλληψη πατέρα και γιου στην Αττάλεια, που εκφόβιζαν αλλοδαπές χύνοντας καυτό λάδι στους μηρούς τους...
Η λύση στο πρόβλημα
Το φαινόμενο της πορνείας, με τη σημερινή του μορφή θα υποχωρήσει στην Τουρκία, όταν απελευθερωθούν τα κοινωνικά ήθη, διακηρύσσει ο φιλελεύθερος τουρκικός Τύπος, που δεν πιστεύει ότι η διά τηλεφώνου «τιμωρία» άπιστων συζύγων και η παράδοσή τους στην εκδίκηση των συγγενών της γυναίκας τους, δεν αποτελούν την καλύτερη λύση.
Του ανταποκριτή της «K» στην Κωνσταντινουπολη Αλεξανδρου Μασσαβετα
kathimerini.gr