Πέμπτη 1 Μαΐου 2014

Η διαμάχη για τα τζαμιά. Πολλοί εκλεγμένοι εκπρόσωποι των δυτικών δημοκρατιών αντιμετωπίζουν αιτήματα από τις τοπικές μουσουλμανικές οργανώσεις για την κατασκευή τζαμιών.


  'χώροι προσηλυτισμού και στρατολόγησης,'
Της Σώτης Τριανταφύλλου
Πολλοί εκλεγμένοι εκπρόσωποι των δυτικών δημοκρατιών αντιμετωπίζουν αιτήματα από τις τοπικές μουσουλμανικές οργανώσεις για την κατασκευή τζαμιών. Ιδιαίτερα στη Γαλλία ο αριθμός των τζαμιών αυξάνεται διαρκώς, όπως αυξάνεται και ο μουσουλμανικός πληθυσμός: σήμερα, στην ΕΕ οι μουσουλμάνοι υπολογίζονται σε 44 εκατομμύρια, εκ των οποίων τα 4,7 βρίσκονται στη Γαλλία.¹ Η δημογραφική τους ανάπτυξη οφείλεται τόσο στη μετανάστευση, όσο και στην αναπαραγωγή και στον προσηλυτισμό.
Oρισμένοι υποστηρίζουν ότι η κατασκευή τζαμιών εντάσσεται στο άρθρο 18 της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που εγκρίθηκε το 1948 – τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Εκ πρώτης όψεως, πώς να αντιταχθεί κανείς στην κατασκευή τόπων λατρείας σε χώρες όπου έχουν εδραιωθεί τα ανθρώπινα δικαιώματα και η θρησκευτική ελευθερία; Οι καθολικοί και οι προτεστάντες έχουν εκκλησίες, οι Εβραίοι έχουν συναγωγές· γιατί οι μουσουλμάνοι να μην έχουν τζαμιά; Γιατί πρέπει να καταδικάσουμε το Ισλάμ σε υπόγεια ή, πολύ χειρότερα, να το ενθαρρύνουμε σε δημόσιες προσευχές καταμεσής στους δρόμους; Οι υπέρμαχοι των τζαμιών θεωρούν ότι είναι μια καλή και φυσική μέθοδος για να σταματήσουν οι διαμαρτυρίες των μουσουλμάνων περί θρησκευτικών διακρίσεων και να περιοριστεί ο φονταμενταλισμός, η τρομοκρατία, ακόμα και η εσωστρέφεια των μουσουλμανικών μειονοτήτων (communautarisme). 
Ωστόσο, το πρόβλημα που τίθεται στη Γαλλία είναι πώς η δημοκρατία θα διατηρήσει το νόμο του 1905 περί κοσμικού κράτους και λαϊκού σχολείου μαζί με την ελευθερία μιας λατρείας η οποία αντιβαίνει στο κοσμικό κράτος και στο λαϊκό σχολείο. Το άρθρο 18 της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ορίζει: «Καθένας έχει το δικαίωμα στην ελευθερία [...] της θρησκείας. Το δικαίωμα αυτό περιλαμβάνει την ελευθερία να αλλάξει τη θρησκεία του». Το Κοράνι, που διδάσκεται στα τζαμιά, απαγορεύει την αποστασία την οποία τιμωρεί με θάνατο. Το άρθρο 3 της Διακήρυξης ορίζει: «Καθένας έχει το δικαίωμα στη ζωή, την ελευθερία και την προσωπική του ασφάλεια». Όμως, στα τζαμιά, η διδασκαλία του Κορανιού ενσταλάζει αξίες που αρνούνται την ελευθερία των γυναικών, των ομοφυλοφίλων και των απίστων.
Όταν το 1979, ο Αγιατολάχ Χομεϊνί ανέλαβε την εξουσία στο Ιράν –ενώ η διεθνής αριστερά τον χειροκροτούσε– δήλωσε: «Θα διαδώσουμε το Ισλάμ σ’ ολόκληρο τον κόσμο». Η απαίτηση για τζαμιά στη Δύση δεν είναι μόνο ζήτημα θρησκευτικής ελευθερίας, είναι μέρος της στρατηγικής των μικρών βημάτων που τίθενται σε εφαρμογή εκ μέρους των μουσουλμανικών ηγεσιών: πολλαπλασιάζοντας τις αξιώσεις (μαντίλα, διατροφικές ανάγκες στο σχολείο, άρνηση ένταξης, τζαμιά), οι μουσουλμάνοι προσπαθούν να κάνουν το Ισλάμ πιο «ορατό» και να επιβάλουν τη θριαμβική του παρουσία στο σύνολο της ευρωπαϊκής κοινωνίας.
Το Ισλάμ δεν είναι απλώς μια θρησκεία «σαν όλες τις άλλες»· είναι ένας νομικός και ηθικός κώδικας. Ομοίως, τα τζαμιά δεν είναι απλώς τόποι λατρείας, αλλά χώροι προσηλυτισμού και στρατολόγησης, κορανικά σχολεία όπου γίνεται κατήχηση για τον ιερό πόλεμο εναντίον των απίστων. Εξαιρέσεις υπάρχουν: πράγματι, μερικά από τα τζαμιά απευθύνονται σε μετριοπαθείς μουσουλμάνους (ιδιαίτερα στην Ελβετία)· κατά κανόνα όμως, τα ισλαμικά κινήματα (Σουνίτες, Σιίτες, Σαλαφίτες) θεωρούνται, το καθένα με διαφορετικό βαθμό «ριζοσπαστικότητας» πάνω και πέρα από τους νόμους που διέπουν τη ζωή των ατόμων και τις σχέσεις μεταξύ τους στις δυτικές δημοκρατίες. Το Ισλάμ είναι η άρνηση της ίδιας της έννοιας του διαχωρισμού θρησκείας και κράτους.
Πιστεύω λοιπόν ότι η κατασκευή τεμένους δεν αποτελεί «απλώς» μια θρησκευτική απαίτηση. Εξάλλου, οι οργανώσεις που απαιτούν τζαμιά αποτελούν συνήθως ένα μικρό ποσοστό του αραβο-μουσουλμανικού πληθυσμού το οποίο ασκεί πίεση στην πλειοψηφία των μουσουλμάνων. Παρατηρείται το αναμενόμενο αποτέλεσμα: όσο περισσότερα γίνονται τα τζαμιά, τόσο πολλαπλασιάζονται οι μαντιλοφόρες, τόσο αυξάνεται ο αριθμός των νέων που προσηλυτίζονται σε φονταμενταλιστικές οργανώσεις, καθώς και ο αριθμός των αναγκαστικών γάμων και των επεισοδίων κακοποίησης γυναικών. Τα τζαμιά περικλείουν τις κοινότητες σε πείσμα της ανοιχτής κοινωνίας στην οποία επέλεξαν να ζήσουν οι μουσουλμάνοι της Δύσης. Και επιβάλλουν τους δικούς τους κανόνες παραβιάζοντας το σύνταγμα και τη νομοθεσία: στις περιοχές των τζαμιών κλείνουν τα κέντρα Οικογενειακού Προγραμματισμού, οι πισίνες μοιράζουν τα ωράριά τους σε «ανδρικά» και «γυναικεία», ενώ στα σχολεία όλο και περισσότερα παιδιά απέχουν από τα μαθήματα που δεν συμβαδίζουν με τη σαρία (βιολογία, φιλοσοφία, γυμναστική των κοριτσιών). Η ευρωπαϊκή πείρα δείχνει ότι τα τζαμιά δεν προωθούν την ενσωμάτωση των μουσουλμάνων αλλά ότι, αντιθέτως, τονίζουν τις θρησκευτικές και πολιτιστικές διαφορές διχάζοντας βαθύτερα τον κύριο κορμό της κοινωνίας από τις μειονότητες.
Στη Γαλλία, το 30% της χρηματοδότησης των τζαμιών προέρχεται από τους φόρους των πολιτών. Βρίσκω φυσικό το να μην επιθυμούν περιττές δαπάνες ιδιαίτερα σε εποχή οικονομικής δυσπραγίας· πόσο μάλλον ότι πρόκειται για τόπους λατρείας και προπαγάνδας που μεταμφιέζονται σε πολιτιστικά κέντρα. Βρίσκω εξίσου φυσικό να μη θέλουν ισλαμικά τοπία στις πόλεις τους: η Τεχεράνη είναι η Τεχεράνη και το Παρίσι είναι το Παρίσι· τα ισλαμικά σύμβολα, όπως οι μιναρέδες, εμπεριέχουν τα χαρακτηριστικά της θεοκρατίας· δεν είναι αισθητικού τύπου, όπως δεν είναι αισθητικού τύπου η μπούρκα και η μαντίλα. Απαιτείται εφαρμογή του πλουραλισμού χωρίς υποχώρηση των δημοκρατικών αρχών: δεν καλούμαστε να αποδεχτούμε τους ιμάμηδες –οι οποίοι εξάλλου είναι άσχετοι ή εχθρικοί προς το ευρωπαϊκό δίκαιο– αλλά να βοηθήσουμε όσους και όσες αισθάνονται ότι καταπιέζονται από τον νόμο του Κορανίου υποκαθιστώντας τον από τους νόμους της δημοκρατίας. Oι επιστήμονες –κοινωνιολόγοι, ιστορικοί– που προέρχονται από ισλαμικές χώρες (π.χ. η Necla Kelek), επειδή ξέρουν τι σημαίνει ισλάμ, είναι πολύ δριμύτεροι στην αντίθεσή τους στα τζαμιά απ’ ό,τι οι αφελείς και ανυποψίαστοι δυτικοί. Ιδιαίτερα, αντιτίθενται στα μεγάλα, εμβληματικά τζαμιά στο κέντρο των δυτικών πόλεων τα οποία εξυπηρετούν ρόλο «επίδειξης δύναμης», εμποδίζοντας, όπως προαναφέρθηκε, την ενσωμάτωση.
Στο Λονδίνο, όπου την ανέγερση τζαμιού χρηματοδοτεί το ιεραποστολικό κίνημα Tablighi Jamaat –που προωθεί τον θρησκευτικό φονταμενταλισμό και λειτουργεί ως κέντρο στρατολόγησης της Αλ-Κάιντα– αναδύεται το πρόβλημα της αδιαφάνειας των ισλαμικών επιχειρήσεων. Όταν οι φορολογούμενοι πληρώνουν για τα τζαμιά έχουν την ψευδαίσθηση του «ελέγχου» πάνω σ’ αυτά· όταν δεν πληρώνουν, επιτρέπουν την είσδυση ομάδων με σκότιες βλέψεις.
Η αντίθεση στην κατασκευή τζαμιών θεωρείται ρατσιστική και «ισλαμόφοβη» συμπεριφορά. Στην πραγματικότητα, η γλυκιά αποδοχή των τζαμιών είναι αποτέλεσμα ισλαμοφοβίας. Όσοι δεσμεύονται στον Διαφωτισμό, στους κοινωνικούς αγώνες, στον εκσυγχρονισμό και στην πρόοδο, όσοι απορρίπτουν τον σκοταδισμό, δεν φοβούνται τίποτα. Οι Ευρωπαίοι έχουν κερδίσει την ελευθερία και τους θεσμούς τους μετά από αιώνες αγώνων εναντίον της τυραννίας και της κυριαρχίας της Εκκλησίας· αλλά, όπως δήλωσε ο Πάπας, «Με το Ισλάμ, ο Θεός επιστρέφει στην Ευρώπη».
*Η καταμέτρηση δεν είναι εύκολη. Στη Γαλλία δεν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία σχετικά με το θρήσκευμα. Εξάλλου, υπάρχουν μουσουλμάνοι ευσεβείς και μουσουλμάνοι μόνο κατ’ όνομα. Ο υπολογισμός γίνεται με βάση τη χώρα καταγωγής.


aktines