Πέμπτη 19 Μαρτίου 2015

Πολεμούν οι Λατινόφρονοι τα Ελληνικά προσκυνήματα των Αγίων τόπων

Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και η οικουμενική κίνηση
Πολύ λίγος ο χρόνος, ο οποίος διατίθεται δια την ανάπτυξη ενός τόσο μεγάλου και σημαντικού θέματος, το οποίο απασχολεί στο σύνο­λό τους όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες,
χωρίς βεβαίως να υπάρχη μία κοινή πορεία από πλευράς της Ορθοδοξίας και τούτο, διότι κάθε μία ξεχωριστά Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία γεύεται με διαφό­ρους τρόπους τα αποτελέσματα της Οικουμενικής Κινήσεως, ανάλογα με τον βαθμό των ενδιαφερόντων των ετεροδόξων στις γεωγραφικές περιοχές του πλανήτη μας, στις οποίες εκτείνεται η δικαιοδοσία τους.
       Δια τούτο θα περιορισθώ αναγκαστικά μόνο στη γενική θεώρηση του θέματος, όπως το προσλαμβάνει το μαρτυρικό Πατριαρχείο των Ιεροσολύμων, και θα παραθέσω μόνον ενδεικτικά γεγονότα, χαρα­κτηριστικά της όλης καταστάσεως, περί του «Ελληνορθόδοξου Πα­τριαρχείου των Ιεροσολύμων και της Οικουμενικής Κινήσεως».
       Πρώτα από όλα πιστεύω ότι πρέπει να αντιδιαστείλουμε τον όρο «Οικουμενικός» και «Οικουμενικότητα» από αυτά τα οποία δυστυχώς συμβαίνουν και με την πάροδο του χρόνου κορυφώνονται. Η Ορθόδο­ξη Εκκλησία, ως η μόνη Εκκλησία η οποία τηρεί στους κόλπους της ανόθευτη την πίστη στον «εν Τριάδι Ένα Θεό», ακολουθεί πιστά και την εντολή του Θείου Ιδρυτού της να μαθητεύση πάντα τα Έθνη, χαρακτηριστικό της Οικουμενικότητος της Εκκλησίας. Ιδιότητα η οποία δεν μπορεί να της αφαιρεθή από κανένα. Η Ορθόδοξη Εκκλη­σία, η οποία άλλωστε είναι και η μόνη αλάνθαστη Χριστιανική Εκκλησία, έχει ως βασικό συστατικό της την καθολικότητα, όπως ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως, δηλαδή την Οικουμενικότητα. Δεν μπορεί όμως και ούτε επιτρέπεται να συγχέεται αυτή η έννοια της Οικουμενικότητος με την προσπάθεια επιβολής του συγκρητιστικού Οικουμενι­σμού, ο οποίος εκτός των άλλων προσβάλλει και καταπατεί κυριαρχικά δικαιώματα του ανθρώπου, όπως αυτό της ελευθερίας της συνειδήσεως.
       Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, ως Αυτόνομη και Αυτοκέφαλη Εκκλησία, δραστηριοποιείται στην περιοχή των Αγίων Τόπων, την ευρύτερη Μέση Ανατολή, έως του Περσικού Κόλπου και των Αραβι­κών Εμιράτων. Το από την Αγία Ελένη Ιδρυθέν Τάγμα των Σπουδαί­ων, εξέλιξη του οποίου υπάρχει ως σήμερα η Αγιοταφιτική Αδελφότη­τα, έχει επωμισθή την προστασία, την συντήρηση και την διακονία των Παναγίων Προσκυνημάτων, των τόπων δηλαδή, οι οποίοι σχετίζον­ται με την επί γης παρουσία και ζωή του Ιδρυτού της Πίστεώς μας, Κυρίου Ιησού Χριστού.
       Αυτή η ιδιαιτερότητα το ξεχωρίζει από τις υπόλοιπες Εκκλησίες. Διότι αποστολή του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων είναι όχι μόνο η ποι­μαντική μέριμνα και φροντίδα του λογικού ποιμνίου, μέσω της θρησκευ­τικής, κοινωνικής, μορφωτικής και φιλανθρωπικής δραστηριότητος, αλλά και η διατήρηση της μοναδικής αυτής κληρονομίας και παρακαταθήκης, της διακονίας των Παναγίων Προσκυνημάτων, τα οποία ι­δρύθηκαν αλλά και διατηρήθηκαν δια μέσου των αιώνων από το ευσε­βές
Γένος των Ρωμαίων. Στα Ιεροσόλυμα και στην Αγία Γη το μεγαλείο της Ρωμηοσύνης μπορεί να συρρικνώθηκε αλλά δεν έσβησε ποτέ.
       Το παράπονό μας όμως παραμένει, διότι η καταστροφική πολεμι­κή εναντίον της Εκκλησίας Ιεροσολύμων δεν ήλθε από αλλοπίστους, αλλά από τους ετεροδόξους και μερικές φορές ακόμη και από τους ομοδόξους. Η φθονερή πολεμική των ετεροδόξων δραστηριοποιείται σε δύο σκέλη: 1) την αφαίμαξη του Πατριαρχείου από το ποίμνιό του και 2) την απόκτηση δικαιωμάτων επί των Παναγίων Προσκυνημά­των, με την υιοθέτηση όλων των αθεμίτων μέσων, τα οποία βεβαίως χαρακτηρίζουν ανθρώπους, οι οποίοι αν μη τι άλλο δεν μπορούν να ονομασθούν αδελφοί. Αναφορικά με το πρώτο μέρος, το Βατικανό έπαιξε αλλά και συ­νεχίζει να παίζη σκοτεινό ρόλο. Και παρακαλώ να μη θεωρηθή ο χα­ρακτηρισμός ως υπερβολικός.
       Οι Λατίνοι δεν έχουν στην παράδοσή τους τον όρο «Πατριαρχείο» ή «Πατριάρχης», αλλά τον όρο «Καρδινάλιος». Όμως όταν κατέκτη­σαν τα Ιεροσόλυμα, ίδρυσαν το «Πατριαρχείο των Ιεροσολύμων», με φανερούς τους σκοπούς της προκλήσεως συγχύσεως στους πιστούς και σταδιακά της επικρατήσεώς τους.
       Άρχισαν να ανεγείρουν σχολεία σε διάφορες πόλεις και χωριά και δημιούργησαν ευκτηρίους οίκους, παρά το γεγονός ότι όλοι οι κά­τοικοι ήταν Ορθόδοξοι. Στην προπαγάνδα τους οι εγκατασταθέντες Φραγκισκανοί χρησιμοποίησαν αλλά και συνεχίζουν να χρησιμοποι­ούν τις ειδικά εκπαιδευμένες στον τομέα αυτό Λατίνες μοναχές και, εκμεταλλευόμενοι τον διάλογο μεταξύ των Ορθοδόξων και των Ρω­μαιοκαθολικών, τα διάφορα κοινά Συνέδρια και τις άτυπες και επίση­μες συναντήσεις, ενέσπειραν στον απλό κόσμο το σύνθημα «κούλου ουάχατ», δηλαδή ότι «όλοι είμεθα ένα» και δεν υπάρχει καμμία διαφο­ρά μεταξύ των Χριστιανικών Εκκλησιών, μιας και όλοι πιστεύουμε στον αυτό Χριστό.
       Η προσηλυτιστική αυτή δραστηριότητα εντάθηκε ακόμη περισσό­τερο με την ανάπτυξη και προώθηση της Ουνίας, η οποία χρησιμοποι­είται, ως φανερός πλέον «Δούρειος Ίππος», κατά της Ορθοδοξίας.
       Στα λατινικά σχολεία οι μοναχές αναγκάζουν τα Ορθόδοξα παι­διά να κάνουν το σημείο του Σταύρου με τον λατινικό τρόπο και επι­βάλλουν να εκκλησιάζονται στους Λατίνους με την απειλή της απο­βολής ή και της διαγραφής τους από το σχολείο.
       Περιοδεύουν από σπίτι σε σπίτι και προσκαλούν τα μικρά ιδίως παιδιά να τους διδάξουν μουσική και μουσικά όργανα, θέμα πολύ δε­λεαστικό δια την τρυφερή αυτή ηλικία, όταν δε πάνε τα παιδιά στις αίθουσες αυτές, τους ζητούν να σχηματίσουν πρώτα το σημείο του Σταύρου και όσα παιδιά κάνουν τον Σταυρό τους ορθόδοξα, τους κτυπούν τα χέρια και τους υποδεικνύουν, ως σωστό δήθεν, τον λατινικό τρόπο.
       Προτρέπουν τα παιδιά των Λατίνων να εκκλησιάζονται μαζί με τους φίλους τους Ορθοδόξους στην Ορθόδοξη Εκκλησία και να πηγαί­νουν να μεταλαμβάνουν από τους Ορθοδόξους ιερείς, μόνον και μόνον δια να προωθήσουν στα μάτια του κόσμου την συγκρητιστική δήθεν ενότητα, αλλά και να σχολιάσουν την άρνηση των ιερέων να μεταλά­βουν τους Λατίνους, κατηγορώντας παράλληλα τους Ορθοδόξους για έλλειψη αγάπης και καλλιέργειας διχόνοιας μεταξύ των ανθρώπων.
       Η ένδυση δε των
Ουνιτών με την αυτή αμφίεση με τους Ορθοδό­ξους και ο σφετερισμός του τελετουργικού και της Λειτουργίας, σε συνδυασμό με την προβολή της συλλειτουργίας των Ουνιτών με τους Λατίνους και τη μνημόνευση του ονόματος του Πάπα, έχει προωθήσει σε μεγάλο βαθμό το καταστροφικό έργο του προσηλυτισμού.
       Βλέποντας όλα αυτά το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και αποσκο­πώντας στην προστασία του ποιμνίου, απεφάσισε το έτος 1989 να αποσυρθή από το Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών και να διακόψη κάθε μορφή διαλόγου γενικά με τους ετεροδόξους. Αυτή η από­φαση έγινε σημείο τριβής σε Διορθόδοξο επίπεδο, διότι με την στά­ση αυτή του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων καταδικάστηκε σε στασιμό­τητα ο θεολογικός διάλογος μεταξύ της Ορθοδοξίας και των ετεροδόξων, αλλά και σε αποτυχία οι οποίες συμφωνίες υπογράφονταν από τις υπόλοιπες Ορθόδοξες Εκκλησίες, διότι δεν θα είχαν οι συμφωνίες αυτές Πανορθόδοξη ισχύ, μη υπαρχούσης της αποδοχής του τετάρ­του, ως προς την τάξη, Πρεσβυγενούς Πατριαρχείου των Ιεροσολύμων.
       Χαρακτηριστικά αναφέρω την υπογραφή συμφωνίας στο Μπαλαμάντ του Λιβάνου, το έτος 1992, μεταξύ των Ορθοδόξων Εκκλησιών, πλην του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, και των
Μονοφυσιτών, η οποία κοινοποιήθηκε και στην Εκκλησία Ιεροσολύμων, συμφωνία την οποία κατήγγειλε το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων προς όλους τους Προκαθη­μένους των κατά τόπους Αυτοκέφαλων και Αυτονόμων Ορθοδόξων Εκκλησιών, προς το Αγιώνυμον Όρος, τις Θεολογικές Σχολές της Ελλάδος και όλους τους Ορθοδόξους λαούς, και διεκήρυξε ως άκυρη, με αποτέλεσμα την δημιουργία αρνητικού κλίματος και την μη εφαρμο­γή της, όσο και αν Ορθόδοξοι Προκαθήμενοι πρότειναν την υλοποίηση των συμφωνηθέντων και την παράλληλη καταδίκη σε απομόνωση της αντιδρώσης Εκκλησίας Ιεροσολύμων.
       Το μέτρο όμως αυτό του 1989 δυστυχώς προκάλεσε μεγάλη ζη­μιά στο Πατριαρχείο μας, διότι μη έχοντας εκπρόσωπο στα διάφορα Διαχριστιανικά Συνέδρια ή και συναντήσεις, οι πολλοί και ποικίλοι εχθροί του Πατριαρχείου διέδιδαν πλείστα όσα ψεύδη κατ' αυτού, διότι δεν υπήρχε αντίλογος, με αποτέλεσμα να σχηματισθή σε διεθνές επίπεδο κλίμα καχυποψίας και προσπαθείας περιθωριοποιήσεως του Πατριαρχείου, με απώτερο σκοπό την βλάβη αυτού και αμφισβήτηση της ικανότητος της διακονίας και προστασίας των Παναγίων Προσκυ­νημάτων.
       Έτσι, η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων απεφάσισε πρόσφατα να συμμετέχη στις διάφορες Παγχριστιανικές Συνεδριάσεις και συναντήσεις δι' εκπροσώπου, δια να υπερασπίζεται το Πατριαρχείο και να αντιλέγη στα διάφορα υποβολιμαία κατ' αυτού ψεύδη.
       Όσον άφορα στο δεύτερο μέρος, το οποίο σχετίζεται με τα Πανά­για Προσκυνήματα, χωρίς καμμία υπερβολή, δια να δοθή μόνον στίγμα της όλης καταστάσεως θα έπρεπε να έχουμε στη διάθεσή μας ημέρες ή και μήνες. Θα προσπαθήσω όμως να σκιαγραφήσω μία καθαρή εικό­να, δια την όσο το δυνατό καλύτερη και πληρέστερη ενημέρωση υμών, των αγαπητών συνέδρων.
       Αρχικά ο Πάπας Ρώμης Ουρβανός ο Β', έχοντας ως λάβαρο προπα­γάνδας το ψεύδος, υποκινεί την πρώτη Σταυροφορία, όχι δια να ελευ­θερώση, αλλά να κατακτήση και εκμεταλλευθή τα Πανάγια Προσ­κυνήματα και γενικά τους Αγίους Τόπους, εμπνεόμενος από την άμετρη φιλοδοξία του να υποτάξη την Ορθόδοξη Ανατολή, διακηρύσσοντας προς τους μέλλοντας να συμμετάσχουν Σταυροφόρους, ότι θα λάβουν πλήρη άφεση αμαρτιών δι' όλα τους τα εγκλήματα.
       Οι Σταυροφόροι, καταπατώντας κάθε συμφωνία με τον Αυτοκρά­τορα Αλέξιο, καταλαμβάνουν τα Ιεροσόλυμα, προβαίνουν στην καθ' όλα δι' αυτούς «Χριστιανική» πράξη της σφαγής 60.000 εμπολέμων αλλά και αμάχων και ιδρύουν το Λατινικό Πατριαρχείο στα Ιεροσόλυμα. Όταν ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Συμεών πηγαίνει στον
Ναό της Αναστάσεως να τελέση την Θεία Λειτουργία, οι Λατίνοι δεν του επιτρέπουν την πρόσβαση, με αποτέλεσμα ο κύριος κάτοχος όλων των Ιερών Προσκυνημάτων να αναγκασθή να εγκαταλείψη την Ιερου­σαλήμ, να πάη στην Βηθλεέμ και από εκεί στην Κύπρο, όπου και εκοιμήθη το 1106.
       Από τότε αρχίζουν τα μεγάλα δεινά δια το Ελληνορθόδοξο Πα­τριαρχείο Ιεροσολύμων και τους Πατριάρχες, διότι έπρεπε να αντιμετω­πιστούν οι διεκδικήσεις των Λατίνων κυρίως, α
λλά και των Αρμενίων και των άλλων Μονοφυσιτών, της αποκτήσεως, δηλαδή, και κατοχυρώ­σεως δικαιωμάτων τους στον Πανίερο Ναό της Αναστάσεως, αλλά και στη Βασιλική της Γεννήσεως στην Βηθλεέμ.
       Μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως και την πτώση της Ρωμηοσύνης, οι ετερόδοξοι διαθέτουν πληθώρα χρυσού, δια να εξαγο­ράσουν δικαιώματα από τους Τούρκους κατακτητές. Οι Λατίνοι στην προσπάθειά τους αυτή ενισχύονται από την Δύση και ιδίως από την Κυβέρνηση και τους πρέσβεις της Γαλλίας.
       Το Πατριαρχείο μη έχοντας υποστήριξη από πουθενά, παρά μό­νο από το υπόδουλο Γένος, με την συνδρομή του Πατριαρχείου Κων­σταντινουπόλεως, συνεχίζει τον τιτάνιο αγώνα της διατηρήσεως και διασφαλίσεως των απαραγράπτων δικαιωμάτων του ευσεβούς Γένους των Ρωμηών επί των Παναγίων Προσκυνημάτων της αμωμήτου ημών Πίστεως.
       Οι αγώνες αυτοί συνεχίζονται έως σήμερα. Ο σκοπός παραμένει ο ίδιος, αλλάζει μόνο η μέθοδος. Ίσως θα περίμενε κανείς, η αναπτυ­ξιακή πρόοδος του συγχρόνου πολιτισμού να επηρεάση γενικά τις ζω­ές των ανθρώπων και να αμβλύνη τα διαχωριστικά όρια, καλλιεργώντας πνεύμα συγκλίσεως και ενότητος. Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων προσβλέπει στον άνθρωπο, σέβεται το δικαίωμα της ελευθερίας της γνώμης και της πίστεως, συνεργάζεται σε κοινωνικούς τομείς με κάθε καλοπρο­αίρετο άνθρωπο, επιδιώκοντας την βελτίωση του βιωτικού επιπέδου του ανθρώπου και κατ' επέκταση των λαών.
       Αλλά οι επιδιώξεις, ιδίως των Λατίνων, στο νευραλγικό τομέα του προσκυνηματικού καθεστώτος, μας προσγειώνει σε μία διαφορε­τική πραγματικότητα, τον χαρακτηρισμό της οποίας δεν θα ήθελα να τον κάνω εγώ, αλλά τον αφήνω στην κρίση του καθενός, από τα εξής γεγονότα.
       Είναι γνωστά σε όλους από τα Μέσα Μαζικής Ενημερώσεως τα περιστατικά, τα οποία έλαβαν χώρα στη Βασιλική της Γεννήσεως στη Βηθλεέμ. Η ενημέρωση όμως ήταν επιλεκτική και κανείς δεν τόλ­μησε να αναφερθή δημόσια και στα παράπλευρα γεγονότα, τα οποία πιστεύω ότι η παρούσα Σύναξη πρέπει να γνωρίζη.
       Στην περιοχή της Αγίας Γης η κατάσταση είναι έκρυθμη, εξ αιτίας της διαμάχης μεταξύ των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων. Σε μία σύγκρουση πριν από δύο χρόνια περίπου μία ομάδα ενόπλων Πα­λαιστινίων μπήκε σε λατινικό ίδρυμα, δια να αποφύγη την κατά μέτωπον σύγκρουση και ίσως την σύλληψη. Οι Φραγκισκανοί τους είπαν πως ό,τι και να γίνη στο μέρος εκείνο, κανείς από την Διεθνή Κοινό­τητα δεν θα έδινε σημασία, αν όμως κατελάμβαναν τον Ναό της Γεν­νήσεως, τότε θα αποσπούσαν το ενδιαφέρον όλου του κόσμου.
       Σημειωτέον ότι η
Βασιλική της Γεννήσεως ανήκει στο Ελληνορθό­δοξο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και οι Λατίνοι έχουν δίπλα στο Ναό το Μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης, το οποίο επικοινωνεί με το εσωτερικό του Ναού με μία μικρή πόρτα στο τέλος του βορείου τοί­χου. Δια την προστασία του Ναού είχε κλείσει η κεντρική πόρτα και οι προσβάσεις προς τον Ναό, πλην της πόρτας των Λατίνων, η οποία σφραγίζει από την δική τους πλευρά.
       Πράγματι λοιπόν οι ένοπλοι ήλθαν στον Ναό, τους άνοιξε κάποιος μοναχός Φραγκισκανός, τους προσκάλεσε στο Μοναστήρι τους και από εκεί άνοιξαν την ενδιάμεση πόρτα και τους εισήγαγαν στο εσω­τερικό του Ναού και έκλεισαν πίσω τους την πόρτα, την οποία σφρά­γισαν με ενισχυτικά ξύλα, δια να εξασφαλίσουν το Μοναστήρι τους.
       Η ελπίδα των Φραγκισκανών ήταν ότι θα εφορμούσαν οι Ισραη­λινοί δια να συλλάβουν τους ενόπλους και αυτοί θα ανετίναζαν τον Ναό της Γεννήσεως με τα εκρηκτικά, με τα οποία τον είχαν παγι­δεύσει. Ο «Χριστιανικός» σχεδιασμός τους όμως απέτυχε, χάρη στην σοφή και έγκαιρη διαχείριση του θέματος από το Πατριαρχείο και την επιτυχία της αποσπάσεως της υποσχέσεως από τον Ισραηλινό στρατό, ότι θα κάνη υπομονή και δεν θα εισβάλη στον Ναό.
       Ο αποτροπιασμός γίνεται ακόμη μεγαλύτερος από τις λεπτομέ­ρειες του σχεδιασμού αυτού, οι οποίες δεν μπορούν να αναφερθούν στο πλαίσιο του διατιθεμένου χρόνου.
       Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων όμως αντιπαλαίει καθημερινώς και με τις ανιστόρητες και εντελώς αβάσιμες διεκδικήσεις και α)
των Αρμενίων, οι οποίοι μεταξύ των άλλων θέλουν να αποκτήσουν δι­καίωμα συμμετοχής στην τελετή του Αγίου Φωτός, η οποία είναι απο­κλειστικά και μόνο τελετή του Ελληνορθοδόξου Πατριαρχείου Ιε­ροσολύμων, β) των Συριανών, οι οποίοι καταπατώντας το καθεστώς προσπαθούν να αυξήσουν τις επίσημες λιτανείες τους στον Ναό της Αναστάσεως, και γ) των Κοπτών, οι οποίοι επιδιώκουν να επεκτεί­νουν τις αξιώσεις τους, έστω και μερικά εκατοστά, στη Ροτόντα του Κουβουκλίου του Παναγίου Τάφου.
      

Με την επιγραμματική εισήγηση αυτή προσπάθησα να δώσω αν­τιπροσωπευτική εικόνα της δράσεως της Οικουμενικής Κινήσεως μέ­σα στους κόλπους της Εκκλησίας Ιεροσολύμων.
       Κατακλείοντας θα ήθελα να διαβεβαιώσω όλους σας, διερμηνεύον­τας τα αισθήματα πάντων των μελών της Αγιοταφιτικής Αδελφότητος,  ότι το Ελληνορθό­δοξο Πατριαρχείο των Ιεροσολύμων με υψηλό αίσθημα αυτοθυσίας θα συνεχίση μέσα στις όποιες αντίξοες συνθήκες τον υπεράνθρωπο αγώνα του και δεν θα επιτρέψη ποτέ και σε κανένα να του αφαιρέ­ση έστω και σπιθαμή από τα απαράγραπτα προνόμια και δικαιώ­ματα στα Πανάγια Προσκυνήματα, των οποίων είναι ο Ιδρυτής και ο Κτήτωρ, και θα κρατά ανοικτές τις πύλες τους δι' όλους τους προσ­κυνητές, τους οποίους με πολλή αγάπη θα φιλοξενή στα κανονικά όρια της δικαιοδοσίας του, τα οποία καθώρισε η Εκκλησία με τις αποφάσεις των Αγίων και Οικουμενικών Συνόδων.

http://www.impantokratoros.gr/9077DA97.el.aspx
Αρχιμανδρίτης Δημήτριος Βασιλειάδης Γραμματεύς της Αγίας και  Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ
Γένεση - Προσδοκίες - Διαψεύσεις
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ
ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΕΛΕΤΩΝ Α.Π.Θ. 20-24 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2004
Εκδόσεις ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ