Αν και η ανάγκη είναι πρόδηλη, στην Ελλάδα η συζήτηση για την ταυτότητα δεν άνοιξε ακόμη, όπως λ.χ. συνέβη στη Γαλλία. Ποια είναι η νέα ελληνική ταυτότητα; Πώς επηρεάζεται από τις ευρύτατες μεταβολές;
Πώς τη σφραγίζει η σημερινή παραγωγική γενιά και πώς θα την παραδώσει; Σε αυτά τα ερωτήματα τέσσερις προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών δίνουν τη δική τους απάντηση.
Εκείνο που επικράτησε ως ελληνική ταυτότητα από το 1960 και άντεξε ως τις μέρες μας δεν λειτουργεί πλέον με επάρκεια. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Εurostat, σήμερα ζουν στη χώρα μας πάνω από ένα εκατομμύριο μετανάστες. Το σχέδιο νόμου που ετοιμάζει η κυβέρνηση εκτιμάται ότι θα δώσει την ελληνική εθνικότητα σε περισσότερους από 250.000 μετανάστες, ενώ, το πιο σημαντικό, είναι ότι θα μετατρέψει το ευρωπαϊκού τύπου «δίκαιο του αίματος» σε αμερικανικού τύπου «δίκαιο του εδάφους», αφού τα παιδιά των μεταναστών που θα γεννιούνται στην Ελλάδα θα λαμβάνουν αυτόματα την ελληνική εθνικότητα.
Το ζήτημα είναι τώρα πολύ πιο πολύπλοκο απ΄ ό,τι 20 ή 10 χρόνια πριν και λαμβάνει διαστάσεις πολυεθνικότητας που θυμίζουν περισσότερο τον 19ο παρά τον 20ό αιώνα, ενώ στις διαδικασίες ενσωμάτωσης ιδιαίτερα σημαντικός είναι και ο ρόλος των θρησκειών.
Πέρα όμως από το μείζον θέμα της απόδοσης ελληνικής εθνικότητας σε μετανάστες, υπάρχουν και άλλες πολύ σημαντικές διαστάσεις της διαμόρφωσης της ελληνικής ταυτότητας. Λ.χ., κατά τον Στέλιο Ράμφο «η Ελλάδα είναι η πρώτη ανατολική χώρα στην ιστορία που επιχείρησε να γίνει δυτική» και το γεγονός αυτό, μαζί με βάρη των μετεμφυλιακών χρόνων, έχει δημιουργήσει τεράστιες «ψυχικές εκκρεμότητες» οι οποίες προκαλούν ακόμη στρεβλώσεις. Ταυτόχρονα, η αρχή της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα βρίσκει τη χώρα σε συνθήκες αβεβαιότητας που όμοιά της δεν έχει βιώσει εδώ και πολύ καιρό. Σταθερές με τις οποίες ο τόπος πορεύτηκε επί δεκαετίες έχουν ανατραπεί. Εν τω μεταξύ, στη σκέψη ή στην τέχνη πολύ δύσκολα θα μπορούσε κανείς να πει ότι γεννιούνται νέα ρεύματα και τάσεις που δείχνουν διεξόδους και κατευθύνσεις σε οτιδήποτε, ενώ νέα ιδεολογία δεν παράγεται.
Ωστόσο η συζήτηση για την ελληνική ταυτότητα υπήρξε από την πρώτη στιγμή κατ΄ εξοχήν πνευματική. Οι ρίζες της φτάνουν ως τον Ομηρο, ενώ στον Θουκυδίδη και στον Ισοκράτη παίρνει πλέον ξεκάθαρη μορφή: Ελληνες είναι εκείνοι που μετέχουν στην ελληνική γλώσσα και Παιδεία και που οργανώνουν τις πόλεις τους με ελληνικούς θεσμούς. Με τον Μέγα Αλέξανδρο, η ελληνικότητα γίνεται οικουμενική. Στους βυζαντινούς χρόνους νέο κυρίαρχο στοιχείο της συζήτησης καθίσταται ο χριστιανισμός. Κατά την Επανάσταση του 1821 τη σφραγίζει ο νεοκλασικισμός του Αδαμάντιου Κοραή, ώσπου το 1835 ο Φαλμεράγερ αποφάσισε ότι οι νέοι Ελληνες... ουδεμία σχέση έχουν με τους αρχαίους. Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος τον ανασκευάζει. Στον 20ό αιώνα την επανακαθορίζει η Γενιά του ΄30.
Ο Μεταξάς γελοιοποιεί την ελληνικότητα, όπως αργότερα και ο Παπαδόπουλος- εν τω μεταξύ, είχε μεσολαβήσει ένας Εμφύλιος... Τελικά, η δεκαετία του 1960 πετυχαίνει μια ιστορική συναίρεση: μέσα από το τραγούδι και το κοινωνικό πλάτος που αυτό προσφέρει και με πρωτοπόρο τον Μίκη Θεοδωράκη ο Επιτάφιος του Ρίτσου τραγουδιέται δίπλα δίπλα στο Αξιον Εστι του Ελύτη και στο Μυθιστόρημα του Σεφέρη από εκατομμύρια λαού και έτσι μια νέα πιο νέα συνθετική εκδοχή της ελληνικότητας, χωρίς να συζητείται πια τόσο πολύ, γίνεται ξαφνικά έννοια φυσική και αυτονόητη. Είναι ένα κίνημα που απλώνεται παντού: στην ποίηση, στη μουσική, στη λογοτεχνία, στη σκέψη, στη ζωγραφική, στην αρχιτεκτονική, στον κινηματογράφο...