Τι ανέφερε ο Ρώσος Πρέσβης στην Ελλάδα, Αντρέι Μασλόφ, σε ό,τι αφορά στις ελληνορωσικές σχέσεις
Η Ελλάδα έχει διακόψει πλήρως τη συνεργασία με τη Ρωσία σε όλα τα μέτωπα, αλλά δεν υπάρχει κίνδυνος πλήρους διακοπής των διμερών σχέσεων, δήλωσε ο Ρώσος Πρέσβης στην Ελλάδα, Αντρέι Μασλόφ, σε συνέντευξη που παραχώρησε στον ανταποκριτή του RIA Novosti, Γκενάντι Μέλνικ.
Σύμφωνα με τον κ. Μασλόφ «είναι προφανές σε όλους ότι η συλλογική Δύση έχει κηρύξει πόλεμο στη Ρωσία, και μάλιστα σε όλους τους τομείς: στον πολιτικό, εμπορικό και οικονομικό, πληροφοριακό, πολιτιστικό και ανθρωπιστικό τομέα. Από τη δική μου εμπειρία θυμάμαι καλά μια πολύ δύσκολη περίοδο για τη χώρα μας: 1980-1985, μια εποχή έντονης αντιπαράθεσης μεταξύ της ΕΣΣΔ και των ΗΠΑ. Ωστόσο, οι δυτικοί ηγέτες εκείνων των ετών επέδειξαν πολύ περισσότερη κοινή λογική από τους σημερινούς διαδόχους τους. Σήμερα καθοδηγούνται από ένα τυφλό μίσος για τη Ρωσία».
Σε ερώτηση πως αποτιμά σήμερα τις σχέσεις Αθήνας-Μόσχας σημείωσε ότι «μετά την έναρξη της Ειδικής Στρατιωτικής Επιχείρησης της Ρωσίας στην Ουκρανία, η ελληνική πλευρά, παρά τον παραδοσιακά φιλικό χαρακτήρα των διμερών μας σχέσεων, οι οποίες ανάγονται σε μια βαθιά ιστορία, διέκοψε πλήρως τη συνεργασία με τη Ρωσία σε όλους τους τομείς. Ο θεσμικός διάλογος έχει διακοπεί. Σήμερα, παραμένουν μόνο επαφές εργασίας με το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών» προσθέτοντας ότι «δεν υπάρχει κίνδυνος πλήρους κατάρρευσης των διμερών σχέσεων».
Σε ό,τι αφορά στην πλήρη διακοπή της αγοράς ενεργειακών πόρων από τη Ρωσία, ο Ρώσος Πρέσβης, σημείωσε ότι «σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας που δόθηκαν στη δημοσιότητα στα τέλη του περασμένου έτους, το φυσικό αέριο, το πετρέλαιο και τα πετρελαιοειδή παρέμειναν οι κυριότερες ελληνικές εισαγωγές από τη Ρωσία το 2022».
Συνεχίζοντας ανέφερε ότι υπάρχουν μακροχρόνιες συμβάσεις οι οποίες εκτελούνται κανονικά, σημειώνοντας ότι δεν έχουν υπάρξει ενδείξεις ότι οι τοπικές οντότητες προτίθενται να καταγγείλουν τις συμφωνίες αυτές πρόωρα. Αντιθέτως, πέρυσι η Αθήνα εισήγαγε ρωσικό LNG επιπλέον του φυσικού αερίου από αγωγούς στο πλαίσιο των υφιστάμενων συμβάσεων.
Δεν άφησε ασχολίαστη την ιδέα να μετατραπεί σε ενεργειακό κόμβο η Ελλάδα, χωρίς ρωσικούς πόρους, λέγοντας ότι «ακόμα και οι ντόπιοι εμπειρογνώμονες δεν τολμούν να προβλέψουν το χρονοδιάγραμμα αυτών των σχεδίων».
Βέβαια εντύπωση προκαλεί η αποκάλυψη του Αντρέι Μασλόφ για τον όγκο των εισαγωγών από την Ρωσία στην Ελλάδα, ο οποίος αυξήθηκε σε αξία αλλά όχι τόσο σε ποσότητα.
«Σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας, για την περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2022 έφτασε το όριο των 7,75 δισεκατομμυρίων ευρώ, δηλαδή σχεδόν 2,5 φορές περισσότερο από ό,τι κατά την ίδια περίοδο του 2021, και ξεπέρασε ακόμη και ολόκληρο τον κύκλο εργασιών του έτους ρεκόρ 2013. Η δυναμική αυτή εξηγείται από την άνοδο των τιμών των ρωσικών ενεργειακών πόρων, ιδίως του φυσικού αερίου. Με άλλα λόγια, η ελληνική πλευρά φαίνεται να αγόρασε λιγότερους ρωσικούς υδρογονάνθρακες πέρυσι, αλλά σε υψηλότερη τιμή.
Το αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδας με τη Ρωσία φαίνεται επίσης να έχει ενισχυθεί από τη μείωση των ελληνικών εξαγωγών. Ο λόγος είναι οι αντιρωσικές κυρώσεις που έχει επιβάλει η Ευρωπαϊκή Ένωση, στις οποίες έχει προσχωρήσει η Αθήνα» επεσήμανε ο Ρώσος Πρέσβης στην Αθήνα.
Σε ερώτηση αν η κοινή γνώμη, που σύμφωνα με τον δημοσιογράφο, υποστηρίζει τη Ρωσία, θα μπορούσε να επηρεάσει την ελληνική ηγεσία στις παραδόσεις όπλων στην Ουκρανία, ο Αντρέι Μασλόφ δεν θέλησε να σχολιάσει τις δημοσκοπήσεις της κοινής γνώμης, διότι το θέμα αυτό είναι καθαρά εσωτερικό.
Όμως δήλωσε ότι η ρωσική πλευρά παρακολουθεί και καταγράφει την βοήθεια που στέλνει στο Κίεβο. «Θα πω μόνο ότι η στρατιωτική και τεχνική βοήθεια της ελληνικής κυβέρνησης προς την Ουκρανία βρίσκεται αναμφίβολα στο οπτικό πεδίο της ρωσικής πλευράς και καταγράφεται προσεκτικά» σημείωσε με νόημα.
Ερωτώμενος αν οι επερχόμενες εκλογές στην Ελλάδα θα αλλάξουν την πολιτική της Αθήνας έναντι της Μόσχας, ο Μασλόφ απάντησε αρνητικά. «Το περασμένο έτος απέδειξε πειστικά ότι η εξωτερική πολιτική των χωρών της συλλογικής Δύσης καθορίζεται στην Ουάσιγκτον και, σε κάποιο βαθμό, στις Βρυξέλλες. Ως εκ τούτου, δεν αναμένουμε θετικές αλλαγές στην πολιτική της Ελλάδας, κράτους μέλους του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, έναντι της Ρωσίας».
Για την μη πρόσκληση του από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας πριν λίγες μέρες στη δεξίωση για το διπλωματικό σώμα δήλωσε ότι δεν θα υπερέβαλε στη σημασία αυτού που συνέβη. «Ωστόσο, αυτό είναι μόνο ένα μεμονωμένο επεισόδιο στο συνολικό πλαίσιο της ολοκληρωτικής καταστροφής, από την ελληνική κυβέρνηση πριν από ένα χρόνο, ολόκληρου του συνόλου των διμερών μας σχέσεων που είχαν οικοδομηθεί επί δεκαετίες.»