Επιστολή προς τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο, απέστειλε ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ, με αφορμή την συνέλευση της Μικτής Διεθνούς
Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ κ.κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜΜακαριώτατε Πάτερ και Δέσποτα,
Τυγχάνετε εγνωσμένος εις πανορθόδοξον επίπεδον δια τήν βαθείαν Υμετέραν προσήλωσιν εις τόν ύψιστον και αποστολικοπαράδοτον θεσμόν της συνοδικότητος εν τη διοικήσει της Αγιωτάτης ημών Αδιαιρέτου Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, θεσμόν ον και υπερασπίσθητε κατά την πολυτάλαντον Υμετέραν Αρχιερατικήν διακονίαν ευθαρσώς και μετά πολλής επιγνώσεως.
Επικειμένης τόσον τής προσεχούς τακτικής συνεδριάσεως του Ιερού Σώματος της Σεπτής Ιεραρχίας της Αγιωτάτης ημών Εκκλησίας κατά τον αρξάμενον μήνα Οκτώβριον, όσον και της εν Κύπρω συνελεύσεως της μικτής διεθνούς Επιτροπής επί του θεολογικού διαλόγου Ορθοδόξων και Ρ/Καθολικών με θέμα «τον ρόλον του επισκόπου Ρώμης εν τη κοινωνία των Εκκλησιών κατά την πρώτην χιλιετίαν» ταπεινώς φρονώ ότι, δέον όπως συζητηθή θεολογικώς το θέμα υπό της Σεπτής Ιεραρχίας της Αγιωτάτης ημών Εκκλησίας και τοποθετηθή και εκφρασθή σαφώς επ’αυτού το Ιερόν Σώμα, ούτως ώστε ο ημέτερος Σεβασμιώτατος Εκπρόσωπος Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ.κ. Χρυσόστομος, όστις διακρίνεται δια την θεολογικήν του επάρκειαν, ευρυμάθειαν και ορθοκρισίαν, ενισχυθή εν τη τελική διαμορφώσει του κοινού κειμένου της ως είρηται Διεθνούς Συνελεύσεως.
Τυγχάνει αδιαμφισβήτητος ιστορική αλήθεια, ότι ποτέ η Εκκλησία κατά την πρώτην χιλιετίαν δεν ανεγνώρισεν εις τον Επίσκοπον Ρώμης πρωτείον αυθεντίας και εξουσίας εις παγκόσμιον επίπεδον. Η υπερτάτη αυθεντία εις την ανά την οικουμένην Εκκλησίαν ησκείτο πάντοτε και μόνον από τας Οικουμενικάς Συνόδους.
Κατά ταύτα η Αγιωτάτη ημών Εκκλησία δέν δέχεται το παπικόν πρωτείον ως αυτό κατενοήθη και ηρμηνεύθη υπό της Α Βατικανῆς Συνόδου, η οποία ανεκήρυξε τον Επίσκοπον Ρώμης ως δήθεν «αλάθητον εκφραστήν» της συνειδήσεως της Εκκλησίας με δυνατότητα να αντιτίθεται ακόμη και εις αποφάσεις Οικουμενικής Συνόδου, νοσφιζόμενος ούτω με το δογματικώς κατοχυρωμένον και υπό της Β Βατικανῆς Συνόδου «αλάθητόν του» και το διεκδικούμενον πρωτείον εξουσίας εφ’ ολοκλήρου της Εκκλησίας, αυθαιρέτως, αντιγραφικώς και αντικανονικώς την θέσιν του Ζωοποιού και Παναγίου Πνεύματος της αληθείας εν τω σώματι της Εκκλησίας ακυρώνων ούτω urbi et orbi το αποστολικοπαράδοτον συνοδικόν πολίτευμα της Εκκλησίας, αλλά και αυτήν ταύτην την παρουσίαν και δράσιν του Αγ. Πνεύματος εν Αυτή.
Ο πάνσεπτος Οικουμενικός Πατριάρχης Κων/πόλεως-Νέας Ρώμης Παναγιώτατος κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ την 1ην Οκτωβρίου 1997, από του επισήμου βήματος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ομιλών περί της αιρέσεως του filoque εδήλωσε σχετικώς, προς το υπό κρίσιν θέμα της μικτής διεθνούς επιτροπής, τα ακόλουθα: «...Δύο λέξεις μόναι ανατρέπουν την όλην δομήν του κόσμου, δικαιολογούν το αλάθητον και την αυθεντίαν του ενός επί της γης. Η αίσθησις της ελευθερίας η Χριστός ημάς ηλευθέρωσεν, δεν επιτρέπει εις την Ανατολικήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν να δεχθή την απόλυτον υποταγήν Αυτής εις την βούλησιν του ενός, και δι’ αυτό αρνείται την ορθότητα των δύο τούτων λέξεων, επί των οποίων αυτός ο εις προσπαθεί να στηρίξη την εξουσίαν αυτού» (Τόμος «ΕΠΕΣΚΕΨΑΤΟ ΥΜΑΣ», Πατριαρχικαί Επισκέψεις εις την Συμβασιλεύουσαν, 1997-1999-2000, εκδ. Ι. Μητρ. Θεσσαλονίκης 2000, σελ. 275).
Κατά την συνέλευσιν της διεθνούς μικτής Επιτροπής θα πρέπει ασφαλώς να τεθούν αι παθογένειαι του Ρ/Καθολικοσμού και ειδικώτερον το ανύπαρκτον «Πετρίνειο λειτούργημα» του Επισκόπου Ρώμης, αι κίβδηλαι και νόθαι αποδείξεις περί αυτού (Ψευδοκωνσταντίνειος δωρεά, Ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις, Ψευδοκλημέντια κ.ο.κ.), αι δήθεν μαρτυρίαι δια το έκκλητον των επισκόπων της Εκκλησίας προς την Ρωμαϊκήν καθέδραν και αι δήθεν μαρτυρίαι περί της ρωμαϊκής αυθεντίας εις ζητήματα πίστεως και ερμηνείας των Γραφών.Λαμβανομένου υπ’ όψιν, ότι κατά το από 13/1/2005 μνημόνιον υπογεγραμμένον υπό του Υμετέρου Προκατόχου μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρού Χριστοδούλου και του συμπροέδρου εξ ορθοδόξων της μικτής διεθνούς Επιτροπής διαλόγου, Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου κ. Ιωάννου, η Αγιωτάτη ημών Εκκλησία σαφώς δι’ Αποφάσεως της Δ.Ι.Σ. αυτής της 12ης Ιανουαρίου 2005 διεκήρυξεν ότι:
« 1. ... Η Ουνία αποτελεί Εκκλησιαστικήν, Δογματικήν και Νομοκανονικήν εκτροπήν και βιαίαν απόσπασιν και απόσχισιν πιστών από την Μητέρα Ορθόδοξον Εκκλησίαν, και ως εκ τούτου πρέπει οπωσδήποτε να καταδικασθή και να καταργηθή.
2. Ως πρός τήν θεματολογίαν του Διαλόγου, η Εκκλησία τής Ελλάδος φρονεί, ότι πρέπει οπωσδήποτε να συνεχισθή η συζήτησις επί του θέματος τής Ουνίας, όπερ ουδόλως έχει εξαντληθή, δεδομένου, ότι συνεχίζει να υπάρχη και να δρα εις βάρος της Ορθοδοξίας.Η συζήτησις αυτή, προς διευκόλυνσιν της πορείας του Διαλόγου, δύναται να διεξαχθή εντός των πλαισίων της εκκλησιολογίας υπό το πρίσμα του πρωτείου», δέον όπως και το ειρημένον θέμα συζητηθή εξ αφορμής και της πρότριτα γενομένης εκλογής, χειροτονίας και εγκαταστάσεως εν Αθήναις του νέου Ουνίτου Επισκόπου Καρακοβίας κ. Δημητρίου Σαλάχα.Κατακλείων τήν Υμετέραν αίτησιν, υποσημειούμαι ευπειθέστατος.