Πριν αναφερθούμε στα γεγονότα που αφορούν το ελληνικό στοιχείο του Πόντου, θα έπρεπε πρώτα να γνωρίσουμε τον πολύπαθο αυτό τόπο και εν συντομία την ιστορία του μέχρι την περίοδο που άρχισε το ξεκλήρισμα και ο εκτοπισμός.
1) Ο Πόντος: Είναι επαρχία της Μικράς Ασίας στο βόρειο τμήμα της Τουρκίας. Βόρεια βρέχεται από τον Εύξεινο Πόντο, ανατολικά συνορεύει με την Κολχίδα, δυτικά με την Παφλαγονία και νότια με την Καππαδοκία.
Στον Πόντο ζούσε ο συμπαγέστερος και πυκνότερος ελληνισμός της Μ. Ασίας. Υπολογίζεται ότι, από τα 2.000.000 κατοίκους που αριθμούσε το 1914, οι 500.000 περίπου ήταν Έλληνες.
Τα κυριώτερα αστικά κέντρα ήταν: η Σινώπη, η Πάφρα, η Σαμψούντα, η Οινόη, η Κερασούντα, η Τραπεζούντα, η Αμάσεια, η Τοκάτη, τα Τατύωρα, η Σεβάστεια, η Νεοκαισάρεια, η Αργυρούπολη κ.α.
Στοιχεία που μαρτυρούν, ακόμη και σήμερα, την πολιτιστική και ιστορική δραστήρια παρουσία του ελληνικού στοιχείου, είναι οι οικισμοί με ελληνικά ονόματα, καθώς και οι ελληνόφωνοι Τούρκοι, που μιλούν καθαρότατα την ποντιακή διάλεκτο και ομολογούν ότι και οι ίδιοι είναι απόγονοι Ελλήνων προγόνων, που εξαναγκάσθηκαν να αλλαξοπιστήσουν στα τέλη του 17ου αιώνα.
Γύρω στο 1880 υπήρχαν, σ’ ολόκληρο τον Πόντο, πάνω από 100 σχολεία στοιχειώδους εκπαίδευσης καθώς και 15 γυμνάσια. Στην εκπαιδευτική αναγέννηση πρωτοστατούσε η εκκλησία – διαχρονικός θεματοφύλακας των ελληνικών αξιών και της ελληνικής ταυτότητας στον Πόντο.
Εκκλησιαστικά ο Πόντος είχε έξι (6) μητροπόλεις (Αμάσειας, Κολωνίας και Νικοπόλεως, Νεοκαισαρείας, Ροδοπόλεως, Τραπεζούντα, Χαλδιάς και Χεριάνων) και αρκετά μοναστήρια, απ’ τα οποία τα πιο γνωστά ήταν: της Παναγίας Σουμελά, του αγίου Ιωάννου Βαζελώνος, του αγίου Γεωργίου Περιστεριώτου, του αγίου Ιωάννου Χουντουρά, του αγίου Γεωργίου Χαλιναρά και της Παναγίας Γουμερά στα οποία οι Έλληνες εύρισκαν καταφύγιο μένοντας έτσι πιστοί στην Ορθόδοξη πίστη, παρ’ όλα τα δεινά της δουλείας.
Εκτός από τους Έλληνες, που παρέμειναν πιστοί στη θρησκεία τους, υπήρχαν και μερικοί, που φαινομενικά ασπάσθηκαν τον μωαμεθανισμό, για να αποφύγουν τους διωγμούς∙ στην πραγματικότητα όμως διατηρούσαν την ορθόδοξη χριστιανική πίστη και ήταν οι γνωστοί «κρυπτοχριστιανοί», οι οποίοι στα ποντιακά λέγονταν Κλωστοί ή γυριστοί.
2. Περίοδος εξόντωσης του ελληνικού στοιχείου.
Στο ξεκλήρισμα του ποντιακού ελληνισμού συνετέλεσαν οι βαλκανικοί πόλεμοι (1912-13) και ο παγκόσμιος πόλεμος (1914). Και οι δύο υπήρξαν η αρχή των δεινών, καθότι τα δυσκολότερα ήλθαν μετά, από τους θεωρούμενους «φίλους», - τις Μεγάλες Δυνάμεις. Η πολιτική και στρατηγική σκακιέρα επέβαλε αλλαγή τακτικής. Έτσι οι «φίλοι» μας (Γερμανοί, Αμερικανοί, Άγγλοι και αργότερα οι Γάλλοι), ξεπερνώντας κάθε ηθικό φραγμό, κατεργάζονται την καταστροφή του Πόντου, προβαίνοντας στο ξεκλήρισμα του ελληνικού ποντιακού στοιχείου, του μόνου αξιόλογου και δυναμικού. Οι προδοσίες, οι δολιότητες, οι μηχανορραφίες δίνουν και παίρνουν. «Οι Τούρκοι υποκινούμενοι και υπό των Γερμανών, οίτινες ενέπνεον εις αυτούς τον κίνδυνον τον οποίον διέτρεχεν η ασφάλεια των παραμεθορίων και παραλίων περιοχών της Τουρκίας, ήρχισαν εφαρμόζοντες τους ομαδικούς εκτοπισμούς των Ελλήνων (Ποντίων) προς το εσωτερικόν της χώρας…».
«… Ενώ δε ταύτα συνέβαινον και άλλα χειρότερα επέκειντο, ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ουίλσων είχεν αποστείλει ήδη από της 2ας Αυγούστου 1919 εις τον Καύκασον και την Τουρκίαν Επιτροπήν προς μελέτην της καθόλου καταστάσεως και δυνατότητος να αναλάβη η Αμερική την «εντολήν» επί της Αρμενίας και του Πόντου. Η επιτροπή περιόδευσε τον Καύκασον και τον Πόντον και άλλας ανατολικάς επαρχίας της Τουρκίας και μετέβη κατόπιν εις Σιβάζ (Σεβάστεια) ένθα συνομίλησε μετά του Μουσταφά Κεμάλ, όστις εις σχετικήν έκθεσίν του λέγει, ότι ανέπτυξεν εις τον πρόεδρον της Επιτροπής στρατηγόν Τζέιμς Χάρμπορντ τους σκοπούς και την οργάνωσιν του κινήματός του. Σχεδόν συγχρόνως οι Άγγλοι απέσυραν τα εν Μερζερούμ (του Πόντου) στρατεύματά των, μετ’ ολίγων δε εξεκένουν και την Σαμψούντα και εξεδήλουν φιλίαν προς τον Μουσταφά Κεμάλ.
Συνέπεια της τοιαύτης εξελίξεως της εν Μικρά Ασία καταστάσεως ήταν οι απηνείς διωγμοί των Ελληνικών πληθυσμών εις τας πόλεις του Πόντου, και ο αγών εξοντώσεώς των εις τα όρη καταφυγόντων Ποντίων…» (εγκυκλ. ΗΛΙΟΥ σελ. 290-1).
3) Μαρτυρίες διπλωματών της εποχής για τα γεγονότα (1915-19) σε βάρος των Ποντίων Ελλήνων
α) Σε αναφορά του προς το Φόρεϊν Όφις ο Άγγλος πρέσβης στη Βέρνη σερ Χόρας Ράμπολτ λέγει: «Κάθε μέρα οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης και των περιχώρων της εκκαθαρίζονται και αποστέλλονται στο εσωτερικό της χώρας. Οι περιουσίες τους κατάσχονται και τα υπάρχοντά τους βγαίνουν στον πλειστηριασμό. Οι γυναίκες και τα κορίτσια διανέμονται μεταξύ των Γερμανών και των επιφανών μουσουλμάνων. Όλα τα χωριά γύρω από τη Σμύρνη, Καρασσό κ.λ.π. λαφυραγωγούνται και διαρπάζονται. Οι Γερμανοί έχουν μεγάλο μερίδιο στις φρικαλεότητες.
β) Το γαλλικό Γενικό Επιτελείο / Υπηρεσία Πληροφοριών, στις 5/9/1917 αναφέρει: «… Εδώ και δύο χρόνια, όλος ο χριστιανικός πληθυσμός εξορίστηκε στο εσωτερικό, αφού του αφαιρέθηκαν τα πάντα… Ακόμη μια χρονιά αυτού του καθεστώτος και η Τουρκία θα γίνει – νεκροταφείο όλου του χριστιανικού πληθυσμού».
γ) Ο Γερμανός λοχαγός – εξαίρεση της γερμανικής πολιτικής – Φράντς φον Κλίνενβος στα απομνημονεύματά του γράφει: «Τρομακτικά είναι όσα έγιναν εις βάρος των Ελλήνων Ποντίων. Άρχισαν οι εκτοπισμοί. Παρακολούθησα την ερήμωση των ελληνικών χωριών, την κατάληψη εκκλησιών και σχολείων, τους τουφεκισμούς χωρίς διατυπώσεις και διαδικασίες».
Μεταξύ των άλλων, αναφέρει και το εξής: «Θυμάμαι μια φοβερή περίπτωση δοκιμασίας των Ελλήνων της Τραπεζούντας η οποίας δεν ήταν δυνατόν να προληφθεί, γιατί έγινε με πανουργία.
Τον χειμώνα του 1915 αποφασίστηκε η μεταφορά ελληνικών οικογενειών της Τραπεζούντας στο εσωτερικό. Μόλις ετοιμάστηκαν οι ενδιαφερόμενοι, οδηγήθηκαν στα τουρκικά λουτρά και υποχρεώθηκαν να παραμείνουν ώρες ολόκληρες μέσα στα θερμότατα διαμερίσματα των λουτρών. Τα ρούχα τους τα παρέλαβαν οι στρατιώτες και τα μετέφεραν στους κλίβανους προς απολύμανση.
Το βράδυ, ολόγυμνοι οι δυστυχισμένοι αυτοί άνθρωποι οδηγήθηκαν στο ύπαιθρο. Η θερμοκρασία ήταν δώδεκα υπό το μηδέν…
Με φωνές αγωνίας και απελπισίας ζητούσαν να τους επιστραφούν, τα ρούχα τους και να καλύψουν τα γυμνά σώματά τους. Οι φρουροί στρατιώτες τους έλεγαν να κάνουν υπομονή έως το πρωί… Δεν ξέρω πόσοι βρέθηκαν ζωντανοί το πρωί της επομένης…».
δ) Απόσπασμα από την έκθεση του Αυστριακού πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη (27-1-17):
«Εξακολουθούν οι αναφορές από την Σαμψούντα για συλλήψεις Ελλήνων, για την απελπιστική κατάσταση των κατοίκων που εκτόπισαν από τα σπίτια τους για την εχθρική στάση προς τους χριστιανούς του στρατηγού Ρεφέτ πασά, σε βαθμό που προκαλεί ανησυχίες. Επίσης για την εντελώς ανεπαρκή πρόνοια για τους εκτοπισμένους Έλληνες από τα παράλια προς τα ενδότερα… όπου αντιμετωπίζουν τον εκ πείνης θάνατο…».
ε) Ο Αυστριακός πρόξενος, Κβιαχκόβσκι, στις 30-11-1916 από τη Σαμψούντα, μεταφέρει αυτολεξεί τα λόγια του Τούρκου μοντεσαρίφη της πόλης:
«Τελικά πρέπει να κάνουμε με τους Έλληνες ό,τι κάναμε με τους Αρμενίους… Πρέπει να τελειώνουμε με τους Έλληνες τώρα κιόλας. Έστειλα εντολή στα τμήματα της χωροφυλακής να σκοτώνουν στο δρόμο κάθε Έλληνα που θα συναντούσαν».
στ) Ο Άγγλος διπλωμάτης Ρέντελ σε μνημόνιό του (196) αναφέρεται στις ωμότητες των Τούρκων σε βάρος των χριστιανών από το 1919 κι έπειτα, ανεβάζοντας τα θύματα, των μεν Αρμενίων σε 1.500.000, των δε Ελλήνων πάνω από 500.000. Την είδηση επιβεβαιώνει και ο Άγγλος αντιπρόσωπος στην Κοινωνία των Εθνών (Ιανουάριος 1922) καθώς και ο Γάλλος ύπατος αρμοστής στην Κωνσταντινούπολη στρατηγός Πελλέ και ο Αμερικανός πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη Χένρυ Μοργκεντάου.
Αναγνώστες μας, με πόνο ψυχής κάναμε τη σύντομη αυτή ιστορική αναδρομή, την αναφερόμενη σε πληγή μέλους του σώματος της πατρίδας μας, τους κατά σάρκα αδελφούς μας Έλληνες του Πόντου, οι οποίοι παρ’ όλες τις συμφορές και εκτοπισμούς που υπέστησαν από τον δια βίου ωμό και απολίτιστο γείτονά μας – Τούρκους – παρέμειναν το ζωντανότερο μέλος μας γιατί διατηρεί άσβεστες τις ιστορικές μνήμες και θερμότατο το νόστο των – κατ’ άνθρωπον – χαμένων πατρίδων.
Το «πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά μας θάναι» δεν αποτελεί ουτοπία, αρκεί να διδασκόμαστε από τα λάθη μας, ζώντας κατά Θεόν.
Λένε πως, τελευταία, οι Τούρκοι ασπάζονται το χριστιανισμό κατά δεκάδες. Στώμεν καλώς. Ας ελπίζουμε «έχοντας το νου μας στο άδη» όπως λέγει ο άγιος Σιλουανός.
(Τ.Τ. + Β.Π.)
«ΑΓΩΝ» ΙΟΥΝΙΟΣ 2010
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ