Για ακόμα μια φορά, τα ΜΜΕ του δυτικού κόσμου ξεπέρασαν τον εαυτό τους, με τον τρόπο που αναφέρονται στη δολοφονία της Ρωσίδας δημοσιογράφου Ντάρια Ντούγκινα.
Για ακόμα μια φορά, όχι μόνο τα «κίτρινα», αλλά και τα υποτιθέμενα σοβαρά ΜΜΕ του δυτικού κόσμου ξεπέρασαν τον εαυτό τους, με τον τρόπο που αναφέρονται στη δολοφονία της Ρωσίδας δημοσιογράφου Ντάρια Ντούγκινα, όπως και στον βομβαρδισμό του πυρηνικού εργοστασίου της Ζαπορίζια από τους Ουκρανούς του Ζελένσκι, που απειλεί και την περιοχή και όλη την Ευρώπη με τις συνέπειες ενός νέου Τσέρνομπιλ.
Επί τουλάχιστον 20 χρόνια, η καταπολέμηση της τρομοκρατίας είναι το κύριο μότο της δυτικής πολιτικής, το ακούμε καθημερινά από πολιτικούς και δημοσιογράφους. Με την «καταπολέμηση» της τρομοκρατίας δικαιολογήθηκαν εισβολές, βομβαρδισμοί και διαμελισμοί χωρών, αλλά και κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, απαγωγές, βασανιστήρια και στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ακόμα υπάρχει το στρατόπεδο στο Γκουαντάναμο παρά την διακηρυγμένη επιθυμία και του Ομπάμα και του Μπάιντεν να το κλείσουν. (Διερωτάται βέβαια κανείς μήπως τελικά οι Πρόεδροι των Ηνωμένων Πολιτειών είναι διακοσμητικά πρόσωπα).
Πριν από μερικές μέρες ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών πανηγύρισε γιατί οι δυνάμεις του επενέβησαν σε μια ξένη χώρα και σκότωσαν τον φερόμενο από τους Αμερικανούς ως τρομοκράτη αρχηγό της Αλ Κάιντα. Πώς θα τους φαινόταν αν η Ρωσία επενέβαινε στην Εσθονία για να δολοφονήσει την φερόμενη ως αυτουργό της τρομοκρατικής επιχείρησης που κατέληξε στον θάνατο της Ντούγκινα και τον παρολίγον θάνατο του πατέρα της;
Εδώ που έχουμε μια καραμπινάτη τρομοκρατική επίθεση, κανένα άρθρο σε όλο τον δυτικό τύπο και κανένα ρεπορτάζ στις τηλεοράσεις δεν μίλησε για τρομοκρατία. Λένε οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό.
Απέφυγαν επίσης να προβάλλουν τη δημοσιογραφική ιδιότητα του θύματος. Τι θα γινόταν όμως παγκοσμίως αν οι ρωσικές υπηρεσίες κατηγορούνταν ότι δολοφόνησαν ένα δημοσιογράφο στο Κίεβο; Θα είχαν βγει είκοσι αρχηγοί δυτικών κρατών και κυβερνήσεων να καταδικάσουν τη δολοφονία, θα επέβαλαν κυρώσεις στη Ρωσία και θα έγραφε κατεβατά ολόκληρα ο Δυτικός Τύπος για την ρωσική τρομοκρατία που απειλεί την ελευθερία της έκφρασης.
Πού είναι τώρα οι δυτικές δημοσιογραφικές ενώσεις να διαμαρτυρηθούν για τη δολοφονία της συναδέλφου τους και να ζητήσουν από τις κυβερνήσεις τους τη διεξαγωγή διεθνούς έρευνας για τον θάνατό της; Γιατί οι δυτικοί δημοσιογράφοι δεν απαιτούν καθαρές εξηγήσεις από τις κυβερνήσεις της Ουκρανίας και της Εσθονίας, για την κυρία που κατηγορείται από τους Ρώσους ότι είναι πράκτορας των ουκρανικών μυστικών υπηρεσιών και διέφυγε στην Εσθονία μετά την δολοφονία Ντούγκινα; Τι έχουν να μας πουν για την υπόθεση οι δυτικές αντιτρομοκρατικές υπηρεσίες που παρακολουθούν τη μισή ανθρωπότητα, δήθεν για να μας σώσουν από τρομοκρατικές επιχειρήσεις;
Η Δύση, τόσο περήφανη κάποτε για την ελευθερία της έκφρασης και της πληροφόρησης γυρνάει τώρα, με μεγάλη ταχύτητα, στην εποχή της Ιεράς Εξέτασης. Είναι αλήθεια ότι πάντα χρησιμοποιούσε διαφορετικά κριτήρια για τον εαυτό της και για τους «βαρβάρους», ποτέ όμως η υποκρισία δεν είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο όσο το τελευταίο εξάμηνο.
Δεν ήταν οι Ρώσοι, αλλά οι δυτικοί δημοσιογράφοι που ανέδειξαν τον καθαρά ναζιστικό χαρακτήρα της πολιτοφυλακής του Αζώφ. Σαράντα Αμερικανοί κόνγκρεσμεν είχαν ζητήσει τον χαρακτηρισμό της οργάνωσης ως τρομοκρατικής πριν από τρία χρόνια. Τώρα ο ίδιος τύπος που ανέδειξε τον ναζιστικό, τρομοκρατικό και εγκληματικό χαρακτήρα αυτής της οργάνωσης, μας εξηγεί ότι δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα. Χρησιμοποιεί, για να το αποδείξει, την ένταξη της πολιτοφυλακής στις ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας, που αν είναι επιχείρημα για κάτι είναι ότι για το ότι το ουκρανικό κράτος έχει υποταγεί στο νεοναζιστικό παρακράτος του.
Διαβάσαμε σε μια εφημερίδα που διεκδικεί κατά κάποιο τρόπο τον τίτλο της «εφημερίδας του κόσμου», όπως οι Ταιμς της Νέας Υόρκης, ότι δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η δολοφονία της δημοσιογράφου σχετίζεται με την σύγκρουση στην Ουκρανία! Τι ήταν δηλαδή, κάποια υπόθεση ερωτικής ή επαγγελματικής αντιζηλίας;
Σε όλα σχεδόν τα δυτικά μέσα εμφανίζεται η εκδοχή ότι σκότωσε την Ντάρια Ντούγκινα ο Πούτιν δια των πρακτόρων του. Όσα μέσα προσπαθούν να σώσουν κάπως την αξιοπιστία τους, την αναφέρουν ως μία εκ των υπαρχουσών. Άλλες ως την κυρίαρχη. Η βρετανική Ντέιλι Μέιλ έγραψε ότι η μεγάλη πλειοψηφία των αναλυτών παγκοσμίως πιστεύει ότι τη Ντάρια σκότωσαν πράκτορες του Πούτιν, μόνο που δεν μας λέει τα ονόματα των «αναλυτών» αυτών, ούτε γιατί θα ήθελε ο Πρόεδρος της Ρωσίας να πλήξει ο ίδιος, αυτή τη στιγμή, την εικόνα για την κατάσταση ασφαλείας στην ίδια του τη χώρα. Έτσι όπως πάνε, σε λίγο θα γράψουν ότι ήταν ο ίδιος ο πατέρας της Ντάρια Ντούγκινα που τη σκότωσε.
Άλλοι γράφουν ότι η Ντούγκινα και ο πατέρας της είναι φασίστες. Δεν έχουν δίκιο, αλλά ακόμα κι αν έχουν τι σημαίνει αυτό; Ότι θα αρχίσουμε να δολοφονούμε δημοσιογράφους και διανοουμένους για τις πεποιθήσεις τους; Κι αν το κάνουμε με τους «φασίστες» σήμερα, γιατί να μην το κάνουμε αύριο με όσους δημοσιογράφους, φιλοσόφους, αλλά και απλούς ανθρώπους θεωρούμε κομμουνιστές, λαϊκιστές, αναρχικούς, φιλορώσους, αντισημίτες ή σιωνιστές; Και είναι τόσο σίγουροι αυτοί που τα γράφουν αυτά, ότι δεν θα πέσουν οι ίδιοι κάποια στιγμή θύματα μιας ανάλογης τακτικής;
Μας είπαν ότι ξεκινάμε σταυροφορία κατά του «αυταρχικού» Πούτιν και υπέρ της «δημοκρατίας» στη Ρωσία. Δεν μας είπαν ότι θα καταργήσουμε ότι απομένει από δικαίωμα στην πληροφόρηση και από δημοκρατία στην ίδια τη Δύση.
Έχουμε ήδη περισσότερα από αρκετά δεδομένα για να θεωρήσουμε ως τη μόνη σοβαρή εκδοχή τη δολοφονία της δημοσιογράφου από τις ουκρανικές μυστικές υπηρεσίες. Το ίδιο το γεγονός ότι τα δυτικά μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν βρίσκουν παρά εντελώς γελοίους ισχυρισμούς να αντιπαραθέσουν σε αυτή την ερμηνεία αποδεικνύει εξ αντιδιαστολής την ορθότητα της ρωσικής εκδοχής. Μέχρι στιγμής τουλάχιστο, δεν έχει εμφανισθεί καμία άλλη με ελάχιστες πιθανότητες ορθότητας.
Η αναπάντεχη μαρτυρία των New York Times
Αγαπάει, λένε, ο Θεός τον κλέφτη, αγαπάει όμως και τον νοικοκύρη. Μια σατανική σύμπτωση θέλησε, όπως αναφέραμε και στο προηγούμενο άρθρο μας για το θέμα, τέσσερις μέρες πριν από τη δολοφονία, οι Times της Νέας Υόρκης να κάνουν σημαντικές αποκαλύψεις για τη μυστική δράση των ουκρανικών μυστικών υπηρεσιών. Όχι βέβαια από δημοσιογραφικό ενδιαφέρον, αλλά γιατί έπρεπε να σταλεί ένα μήνυμα προς τις άλλες χώρες του ΝΑΤΟ ότι η Ουκρανία δεν χάνει τον πόλεμο.
Με ανυπόκριτο ενθουσιασμό και υπό τον τίτλο «Πίσω από τις γραμμές του εχθρού, οι Ουκρανοί λένε στους Ρώσους, “δεν είστε ποτέ ασφαλείς”», η εφημερίδα αναφέρει πως οι πράκτορες των ουκρανικών μυστικών υπηρεσιών και των σωμάτων ειδικών επιχειρήσεων, στρατολογημένοι από τις ναζιστικές πολιτοφυλακές που έχουν τώρα ενσωματωθεί σε μεγάλο βαθμό στις επίσημες ένοπλες δυνάμεις, δρουν πίσω από τις «γραμμές του εχθρού», δολοφονούν ανθρώπους, περιλαμβανομένων αμάχων, ιδίως με ανατινάξεις αυτοκινήτων, δηλητηριάζουν στρατιώτες, απειλούν δασκάλους και κάνουν σαμποτάζ. Πολλές από αυτές τις δραστηριότητες απαγορεύονται σε στρατιωτικές δυνάμεις από τη Σύμβαση της Γενεύης, γι’ αυτό και οι Ουκρανοί βαφτίζουν τους πράκτορες πολίτες, για να μη κατηγορηθεί το ουκρανικό κράτος για εγκλήματα πολέμου.
Ενθουσιασμένοι από τις επιτυχίες τους, οι Ουκρανοί πράκτορες περιέγραψαν στην αμερικανική εφημερίδα – σε συνεντεύξεις που κανόνισε ο ίδιος ο ουκρανικός στρατός – πόσο αριστοτεχνικά παγίδευσαν με εκρηκτικά τους τροχούς αυτοκινήτων σκοτώνοντας έναν αστυνομικό, ή τα έβαλαν κάτω από τη θέση του οδηγού, δολοφονώντας το τοπικό στέλεχος ενός ρωσικού κόμματος. Το αν θα σκοτωθούν ή θα επιβιώσουν τα θύματα έχει όμως δευτερεύουσα σημασία, λένε, αυτό που έχει σημασία είναι να στείλουμε το μήνυμα ότι κανείς δεν είναι ασφαλής.
Το ίδιο το γεγονός ότι ο ίδιος ο ουκρανικός στρατός κανόνισε τις συνεντεύξεις προς τη μεγαλύτερη αμερικανική εφημερίδα, αποδεικνύει πέραν λογικής αμφιβολίας ότι αντανακλούν την επίσημη ουκρανική πολιτική, αλλά και ότι αυτή χαίρει της έγκρισης των ΗΠΑ.
«Γραφεία τύπου» του μεγάλου κεφαλαίου και του ΝΑΤΟ
Η προσπάθεια πρόκλησης μαζικής σύγχυσης – και αποβλάκωσης ακόμα – στις κοινωνίες μας, που δεν βρίσκει καμία αντίσταση από την πλειοψηφία των δήθεν «δημοσιογράφων» των δυτικών ΜΜΕ, μπορεί να έχει εν τέλει τρομακτικές συνέπειες. Λειτουργεί ως μία τεράστια επιχείρηση λοβοτομής των κοινωνιών, που σημειωτέον τις αφήνει έκθετες και σε κάθε λογής επίθεση παραλογισμού, κατά του Λόγου και της Επιστήμης, όπως είδαμε να συμβαίνει με την ακροδεξιά του Τραμπ στις ΗΠΑ. Το αυτό φαινόμενο ανόδου του ανορθολογισμού είχε παρατηρηθεί και στην περίοδο της ανόδου του Φασισμού στην Ιταλία και του Ναζισμού στη Γερμανία, αλλά είναι και το φαινόμενο που χαρακτήρισε κατ’ εξοχήν την παρακμή και αποσύνθεση του αρχαίου κόσμου, οδηγώντας μας στο Μεσαίωνα.
Επηρεάζει όμως και τη δυνατότητα των ίδιων των ιθυνόντων να αντιληφθούν την πραγματικότητα. Όσο το σύστημα γίνεται πιο ολοκληρωτικό, τόσο χάνει κάθε ικανότητα ανάδρασης (feedback), διόρθωσης των σφαλμάτων του και της πορείας του. Το βλέπει κανείς αυτό και στην ανάδυση μιας πολιτικής τάξης εντελώς αμόρφωτων και ασυνάρτητων, χωρίς ηθική και ιδεολογία «καραγκιόζηδων» σε όλο τον δυτικό κόσμο, από την Πρωθυπουργό της Φινλανδίας στις υπουργούς Εξωτερικών της Βρετανίας και της Γερμανίας.
Η διαδικασία αυτή παρουσιάζει πολλές δομικές ομοιότητες με την εσωτερική και πνευματική αποσύνθεση της Σοβιετικής Ένωσης, χωρίς την οποία δεν θα είχε καταρρεύσει ποτέ.
Τελειώνοντας να προσθέσουμε ότι, με τους μεθόδους που χρησιμοποιεί, η Δύση έχει κατορθώσει να καταφέρει το βαρύτερο πλήγμα στην ιστορία της κατά του δικού της γοήτρου στην ανθρωπότητα.
Έλεγαν ότι επιδιώκουν να απομονώσουν τη Ρωσία. Στην πραγματικότητα η Δύση είναι απομονωμένη, μετεβλήθη σε ένα φρούριο που περιλαμβάνει τη δυτική Ευρώπη, τη Βόρειο Αμερική, την Αυστραλία, την Ιαπωνία, το Ισραήλ και που όλος ο υπόλοιπος κόσμος βλέπει με εχθρότητα και περιφρόνηση, έστω κι αν είναι αναγκασμένος να συναλλάσσεται μαζί της ή να κρύβει τα αισθήματά του. Το παιχνίδι της ηγεμονίας το έχασε ήδη η Δύση και το έχασε στις ψυχές και τα μυαλά των ανθρώπων.