Κυριακή 9 Ιουλίου 2017

«Τσάμηδες»: Η δράση και τα εγκλήματά τους στη διάρκεια της Κατοχής

Οι ωμότητές τους στην περιοχή της Θεσπρωτίας (1940-1944) -
Αποκαλυπτικά στοιχεία για τις αποτρόπαιες πράξεις τους
- Η εκούσια φυγή τους στην Αλβανία μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας
Τον τελευταίο καιρό ο αλβανικός αλυτρωτισμός βρίσκεται ξανά σε έξαρση. Μονίμως βέβαια, βρίσκεται σε λανθάνουσα κατάσταση και επανέρχεται, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, στο προσκήνιο. Πριν τις πρόσφατες εκλογές στην Αλβανία, είχαμε μία άκρως προκλητική ενέργεια από πλευράς της γειτονικής χώρας. Πέτρες από τους Φιλιάτες (και άλλες περιοχές γειτονικών χωρών), τοποθετήθηκαν στην ανακαινισμένη κεντρική πλατεία των Τιράνων, σε μια ενέργεια καθαρά αλυτρωτικού χαρακτήρα. Συμβολίζουν οι πέτρες αυτές, «σκλαβωμένες» αλβανικές περιοχές. Το ότι η ανακαίνιση της πλατείας κόστισε 15 εκατομμύρια ευρώ, δεν μας αφορά ιδιαίτερα. Βέβαια κάποιοι θα μιλήσουν για «ναρκοευρώ» ή για εμβάσματα που «φεύγουν» από Αλβανούς που ζουν στη χώρα μας και δίνουν τεράστια οικονομική ανάσα στη χώρα τους. Η οποία, απροκάλυπτα και επίσημα πλέον, κινούμενη συχνά και κάτω από την τουρκική προστασία και καθοδήγηση (;), θέτει θέμα «Μεγάλης Αλβανίας». Άμεσο ενδιαφέρον για την Ελλάδα, έχει βέβαια το θέμα της λεγόμενης «Τσαμουριάς». Το είχαμε αναλύσει, από ιστορικής κυρίως πλευράς, σε δύο παλαιότερα άρθρα. Επανερχόμαστε σήμερα εστιάζοντας στην ανθελληνική δράση των «Τσάμηδων» στη διάρκεια της Κατοχής, με νέα στοιχεία, πολλά από τα οποία προέρχονται από τα γερμανικά αρχεία, που ,για όσα διαδραματίστηκαν στην Ελλάδα εκείνη την περίοδο βρίσκονται στο Freiburg (Φράιμπουργκ).

Η ανάδειξη αυτών των στοιχείων, οφείλεται στον καθηγητή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Αθανάσιο Γκότοβο, ο οποίος τα παραθέτει, μαζί βέβαια και με πολλά ακόμα, στο έξοχο βιβλίο του «Τσαμουριά» (Εναλλακτικές εκδόσεις, 2014). Κι από την πλευρά μας, να δώσουμε θερμά συγχαρητήρια στον κύριο Γκότοβο, γιατί η ανάδειξη και η προβολή της ιστορικής αλήθειας, σε τόσο ευαίσθητα εθνικά ζητήματα, είναι υψίστης σημασίας…




Οι «Τσάμηδες» από το 1912-13 ως το 1940
Στα προηγούμενα άρθρα μας, αναφερθήκαμε διεξοδικά στην ετυμολογία της λέξης Τσαμουριά και στους εξισλαμισμένους Έλληνες που μετατράπηκαν σταδιακά σε γενίτσαρους. Θα κάνουμε μια σύντομη ιστορική αναδρομή στο θέμα, προσθέτοντας και νέα στοιχεία.

Η ελληνικότητα της Ηπείρου, ως τον ποταμό Γενούσο (Σκούμπι) προς βορρά, έχει αποδειχτεί από όλες τις αρχαιολογικές πηγές και κορυφαίους επιστήμονες, ξένους, όπως οι: V. Georgier, P. Levedue, E. Leppore, N. G. L. Hammond, F. Papazoglou κ.α. αλλά και Έλληνες: Δ. Ευαγγελίδης, Φ. Πέτσας, Σ. Δάκαρης κ.α.

Ο αφελληνισμός τμημάτων της Ηπείρου, ξεκινά σιγά σιγά από την οθωμανική κατάκτηση και παίρνει μεγάλες διαστάσεις μετά την αποτυχημένη Επανάσταση του Διονύσιου του φιλόσοφου (1611), η οποία όπως είναι γνωστό πνίγηκε στο αίμα από τους Τούρκους. Μετά την αποτυχία της, ακολούθησε άγρια τρομοκρατία στην Ήπειρο.

Μέρος του πληθυσμού της Ηπείρου, εξισλαμίστηκε (εκούσια ή ακούσια). Οι εξισλαμισμοί αυτοί έγιναν κυρίως στη νοτιοδυτική Ήπειρο και συνεχίστηκαν ως τα τέλη του 19ου αιώνα.
Η μεταβολή αυτή δεν ήταν απότομη. Γράφει χαρακτηριστικά ο σπουδαίος ιστορικός και πολιτικός Σπυρίδων Λάμπρος (1851-1916): «Πολλοί αυτών συνδιαλλάσουσι τας δύο θρησκείας, δίδοντες εις τα τέκνα δύο ονόματα, ένα μεν τουρκικό, που επιβάλλει ο ιμάμης κατά τα θρησκευτικά έθιμα του ισλαμισμού, ένα δε χριστιανικό, διδόμενο από ιερέα Χριστιανό».
Ωστόσο με την πάροδο του χρόνου οι εξισλαμισμένοι Έλληνες, αποκόπηκαν από τον κοινό εθνοφυλετικό κορμό και έγιναν φανατικότεροι μισέλληνες κι από τους ίδιους τους Τούρκους.
Μετά την απελευθέρωση της Ηπείρου, το 1913, οι «Τσάμηδες» της Θεσπρωτίας, παρέμειναν στην περιοχή χωρίς να υπάρξει καμία διάκριση σε βάρος τους.

Ο Α. Γκότοβος, γράφει στο βιβλίο του «Τσαμουριά» τα εξής: «Για την ονομασία της μειονότητας και την προέλευση τόσο της ονομασίας, όσο και της μειονότητας,, οι απόψεις συνεχίζουν να διίστανται. Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη (Παπαδόπουλος 1992, Παρόλας 2011), αρχικά η λέξη Τσάμηδες έχει γεωγραφικό περιεχόμενο και περιλαμβάνει τους κατοίκους μιας συγκεκριμένης διοικητικής περιοχής ανεξαρτήτως θρησκείας και καταγωγής. Αργότερα η λέξη συνδέθηκε με τους δίγλωσσους (αλβανόφωνους / ελληνόφωνους) ή αλβανόφωνους της ίδιας περιοχής, ανεξαρτήτως θρησκείας. Το εθνοτικό περιεχόμενο του όρου Τσάμης (=αλβανικής εθνότητας μουσουλμάνος κάτοικος της Θεσπρωτίας) είναι μεταγενέστερη εξέλιξη. Σε ό,τι αφορά τη λαϊκή γλώσσα για τον προσδιορισμό της θρησκευτικής ταυτότητας στην περιοχή της Θεσπρωτίας (όπως και αλλού), επικρατούσε, τουλάχιστον μέχρι την Κατοχή, ο όρος Τούρκοι για την αναφορά σε Μουσουλμάνους, ανεξαρτήτως καταγωγής, γλώσσας και εθνότητας. Ο ίδιος προσδιορισμός είναι σε χρήση ακόμα και σήμερα από άτομα της τρίτης ηλικίας που ζουν στην περιοχή».



Μετά την απελευθέρωση της Ηπείρου, έγινε απαλλοτρίωση των μεγάλων κτημάτων των μπέηδων γαιοκτημόνων της Θεσπρωτίας (1917-1920). Ευτυχώς η τότε κυβέρνηση Βενιζέλου αντέδρασε σωστά, αποδεικνύοντας ότι οι απαλλοτριώσεις δεν έθιξαν μόνο κτήματα μουσουλμάνων αλλά και Χριστιανών. Οι Ιταλοί, γνωστοί για την ανθελληνική στάση τους εκείνη την εποχή, από το 1914 ως το 1920 εξέδωσαν χιλιάδες χάρτες στο Μιλάνο, όπου παρουσίαζαν ως «Αλβανία» ολόκληρη την Ήπειρο και τη ΒΔ Ελλάδα.

Όπως είχαμε δει, από τον Δεκέμβριο του 1924 είχε ξεκινήσει (στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληθυσμών), η μετακίνηση των Τσάμηδων στην Τουρκία, με παράλληλη εγκατάσταση Ελλήνων του Πόντου στη Θεσπρωτία. Ο Θ. Πάγκαλος όμως, που ανέτρεψε στα μέσα του 1925 την κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου, δέχτηκε την εξαίρεση από την ανταλλαγή, των μουσουλμάνων Τσάμηδων της Θεσπρωτίας, με αποτέλεσμα τη συνέχιση των προβλημάτων.

Υπήρξε πολλές φορές, οργανωμένη απόκρουση της προσπάθειας της πολιτείας για γλωσσική, κοινωνική και πολιτισμική ένταξη των Τσάμηδων, που δεν ήταν απλώς άμυνα των παραδοσιακών πολιτισμικών δομών απέναντι στις απαιτήσεις του ελληνικού κράτους για εισαγωγή νέων γλωσσικών και πολιτισμικών κανόνων. Υπήρξε έντονη προπαγάνδα από αλβανικής πλευράς τα χρόνια του Μεσοπολέμου για τους «αλύτρωτους αδελφούς» στη Θεσπρωτία.




Παρουσιάζονταν οι Τσάμηδες ως πλειοψηφία, όμως τα επίσημα στατιστικά στοιχεία ήταν αντίθετα. Τον Μάρτιο του 1940, υπήρχαν 19.905 Τσάμηδες στη Θεσπρωτία, σε σύνολο 80.000 κατοίκων, το ¼ περίπου του πληθυσμού. Την ίδια περίοδο η Ήπειρος είχε συνολικά 380.000 κατοίκους. Οι Τσάμηδες αποτελούσαν το 5% του συνολικού πληθυσμού της. Αυτό δεν τους εμπόδισε από τα τέλη του 1940 ως τα μέσα περίπου του 1944, σε συνεργασία με τους κατακτητές, να προβούν σε μια σειρά από εγκλήματα σε βάρος του χριστιανικού πληθυσμού της Θεσπρωτίας, με σκοπό την προσάρτησή της στην Αλβανία. Πρόκειται ουσιαστικά για μια εθνοκάθαρση, που, ευτυχώς, δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί.



Η εγκληματική δράση των Τσάμηδων στην Κατοχή – Η συνεργασία τους με τους Ιταλούς και τους Γερμανούς.


Οι ελληνικές υπηρεσίες ασφαλείας είχαν επισημάνει από τα μέσα του 1940 μεγάλα δίκτυα κατασκοπείας οργανωμένα από Ιταλούς αξιωματικούς και στελεχωμένα με μουσουλμάνους των Φιλιατών, της Ηγουμενίτσας και της Παραμυθιάς, οι οποίοι λειτουργούσαν ως πληροφοριοδότες των Ιταλών για τη διάταξη των ελληνικών δυνάμεων που είχαν σταθμεύσει στην Ήπειρο. Με την απόβαση των Ιταλών στην Αλβανία (Απρίλιος 1939) και την προσφορά του αλβανικού στέμματος στον βασιλιά της Ιταλίας Βίκτωρα –Εμμανουήλ άρχισαν να δραπετεύουν στην Αλβανία νέοι στρατεύσιμοι μουσουλμάνοι από τη Θεσπρωτία.

Από τον Μάιο του 1940, η φυγή πήρε ομαδικό χαρακτήρα. Οι φυγάδες, αποτέλεσαν, όπως αποδείχτηκε αργότερα, τους οδηγούς των ιταλικών τμημάτων κατά τη διάβασή τους από την Πίνδο και τον Καλαμά. Μάλιστα οι Θεσπρωτοί αυτοί φυγάδες, αποτελούσαν ξεχωριστή στρατιωτική ομάδα (υπό τους επίσης φυγάδες Αζίζ Τσάμην και Μωχαρέφ Ντέμη) η οποία ενισχυόταν από 1.000 άτακτους Τουρκαλβανούς.

Με την ιταλική επίθεση, τον Οκτώβριο του 1940, οι Τσάμηδες τάχθηκαν απροκάλυπτα με το μέρος των φασιστικών στρατευμάτων. Εκμεταλλευόμενοι την προσωρινή κατάληψη της Ηγουμενίτσας από ιταλικά στρατεύματα, συνέλαβαν και εκτέλεσαν τον μεγαλέμπορο Χρήστο Πιτούλη, τον Χρήστο Τσώνη και περισσότερους από 10 ακόμα χριστιανούς. Στη συνέχεια, έκαψαν την πόλη. Κατά την προσωρινή υποχώρησή τους, οι Έλληνες χτυπήθηκαν πισώπλατα από οπλισμένους Τσάμηδες. Το ίδιο έγινε και σε χωριά με πολλούς Τσάμηδες (Κούτσι, Κίντσικα, Πελουμποντσάρι κ.α.).




Είναι χαρακτηριστική, η δράση των μουφτήδων Φιλιατών και Παραμυθιάς, αλλά και του ιμάμη Φιλιατών Μεχμέτ Ζαχαργιάς, που δυο μέρες πριν μπουν στην κωμόπολη οι Ιταλοαλβανοί, γύριζε τα σπίτια των μουσουλμάνων και τους ενημέρωνε για την προσεχή «απελευθέρωση». Μετά την αντεπίθεση του Στρατού μας, πολλοί Τσάμηδες που είχαν δράσει εναντίον των Χριστιανών, πιάστηκαν και οδηγήθηκαν αρχικά στην Κόρινθο και μετά στη Χίο.
Η κατάρρευση του μετώπου και η ιταλική κατοχή από την άνοιξη του 1941, έδωσε στους Τσάμηδες τη χρυσή ευκαιρία να αρχίσουν να υλοποιούν το σχέδιό τους για εξόντωση των Χριστιανών.

Ο πολιτικός και στρατιωτικός νους της μειονότητας αυτή την περίοδο, είναι ο Dr. Nuri Dino (Νουρί Ντίνο), κτηνίατρος στο επάγγελμα, που κινείται ανάμεσα στα Τίρανα, τα Γιάννενα και την Παραμυθιά. Αρχικά συνεργάστηκε με τις ιταλικές αρχές κατοχής, σύντομα όμως άρχισε επαφές με το Ic, το Γραφείο Πληροφοριών της γερμανικής μεραρχίας.  




Μαζί με ορισμένους άλλους ομοεθνείς του, όπως ο Dr Ali Kuci, γίνονται σύντομα οι καλύτεροι πληροφοριοδότες των Γερμανών. Αρωγοί του Nuri Dino, ήταν ο αδελφός του Mazar και ο ξάδελφός τους Redzep Dino. Ο Mazar Dino, επικεφαλής του Εθνικού Αλβανικού Συμβουλίου, γνωστού ως «KSILA» («Ξίλια»), καταγόταν από την Παραμυθιά. Το 1932, εγκατέλειψε οικειοθελώς την Ελλάδα με την οικογένειά του και εγκαταστάθηκε στην Τουρκία. Με την επικράτηση των Ιταλών και Γερμανών στη Θεσπρωτία, ο Mazar Dino επέστρεψε εκεί και επιδόθηκε με μανία στην εξόντωση του ελληνικού στοιχείου.

Ήδη από τον Ιούλιο του 1941, οι Τσάμηδες ζητούσαν από τους Χριστιανούς της Θεσπρωτίας να τους δίνουν το 1/3 της παραγωγής τους. Στην Ηγουμενίτσα, την Παραμυθιά και τους Φιλιάτες, υπήρξε έντονη αντίδραση και αυτή η προσπάθεια απέτυχε, ενώ στην περιοχή του Μαργαριτίου καρποφόρησε. Από επίσημες εκθέσεις, προκύπτει ότι το 1941 δολοφονήθηκαν από τους Τσάμηδες στη Θεσπρωτία 283 Έλληνες Χριστιανοί. Το 1942, δολοφονήθηκαν 438 Χριστιανοί, ανάμεσά τους και ο αναπληρωτής νομάρχης Γεώργιος Βασιλάκος, 7 χωριά λεηλατήθηκαν και στη συνέχεια πυρπολήθηκαν. Το 1943, σημαδεύτηκε από την εθνοκάθαρση στην περιοχή του Φαναρίου και τη δολοφονία 49 προκρίτων της Παραμυθιάς.




Επιχείρηση «AUGUSTUS» στο Φανάρι – Η δολοφονία των προκρίτων στην Παραμυθιά – Το ιταμό αίτημα των Τσάμηδων για απομάκρυνση των ελληνικών αρχών από τη Θεσπρωτία
Η περιοχή του Φαναρίου στη Θεσπρωτία, ήταν η ευφορότερη και πλέον παραγωγική στην Ήπειρο και τη Δυτική Μακεδονία. Οι Τσάμηδες, εποφθαλμιούσαν τα χωριά της περιοχής και ζητούσαν ευκαιρία για την λαφυραγώγησή τους.

Έτσι, με το πρόσχημα της ύπαρξης θυλάκων αντίστασης στην περιοχή, ξεκινά η ναζιστική επιχείρηση «Augustus» στις 9/8/1943. Σ’ αυτήν μετείχαν το 99ο Σύνταγμα ορεινών καταδρομών της 1ης Μεραρχίας, τμήματα του ιταλικού Συντάγματος Valle, τμήματα του 98ου Συντάγματος Ορεινών Καταδρομών και τμήματα Τσάμηδων με επικεφαλής τους αδελφούς Dinoκαι τον Abdul Kasim. Σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο της επιχείρησης, έπρεπε όλος ο ανδρικός πληθυσμός μεταξύ 16 και 60 ετών να συλληφθεί και να εκτοπιστεί ή να σταλεί για καταναγκαστική εργασία. Στους καταλόγους των ανδρών από τα χωριά του Φαναρίου που συλλαμβάνονται και μεταφέρονται στα Γιάννενα και από εκεί στη Θεσσαλονίκη και στη Γερμανία, δεν υπάρχει ΟΥΤΕ ΕΝΑΣ μουσουλμάνος (Τσάμης). Όλοι ήταν Χριστιανοί (Γερμανικά αρχεία BA – MA Freiburg, RH 28-1-189, από το βιβλίο του Αθανάσιου Γκότοβου «Τσαμουριά», όπως και όλες οι σχετικές αναφορές που θα ακολουθήσουν).




Ο Γερμανός συνταγματάρχης Remold, από τους αξιωματικούς που προώθησε ενεργά το «αλβανικό ζήτημα» γράφει τα εξής για την επιχείρηση «Augustus»: «Οι Αλβανοί στις παράκτιες περιοχές είναι εξαιρετικά γερμανόφιλοι, Είναι οργανωμένοι για την αυτοάμυνα. Έχουν συμβάλει στην εκκαθαριστική επιχείρηση [Augustus] ως οδοδείκτες κλπ» (BA – MA Freiburg, RH 28-1-99/98).

Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Α. Γκότοβος: «Πίσω από την αθώα λέξη «κλπ.» κρύβονται ορισμένες από τις πιο άγριες, πρωτοφανούς βιαιότητας πράξεις, πέρα από τη συνηθισμένη αρπαγή και λεηλασία περιουσιών που είχε γνωρίσει ο χριστιανικός πληθυσμός της περιοχής στην ιστορία του».

Ο Συνταγματάρχης Remold, μεταπολεμικά, έγινε διοικητής της Άμεσης Δράσης του Μονάχου (!) και ποτέ δεν κλήθηκε από κάποιον συμπατριώτη του ή Έλληνα δικαστικό λειτουργό να λογοδοτήσει για τα εγκλήματα της μονάδας του στη Θεσπρωτία…

Η επιχείρηση «Augustus», ολοκληρώθηκε στις 16/8/1943. Τριάντα χωριά της περιοχής του Φαναρίου (νότια της Παραμυθιάς, ως την Πάργα και την Αμμουδιά) καταστράφηκαν ολοκληρωτικά. 250 άτομα δολοφονήθηκαν, 562 σύρθηκαν στην ομηρία, από τα οποία μόνο 16 γλίτωσαν την εκτέλεση, βιάστηκαν και κακοποιήθηκαν 456 γυναίκες, ενώ αρπάχτηκαν για τα χαρέμια των Τούρκων 231 κοπέλες, από τις οποίες μόλις 32 διασώθηκαν. Κάηκαν 870 σπίτια και αρπάχτηκαν 7.000 βοοειδή, 25.000 γιδοπρόβατα και 3.500 άλλα ζώα. Καραβάνια από Τσάμηδες μετέφεραν αμύθητες περιουσίες σε κάθε είδους αντικείμενα στα δικά τους σπίτια. Σκοπός τους ήταν η εξόντωση των Ελλήνων – Χριστιανών από την κοιλάδα του Φαναρίου και η εγκατάσταση σ’ αυτήν Αλβανών καλλιεργητών. Όσοι γλίτωσαν από τη μανία των ναζί και των Τσάμηδων, κατέφυγαν στα βουνά γυμνοί…

Μετά την εθνοκάθαρση στην περιοχή του Φαναρίου, οι Τσάμηδες στοχοποίησαν την Παραμυθιά. Ήδη όμως, στις 21/5/1943 επιχείρησαν να καταστρέψουν το Πόποβο, ένα από τα σημαντικότερα κέντρα της Εθνικής Αντίστασης στην Ήπειρο, αλλά απέτυχαν. Είχαν μάλιστα και απώλειες: 10 Αλβανοτσάμηδες και 8 Ιταλοί νεκροί. Κατά την αποχώρησή τους, έκαψαν το Ελευθεροχώρι και συνέλαβαν ως ομήρους 40 Έλληνες.

Στις 7/6/1943, εκτελέστηκε στην Παραμυθιά ο προδότης και συνεργάτης των Τσάμηδων Σωτήριος Κουτούπης από τον οπλαρχηγό Κων/νο Γεωργίου και στις 28/7/1943, πάλι στην Παραμυθιά, οι Τσάμηδες βασανιστές Τέφικ Κεμάλ και Γιαγιά Κασίν από τον Ηλία Νίκου. Στις 24/9/1943, σε συγκρούσεις με αντάρτες του ΕΔΕΣ έξω από την Παραμυθιά, σκοτώθηκαν 6 Γερμανοί στρατιώτες. Αυτό έδωσε την ευκαιρία στους Τσάμηδες να εξωθήσουν τους Γερμανούς σε σκληρά αντίποινα. Από Τουρκαλβανούς Τσάμηδες , αιχμαλωτίστηκαν στις 25/9/1943, 51 Χριστιανοί πρόκριτοι της Παραμυθιάς. Οι 49 από αυτούς, εκτελέστηκαν στις 29/9/1943, καθώς οι άλλοι δύο ήταν απαραίτητοι στους Γερμανούς για την κατασκευή αεροδρομίου στην περιοχή. Όλοι οι άνδρες της Παραμυθιάς μετά από αυτό, εγκατέλειψαν την κωμόπολη.



Η απαίτηση των Τσάμηδων για αυτονόμηση της Θεσπρωτίας

Την Τετάρτη 10/11/1943, στο σπίτι του Redzep Dino στην Ηγουμενίτσα διεξάγεται σύσκεψη κλιμακίου της «KSILA» στην οποία συμμετέχουν Τσάμηδες πρόεδροι από διάφορες κοινότητες. Στη συνάντηση παρίσταται και ο ειδικός διαφωτιστής της Βέρμαχτ Bratina, στον οποίο οφείλουμε τις πληροφορίες που υπάρχουν στα γερμανικά αρχεία. «Ο σκοπός της συνάντησης είναι να αφυπνιστούν στα χωριά οι συνειδήσεις και να διακηρύξουμε ότι υπό την προστασία των γερμανικών όπλων, με τα οποία κάθε Αλβανός συνδέεται με δεσμούς ζωής και θανάτου, επιτέλους έρχεται η νέα τάξη που οραματιζόμαστε από παλιά. Οι Αλβανοί πρέπει να βοηθήσουν εμπράκτως και να εργαστούν γι’ αυτό» (BA – MA Freiburg, RH 28-1-87).

Στις 18/12/1943, γίνεται στην Παραμυθιά με πρωτοβουλία του στρατιωτικού διοικητή της κωμόπολης και του Εθνικού Αλβανικού Συμβουλίου, σύσκεψη 19 προέδρων κοινοτήτων της περιοχής, στην οποία, σύμφωνα με τον κατοχικό νομάρχη Θεσπρωτίας Τσιμπρή, ο Redzep Dino ζήτησε την απομάκρυνση των ελληνικών αρχών, διακηρύσσοντας ότι η περιοχή πλέον θα διοικείται από τους Αλβανούς. Ο Τσιμπρής στην επιστολή του προς τη γερμανική στρατιωτική διοίκηση 1032 (ο αριθμός δηλώνει την έδρα της διοίκησης, εδώ είναι τα Γιάννενα), εκφράζει τις ανησυχίες του για την κατάσταση στη Θεσπρωτία (BA – MA Freiburg, RH 24-22-22). Στην επιστολή αναφέρει ότι επίκειται σφαγή του χριστιανικού πληθυσμού στην περιοχή των Φιλιατών, για την οποία θεωρεί υπεύθυνους τους Mazar, Redzep και Nuri Dino. Παράλληλα, ζητά την απαγόρευση της παραμονής των παραπάνω στη Θεσπρωτία, καθώς έχουν ξένη υπηκοότητα.



Οι Τσάμηδες, μετά τις 18/12/1943, προχώρησαν στη δημιουργία ξεχωριστής διοίκησης στη Θεσπρωτία με αρχηγό τον Mazar Dino, οργάνωσαν τη νεολαία των Τσάμηδων, τη «Μιλίτσια» και συγκρότησαν ένοπλες εθνικιστικές ομάδες, τις περιβόητες «Μπαλ Κομπετάρ», οι οποίες συνεργάστηκαν στενά με τις γερμανικές δυνάμεις εναντίον των Συμμάχων. Δυνάμεις νεαρών Τσάμηδων, αποτέλεσαν σώμα ντυμένο με γερμανικές στολές και στάλθηκαν στα Γιάννενα.

Όσο για τη στολή της «χωροφυλακής» των Τσάμηδων, ο Redzep Dino είναι σαφής: «…η στολή της χωροφυλακής θα είναι ιταλική στρατιωτική στολή με μελανέρυθρο περιβραχιόνιο, πάνω στο οποίο θα υπάρχει αγκυλωτός σταυρός. Ως πηλήκιο, θα έχει το λευκό αλβανικό φέσι, το οποίο μπροστά θα φέρει το αλβανικό εθνόσημο: μαύρο αετό σε κόκκινο πλαίσιο» (BA – MA Freiburg, RH 28-1-187).

Επανερχόμαστε στο θέμα της «αυτονόμησης» της Θεσπρωτίας και την επιστολή Τσιμπρή προς τους Γερμανούς. Ο στρατιωτικός διοικητής της 1032, συνταγματάρχης von Bothmer, επιφυλάσσεται για το αν είναι η κατάλληλη στιγμή να αναλάβουν οι Αλβανοτσάμηδες τη θέση του νομάρχη Θεσπρωτίας. Στον Τσιμπρή, απαντά ως εξής: «Οι ισχυρισμοί που διατυπώσατε στα έγγραφά σας διερευνώνται προς το παρόν ενδελεχώς. Οι αναγκαίες ενέργειες για την προστασία από τις αυθαιρεσίες για τις οποίες εκφράζετε φόβους, έχουν δρομολογηθεί. Πέραν τούτων, παρακαλείσθε όπως μας ενημερώσετε επακριβώς σχετικά με την υπηκοότητα του Μαζάρ και του Ρετζέπ Ντίνο» (BA –MA Freiburg, RH 28-1-189).

Εν τω μεταξύ, το πρόβλημα με τους Τσάμηδες και την εγκαθίδρυση αλβανικής διοίκησης στη Θεσπρωτία, έφτασε μέχρι τα ανώτατα κλιμάκια του Γ’ Ράιχ. Ο πληρεξούσιος του γερμανικού Υπουργείου Εξωτερικών για την περιοχή της ΝΑ Ευρώπης, πρέσβης Νοΐμπάχερ, τηρεί, σχετικά, ήπια στάση, επιθυμώντας να έχει ένα διοικητικό σχήμα όπου η διοίκηση «στα χαρτιά» να είναι ελληνική, αλλά στην ουσία «αλβανική».

Σε σχετικό έγγραφο (BA – MA Freiburg, RH 28-1-189), αναφέρεται ότι ο πρωθυπουργός Ι. Ράλλης θα δώσει εντολή για άμεση αντικατάσταση του νομάρχη Θεσπρωτίας και ότι η επιτυχημένη θητεία του νέου νομάρχη θα εξαρτηθεί από το αν θα «μπορέσει να στηριχτεί είτε στη γερμανική Wehrmacht, είτε σε υπό δημιουργία ομάδες ενόπλων Ελλήνων και ότι η πολιτική δραστηριότητα της ιταλόφιλης ομάδας Ντίνο πρέπει να απαγορευτεί».

Στις αρχές του 1944, οι επιχειρήσεις των Τσάμηδων σε συνεργασία με τους Γερμανούς, συνεχίστηκαν. Μάλιστα, η φιλογερμανική κυβέρνηση των Τιράνων, πανηγύριζε γιατί κατά τις επιχειρήσεις του Φεβρουαρίου 1944, 25.000 σπίτια πυρπολήθηκαν και 100.000 πολίτες έμειναν άστεγοι (εφημερίδα «Bashkimi Kombit» 14/3/1944).


Η αντίστροφη μέτρηση για τους Τσάμηδες – Δυνάμεις του Ε.Δ.Ε.Σ. προελαύνουν στη Θεσπρωτία

Από το καλοκαίρι του 1944 όμως, τα πράγματα άρχισαν να γίνονται δύσκολα για τους Τσάμηδες και τους Γερμανούς. Δυνάμεις του Ε.Δ.Ε.Σ., με επικεφαλής τον Συνταγματάρχη Βασίλειο Καμάρα, τους είχαν περιορίσει στα μεγάλα αστικά κέντρα και σε μερικές οχυρωμένες περιοχές, όπως η Μενίνα(σήμερα Νεράιδα).

Το στρατηγείο Μέσης Ανατολής, με αφορμή σχεδιαζόμενη απόβαση των συμμάχων στην Ελλάδα (με την Ήπειρο ένα από τα πιθανά σημεία της απόβασης), ζητήθηκε η απελευθέρωση των περιοχών από την Ηγουμενίτσα ως την Πάργα. Η Χ μεραρχία του Β. Καμάρα, ενός από τους στενότερους συνεργάτες του Ναπολέοντα Ζέρβα ανέλαβε το δύσκολο αυτό εγχείρημα. Στις 26 και 27 Ιουνίου 1944, ανακαταλαμβάνεται η Παραμυθιά. Οι Τσάμηδες, με μεσολάβηση του Δεσπότη Δωρόθεου, αφοπλίστηκαν και παραδόθηκαν. Στις 29/6/1941, ελληνικές δυνάμεις απελευθερώνουν την Πάργα. Μεγάλη ήταν η συμβολή σ’ αυτό, του ΙΙ Ανεξάρτητου Τάγματος, του Ταγματάρχη Κωνσταντίνου Δουφεξή. Στις 30/6/1944, οι Τσάμηδες (350 άνδρες), με τη συνδρομή 450 Γερμανών και βαρύ οπλισμό, επιχείρησαν να καταλάβουν πάλι την Παραμυθιά, αλλά απέτυχαν. Σύμφωνα με Γερμανούς αιχμαλώτους, οι αδελφοί Ντίνο, έδωσαν στον Γερμανό διοικητή της Μενίνας 1.500 χρυσές λίρες για να τους βοηθήσει! Γιατί το έκαναν αυτό; Όπως αποδείχτηκε, τα σπίτια των αδελφών Ντίνο στην Παραμυθιά ήταν γεμάτα από αμύθητης αξίας αντικείμενα, που προερχόταν από πλιάτσικο στις περιουσίες Ελλήνων Χριστιανών της Θεσπρωτίας.

Στις 2/8/1944, έφτασε στο αρχηγείο του Ε.Δ.Ε.Σ. η πληροφορία, ότι σε μία εβδομάδα, θα έφτανε, για να ενισχύσει τους Τσάμηδες, η Ταξιαρχία του Μεχμέτ Σέχου, υπαρχηγού του Χότζα από την Αλβανία. Κινούμενες αστραπιαία, οι δυνάμεις του Ε.Δ.Ε.Σ., ολοκλήρωσαν την απελευθέρωση της Θεσπρωτίας, εκτός από την Ηγουμενίτσα και τους Φιλιάτες.

Στις 17/8/1944, τα Συντάγματα 16 και 3/16 του Ε.Δ.Ε.Σ. με επικεφαλής τον Συνταγματάρχη Αριστείδη Κρανιά, επιτίθενται στο οδικό οχυρό κέντρο της Μενίνας, την οποία και απελευθέρωσαν στις 19/8/1944. Στις 22/9/1944, απελευθερώθηκαν οι Φιλιάτες και την ίδια μέρα η Ηγουμενίτσα. Ολόκληρη η Θεσπρωτία, ήταν πλέον ελεύθερη.
Η τελευταία προσπάθεια των Τσάμηδων να ανακαταλάβουν τη Θεσπρωτία – Οι δίκες και οι ποινές που τους επιβλήθηκαν.
Ωστόσο, οι Τσάμηδες από το αλβανικό έδαφος που είχαν καταφύγει, εξακολουθούσαν να προκαλούν, λέγοντας ότι θα επιστρέψουν στη Θεσπρωτία. Αυτή τη φορά, με παρτιζάνικες δυνάμεις του Χότζα. Η εσπευσμένη αποχώρηση των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ από την περιοχή, το πρώτο 15θήμερο του Δεκεμβρίου 1944 για την Αθήνα, ήταν η χρυσή ευκαιρία γι’ αυτούς. Ωστόσο, η μισοδιαλυμένη Μεραρχία του Συνταγματάρχη Καμάρα ανασυγκροτήθηκε, και στις 16/12/1944, επιτέθηκε εναντίον των Αλβανοτσάμηδων που είχαν περάσει τον Καλαμά και τους έτρεψαν σε φυγή. Μάλιστα, μπήκαν στο αλβανικό έδαφος, φτάνοντας ως την περιοχή της Δρόπολης. Αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στο ελληνικό έδαφος μετά από πιέσεις των Άγγλων συνδέσμων του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής και της πρώτης μεταπελευθερωτικής κυβέρνησης της Αθήνας που βρισκόταν υπό «τον κλοιό» του Ε.Λ.Α.Σ…

Από τον Μάρτιο του 1945, κινήθηκε η διαδικασία ποινικής δίωξης εναντίον των Τσάμηδων. Από το 1945 ως και το 1947, καταδικάστηκαν ΕΡΗΜΗΝ 1701 Τσάμηδες. Οι 911 (ποσοστό 53,6%) σε θάνατο, 489 (ποσοστό 28,7%) σε ισόβια και 301 (ποσοστό 17,7%) σε φυλάκιση. Η ακίνητη περιουσία των (Αλβανο)Τσάμηδων, απαλλοτριώθηκε από το Ελληνικό Δημόσιο. Σύμφωνα με το ΒΔ 2185/52 και το Νόμο 2781/54, η αγροτική τους περιουσία παραχωρήθηκε σε ακτήμονες, ενώ η αστική τους εκποιήθηκε απευθείας ή με δημοπρασίες σε άστεγους.

Περίπου 18.000 Τσάμηδες κατέφυγαν στην Αλβανία. Σύμφωνα με την απογραφή του 1951, 127 αλβανόφωνοι μουσουλμάνοι ζούσαν στη χώρα μας (Κ. Α. Βακαλόπουλου, «ΗΠΕΙΡΟΣ»). Για το «τσάμικο» ζήτημα μετά το τέλος του πολέμου, θα επανέλθουμε σε επόμενο άρθρο μας.


ΠΗΓΕΣ: 
- Αθανάσιος Γκότοβος, «Τσαμουριά – Ταυτότητες στην κατοχική Θεσπρωτία και ο ρόλος της μουσουλμανικής μειονότητας», Εναλλακτικές Εκδόσεις, 2014
- ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ (Χρήστος Ρήγας), «ΒΟΡΕΙΟΣ ΗΠΕΙΡΟΣ, η συνεχιζόμενη ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ», Εκδόσεις Ε. ΡΗΓΑ, Αθήνα 2001