Πατρίδα! Αυτή η τόσο παρεξηγημένη στις μέρες μας έννοια που εκπέμπει παντού ξεχωριστές μυρωδιές και μεθυστικά αρώματα. Πατρίδα, λέξη προερχόμενη από το «πατρίς γαία».
Πατρίδα, ο τόπος που γεννηθήκαμε, το χωριό μας, η πόλη μας, ο τόπος καταγωγής μας, η γη των πατεράδων και των παππούδων μας.
Σωκράτης (Πλάτωνος Κρίτων, 51α, 51β)
Μετάφραση από τα γαλλικά του λήμματος PATRIE, (Αναδημοσίευση από το «Φιλοσοφία, otribune») που συμπεριλαμβάνεται στην Εγκυκλοπαίδεια του Ντιντερό και του Ντ’ Αλαμπέρ (Encyclopedie de Diderot et d’ Alembert). Το λήμμα αυτό γράφτηκε την 1η Δεκεμβρίου 1765, από τον Louis de Jaucourt (D.J.)].
Οι άνθρωποι που ζουν σε μια Πατρίδα έχουν κοινά τη γλώσσα, τα ήθη και έθιμα, την Ιστορία κι ακόμα έχουν κοινό νόμισμα, κοινή πολιτική για σχεδόν όλα τα θέματα (όπως Σύνταγμα και νόμους), κοινούς κώδικες επικοινωνίας και κοινά συμφέροντα. Αυτά όλα που η νέα τάξη πραγμάτων και η παγκόσμια κυβέρνηση, προσπαθούν μετά μανίας να αποδομήσουν!
Εντρυφώντας στο διαχρονικό λεξικό των πνευματικών αξιών διαβάζουμε για την έννοια της Πατρίδος, όπως αυτή καταχωρήθηκε από τους Έλληνες: «… Πατρίδα είναι το ομοίωμα του γήινου παραδείσου, μέσα στον οποίο έβαλε στην αρχή ο Θεός τον άνθρωπο να τον εργάζεται και να τον φρουρεί… Πατρίδα είναι το εξαιρετικό στάδιο όπου τάχθηκε από τον Δημιουργό ο άνθρωπος για να αγωνισθεί τους αγώνες της αρετής…» (Κωνσταντίνος ο εξ Οικονόμων).
Οι Έλληνες πρώτα και υστερότερα οι Ρωμαίοι δε γνώριζαν τίποτα πιο αξιολάτρευτο και πιο ιερό από την Πατρίδα. Η λέξη Πατρίδα είναι μια από τις πρώτες λέξεις που τα παιδιά ψέλλιζαν στους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους. Έλεγαν ότι χρωστούν τα πάντα σ’ αυτή. Ότι δεν υπάρχει τίποτε άλλο για το οποίο να αξίζει κανείς να πάρει εκδίκηση, εκτός από την Πατρίδα και τους γονείς του. Ότι δεν πρέπει κανείς να έχει άλλους φίλους εκτός από τους φίλους της Πατρίδας. Ότι είναι ωραίο, ότι είναι γλυκό να πεθάνει κανείς για να την υπερασπιστεί. Ότι οι ουρανοί δεν αποκαλύπτονται παρά μόνο σ’ αυτούς που την έχουν υπηρετήσει.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο μιλούσαν οι δικαστές, οι πολεμιστές και ο λαός. H πατρίδα, έλεγαν, είναι μια γη που όλοι όσοι την κατοικούν ενδιαφέρονται για την διατήρησή της, που κανείς δεν θέλει να την εγκαταλείψει, γιατί κανείς δεν εγκαταλείπει την ευτυχία του, και όπου οι ξένοι αποζητούν ένα άσυλο. Είναι μια μητέρα που αγαπά όλα τα παιδιά της, που δεν τα ξεχωρίζει παρά μόνο όσο ξεχωρίζουν από μόνα τους. Που επιθυμεί να υπάρχει και η αφθονία και η μετριότητα, αλλά καθόλου φτώχεια. Μεγάλοι και μικροί, αλλά κανένας στερημένος. Που, ακόμα και σ’ αυτή την άνιση μοιρασιά, διατηρεί ένα βαθμό ισότητας, ανοίγοντας σε όλους το δρόμο για τις πρώτες θέσεις. Που δεν αντέχει να υποφέρει καμιά δυστυχία μέσα στην οικογένεια, παρά μόνο αυτές που δεν μπορεί να αποφύγει, την αρρώστια και τον θάνατο. Που θεωρεί ότι δεν έχει κάνει τίποτα γεννώντας απλά τα παιδιά της, αν δεν τους εξασφαλίσει και την καλή ζωή.
Πατρίδα, είναι μια δύναμη παλιά όσο και η κοινωνία, θεμελιωμένη στη φύση και την τάξη. Μια δύναμη που υποτάσσει στους νόμους της τόσο αυτούς που διοικούν στο όνομά της, όσο και αυτούς που διοικούνται. Είναι μια θεότητα που δέχεται προσφορές, μόνο και μόνο για να τις διαμοιράσει, που αποζητά μάλλον το συναισθηματικό δέσιμο παρά την πίστη, που χαμογελάει όταν κάνει το καλό και δυσανασχετεί όταν κατακεραυνώνει.
Ο Σωκράτης θεωρεί την Πατρίδα ως το υπέρτατον αγαθόν για τον άνθρωπο: «Μητρός τε και πατρός και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερον εστίν η πατρίς και σεμνότερον και αγιώτερον και εν μείζονι μοίρα και παρά θεοίς και παρ’ ανθρώποις τοις νουν έχουσιν». Δηλαδή: Από τη μητέρα και τον πατέρα και όλους τους άλλους προγόνους, η πατρίδα είναι πράγμα πολυτιμότερο και σεβαστότερο και αγιότερο και ανώτερο και κατά τη γνώμη των θεών και κατά τη γνώμη των ανθρώπων που έχουν φρόνηση. [Σωκράτης (Πλάτωνος Κρίτων, 51α, 51β)]. «Είς οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης», διαβάζουμε στην Ιλιάδα του Ομήρου (Ιλιάδα, Μ 243).
Αυτή είναι η Πατρίδα! Η αγάπη που της έχουμε οδηγεί στην πραότητα των ηθών και η πραότητα των ηθών οδηγεί στην αγάπη για την Πατρίδα. Αυτή η αγάπη είναι η αγάπη για τους νόμους και το καλό της πολιτείας, αγάπη που αναπτύσσεται μόνο στις ανόθευτες δημοκρατίες. Είναι μια πολιτική αρετή, βάσει της οποίας κανείς απαρνείται τον εαυτό του, προκρίνοντας το κοινό συμφέρον έναντι του δικού του. Είναι ένα συναίσθημα και όχι μια συνέπεια. Ο τελευταίος άνθρωπος σε ένα κράτος μπορεί να έχει αυτό το συναίσθημα, όπως ακριβώς και ο πρώτος πολίτης του.
Πατρίδα ήταν πάντα το πνεύμα των συζητήσεων και η κραυγή του πολέμου. Εμπλούτιζε την ποίηση, διήγειρε τους ρήτορες, κυριαρχούσε στη γερουσία, αντηχούσε στο θέατρο και στις λαϊκές συνελεύσεις. Ήταν χαραγμένη στα μνημεία. Υπήρχαν πραγματικά λαϊκά θεάματα, όπου όλες οι τάξεις διασκέδαζαν από κοινού. Βήματα όπου η πατρίδα, μέσω των λόγων των ρητόρων, διαβουλευόταν με τα παιδιά της, πάνω στα μέσα που θα τα καθιστούσαν ευτυχισμένα και ελεύθερα.
Οι Έλληνες δεν είχαν τίποτα πιο πολύτιμο από την αγάπη για την πατρίδα. Το να εργάζονται γι αυτήν ήταν η ευτυχία και η δόξα τους. Ο Λυκούργος, ο Σόλων, ο Μιλτιάδης, ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης προτιμούσαν την πατρίδα τους από κάθε τι άλλο στον κόσμο. Ο Αριστείδης, αφού για μακρό διάστημα διαχειριζόταν τις δυνάμεις και τα οικονομικά της Αθήνας, δεν άφησε ούτε καν αυτά που χρειαζόταν για να ταφεί.
Όταν οι Έλληνες νίκησαν τους Πέρσες στη Σαλαμίνα, άκουγε κανείς από τη μια πλευρά τη φωνή ενός αυτοκρατορικού άρχοντα που ωθούσε σκλάβους στη μάχη και από την άλλη τη λέξη πατρίδα που κινητοποιούσε ελεύθερους ανθρώπους. Οι γυναίκες στη Σπάρτη θεωρούσαν ότι άρεσαν μόνο αν συνδύαζαν το ζήλο για την πατρίδα με τις χάρες. Πήγαινε, γιε μου, έλεγε η μια, εξοπλίσου για να υπερασπιστείς την πατρίδα και γύρισε ή με την ασπίδα σου ή πάνω στην ασπίδα σου, δηλαδή, νικητής ή νεκρός. Παρηγορήσου, έλεγε η άλλη σε έναν από τους γιούς της, παρηγορήσου για το πόδι που έχασες, γιατί δε θα κάνεις ούτε βήμα χωρίς να σου θυμίζει ότι υπερασπίστηκες την πατρίδα.
Πατρίδα είναι λοιπόν όλα τα παραπάνω κι άλλα πολλά που είναι ριζωμένα βαθιά μέσα στη ψυχή μας και υποστηρίζονται με απόλυτη συνέπεια από την καρδιά και κυρίως από την συνείδηση μας. Είναι όλα όσα έγραψε ο μεγάλος μας ποιητής Ιωάννης Πολέμης στο ποίημα του «Τι είναι η πατρίδα μας». Είναι ο ήλιος και κάθε της ρηχό ακρογιάλι, είναι τα’ άσπαρτα ψηλά βουνά, είναι κάθε νησάκι της που αχνά προβάλλει, είναι κάθε της θάλασσα και κάθε στεριά, είναι τα ερειπωμένα αρχαία μνημεία της …. Όλα πατρίδα μας! Κι αυτά κι εκείνα, και κάτι που ‘χουμε μες την καρδιά και λάμπει αθώρητο σαν ήλιου αχτίνα και κράζει μέσα μας: Εμπρός παιδιά!
Κι αυτή η Πατρίδα (Ελλάδα και Κύπρο) αξίζει περισσότερο του σεβασμού μας και αξίζει τον κόπο να την υπηρετούμε σε κάθε στιγμή μας και με κάθε τρόπο. Γιατί αν η Πατρίδα πάει καλά, πάμε και εμείς καλά. Κι όταν μέρα με την μέρα η πατρίδα εκχωρείται στους ξένους, κανείς μας δεν μπορεί να αισθάνεται ασφαλής και ελεύθερος! Ο χρόνος δεν είναι δυστυχώς σύμμαχός μας. Ο δούρειος ίππος στήθηκε ήδη εντός των τειχών με τους εισβολείς να περιμένουν το σύνθημα!
Υστερόγραφο.: Είμαστε όλοι (οι πολίτες) το ανοσοποιητικό σύστημα της πατρίδας. Όταν το ανοσοποιητικό σύστημα νοσεί οι εισβολείς καραδοκούν. Τέτοια ευκαιρία δεν την αφήνουν ποτέ να πάει χαμένη! Μια πατρίδα που δεν ενδιαφέρεται να κρατήσει αρραγές το εσωτερικό μέτωπο δεν μπορεί να ελπίζει στο μέλλον. Η δύναμη όλων των κρατών βασίζεται πάντα στην δύναμη των πολιτών της και στην ισορροπία δυνάμεων.
Βιβλιογραφία:Σωκράτης (Πλάτωνος Κρίτων, 51α, 51β)
Μετάφραση από τα γαλλικά του λήμματος PATRIE, (Αναδημοσίευση από το «Φιλοσοφία, otribune») που συμπεριλαμβάνεται στην Εγκυκλοπαίδεια του Ντιντερό και του Ντ’ Αλαμπέρ (Encyclopedie de Diderot et d’ Alembert). Το λήμμα αυτό γράφτηκε την 1η Δεκεμβρίου 1765, από τον Louis de Jaucourt (D.J.)].
- Δρ. Αυγουστίνος (Ντίνος) Αυγουστή
- Επίκουρος καθηγητής στο Τ.Ε.Ι. Λάρισας
- Από το Μονάγρι Λεμεσού – a.avgoustis@hotmail.com