Βασική διαφορά του Ρωμαιοκαθολικισμού με την Ορθοδοξία αποτελεί η απόφαση της Α΄ Συνόδου του Βατικανού (1870), που θέσπισε τον πάπα ως ορατή κεφαλή της Εκκλησίας και αλάθητο, μάλιστα “εξ εαυτού και όχι με βάση τη συγκατάθεση της Εκκλησίας”. Όταν θεσπίστηκε το δόγμα του πρωτείου και του αλάθητου του Πάπα, σχηματίσθηκε νέο σχίσμα με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η Παλαιοκαθολική “Εκκλησία”... Η Β΄ Σύνοδος του Βατικανού (1962-1965) δεν επέφερε μεταβολή στις δογματικές διαφορές. Στη “Δογματική Διάταξη περί Εκκλησίας”, που χαρακτηρίζεται ως “το σπουδαιότερο κείμενο της Β΄ Συνόδου του Βατικανού”, επικυρώνεται η Α΄ Σύνοδος του Βατικανού και υπογραμμίζεται πως ο πάπας είναι “η μόνιμη και ορατή αρχή και θεμέλιο στην ενότητα της πίστης και της εκκλησιαστικής κοινωνίας”...
Ο πάπας τοποθετείται πάνω από τις Οικουμενικές Συνόδους (κεφ. Γ΄ 22)· για να είναι κανείς “ολοκληρωτικά ενσωματωμένος” στην κοινωνία της Εκκλησίας πρέπει να αναγνωρίσει το πρωτείο και το αλάθητο του πάπα (κεφ. Β΄ 9). Παρόλο το "άνοιγμα" των ρωμαιοκαθολικών με βάση τη σύνοδο αυτή, το “Διάταγμα περί Οικουμενισμού” διακηρύσσει πως οι μη ρωμαιοκαθολικοί χριστιανοί «τελούν εν ποια τινι κοινωνία» με την "Eκκλησία" της Pώμης, ότι η «πληρότητα της χάριτος και αληθείας είναι εμπεπιστευμένη» στη "Pωμαιοκαθολική Eκκλησία" και ότι «πρέπει πλήρως να ενσωματωθούν όλοι (σ' αυτήν), όσοι κατά τινα τρόπον, ανήκουν ήδη στο λαό του Θεού» (παράγρ. 3).
[...] Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι δυνατό να αναγνωρίσει το δόγμα του πρωτείου και του αλάθητου του πάπα. Δεν δέχεται οποιαδήποτε αγιογραφική καταχύρωση αυτού του δόγματος ή οποιαδήποτε αναφορά στην αρχαία παράδοση της Εκκλησίας.
Το χωρίο «Συ ει Πέτρος, και επί ταύτη την πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» (Mατθ. Iστ΄, 18) δεν έχει σχέση με τον πάπα της Ρώμης. Σημαίνει πως η Εκκλησία την οποία ίδρυσε ο Κύριος, είναι θεμελιωμένη στην ομολογία του Πέτρου, πως ο Χριστός είναι όντως «Υιός του Θεού» κατά φύση, δηλαδή πάνω στην πίστη, πως στο πρόσωπο του Χριστού ενώθηκε ο Θεός κι ο άνθρωπος. Αυτό είναι το θεμέλιο της Εκκλησίας, όχι ο Απόστολος Πέτρος. Ο Χριστός, τονίζει, πως με την έννοια που ο Πέτρος ήταν «υιός του Ιωνά», με την ίδια έννοια είναι και ο ίδιος «υιός του Θεού του ζώντος», δηλαδή ομοούσιος προς τον Πατέρα (Ματθ. Ιστ΄, 17-18).
Αλλά κι αν ο Πέτρος θεωρηθεί θεμέλιος λίθος της Εκκλησίας, πρέπει να προστεθεί πως ακρογωνιαίος λίθος είναι ο ίδιος ο Χριστός και δευτερεύοντες λίθοι όλοι οι Απόστολοι, όχι μόνο ο Πέτρος (Εφεσ. Β΄, 20 πρβλ. Α΄ Κορ. Γ΄, 11). Γι' αυτό και τα "κλειδιά" του «δεσμείν και λύειν», το μυστήριο δηλαδή της άφεσης των αμαρτιών, δεν δίδεται μόνο στον Πέτρο (Ματθ. Ιστ΄, 19), αλλά σε όλους τους Αποστόλους (Ματθ. Ιη΄, 18). Στην Αγία Γραφή όλοι οι Απόστολοι έχουν ίση τιμή (Ματθ. Ιθ΄, 28 & Αποκ. Κα΄, 12-21). Η σύνοδος των Αποστόλων είναι ανώτερη από κάθε Απόστολο· και από τον Απόστολο Πέτρο (Πράξ. Η΄, 14). Μάλιστα, στην αποστολική σύνοδο προεδρεύει ο Απόστολος Ιάκωβος, όχι ο Πέτρος (Πράξ. Ιε΄, 6-26). Αλλά κι αν παραδεχθούμε οποιοδήποτε πρωτείο του Πέτρου, γιατί αυτό να το συνεχίζει ο πάπας της Ρώμης και όχι άλλοι επίσκοποι, που εγκαταστάθηκαν από τον Απόστολο Πέτρο, όπως ο Επίσκοπος Αντιοχείας; Το πρωτείο και το αλάθητο απορρίπτεται και από την ιστορία...
του Μακαριστού π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου