Τεράστιες οι ευθύνες της ΥΠΑ, που δεν καταγγέλλει την Τουρκία στον ICAO
Η μόνιμη, το τελευταίο διάστημα, τουρκική αμφισβήτηση της ελληνικότητας των νήσων Αγαθονήσι και Φαρμακονήσι, καθώς επίσης και των πέριξ αυτών νησίδων και βραχονησίδων, εξυπηρετεί πλείστους τουρκικούς στόχους και συμφέροντα, αλλά δεν είναι κάτι «το καινούργιο».
Η αμφισβήτηση της ελληνικότητας για το Φαρμακονήσι και το Αγαθονήσι πρωτοεμφανίστηκε στις 29 Ιουλίου 2002, επί κυβερνήσεως Σημίτη.
Την ημερομηνία αυτή –και αφού η Αθήνα στο Ελσίνκι είχε ανάψει το πράσινο φως για τη μετέπειτα ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας στην ΕΕ– δύο οπλισμένα τουρκικά F-16 παραβίασαν την ελληνική κυριαρχία στα νησιά Αγαθονήσι, Αρκούς, Πάτμο, Φούρνους, Άνυδρο, Ψαρά, Αντίψαρα και Πετροκάραβο. Κατά τη διάρκεια αναχαίτισης από δύο ελληνικά F-16 υπήρξαν σκληρές κλειστές αερομαχίες, με το τουρκικό ραντάρ DATCA να καλεί τα ελληνικά F-16 να εγκαταλείψουν την «τουρκική κυριαρχία».
Ωστόσο η ελληνική κυβέρνηση αρκέστηκε σε διαμαρτυρία χωρίς αποτέλεσμα και δεν ζήτησε από τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς την καταδίκη της Τουρκίας.
Η αιτία αυτών των τουρκικών ενεργειών είναι ακόμα πιο παλιά και φαίνεται καθαρά σε δηλώσεις τούρκων αξιωματούχων από το 1974.
Για παράδειγμα, ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Μπουλέντ Ετζεβίτ στις 20 Ιουλίου 1974 δήλωνε ότι «...η άμυνα των νησιών του Αιγαίου θα πρέπει να αναληφθεί από κοινού από την Ελλάδα και την Τουρκία ως συμμάχους μέσα στο ΝΑΤΟ...». Και λίγο αργότερα, το 1975, ο πρωθυπουργός Ιρμάκ δήλωνε ότι «η υφαλοκρηπίδα της Μικράς Ασίας εκτείνεται μέχρι το μέσον του Αιγαίου...».
Σήμερα η Άγκυρα γνωρίζει, έπειτα από μελέτες και έρευνες ειδικών επιστημονικών εταιρειών και σύμφωνα με τον τουρκικό χάρτη του 2009, που αποκαλύπτει σήμερα το «Π», ότι στην περιοχή αυτή και γενικότερα ανατολικά του 25ου μεσημβρινού υπάρχουν σημαντικά κοιτάσματα πετρελαίου.
Αυτά προσπαθεί να διεκδικήσει η Άγκυρα με την έννοια της υφαλοκρηπίδας, επιδιώκοντας να επιβάλει στην Ελλάδα τις απόψεις της με αυθαιρεσίες και με τη δημιουργία τετελεσμένων και όχι με βάση τη διεθνή νομιμότητα, όπως αυτή υπαγορεύεται από τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας 1992, αλλά και από τη Σύμβαση της Γενεύης 1958, τις οποίες η Άγκυρα έχει καταψηφίσει.
Οι σταδιακά αυξανόμενες τουρκικές προκλήσεις στην περιοχή των δύο αυτών ελληνικών νησιών, και κυρίως από το 2002 και μεταγενέστερα, αποσκοπούν στην απόκτηση δικαιωμάτων εκμετάλλευσης στην υφαλοκρηπίδα δυτικά από τα ελληνικά αυτά νησιά.
Σε μια τέτοια περίπτωση, η οποία ενισχύεται από την αδράνεια της ελληνικής κυβέρνησης, θα παραχωρηθούν κυριαρχικά δικαιώματα στην Τουρκία πάνω στην υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου.
Έτσι τα υπό ελληνική κυριαρχία νησιωτικά εδάφη θα βρεθούν αυτόματα πάνω στην υφαλοκρηπίδα ξένου κράτους, θα απομονωθούν και θα μεταβληθούν σε κλειστά εδάφη και θα περιέλθουν υπό ασφυκτικό τουρκικό έλεγχο.
Και τούτο γιατί τα δικαιώματα που θα αναγνωριστούν στην οικονομική ζώνη θα είναι αποκλειστικά στην πρώτη φάση, με προοπτική έπειτα
από μια de facto διαδικασία να ταυτιστούν με την τουρκική κυριαρχία, η οποία θα διασπάσει την ελληνική
εδαφική κυριαρχία και θα προκαλέσει τον οικονομικό μαρασμό στον πληθυσμό των ελληνικών νησιών.
Η αδράνεια των ελληνικών κυβερνήσεων, η μετάθεση επίλυσης του προβλήματος για άλλους και για αργότερα, εκλαμβάνονται από την Άγκυρα ως νομικές, επιχειρησιακές και πολιτικές παραχωρήσεις προς αυτήν, με αποτέλεσμα να επανέρχεται κάθε φορά με νέες διεκδικήσεις.
Τα Ύμια, οι «γκρίζες ζώνες», ο τουρκικός νόμος 24611/2001, με τον οποίο η Άγκυρα ενέταξε το μισό Αιγαίο και τη μισή Κύπρο κάτω από τον έλεγχό της, η αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στο Φαρμακονήσι και το Αγαθονήσι, είναι ο μακρύς κατάλογος των τουρκικών διεκδικήσεων. Οι ελληνικές κυβερνήσεις κατ' εξακολούθηση υιοθετούν μόνον αμυντική στάση, κατά κανόνα με διαβήματα προς την Άγκυρα για να... ενημερωθεί για όσα πράττει, και δεν αξιοποιούν τα «όπλα» που διαθέτουν στον διπλωματικό τομέα, με βάση τα δικαιώματα που αντλούν από τους διεθνείς οργανισμούς.
Το πρόβλημα με την Τουρκία δεν αντιμετωπίζεται με την έκδοση διπλωματικών «διαμαρτυριών» και «διαβημάτων» που καταλήγουν στον κάλαθο των αχρήστων.
Και τα «όπλα» αυτά υπάρχουν:
Από το 1947 το ελληνικό Κοινοβούλιο αποδέχθηκε με τον νόμο 211/47 τη Σύμβαση του Σικάγου 1944 (γνωστή ως ICAO: Διεθνής Οργανισμός Πολιτικής Αεροπορίας) που αποτελεί τους κανόνες πτήσεων για όλα τα αεροπορικά μέσα, τόσο τα πολιτικά όσο και τα στρατιωτικά, και ανέθεσε στην ΥΠΑ τον έλεγχο της εφαρμογής τους.
Μεταξύ των άλλων η σύμβαση
(ICAO) προβλέπει αναχαιτίσεις για σκοπούς εθνικής ασφάλειας και αποτροπής κάθε είδους ενέργειας που συνιστά εχθρική απειλή, όπως ακριβώς πράττουν σχεδόν καθημερινά τα τουρκικά μαχητικά αεροπλάνα, τα οποία παραβιάζουν την ελληνική κυριαρχία στα ελληνικά νησιά.
Για την εφαρμογή των κανόνων του ICAO η Ελλάδα έχει δαπανήσει για αναχαιτίσεις - αναγνωρίσεις στο FIR Αθηνών πάνω από 2 τρισεκατομμύρια ευρώ σε απόλυτες τιμές από το 1947 και έχουν θυσιαστεί πολλοί έλληνες πιλότοι (Γιαννικάκης, Πετρούτσος, Σαλμάς, Ηλιάκης κ.ά.).
Για τις ενέργειες αυτές των Τούρκων στο Αιγαίο η σύμβαση του ICAO παρέχει στην ΥΠΑ το νόμιμο δικαίωμα να ζητήσει την ενεργοποίηση συγκεκριμένων διατάξεων της σύμβασης και να καταγγείλει την Τουρκία στον ICAO, ώστε να μπει φρένο στις τουρκικές προκλήσεις.
Όμως κάτι τέτοιο δεν το πράττει η ΥΠΑ, με αποτέλεσμα να κορυφώνονται οι τουρκικές προκλήσεις με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα εθνικά και τα οικονομικά μας συμφέροντα.
Έτσι η ΥΠΑ γίνεται εκ των πραγμάτων «ο αδύναμος κρίκος» της κυβέρνησης για τις διεκδικήσεις της Άγκυρας στο Αιγαίο, με αποτέλεσμα να πηγαίνουν στα άχρηστα τα 2 τρισεκατομμύρια του έλληνα φορολογούμενου που έχουν δαπανηθεί για τους κανόνες του ICAO (αναχαιτίσεις) και να ξευτελίζονται οι θυσίες των ελλήνων πιλοτών που έχουν θυσιαστεί για τα ελληνικά δίκαια στο Αιγαίο.
Οι αναχαιτίσεις είναι αναγκαίες, πρέπει όμως να υποστηρίζονται και από τις κατάλληλες πολιτικές, νομικές και διπλωματικές ενέργειες προς τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, γιατί μόνον τότε είναι αποτελεσματικές.
Διαφορετικά εξυπηρετούν άλλες σκοπιμότητες για δήθεν εξοπλιστικά προγράμματα, δίνοντας έτσι πάσα στον τούρκο υπουργό Επικρατείας κ. Μπαγίς να επιμένει στη μείωση των εξοπλισμών και από τις δύο μεριές του Αιγαίου, λες και η Ελλάδα έχει διεκδικήσεις και προκαλεί την Τουρκία...
http://www.paron.gr/