Η «επίσημη Τουρκία» αντεπιτίθεται στα νέα ψηφίσματα που προτείνουν την αναγνώριση της αρμενικής γενοκτονίας μέσω νέων εξωφρενικών θέσεων του «Ιδρύματος Τουρκικής Ιστορίας». Το εν λόγω ίδρυμα, που απηχεί τις επίσημες κρατικές θέσεις περί ιστορίας, αποφάσισε να δώσει τέλος στην παραδοσιακή απόδοση της φωτιάς στον ελληνικό στρατό. Σχεδιάζει νέο βιβλίο στα αγγλικά που θα αποδίδει την πυρκαϊά σε «Αρμένιους τρομοκράτες που είχαν φορέσει στολές Τούρκων στρατιωτών». Και η άρνηση της ιστορίας συνεχίζεται, προσλαμβάνοντας νέες διαστάσεις…
Σε εξαιρετικά δύσκολη θέση φαίνεται πως αισθάνεται ότι έχει περιέλθει η τουρκική διπλωματία και πολιτεία μετά τα αλλεπάλληλα κτυπήματα στην επίσημη πολιτική του κράτους να αρνείται την Αρμενική Γενοκτονία.
Τα ψηφίσματα με τα οποία η Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων και η Σουηδική Βουλή πρότειναν την αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας από το Κογκρέσσο και τη Σουηδική κυβέρνηση αντίστοιχα προκάλεσαν υστερικές αντιδράσεις της Άγκυρας, που απειλεί να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατά των κρατών τα κοινοβούλια των οποίων περνούν ψηφίσματα αναγνώρισης της Γενοκτονίας.
Τα ψηφίσματα με τα οποία η Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων και η Σουηδική Βουλή πρότειναν την αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας από το Κογκρέσσο και τη Σουηδική κυβέρνηση αντίστοιχα προκάλεσαν υστερικές αντιδράσεις της Άγκυρας, που απειλεί να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατά των κρατών τα κοινοβούλια των οποίων περνούν ψηφίσματα αναγνώρισης της Γενοκτονίας.
Ακόμη περισσότερο οργισμένες είναι οι αρχές με το γεγονός ότι μία πλειάδα Τούρκων ιστορικών και διανοουμένων καταφέρεται έντονα κατά της επίσημης πολιτικής άρνησης, επιδιώκοντας τη συγγνώμη της αρμενικής πλευράς για τις σφαγές.
Σε αυτό το πλαίσιο, η επίσημη πολιτεία βρίσκεται σε συντονισμένη προσπάθεια αντεπίθεσης και δημιουργίας εντυπώσεων σε διεθνές επίπεδο. Παραδοσιακά, κάθε προβολή της Αρμενικής Γενοκτονίας σε διεθνές επίπεδο συνοδευόταν με προπαγάνδα από το «Τουρκικό Ίδρυμα Ιστορίας». Οι κρατικοδίαιτοι ιστορικοί του εδώ και χρόνια ισχυρίζονται πως γενοκτονία υπήρξε μεν, αλλά πρόκειται για γενοκτονία Τούρκων και Κούρδων που κατέσφαξαν οι Αρμένιοι σε όλη τη Μικρά Ασία. Τις θέσεις αυτές απηχεί και η ιστοσελίδα του τουρκικού Υπεξ, την οποία φημολογείται ότι τις έχουν επιμεληθεί οι ιστορικοί του εν λόγω ιδρύματος. (http://www.mfa.gov.tr/the-armenian-allegation-of-genocide-the-issue-and-the-facts.en.mfa
Για δεκατέσσερα χρόνια διατέλεσε πρόεδρός του ο Γιουσούφ Χαλάτσογλου, πρόσωπο νοοτροπίας φασιστοειδούς, που χαίρει της απαξίας σύσσωμης της φιλελεύθερης διανόησης της Τουρκίας. Ο αγώνας της τελευταίας πέτυχε την απομάκρυνση του Χαλάτσογλου, ενώ η διεθνής κατακραυγή είχε επιτύχει και την κατάργηση διάταξης του Ποινικου Κώδικα που όριζε πως ο ισχυρισμός Τούρκου πως το 1915 τελέσθηκε γενοκτονία εις βάρος των Αρμενίων αποτελεί ποινικό αδίκημα.
Ωστόσο, η παρακαταθήκη του Χαλάτσογλου παραμένει στο Τουρκικό ίδρυμα Ιστορίας, όπως επίσης παραμένει στο κυβερνητικό επίπεδο ο επιθετικός εθνικισμός των πρότερων, κεμαλικών κυβερνήσεων, παρά τη «μεταπολίτευση» που έφερε το ΑΚΡ στην εξουσία. Η προβολή θέσεων για την Αρμενική Γενοκτονία που δεν πείθουν κανέναν στο εξωτερικό αλλά και προκαλούν την ειρωνεία των φιλελεύθερων Τούρκων, αποτελεί δυστυχώς εμμονή και της παρούσας κυβέρνησης. Εκατομμύρια δολλάρια δαπανούνται για την προβολή θέσεων που και δεν πείθουν, και συντείνουν μονάχα στο να αμαυρώνουν την εικόνα της Τουρκίας διεθνώς.
Η σχεδιαζόμενη αντεπίθεση στα δύο πρόσφατα ψηφίσματα για το Αρμενικό θα πραγματοποιηθεί, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του τουρκικού τύπου, με αναφορά στην… πυρκαϊά της Σμύρνης. Το ζήτημα θεωρείται «λυμένο» στη διεθνή ιστοριογραφία, όπου η απολύτως κρατούσα άποψη αποδίδει την πυρκαϊά στον εισβάλλοντα τουρκικό στρατό, ενώ δεν παραλείπει τις εκτενείς αναφορές στις σφαγές των αμάχων. Στην Τουρκία, πάλι, οι μαθητές διδάσκονται στο σχολείο από τους καθηγητές τους ότι τη Σμύρνη την έκαψε ο ελληνικός στρατός κατά την αποχώρησή του. «Οι Έλληνες έκαψαν τα σπίτια τους και έφυγαν, για να μην πέσουν οι περιουσίες τους στα χέρια των Τούρκων» είναι η συχνά επαναλαμβανόμενη θέση της επίσημης ιστοριογραφίας. Το Τουρκικό Ίδρυμα Ιστορίας, ωστόσο, εμφανίζεται σήμερα αποφασισμένο να προπαγανδίσει μία θέση, που φαίνεται πιο «συμφέρουσα» στην παρούσα συγκυρία: σύμφωνα με αυτή, τη φωτιά της Σμύρνης έβαλαν το Σεπτέμβριο του 1922 «22 Αρμένιοι τρομοκράτες» που είχαν φορέσει στολές Τούρκων στρατιωτών!
Τις προθέσεις του Τουρκικού Ιστορικού Ιδρύματος αποκάλυπτε σε άρθρο του στη Χουριέτ ο Γιασάρ Ακσόι, συγγραφέας και αρθρογράφος της εφημερίδας. Το άρθρο δημοσιεύθηκε πριν τη σχετική ανακοίνωση από το διευθυντή του τμήματος Αρμενικών Ερευνών του ιδρύματος Κεμάλ Τσιτσέκ, στην ίδια εφημερίδα, σχετικά με τη νέα τακτική του ιδρύματος και είναι βάσιμο να υποτεθεί πως ο Ακσόι σκιαγραφούσε την κρατική πολιτική «αντεπίθεσης» που εκλήθη το ίδρυμα να υιοθετήσει.
Δύο εξελίξεις υπαγόρευσαν, κατά τον Ακσόι, την επερχόμενη αντεπίθεση της «επίσημης» Τουρκίας, δια στόματος του Τουρκικού Ιδρύματος Ιστορίας. Η πρώτη ήταν ο συναγερμός που προκάλεσε το ψήφισμα της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Αμερικανικής Βουλής, το οποίο έκανε λόγο για γενοκτονία των Αρμενίων μεταξύ των ετών 1915 και 1923. Στα προηγούμενα ψηφίσματα, γινόταν πάντοτε αναφορά στις ημερομηνίες 1915 – 1919. Η αλλαγή των ημερομηνιών στο τελευταίο ψήφισμα καταδεικνύει πως οι «υποστηρικτές των αρμενικών θέσεων», κατά τον Ακσόι, επιχειρούν να επεκτείνουν τις χρονολογίες της γενοκτονίας, ώστε να συμπεριλάβει και την καταστροφή της Σμύρνης. Σε μία ξεχωριστή εξέλιξη που εξόργισε την Τουρκία, στη σειρά The Pacific του Steven Spielberg, όπου πρωταγωνιστθεί ο Tom Hanks, παρουσιάζονται οι Τούρκοι ως υπεύθυνοι της πυρκαϊάς της Σμύρνης, αλλά και εκτεταμένων σφαγών στην πόλη.
Ο Ακσόι μιλά για μία «διεθνή εκστρατεία εκδίκσης», που χρησιμοποιεί το ζήτημα της πυρκαϊάς προκειμένου να δυσφημίσει το Τουρκικό έθνος, αμαυρώνοντας την ιστορία και την ταυτότητά του. Αφού καταγγέλει ως «αντιτούρκους» την πληθώρα των μαρτύρων που καταγγέλουν τον τουρκικό στρατό ως υπεύθυνο για την πυρκαϊά, υιοθετεί τους αντικρουόμενους ισχυρισμούς κάποιων ιεραποστόλων και ξένων γραφειοκρατών προκειμένου να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τη φωτιά έβαλαν Αρμένιοι τρομοκράτες που δραστηριοποιούνταν στην πόλη την περίοδο εκείνη. Κατονομάζει ως υπεύθυνη μία οργάνωση με το όνομα «Επαναστατικό Αρμενικό Κομιτάτο Σμύρνης», παράρτημα της επαναστατικής Αρμενικής οργάνωσης Τασνακσιουτούν («Τασνάκ»). Κίνητρό της για την πυρκαϊά, κατά τον Ακσόι, ήταν «να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων τα πλούτη των Χριστιανών της πόλης». Η εισαγωγή του άρθρου «απάντηση στους βρώμικους ισχυρισμούς της αμερικανικής σειράς» και φράσεις όπως «δόξα τω Θεώ που έχουμε στα χέρια μας ένα χείμαρρο εγγράφων που αποδεικνύουν τη δράση της οργάνωσης αυτής στη Σμύρνη κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών και του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου» προδίδουν και τις διαθέσεις και αντεπιστημονική στάση του γράφοντος. Ο Ακσόι μιλά για δηλώσεις της οργάνωσης στις αρχές του Σεπτεμβρίου πως θα έκαιγε τη Σμύρνη αν έπεφτε στα χέρια των Τούρκων, δηλώσεις που ισχυρίζεται πως καταγράφηκαν και σε διεθνή έγγαφα, τα οποία όμως παραλείπει να ονομάσει.
Ξεφεύγοντας από την παραδοσιακή θέση που προωθεί το επίσημο κράτος, ο Ακσόι τονίζει πως η φωτιά αποτέλεσε προϊόν οργανωμένου σχεδίου και σε καμμία περίπτωση δεν μπορεί να αποδοθεί σε «ατύχημα». Καθώς όμως ο ελληνικός στρατός είχε αποχωρήσει από την πόλη «κακήν κακώς» στις 9 Σεπτεμβρίου, δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος για το σχέδιο πυρπόλησής της: η πυρκαϊά ξεκίνησε μόλις το μεσημέρι της 13ης Σεπτεμβρίου. Ο αρθρογράφος αναφέρεται στο (αναμφισβήτητο γεγονός) της πυρπόλησης πολλών πόλεων της Μικράς Ασίας (Πάνορμος, Μαγνησία κ.ά) από τον ελληνικό στρατό, αλλά τονίζει πως η Σμύρνη αποτελεί εξαίρεση. Θεωρεί δε πως οι Τούρκοι, που μόλις είχαν ανακτήσει την πόλη, δεν είχαν κανένα λόγο να πυρπολήσουν τις πλουσιότερες συνοικίες της. Ήταν πλέον μία τουρκική πόλη, και δεν υπήρχε λόγος να εκτεθεί και να δυσφημισθεί με μία παρόμοια πράξη ο τουρκικός στρατός μπροστά στα σταθμευμένα στον κόλπο της Σμύρνης πλοία των Μεγάλων Δυνάμεων. Αποκρούοντας την ελληνική ή τουρκική ευθύνη, αλλά και την πιθανότητα ατυχήματος, ο Ακσόι υποδεικνύει την ανωτέρω Αρμενική οργάνωση ως υπεύθυνη για την πυρπόληση της Σμύρνης. Καταγγέλει δε τους Τούρκους ιστορικούς που δέχονται την ευθύνη του τουρκικού στρατού για την πυρκαϊά ως πιόνια «σχεδίων για την πλύση εγκεφάλου του τουρκικού λαού. Μάλιστα. Δεν αναφέρεται βέβαια στο ζήτημα των σφαγών των αμάχων από τον τουρκικό στρατό σε όλη την πόλη, ωμότητες επαρκώς καταγεγραμμένες από πλήθος δυτικών παρατηρητών.
Λίγες ημέρες μετά το άρθρο του Ακσόι, ο Κεμάλ Τσιτσέκ, διευθυντής του τμήματος Αρμενικών Ερευνών του Τουρκικού Ιδρύματος Ιστορίας, αποκάλυπτε στη Χουριέτ πως το ίδρυμα ετοιμάζει την έκδοση ενός βιβλίου στην αγγλική, προς «διαφώτιση» της διεθνούς κοινής γνώμης σχετικά με τη φωτιά της Σμύρνης. Βασική θέση του νέου αγγλόφωνου πονήματος θα είναι πως τη φωτιά έβαλαν «22 Αρμένιοι που είχαν φορέσει στολές Τούρκων στρατιωτών», οι οποίοι μάλιστα και παραδέχθηκαν την πράξη τους ενώπιον των τότε αστυνομικών αρχών. Η ιστορία που θέλει να διαφημίσει το ίδρυμα στην παγκόσμια κοινή γνώμη προφανώς επιδιώκει να αποπροσανατολίσει από την τουρκική ευθύνη για τη γενοκτονία του 1915.
Κατά τον Τιτσέκ, η στρατονομία είχε τότε συλλάβει τους «Αρμενίους τρομοκράτες» τους ενδεδυμένους το τουρκικό χακί, ως υπεύθυνους για την πυρκαϊά. Οι δε συλληφθέντες «ομολόγησαν» την ενοχή τους. Στους γνώστες της τουρκικής ιστορίας το περιστατικό θυμίζει έντονα παλαιότερες πρακτικές του επίσημου κράτους, και συγκεκριμένα τις συλλήψεις την επαύριο των Σεπτεμβριανών, του πογκρόμ του 1955 κατά των Ελλήνων της Πόλης. Οι αστυνομικές αρχές της Πόλης τότε είχαν προβεί σε μαζικές προσαγωγές και ανακρίσεις αριστερών διανοουμένων, ισχυριζόμενες πως το πογκρόμ κατά των Ρωμηών και των άλλων μειονοτικών ήταν σχέδιο του «διεθνούς κομμουνισμού». Σήμερα βέβαια έχει αρκούντως αποδειχθεί ότι αποτέλεσε οργανωμένο σχέδιο του τουρκικού παρακράτους και των οργανώσεων που αυτό ήλεγχε, με στόχο την εθνική εκκαθάριση της Πόλης. Ο Τσιτσέκ οικτίρει μάλιστα την «πλάνη» πολλών Τούρκων διανοουμένων, που υιοθετούν την άποψη πως οι Τούρκοι έκαψαν τη Σμύρνη. Η δική του πάντως συνέντευξη είναι μία παρέλαση από ανακολουθίες. Αφού σημειώνει πως «δεν υπάρχει στα έγγαφα και έργα που μελετήσαμε σαφής απόδειξη για το ποιος ξεκίνησε τη φωτιά». Ελλείψει σαφέστατων αποδείξεων, υποστηρίζει, «η θέση κάποιων συγγραφέων μας [Τούρκων συγγραφέων] ότι τη Σμύρνη έκαψαν οι Τούρκοι αντίκειται στην επιστημονική γνώση». Και καταλήγει πως «μετά από συλλογική μελέτη των αρχείων συμπεράναμε πάντως πως υφίσταται μία ομοφωνία πως τη φωτιά έβαλαν οι Αρμένιοι».
Ανάμεσα στα εξωφρενικά που ισχυρίζεται ο Τσιτσέκ είναι πως «ο μητροπολίτης Σμύρνης Χρίστομος (sic, εννοεί το Χρυσόστομο) σε κηρύγματά του στις εκκλησίες ισχυρίσθηκε πως η πυρπόληση της πόλης αποτελεούσε θρησκευτικό καθήκον, ώστε να μην παραδοθούν τα πλούτη της στους Τούρκους», αλλά και ότι ο τότε πρέσβυς των ΗΠΑ στη Σμύρνη Horton έλαβε χρηματική αμοιβή από την αρμενική διασπορά για να γράψει βιβλίο προπαγανδίζοντας τις ελληνικές και αρμενικές θέσεις. Ο Τσιτσέκ ισχυρίζεται πως το γεγονός του χρηματισμού επιβεβαίωσαν και οι κληρονόμοι του Horton, αλλά βιάζεται να προσθέσει πως το ίδρυμα δε διαθέτει έγγραφη απόδειξη της «ομολογίας» αυτής. Φυσικά, ο Τσιτσέκ αποφεύγει να αναφερθεί στις σφαγές που ακολούθησαν την κατάληψη της πόλης από τον τουρκικό στρατό, ενώ δεν εξηγεί τι απέγιναν οι περίφημοι 22 Αρμένιοι συλληφθέντες και ομολογήσαντες. Πού βρήκαν τις στολές Τούρκων στρατιωτών, γιατί δεν έχει ακούσει κανείς μέχρι σήμερα γι’ αυτούς; Γιατί μέχρι σήμερα στα σχολεία και την επίσημη ιστοριογραφία η ευθύνη της φωτιάς αποδιδόταν στον ελληνικό στρατό, και μάλιστα παρά τη διεθνή παραδοχή της τουρκικής ευθύνης; Ο Τσιτσέκ παραδέχεται πάντως πως μόνο ένας ξένος εκπαιδευτικός, και κανείς άλλος αυτόπτης, δεν κάνει λόγο για «Αρμενίους που είχαν φορέσει τουρκικές στρατιωτικές στολές». Εύλογη δε είναι και η απορία του πώς αυτός διέγνωσε πως οι στρατιώτες που έβαζαν τις φωτιές ήταν στην πραγματικότητα Αρμένιοι μεταμφιεσμένοι.
Το εύλογο ερώτημα βέβαια είναι εάν όντως η «επίσημη Τουρκία» πιστεύει πως οποιοδήποτε στο εξωτερικό πείθεται από τους σχετικούς ισχυρισμούς της άρνησης, είτε πρόκειται για τη Γενοκτονία των Αρμενίων και των άλλων χριστιανικών λαών της Μικράς Ασίας είτε για την τουρκική ευθύνη για την πυρπόληση της Σμύρνης. Πόσο μάλιστα που το κύμα δυσπιστίας έναντι των επίσημων τουρκικών θέσεων διογκώνεται στην ίδια τη χώρα, με τη φιλελεύθερη διανόηση να περιγελά τις θέσεις των αρχών. Μπορεί το Τουρκικό Ίδρυμα Ιστορίας να ισχυρίζεται πως ο Horton χρηματίσθηκε από την αρμενική διασπορά για να προπαγανδίσει «αντιτουρκικές θέσεις», αλλά θα πρέπει να το αποδείξει. Αντιθέτως, έχει επαρκώς αποδειχθεί το σκάνδαλο του χρηματισμού αμερικανών ιστορικών από την τουρκική κυβέρνηση για τον προπαγανδισμό των τουρκικών θέσεων άρνησης της γενοκτονίας. Σε μία μάλιστα περίπτωση, ο ιστορικός Heath Lowry απεδείχθη ότι όχι μόνο έπαιρνε χρήματα, αλλά και δρούσε ως εντολοδόχος της τουρκικής πρεσβείας στη Ουάσιγκτον. Ως αποτέλεσμα το όνομα του Lowry, που ως μαϊντανός εμφανίζεται σε κάθε ευκαιρία για να προπαγανδίσει τις τουρκικές θέσεις, κατέστη στις ΗΠΑ συνώνυμο της διαφθοράς και του χρηματισμού των πανεπιστημιακών.
Αλέξανδρος Μασσαβέτας