Πέμπτη 6 Ιουνίου 2019

Ένας σπουδαίος Έλληνας πολεμιστής που τον έτρεμε όλη η Ευρώπη! Σαν σήμερα ο Κανάρης πυρπολεί την τουκρική ναυαρχίδα

Πρωθυπουργός της Ελλάδας
 
 
Ο Κωνσταντίνος Κανάρης (Ψαρά, 1793Αθήνα, 2 Σεπτεμβρίου 1877) ήταν σπουδαία μορφή του ναυτικού αγώνα κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821
 και μετέπειτα ναύαρχος και πολιτικός, ο οποίος διετέλεσε πέντε φορές πρωθυπουργός της Ελλάδας σε ένα διάστημα 33,5 ετών (1844, 1848-49, 1864, 1864-65 και 1877) και για 2 χρόνια και 3 μήνες συνολικά.
Δύο γεγονότα καταδεικνύουν τη συμβολή του Κανάρη ως πολιτικού άνδρα στη Νεώτερη Ελληνική Ιστορία: γίνεται ο πρώτος που συμπληρώνει 4 πρωθυπουργίες (1864) από την πλήρη εφαρμογή Συντάγματος στη χώρα το 1844 (όπως και ο Αλ. Μαυροκορδάτος 10 χρόνια νωρίτερα, με τις δύο όμως πρώτες κατά την Απόλυτη Μοναρχία του Όθωνα) και βασικά ο μόνος πρωθυπουργός που επί των ημερών του η Βουλή ψηφίζει ή αναθεωρεί το Σύνταγμα της Ελλάδας δυο φορές, το 1844 και το 1864 (τα δυο δικτατορικά Συντάγματα επί Γ. Παπαδόπουλου αφενός δεν ψηφίστηκαν από Βουλή -παρά επικυρώθηκαν με τα νόθα δημοψηφίσματα των 1968 και 1973-, αφετέρου το τελευταίο έπαψε αυτοδίκαια να ισχύει με την πτώση της Χούντας των Συνταγματαρχών).

Πίνακας περιεχομένων

Πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πορτρέτο του Κωνσταντίνου Κανάρη. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο
Γεννήθηκε το 1793 στα Ψαρά (αρχεία Ναυτικού) όπου και μεγάλωσε. Ήταν το μικρότερο παιδί του Ψαριανού Δημογέροντα Μιχαήλ Κανάριου και της Μαρώς (το γένος Μπουρέκα) Έμεινε πολύ μικρός ορφανός από πατέρα και έτσι άρχισε να δουλεύει σε πλοία συγγενών του, κυρίως σ' αυτό του θείου του Μπουρέκα. Αρχικά το όνομά του ήταν "Κανάριος" και τελικά έγινε Κανάρης. Όταν πέθανε ο θείος του, στου οποίου το μικρό εμπορικό πλοίο εργαζόταν, ανέλαβε καπετάνιος ο ίδιος σε ηλικία 20 ετών. Πήγε στην Οδησσό για πρώτη φορά το 1820. Ήξερε για τη Φιλική Εταιρεία αλλά δεν είχε γίνει μέλος της. Όταν έμαθε ότι ξέσπασε η επανάσταση στη Μολδαβία από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, έσπευσε αυθόρμητα να πάρει μέρος στον πρώτο "πολεμικό στόλο" των Ψαριανών υπό τον Ν. Αποστόλη. Από τους πρώτους μήνες ο Κανάρης ξεχώρισε για το θάρρος του και την αποφασιστικότητά του, κάνοντας επιδρομές στα μικρασιατικά παράλια ενώ κατόπιν εντάχθηκε στα πυρπολικά.[1] Η ανατίναξη ενός τουρκικού δικρότου στην Ερεσό από τον Δημήτριο Παπανικολή τον παρακίνησε σε ανάλογο εγχείρημα.

Η ανατίναξη της τούρκικης ναυαρχίδας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη. Πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα (π. 1866-1870). Λάδι σε μουσαμά, 143 εκ. x 109 εκ. Πινακοθήκη Αβέρωφ, Μέτσοβο
Τον Ιούνιο του 1822, αφού ο ελληνικός στόλος δεν κατάφερε να σώσει τη Χίο από την τουρκική σφαγή, ο Κανάρης ανέλαβε να βάλει μπουρλότο στη ναυαρχίδα του Καρά Αλή, του επικεφαλής του στρατού που έσφαξε τους κατοίκους και έκαψε το νησί. Την επιχείρηση θα εκτελούσαν τα πυρπολικά του Κανάρη και του Ανδρέα Πιπίνου. Στο εγχείρημα βοήθησαν δύο παράγοντες: αφενός ότι η νύχτα ήταν πολύ σκοτεινή καθώς δεν είχε φεγγάρι και αφετέρου ότι στο κατάφωτο κατάστρωμα της ναυαρχίδας οι περίπου 2.000 Τούρκοι γιόρταζαν το Μπαϊράμι κι έτσι τα μέτρα φρούρησης ήταν ελλιπή. Η φωτιά απ' το μπουρλότο μεταδόθηκε ταχύτατα στο καράβι. Πριν προλάβουν να απομακρυνθούν απ' αυτό οι πρώτες σωστικές λέμβοι, η φωτιά έφτασε στην πυριτιδαποθήκη, η οποία ανατινάχθηκε. Ως αποτέλεσμα τα θύματα ήταν πάρα πολλά. Μεταξύ αυτών ο ναύαρχος Καρά Αλής, αξιωματικοί του και πολλοί ναύτες. Το πυρπολικό του Πιπίνου προσέγγισε την υποναυαρχίδα αλλά δεν κατάφερε να την καταστρέψει. Της προκάλεσε όμως αρκετές ζημιές.
Η ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας υπήρξε ένα από τα χαρακτηριστικότερα γεγονότα του κατά θάλασσαν αγώνα, έκανε δε πολύ μεγάλη εντύπωση στην Ευρώπη. Χρησιμοποιώντας σημερινή ορολογία, θα λέγαμε ότι βοήθησε επικοινωνιακά πολύ την Επανάσταση. Τόσο μεταξύ των επαναστατημένων Ελλήνων όσο και μεταξύ των Ευρωπαίων, ο Κανάρης πλέον ήταν ήρωας.
Η δράση του βεβαίως συνεχίσθηκε καθώς συνέχισε με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα τον αγώνα. Ο Κακλαμάν Πασάς Μεχμέτ τοποθετήθηκε νέος ναύαρχος στη θέση του Καρά Αλή. Τον Οκτώβριο του 1822 βγήκε με το στόλο του στο Αιγαίο για να ανεφοδιάσει τα τουρκικά φρούρια στην Πελοπόννησο και να καταστείλει την Επανάσταση στα νησιά. Αγκυροβόλησε στην Τένεδο. Αλλά στις 29 Οκτωβρίου 1822, ο Κανάρης, συνοδευόμενος από το Δημήτριο Βρατσάνο, πέρασε ανάμεσα από τον τουρκικό στόλο και μην μπορώντας να προσεγγίσει το πλοίο του ναυάρχου, την καπουδάνα, κόλλησε το πυρπολικό του στην αντιναυαρχίδα "Ρίαλα-Γεμισί" και την τίναξε στον αέρα. Έχασαν τη ζωή τους 800 μέλη του πληρώματος, Τούρκοι αλλά και Χριστιανοί ναύτες που υπηρετούσαν στον οθωμανικό στόλο. Ο Κακλαμάν Πασάς Μεχμέτ σήκωσε άγκυρα και κατέφυγε με τη βοήθεια ούριου ανέμου στο Τσανάκ-Καλεσί, στον Ελλήσποντο.

Το εγχείρημα της Αλεξάνδρειας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον επόμενο χρόνο, ο Κανάρης πραγματοποίησε επιθέσεις στα μικρασιατικά παράλια, αλλά χωρίς μεγάλη επιτυχία. Δεν μπόρεσε, επίσης, να κάνει τίποτε όταν το 1824 ο Χοσρέφ-Μεχμέτ Πασάς κατέστρεψε τα Ψαρά. Όμως, τον Αύγουστο του 1824 πυρπόλησε μια μεγάλη φρεγάτα του Χοσρέφ στη Σάμο και μια κορβέττα στη Μυτιλήνη. Η έλλειψη πόρων, ωστόσο, αποσυντόνισε το ναυτικό των Ελλήνων. Οι ναύτες έπαιρναν τα πλοία, σήκωναν όποια σημαία ήθελαν και επιδίδονταν στην πειρατεία. O Κανάρης κατάφερνε να επιβάλλει την πειθαρχία στα δικά του πληρώματα. Αλλά κι αυτός μέσα σ' αυτό το καθεστώς αναρχίας παραλίγο να σκοτωθεί το 1825 στην Αίγινα, την εποχή που η Μπουμπουλίνα έχανε τη ζωή της στις Σπέτσες κατά τη διάρκεια μιας οικογενειακής διαμάχης.
Το καλοκαίρι του 1825 ο Λάζαρος Κουντουριώτης συνέλαβε ένα παράτολμο εγχείρημα, το οποίο, κατόπιν έγκρισης της ελληνικής επαναστατικής διοίκησης, ανέλαβε να φέρει σε πέρας ο Κανάρης[2]. Ο Μωχάμετ Άλη είχε συγκεντρώσει στην Αλεξάνδρεια περίπου 60 μεγάλα πολεμικά και τριπλάσια φορτηγά πλοία. Μ' αυτά προετοίμαζε το καλοκαίρι του 1825 να στείλει στρατό στην επαναστατημένη Ελλάδα (ο οποίος στρατός χρησιμοποιήθηκε αργότερα στην άλωση του Μεσολογγίου). Το σχέδιο του Κανάρη προέβλεπε να πάνε κάποια ελληνικά πλοία στην Αλεξάνδρεια και να κάψουν τον αιγυπτιακό στόλο. Έτσι θα σταματούσε και το λαθρεμπόριο που έκαναν Γάλλοι, φίλοι του Μωχάμετ Άλη, σε βάρος του ελληνικού αγώνα. Το σχέδιο εγκρίθηκε και η αρχηγία του ελληνικού στόλου ανατέθηκε στον πλοίαρχο Μανόλη Τομπάζη.
Στις 10 Αυγούστου 1825, ο Τομπάζης και ο Αντώνιος Κριεζής, μαζί με τα πυρπολικά του Αντώνιος Βώκος, του Μανώλη Μπούτη και του Κανάρη, έφθασαν έξω από την Αλεξάνδρεια. Την έκτη εσπερινή ώρα που έφθασαν προ της Αλεξάνδρειας, έπλεε μεν ούριος άνεμος αλλά για να μπουν μέσα στο λιμάνι χρειάζονταν κάποιον πιλότο επειδή υπήρχαν πολλοί ύφαλοι.
Κωνσταντίνος Κανάρης, του Λουί Ντυπρέ. Ιδιωτική Συλλογή.
Ο Κανάρης θεώρησε ότι έπρεπε να επιτεθεί άμεσα γιατί ήταν τέτοια η διάταξη των αιγυπτιακών πλοίων που με τον άνεμο ο οποίος φυσούσε, θα υφίσταντο πανωλεθρία σε μια επίθεση με πυρπολικά. Εξαπατώντας τον πιλότο, ύψωσε ρωσική σημαία και μπήκε μόνος του στο λιμάνι. Προσπάθησε να πλησιάσει τον εχθρικό στόλο αλλά ο άνεμος έπεσε ξαφνικά, οπότε άρχισε να κόβει βόλτες μέσα στο λιμάνι, προσπαθώντας να φθάσει στον μυχό. Όταν βρέθηκε δίπλα στο γαλλικό πολεμικό "Μέλισσα", κατάλαβε ότι είχε γίνει αντιληπτός. Έβαλε λοιπόν φωτιά στο πυρπολικό, μπήκε με τους ναύτες του στη βάρκα διαφυγής και προσπάθησε να βγει απ' το λιμάνι. Το πλήρωμα της "Μέλισσας" άρχισε να πυροβολεί και το πυρπολικό και τη βάρκα του Κανάρη. Ο άνεμος δυνάμωσε και το πυρπολικό, καιόμενο, πλησίασε τον αιγυπτιακό στόλο απειλητικά. Ο πλοίαρχος Αργκύς, κυβερνήτης της "Μέλισσας" έγραψε στην έκθεσή του: "Εάν το πλοίον αυτό προσκολλάτε κατά κακήν μοίραν εις την φρεγάταν της πρωτοπορίας, η σύγχυσις ήθελε εμπέσει εις τον υπόλοιπον στόλον, τα δε άλλα δύο πυρπολικά ήθελον προσδράμει, προσβάλλοντα έτερα πλοία. Η καταστροφή θα ήτο τρομερά, ολοκληρωτική δε η νίκη των Ελλήνων. Αλλ' η Μέλισσα κατά κάποιον τρόπο τους παρημπόδισε". Ο Κανάρης, ενώ έβαλλαν εναντίον του και από τα πλοία και από παράκτια πυροβολεία, κατάφερε να διαφύγει και να φθάσει στον ελληνικό στόλο, ο οποίος είχε ήδη υψώσει ελληνική σημαία. Ο Μωχάμετ Άλη πήρε μερικά πλοία και κυνήγησε τους Έλληνες μέχρι τις ακτές της Καραμανίας χωρίς αποτέλεσμα.
Το ότι ο στόχος δεν επετεύχθη δεν οφείλεται σε λάθος του Κανάρη και ούτε μειώνει το μεγαλείο του εγχειρήματος. Οι επαναστατημένοι Έλληνες θεώρησαν την πράξη του Κανάρη πλήρη τόλμης και πατριωτισμού αλλά κάποιοι Ευρωπαίοι δυσαρεστήθηκαν και την είδαν σαν αχαρακτήριστη πειρατική πράξη λόγω της χρήσης ξένης σημαίας υπό επισήμου καταδρομέως. Η αγγλόφιλη "Εφημερίς της Ύδρας", σε μια εποχή που υπήρχαν διαμάχες για το ζήτημα της βασιλικής υποψηφιότητας (κάθε μεγάλη δύναμη ήθελε ο νέος βασιλιάς των Ελλλήνων να προέρχεται από τον δικό της βασιλικό οίκο) κατηγόρησε τους Γάλλους επειδή ο φιλοτουρκισμός τους έγινε αιτία να ματαιωθεί ένα μεγάλο απελευθερωτικό εγχείρημα.

Η πολιτική σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κανάρης. Λιθογραφία. K. Krazeisen
Ο Κανάρης φαίνεται πως δεν έβλεπε τους Γάλλους ως εχθρούς. Αντιθέτως, έστειλε τον γιο του, τον Θεμιστοκλή, να εκπαιδευθεί στο Παρίσι υπό την επίβλεψη τού εκεί Φιλελληνικού Κομιτάτου, το οποίο άλλωστε τον είχε προσκαλέσει. Το 1826 τοποθετήθηκε κυβερνήτης του νέου πλοίου "Ελλάς" και το 1827 εξελέγη πληρεξούσιος των Ψαρών στη Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας.
Ο Κωνσταντίνος Κανάρης ήταν ένα από τα λίγα πρόσωπα στα οποία είχε εμπιστοσύνη ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο πρώτος κυβερνήτης της ανεξάρτητης Ελλάδος.[3] Ο Καποδίστριας θα τον διορίσει αρχικά φρούραρχο της Μονεμβασιάς και κατόπιν διοικητή μιας ναυτικής μοίρας που θα πολεμήσει τους αγγλόφιλους και τους αντικυβερνητικούς της Ύδρας. Στον Κανάρη ανατέθηκε να συλλάβει τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, όταν ο τελευταίος δραπέτευσε από το Ναύπλιο. Απογοητευμένος λόγω της δολοφονίας του Καποδίστρια, ο Κανάρης αποσύρθηκε στη Σύρο όπου ιδιώτευσε για ένα διάστημα.
Όταν ήρθε στην Ελλάδα ο Όθωνας, τον διόρισε καταρχήν πλοίαρχο γ΄ τάξεως κι έπειτα ναύαρχο. Μετά τη μεταπολίτευση του 1843, ο Κανάρης έγινε υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση Ανδρέα Μεταξά και κατόπιν στην κυβέρνηση Ιωάννη Κωλέττη. Το 1854 έγινε υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Επειδή οι ιδέες του γίνονταν όλο και περισσότερο αντιμοναρχικές, το 1861 αρνήθηκε τη σύνταξη που του χορήγησε η Κυβέρνηση.
Το καλοκαίρι του 1862 ο Όθωνας του ανέθεσε τον σχηματισμό κυβέρνησης. Ο Κανάρης πρότεινε έναν κατάλογο με υπουργούς, που όλοι τους είχαν σχεδόν επαναστατικές απόψεις, λέγοντας στον Όθωνα ότι μόνο με τέτοια κυβέρνηση και η μοναρχία θα ήταν δυνατό να σωθεί και η τάξη στη χώρα να διατηρηθεί. Ο Όθωνας όμως δεν δέχθηκε και έδωσε την εντολή στον Ιωάννη Κολοκοτρώνη. Ο Κανάρης πέρασε ανοιχτά στην αντιπολίτευση.
Ο Κανάρης προσχώρησε στην αντιπολίτευση και μετά την έξωση του Όθωνα έγινε μέλος τής υπό τον Δημήτριο Βούλγαρη τριανδρίας (μαζί και με τον Μπενιζέλο Ρούφο) που σχημάτισε προσωρινή κυβέρνηση. Ο ίδιος πήγε ως επικεφαλής επιτροπής στη Δανία για να προσφέρει το θρόνο στον μετέπειτα βασιλιά Γεώργιο Α'. Διετέλεσε υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση Ρούφου. Κατόπιν το 1864 σχημάτισε ο ίδιος κυβέρνηση, μετά από ένα μήνα παραιτήθηκε και σχημάτισε και πάλι κυβέρνηση, η οποία παρέμεινε επί ένα χρόνο στην εξουσία. Κατόπιν παραιτήθηκε οριστικά, θέλοντας να αποσυρθεί από τον δημόσιο βίο καθώς είχε υπερβεί τα 75 χρόνια. Στο σπίτι όπου έμενε, στην οδό Κυψέλης 56[4], στην Αθήνα, (προς τιμήν του οποίου ονομάστηκε αργότερα "πλατεία Κανάρη" η πλατεία Κυψέλης), συνέρρεαν πολίτες από παντού για να δουν τον «Ναύαρχο», όπως τον αποκαλούσαν. Το 1877 ετέθη επικεφαλής οικουμενικής κυβέρνησης για να αντιμετωπιστούν οι δύσκολες για την χώρα περιστάσεις που δημιούργησε ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος.

Το τέλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ασημένια λήκυθος όπου φυλάσσεται η καρδιά του Κανάρη, με επιγραφή "Χαίρε καρδία Ναυάρχου Κανάρη" (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα)
(1793-1877) Ο Κωνσταντίνος Κανάρης - Φωτογραφικό Αρχείο Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, Αθήνα.
Ο τάφος του Κωνσταντίνου Κανάρη στο πρώτο νεκροταφείο της Αθήνας
Στις 2 Σεπτεμβρίου 1877, χτυπημένος από ημιπληγία, πεθαίνει από ανακοπή καρδιάς[5], όντας εν ενεργεία πρωθυπουργός. Η τελευταία του κατοικία βρίσκεται δίπλα στην είσοδο του Α' Νεκροταφείου, ενώ αρκετά χρόνια έζησε και στην περιοχή της Κυψέλης.
Είχε παντρευτεί την Δέσποινα Μανιάτη. Παιδιά τους ήταν:
  • ο Νικόλαος (γεννήθηκε το 1818, στάλθηκε με ειδική αποστολή στη Βηρυτό, σκοτώθηκε το 1848),
  • ο Θεμιστοκλής (γεννήθηκε το 1819, στάλθηκε στην Αίγυπτο με ειδική αποστολή, σκοτώθηκε το 1851),
  • ο Θρασύβουλος (γεννήθηκε το 1820, κατατάχθηκε στο Ναυτικό, έγινε ναύαρχος, πέθανε το 1898),
  • ο Μιλτιάδης (γεννήθηκε το 1822, κατατάχθηκε στο Ναυτικό όπου διακρίθηκε, έγινε ναύαρχος, έβγαινε πολλά χρόνια βουλευτής, έγινε τρεις φορές υπουργός Ναυτικών το 1864, το 1871 και το 1878, πέθανε το 1899),
  • ο Λυκούργος (γεννήθηκε το 1826, σπούδασε νομικά, πέθανε το 1865),
  • η Μαρία (γεννήθηκε το 1828, παντρεύτηκε τον Α. Μπαλαμπάνο, πέθανε το 1847),
  • ο Αριστείδης (γεννήθηκε το 1831, ήταν αξιωματικός και σκοτώθηκε στις ταραχές του 1863 έξω από τον οικίσκο των ανακτόρων στην οδό Ηρώδου του Αττικού).
Μέσα σε 18 χρόνια ο Κανάρης έχασε σε νέοτατες ηλικίες (19 έως 39) τα 5 από τα 7 παιδιά του, με 3 από τους γιούς του να σκοτώνονται, οι 2 εκ των οποίων σε ξένη γη.

Περί Καταγωγής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναπαράσταση του 1830, Άνταμ Φρίντελ
Tο πραγματικό όνομα του Κανάρη ήταν Κωνσταντής Νικολάου Σπηλιωτέας.[6] Η ετυμολογία του ονόματός του κατά μίαν άποψη προέρχεται από τη λέξη καρνάγιο (ιταλικά carenaggio = ναυπηγείο).[7] Υπάρχει όμως και δεύτερη εκδοχή. Κατά το ημερολόγιο του γιου του, πυρπολητή Αριστείδη Κ. Κανάρη, «…απεκλήθη ο πατήρ μου Κάν-Άρης ή Κανάρης, λόγω του μειλιχίου και σώφρονος χαρακτήρος του, διότι αν και ριψοκίνδυνος, πολεμικός και αποφασιστικός, ενήργει πάντοτε κατόπιν περισκέψεως…». Η τρίτη εκδοχή, είναι να προέρχεται το επώνυμο από το καναρίνι, λόγω του μειλίχιου χαρακτήρα του.
Ως προς τη χρονολογία και τον τόπο γέννησης του Κανάρη, υφίστανται σημαντικές διαφορές. Κατά μία εκδοχή γεννήθηκε στα Ψαρά το 1793[8] ή το 1790.[9] Κατ' άλλους γεννήθηκε στην Πάργα[10] γύρω στο 1790.[11] O ίδιος ο Κωνσταντίνος Κανάρης στα απομνημονεύματά του αναφέρει «τώρα περνάμε από τη γενέτειρά μου την Πάργα». Ο ιστορικός Δημήτριος Γατόπουλος (1891-1956) μελέτησε τα οικογενειακά αρχεία της οικογένειας Κανάρη και δημοσίευσε ιστορική μελέτη στην εφημερίδα Εστία, στο φύλλο της 14ης Ιουλίου 1937. Στα οικογενειακά αυτά αρχεία περιλαμβάνεται και το μυστικό ημερολόγιο του Κωνσταντίνου Κανάρη το οποίο άνοιξε ο δισέγγονός του, συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Θεμ. Κανάρης. Από αυτά ο συγγραφέας συμπεραίνει πως ο Κωνσταντίνος Κανάρης δεν είχε γεννηθεί στα Ψαρά αλλά στην Πάργα, το Σεπτέμβριο του 1790 και εγκαταστάθηκε, κατά τους προεπαναστατικούς χρόνους, στο νησί των Ψαρών.[12]
Ως προπάππος του πυρπολητού Κ. Κανάρη φέρεται ο Νικόλαος Σπηλιωτέας, παππούς του ο Θεμιστοκλής και πατέρας του ο Νικόλαος Σπηλιωτέας.[13][14] Από την μελέτη των ημερολογίων της οικογένειας Κανάρη, «διευκρινίζεται ότι η νεοελληνική οικογένεια Κανάρη υπήρξε συνέχεια της παλαιοελληνικής οικογενείας Σπηλιωτέα, κλάδου της οποίας τα μέλη, τιτλούχοι των Βενετών και Γενουησίων αρχόντων απαντώνται εν δράσει περί το 1200.[15]
Η επικρατούσα όμως άποψη θέλει τον Κανάρη γνήσιο Ψαριανό. Υπάρχουν στοιχεία ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Ψαρά.[16] Επιπλέον, ο Κανάρης ήταν παντρεμένος με την Δ. Μανιάτη, γυναίκα από πλούσια και Ψαριανή οικογένεια. Αυτό, αποτελεί ένα ακόμα στοιχείο για την καταγωγή του Κανάρη αφού οι Ψαριανοί θεωρούσαν κατάντημα και ντροπή να παντρεύονται με ξένους, πόσο μάλλον μία αριστοκρατική οικογένεια των Ψαρών (αυτή της Δ. Μανιάτη).[17] Επιπροσθέτως, υπάρχει και το ίδιο το αρχείο της νήσου Ψαρών στο οποίο υπάρχει το όνομα του Κανάρη. Τέλος, δεν υπάρχει καμία μαρτυρία που να αναφέρει τον Κανάρη να ονομάζει την Πάργα γενέτειρά του καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του, αντίθετα η απάντησή του σε ξένους φιλέλληνες που τον ρωτούσαν για την ιστορία του και τα κατορθώματά του ήταν απλή: έδειχνε με τον το δάχτυλό του το χάρτη των Ψαρών και έλεγε: "Αυτά είναι η ιστορία μου, για αυτά να γράψετε!". Συμπερασματικά, η καταγωγή του Κανάρη από την Πάργα, συλλογιζόμενοι όλα τα παραπάνω καθώς και την διατύπωση αυτής της θεωρίας μόλις πριν από 70 περίπου χρόνια, δεν είναι πιθανή. Όσο για το σόι του και την προέλευση της οικογένειάς του από την Ιταλία ο ίδιος ο Κανάρης έδωσε απάντηση σε αυτά τα "παραμύθια" (κατά τον Φωτιάδη) λέγοντας πως το σόι του ξεκινάει από τον ίδιο.[
 
el.wikipedia.org