1. Ο βάναυσος τρόπος, με τον οποίο τέθηκε από την πλευρά του Κράτους το θέμα της αναγραφής ή όχι του θρησκεύματος στις νέες ταυτότητες, μετέβαλε ένα φαινομενικά αδιάφορο θέμα σε εθνικό πρόβλημα, και για τον Ορθόδοξο Λαό μας σε ομολογία Πίστεως. Διότι είδε να υποτιμάται και να περιφρονείται η πίστη του, που δεν είναι ένα απλό στοιχείο της ατομικής μας ταυτότητας, αλλά αδιαφιλονίκητο συστατικό της συλλογικής εθνικής ταυτότητάς μας. Μόνο αφελείς ή συνειδητά αντίθεοι θα μπορούσαν να εξισώσουν την Πίστη μας με το χρώμα των ματιών μας ή τις αθλητικές προτιμήσεις μας. Και μόνο αυτός ο λόγος, υποστηριζόμενος από υπεύθυνα και κρατικά χείλη, φανερώνει την ουσία του προβλήματος. Εμείς οι Ορθόδοξοι, δεκαετίες τώρα, χρησιμοποιούμε τη φράση "χριστιανός της ταυτότητας", για να χαρακτηρίσουμε την απουσία σχέσης με την εκκλησιαστική ζωή (μυστηριακή και λατρευτική).
Τώρα όμως η πεισματική εμμονή στην απάλειφη του θρησκεύματος, φανερώνει τις προθέσεις των κρατούντων. Διότι η αναφορά του θρησκεύματος είναι η κορυφή του παγόβουνου και η αρχή μιας σειράς μέτρων, που αποσκοπούν στην αποσύνδεση της Ορθοδοξίας από όλες τις δομές του Εθνικού μας βίου. Και αυτά τα μέτρα έσπευσε να εξαγγείλει ο κ. Υπουργός Δικαιοσύνης, αποδεικνύοντας ότι τα παραπάνω δεν κινούνται στο χώρο της φαντασίας.
2. Το ζήτημα της αναγραφής ή όχι του θρησκεύματός μας στις νέες ταυτότητες έφερε στην επιφάνεια τη σχέση και σύνδεση επί είκοσι αιώνες τώρα της Ορθοδοξίας με το Έθνος μας, την οποία κάποιοι θέλουν να αμφισβητήσουν. Την ενότητα αυτή επιβεβαιώνουν οι "Δοξολογίες" στις Εθνικές Εορτές μας, στις οποίες μετέχει και η Πολιτεία για να ευχαριστήσει τον Τριαδικό Θεό μας για την απελευθέρωση, αποκατάσταση ή σωτηρία του "ευσεβούς ημών Έθνους". Σήμερα όμως κάποιοι, που έχουν χάσει στην καρδιά και την ύπαρξή τους αυτή τη σύνδεση Πίστεως και Πατρίδας, βιάζουν τα πράγματα, για να προχωρήσουμε σε ένα ά-θρησκο Κράτος, που με τους Νόμους του θα αποκόψει το Έθνος μας από την πηγή της ζωής και δύναμής του, που είναι η Ορθόδοξη Πίστη μας. Αυτή είναι η έννοια, που προσλαμβάνει η διαβόητη φράση "χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας". Διότι ο διοικητικός "χωρισμός" υπάρχει και διασφαλίζεται με τους Ιερούς Κανόνες ("ή παπάς - παπάς ή ζευγάς - ζευγάς" λέει θυμόσοφα ο Λαός μας), στο πνεύμα της δοκιμασμένης επί αιώνες "συναλληλίας", συνεργασίας δηλαδή των δύο Διακονιών του εθνικού μας βίου (της Πολιτείας και της Εκκλησιαστικής Ιεραρχίας και γενικότερα του Κλήρου) για την διακονία - υπηρεσία του "αυτοκράτορος" Λαού, όπως διεκήρυττε ο μεγάλος Ρήγας. Και η Πολιτεία υπηρετεί τον Λαό (υπουργός σημαίνει υπηρέτης, όχι άρχοντας), και οι Εκκλησιαστικοί Ποιμένες δεν είναι κοσμικοί άρχοντες, αλλά διάκονοι (υπουργοί) του Λαού μας. Το Σύνταγμά μας, εξ άλλου, με το 13ο άρθρο του κατοχυρώνει και προασπίζει τη θρησκευτική ελευθερία, οπότε όποια άλλη "γνωστή" πίστη, που δεν υπονομεύει την υπόσταση του Έθνους, είναι "ελεύθερη" και προστατεύεται από τους νόμους του Κράτους. Άλλωστε, το πρόβλημα με τις "θρησκευτικές μειονότητες" στη χώρα μας, δε είναι η διαφορά τους στο θρήσκευμα που επιλέγουν, αλλά οι εξαρτήσεις τους από εξωελλαδικά Κέντρα και οι εντολές που παίρνουν από αυτά.
3. Το ανελεύθερο και αντιδημοκρατικό μέτρο να μην έχει ο Έλληνας Ορθόδοξος τη δυνατότητα να δηλωθεί στην ταυτότητα η σχέση του με την Ορθόδοξη παράδοσή του και την Εκκλησία του, φανερώνει την επιθυμία πολιτειακών παραγόντων -και την εκφράζουν απροκάλυπτα- να θεωρηθεί η Ορθοδοξία ιδιωτική υπόθεση του Έλληνα πολίτη. Εν τούτοις το κύριο στοιχείο, που εκφράζει την εθνική μας ιδιαιτερότητα, είναι η Ορθοδοξία. Διότι ο "Καθολικισμός" και οι διάφοροι "Προτεσταντισμοί" είναι δημιουργήματα της (Δυτικής) Ευρώπης, που έχουν εισαχθεί στην χώρα μας, όπως και όλες oι ευρωπαϊκές πολιτικοκοινωνικές ιδεολογίες. Το μόνο που διατηρεί τον Έλληνα ως Έλληνα στην Ενωμένη Ευρώπη είναι η Ορθοδοξία και ο ζυμωμένος με αυτήν πολιτισμός του, μέσα στον οποίο αναπτύσσονται και ζουν και οι Έλληνες, που έχουν οποιαδήποτε άλλη πίστη. Εμείς θέλουμε να είμαστε Έλληνες στην Ενωμένη Ευρώπη και όχι απλά Ευρωπαίοι, διότι Ευρωπαίοι ήμασταν, πριν ακόμη η υπόλοιπη Ευρώπη συνειδητοποιήσει την ταυτότητά της. Αν χαθεί -καί εκεί μας κατευθύνουν- η ελληνορθόδοξη ταυτότητά μας, τότε οι μόνοι που θα διεκδικούν τελικά το ελληνικό όνομα, θα είναι οι Σκοπιανοί ως "Μακεδόνες", απόγονοι -δήθεν- των αρχαίων Ελλήνων!
Με την επιβολή της μη αναγραφής του θρησκεύματος δεν πλήττεται μόνο η θρησκευτική ελευθερία, αλλά και η Ορθόδοξη Πίστη κηρύσσεται "εν διωγμώ". Αν μάλιστα επιβληθεί η απάλειψη και της "εθνικότητος", όπως επίσημα λέγεται, τότε καταδικάζεται ο Ελληνισμός σε πλήρη αποχρωματισμό και τελικά σε αυτοκτονία. Διότι, έτσι, αφελληνίζεται πολιτειακά ο Έλληνας και αποσυνδέεται από τα δύο συνάλληλα και αλληλένδετα συστατικά της ιστορικής ταυτότητάς του, που είναι συγχρόνως και τα δυναμογόνα στοιχεία της ιστορικής συνέχειας και συνοχής του. Ανεξάρτητα από τις ατέλειες των προσώπων και τις όποιες ασυνέπειές τους, το Έθνος μας ως Ελληνορθόδοξο επιβίωσε και μεγαλούργησε, όπως διακήρυξε με στεντόρεια φωνή τον περασμένο αιώνα ο εθνικός μας ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος. Αυτός καθιέρωσε τον όρο "χριστιανικός Ελληνισμός" και σ' αυτή την ένωση βλέπει τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Ελληνισμού στην ιστορία.
4. Η κοσμογονική συνάντηση και ένωση του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού, ως πατερικής Ορθοδοξίας, αρχίζει ήδη στην Καινή Διαθήκη, μετά την Πεντηκοστή και την εμφάνιση στην ιστορία της Εκκλησίας ως "σώματος Χριστού". Με μία ευθύγραμμη κίνηση προχωρήσαμε οι Έλληνες από την "Εκκλησία του Δήμου" στην "Εκκλησία του Χριστού". Ο Χριστός μας πριν από το Πάθος και την Ανάστασή Του συνδύασε την "ώρα" της "δόξας" Του, δηλαδή του σταυρικού Του θανάτου, με την επιθυμία των Ελλήνων να Τον γνωρίσουν. Διότι ο Ελληνισμός θα δεχθεί το Ευαγγέλιό Του, που ο φαρισαϊκός Ιουδαϊ σμός απέρριψε, και θα καταξιωθεί σε απόστολο και κήρυκα της Πίστεώς Του. Οι "ελληνιστές" (Πράξ. 6,1), όπως οι Επτά Διάκονοι και κυρίως ο Απόστολος Παύλος, θα ισχυροποιήσουν τον σύνδεσμο του Ελληνισμού με την Χριστιανική Πίστη, ενώ μετά το 70 μ.Χ. (καταστροφή των Ιεροσολύμων από τον αυτοκράτορα Τίτο) οι Έλληνες θα αποβούν πρωτότοκοι εν πολλοίς αδελφοίς (Ρωμ. 8,29) στη ζωή της Εκκλησίας. Η ελληνική γλώσσα εκκλησιάζεται και αυτή και γίνεται "εκκλησιαστική ελληνική", όπως η γλώσσα της Π. Διαθήκης ήδη από τον 3ο-2ο π.Χ. αιώνα, της Καινής Διαθήκης, των αγίων Πατέρων και των Ιερών Συνόδων. Ο χαρακτήρας της Εκκλησίας σ' όλο το φάσμα των δομών και λειτουργιών της έγινε αμετάκλητα ελληνικός.
Ο Ελληνισμός σώθηκε και επιβίωσε μέσα στο σώμα του Χριστού, στην Εκκλησία, ως "εν Χριστώ κοινωνία", και ενώθηκε με την Ορθοδοξία, τον αυθεντικά χριστιανικό τρόπο σκέψεως και υπάρξεως, όπως διασώθηκε από τους Αγίους Πατέρες μας και διασφαλίσθηκε στις Οικουμενικές Συνόδους. Μέσα στην Εκκλησία - Ορθοδοξία σώθηκαν όλα τα υγιή και γόνιμα στοιχεία της ελληνικότητας, η οποία -με τους αυθεντικούς εκπροσώπους της- διαμόρφωσε την υψηλότερη λυτρωτική αναζήτηση στον αρχαίο κόσμο ("ζήτησις αληθείας") και γι' αυτό όχι μόνο δέχθηκε τον Χριστό ως Θεό και Σωτήρα (πρβλ. Πράξ. 17, 16), αλλά και αναδείχθηκε σε ιστορική σάρκα της Ορθοδοξίας και ανθρώπινη φύση της θεανθρώπινης ένωσης της Ορθοδοξίας. Είναι η μεγαλύτερη τιμή για μας τους Έλληνες, διότι οδηγήσαμε και τους άλλους λαούς στην εν Χριστώ σωτηρία. Η εθνική μας υπόσταση σώθηκε με τους Ορθοδόξους μέσα στο Βυζάντιο - Ρωμανία, την αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, και κυρίως στα χρόνια της μακρόχρονης δουλείας μας, που αρχίζει τον 7ο αιώνα με την αραβοκρατία, για τους Έλληνες της Μέσης Ανατολής, και συνεχίσθηκε με την οθωμανοκρατία και λατινοκρατία ως τη νεώτερη αγγλοκρατία για τα Επτάνησα (1809/15-1864) και την Κύπρο (1878 κ.έ.). Οσοι αποκόπτονταν από την Ορθόδοξη Πίστη και Κοινωνία, έχαναν και την ελληνικότητά τους. Αυτό σημαίνουν τα ρήματα "φραγκεύω" και "τουρκεύω". Έλληνες έμειναν όσοι παρέμειναν Ορθόδοξοι. Είναι αυτοί που αρνήθηκαν, μέχρι μαρτυρίου ακόμη, να φραγκεύσουν ή να τουρκεύσουν. Οι Έλληνες της Κεντρικής Μικρασίας έχασαν την γλώσσα τους, αλλά σώζοντας την πίστη τους έμειναν και Έλληνες. Αντίθετα, οι Βαλαάδες της Δ. Μακεδονίας κράτησαν μεν την γλώσσα τους, αλλά αυτό δεν τους εμπόδισε να τουρκεύσουν, διότι έχασαν την ορθόδοξη Πίστη τους. Η Εκκλησία με τη λατρεία της έγινε η Κιβωτός της Πίστεως και της Εθνικότητάς μας, δηλαδή της Ταυτότητάς μας. Όπως είπε ένας Δυτικός σοφός, ο Ελληνισμός σώζεται μέσα στην Ορθοδοξία!
5. Ο υπόδουλος Ελληνισμός έφθασε στο '21 με ακμαίο το ελληνορθόδοξο φρόνημά του. Την ελληνική πατρίδα ελευθέρωσαν οι αγωνιστές που είχαν ζωντανή σχέση με την Πίστη τους. Οι Διαφωτιστές δεν πολέμησαν, οι Παπικοί είχαν εντολές από τη Ρώμη και τη Γαλλία, τους Προστάτες τους, να μη συμπράξουν στον Αγώνα, και όσοι γίνονταν Προτεστάντες, υπάκουαν στις Μεγάλες Ευρωπαϊκές Δυνάμεις. Η απάντηση του Μακρυγιάννη στον Γάλλο Μαλέρμπ δείχνει τη σύνδεση των Αγωνιστών του '21 και της Ορθοδοξίας: "...Πράγμα τζιβαϊρικόν και πολύτιμον, όπου το βαστήξαμε εις την τυραγνία του Τούρκου, δεν το δίνομεν τώρα, ούτε το καταφρονούμεν οι Ελληνες... Και όχι του λόγου σου να μου το ειπής, δεν σ' ακούγω, αλλά κι ο Θεός ο δικός σου να μου το ειπή (να αλλάξω την πίστη μου) δεν σαλεύει το μάτι μου..". Η απάντηση του Μακρυγιαννη δείχνει όλο το ελληνορθόδοξο μεγαλείο. Και ο κορυφαίος ιστορικός του Νέου Ελληνισμού, καθηγ. Απ. Βακαλόπουλος, μαρτυρεί ότι στην διάρκεια της δουλείας η Ορθοδοξία "ήταν κάτι παραπάνω από θρησκευτικό δόγμα. Ήταν το πνευματικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο εκφραζόταν η εθνική τους συνείδηση, ολόκληρος ο κόσμος τους, που έκλεινε μέσα του το ένδοξον παρελθόν και τις ελπίδες απολυτρώσεως". Και ό Θ. Κολοκοτρώνης έλεγε στους μαθητές του Α` Γυμνασίου στην Πνύκα, ότι η επανάσταση έγινε πρώτα για την Πίστη και μετά για την Πατρίδα. Η επαναστατική προκήρυξη, άλλωστε, του Αλεξ. Υψηλάντη τον Φεβρουάριο του 1821 έφερε τον τίτλο: "Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος". Αλλά και ο πιστός ορθόδοξος Κυβερνήτης μας Ι. Καποδίστριας διεκήρυττε: "Η Χριστιανική Θρησκεία (= η Ορθοδοξία) εσυντήρησεν εις τους Έλληνας και γλώσσαν και πατρίδα και αρχαίας και ενδόξους αναμνήσεις, και εξαναχάρισεν εις αυτούς την πολιτικήν ύπαρξιν, της οποίας είναι στύλος και εδραίωμα".
Πώς είναι δυνατόν, λοιπόν, να εγκαταλείψει ο Έλληνας την Πίστη του και να δεχθεί την οποιαδήποτε μείωσή της; Πώς είναι δυνατόν να αρνηθεί την ελληνορθόδοξη ταυτότητά του; Ο Έλληνας νιώθει υπερήφανος για την Πίστη του, ακόμη και ο φαινομενικά αδιάφορος, διότι μέσα σ' αυτήν δοξάζεται και μεγαλουργεί στους αιώνες. Δεν θέλει να γίνει γενίτσαρος ούτε προς την τουρκιά, ούτε προς την φραγκιά. Σέβεται, όπως ο Μακρυγιάννης, κάθε άλλη πίστη, αλλά απαιτεί να σέβονται και οι άλλοι τη δική του Πίστη. Οδηγοί σ' αυτό είναι οι Μάρτυρές μας. Για την πίστη του Χριστού μαρτυρούν σ' όλους τους αιώνες, από τον πρωτομάρτυρα Στέφανο ως τον άγιο Γεώργιο Ιωαννίνων (1838) και τους ακόμη νεωτέρους μάρτυρές μας. Επειδή δε γίνεται λόγος και για την Ευρώπη, ότι αυτή απαιτεί τις σχεδιαζόμενες αντορθόδοξες ενέργειες, θα υπενθυμίσουμε ότι το 1981, που η Ελλάδα υπέγραψε την ένταξή της στην Ενωμένη Ευρώπη, η παγκόσμια έγκυρη γαλλική εφημερίδα "Le Monde" έγραφε ότι "η χώρα της Φιλοκαλίας εισέρχεται στην Ευρώπη". Η χώρα, δηλαδή, της πατερικής Ορθοδοξίας. Μόνο οι διευθύνοντες το Μουσείο της Ευρώπης ομολογούν ότι δεν χωράμε σ' αυτό ως Ορθόδοξοι, δείχνοντας έτσι, όχι μόνο την ιστορική άγνοιά τους, αλλά και τη στάση της "άλλης Ευρώπης" απέναντί μας.
6. Η Ορθοδοξία όμως δεν είναι για τον Ελληνισμό υπόθεση μόνο του παρελθόντος. Από μεγάλους του πνεύματος αναγνωρίζεται και σήμερα ως η ψυχή, η δύναμη και το καύχημά του. Ο μεγάλος άγγλος ιστορικός Στήβεν Ράνσιμαν καλεί τους Έλληνες να κρατήσουν την ορθόδοξη ταυτότητά τους, για να έχουν μέλλον και πολιτισμική προσφορά στον 21ο αιώνα. Ο γνωστός Γάλλος συγγραφέας Ζάκ Λακαριέρ δήλωσε στο ΒΗΜΑ της 6.12.98 ότι "για έναν Έλληνα η Ορθοδοξία είναι το σπίτι του". Και δεν είναι οι μόνοι, που μιλούν με αυτό τον τρόπο για την "ασύγχυτη και αδιαίρετη" ένωση του Έθνους μας με την Ορθοδοξία. Και δεν είναι μόνο οι ξένοι που καταλήγουν σε παρόμοια συμπεράσματα. Θα περιορισθούμε στην αληθινή ομολογία πίστεως του γνωστού Έλληνα Καθηγητού και επιφανούς Γλωσσολόγου κ. Γεωργ. Μπαμπινιώτη: "Για μένα", έγραφε στο ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, στις 19.4.1998, "η Ορθοδοξία είναι στοιχείο αχώριστο, συνυφασμένο με τη συνείδησή μου ως Έλληνα... Η έννοια του Γένους λ.χ, που σφράγισε τον Ελληνισμό στην τουρκοκρατία, αναδύθηκε μέσα από την υπόδουλη πατρίδα, την κοινή ορθόδοξη Πίστη και την κοινή ελληνική γλώσσα. Και σήμερα ακόμη έννοιες, όπως ομογενής και ομογένεια, δεν νοούνται έξω από την Ορθόδοξη Εκκλησία... Οποίος μιλάει για Ορθοδοξία ερήμην του Ελληνισμού, νομίζω ότι ματαιοπονεί· όποιος όμως μιλάει για Ελληνισμό ερήμην της Ορθοδοξίας κάνει κάτι χειρότερο ασχημονεί".
Ο κ. Καθηγητής θίγει, έτσι, το θέμα της ενότητος και συνοχής μας ως Έθνους, όχι μόνο στο Ελληνικό Κράτος, αλλά και στον Οικουμενικό Ελληνισμό (Διασπορά). Το κύριο στοιχείο ενότητος είναι η Εκκλησία - Ορθοδοξία. Ενώ όλα τα άλλα (ιδεολογίες, κομματικές παρατάξεις, γλωσσικές διαφορές, αθλητικές ομαδοποιήσεις κ.λπ.) διχάζουν, η Πίστη μας είναι η μόνη που ενώνει. Αυτό το ζούν και οι άλλοι Ορθόδοξοι σ' όλο τον κόσμο, που βλέπουν τους Ελληνες ως πνευματικούς πατέρες και οδηγούς τους. Την επιχειρούμενη από μας διαγραφή τόσων αιώνων ιστορίας και της μεγαλειώδους ελληνορθόδοξης πολιτισμικής διάρκειάς μας, αυτοί, που δοκίμασαν ολόκληρη τη δυτική δυναστεία, διότι έζησαν και την μπολσεβικική περίοδό τους, δεν θα μας τη συγχωρήσουν ποτέ!
Ελπίζουμε ο Θεός να φωτίσει να επικρατήσει πνεύμα αυτοσυγκράτησης και προσευχητικής υπομονής στο Λαό μας, που είναι "ποίμνιο" και της Πολιτείας και της Εκκλησίας, ώστε να επικρατήσει τελικά αυτό που συμφέρει το Έθνος μας και την αναγκαία ενότητά του.