Ανησυχία για το γεγονός ότι έχει μειωθεί ο αριθμός των επιτυχημένων εκταφών για τη διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων του 1974 εκφράζουν τόσο ο Διευθυντής του Γραφείου του Προέδρου της Δημοκρατίας Παναγιώτης Αντωνίου όσο και ο Επίτροπος Προεδρίας για
Ανθρωπιστικά Θέματα και Θέματα Αποδήμων Φώτης Φωτίου.
Ανθρωπιστικά Θέματα και Θέματα Αποδήμων Φώτης Φωτίου.
Σε ομιλία του στην κηδεία του φονευθέντος από τους Τούρκους εισβολείς Ανδρέα Φουσκουλλή, τα οστά του οποίου ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο του DNA, ο Π. Αντωνίου ανέφερε ότι από τις ανασκαφές συνολικά 916 χώρων έχουν ανευρεθεί λείψανα μόνο σε 288 με βασική αιτία την «πεισματική άρνηση των τουρκικών κατοχικών δυνάμεων να συνεργαστούν ακόμα και 40 χρόνια μετά την διάπραξη των εγκλημάτων τους προκειμένου να λήξει ένα θέμα καθαρά ανθρωπιστικό» και κάλεσε την Τουρκία να επιτρέψει το άνοιγμα των λεγόμενων στρατιωτικών ζωνών και την πρόσβαση στα στρατιωτική αρχεία.
Σύμφωνα με τον Π. Αντωνίου, μέχρι στιγμής έχει αναγνωριστεί η ταυτότητα 491 Ελληνοκυπρίων και 127 Τουρκοκυπρίων, ωστόσο η μετακίνηση των λειψάνων από τους χώρους που αρχικά είχαν ταφεί σε άλλους προκαλεί τεράστια προβλήματα και ανείπωτο πόνο στις οικογένειες των αγνοουμένων καθώς «όπως έχει καταδειχθεί και από την περίπτωση των 70 αγνοουμένων της Άσσιας, επιτυγχάνεται ταυτοποίηση λειψάνων μόνο από πολύ περιορισμένο αριθμό οστών. Τυγχάνει, μάλιστα, μετά την παραλαβή από τους συγγενείς ενός αριθμού οστών και τις κηδείες των αγαπημένων τους, να παραδίδονται σε αυτούς μετά από αρκετό καιρό και νέα τεμάχια οστών».
Από την πλευρά του, ο Φ. Φωτίου ανέφερε ότι «απαίτηση της κυβέρνησης και του Πρόεδρου Αναστασιάδη είναι να επιταχυνθεί η διαδικασία της διερεύνησης όλων των περιπτώσεων των αγνοουμένων μας και να αποδοθούν τα λείψανα τους στους εναπομείναντες εν ζωή συγγενείς τους» στον επικήδειο λόγο κατά την ταφή του 20χρονου Ανδρέα Ορθοδόξου, τα οστά του εντοπίστηκαν σε ομαδικό τάφο στην περιοχή Τέμπλους και ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο DNA.
Σημειώνεται ότι εκατοντάδες μέλη της Ομογένειας συμμετείχαν στη φετινή αντικατοχική συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από την πρεσβεία της Τουρκίας στο Λονδίνο, στην 31η επέτειο της μονομερούς ανακήρυξης του ψευδοκράτους. Αντιπροσωπεία της Εθνικής Κυπριακής Ομοσπονδίας Ηνωμένου Βασιλείου επέδωσε ψήφισμα διαμαρτυρίας προς τον πρέσβη της Τουρκίας, με το οποίο καλείται η Άγκυρα, μεταξύ άλλων, να βάλει τέλος στην ανθρώπινη τραγωδία των αγνοουμένων συμβάλλοντας ουσιαστικά στη διακρίβωση της τύχης τους, να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία, να σταματήσει την εκμετάλλευση κλεμμένων περιουσιών στα κατεχόμενα και την καταστροφή της πολιτιστικής και θρησκευτικής κληρονομιάς του νησιού.
Ακολουθεί απόσπασμα της επικήδειας ομιλίας του Π. Αντωνίου για τον Ανδρέα Φουσκουλλή που αιχμαλωτίστηκε και εκτελέστηκε εν ψυχρώ από τις τουρκικές κατοχικές δυνάμεις:
«Ο Ανδρέας, 54 χρόνων τότε, έγγαμος με έξι γιούς και τρεις κόρες, ήταν ένας ακούραστος εργάτης του μόχθου που προσπαθούσε από το πρωί μέχρι το βράδυ να εξασφαλίσει για την οικογένειά του τα προς το ζην. Λόγω ηλικίας δεν είχε ενταχθεί στην Εθνική Φρουρά. Έζησε όμως όλη τη βαρβαρότητα του Τουρκικού Αττίλα που εισέβαλε στην πατρίδα μας σπέρνοντας τον όλεθρο και ντύνοντας στα μαύρα εκατοντάδες συζύγους, γονείς και παιδιά. (…)
Όταν στις 14 Αυγούστου 1974 άρχισε η μεγάλη επίθεση των τουρκικών στρατευμάτων εναντίον των θέσεων της Εθνικής Φρουράς στη γραμμή Μιας Μηλιάς – Κλεπίνης – Παχυάμμου, οι περισσότεροι κάτοικοι της Αγκαστίνας εγκατέλειψαν το χωριό τους και αναζήτησαν πιο ασφαλείς περιοχές. Ένας αριθμός από αυτούς μετέβησαν στην Άσσια. Ανάμεσά τους ο Ανδρέας μαζί με τη σύζυγο και τα πέντε ανήλικα παιδιά του. Τέσσερις γιοί του είχαν καταταγεί στην Εθνική Φρουρά ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα της πατρίδας μαζί με χιλιάδες άλλους νέους.
Προς το απόγευμα της 14ης Αυγούστου, τα τουρκικά στρατεύματα, αφού διέσπασαν τις αμυντικές θέσεις της Εθνικής Φρουράς, άρχισαν να καταλαμβάνουν ένα-ένα τα χωριά της Μεσαορίας. Στην Άσσια οι Τούρκοι στρατιώτες, που συνοδεύονταν από πάνοπλους Τουρκοκύπριους, μπήκαν την επόμενη μέρα. Μέσα στο χωριό είχαν παραμείνει χίλιοι περίπου Ελληνοκύπριοι, μεταξύ τους και ένας αριθμός κατοίκων γειτονικών χωριών. Φθάνοντας στο σπίτι όπου βρισκόταν ο Ανδρέας με την οικογένειά του, οι Τούρκοι τους συνέλαβαν όλους και τους οδήγησαν στην πλατεία του χωριού. Εκεί έδεσαν τα χέρια των ανδρών και τους έβαλαν σε φορτηγά, ενώ τα γυναικόπαιδα τα άφησαν ελεύθερα. Στις 18 Αυγούστου, ο Ανδρέας αφέθηκε να επιστρέψει στο σπίτι όπου προσωρινά διέμεναν. Τους ανέφερε ότι μεταφέρθηκε στο γκαράζ Παυλίδη στη Λευκωσία αλλά τον άφησαν να φύγει λόγω ηλικίας.
Τα ευχάριστα αυτά για την οικογένειά του δεν κράτησαν όμως πολύ. Σε τρεις μέρες, στις 21 Αυγούστου, οι Τούρκοι τους συνέλαβαν εκ νέου όλους. Αυτή τη φορά τα πράγματα φαίνονταν πιο ανησυχητικά. Μαζί με άλλους που συνέλαβαν από διπλανά σπίτια, τους μετέφεραν στην πλατεία της ενορίας τους, όπου οι Τούρκοι είχαν συγκεντρώσει όλους τους εγκλωβισθέντες της Άσσιας. Εκεί έδεσαν τα χέρια όλων των ανδρών και τους επιβίβασαν ξανά σε φορτηγά οχήματα, ενώ τα γυναικόπαιδα τα οδήγησαν στην κάτω ενορία του χωριού. Τους άνδρες τους πήραν αρχικά στο Τουρκοκυπριακό χωριό Αγυιά και στη συνέχεια τους μετέφεραν στο γκαράζ Παυλίδη στη Λευκωσία. Επικεφαλής ήταν Τουρκοκύπριος αστυνόμος ο οποίος διέταξε 37 κρατούμενους, οι οποίοι ήταν ηλικίας κάτω των 50 ετών, να κατεβούν από τα φορτηγά και να εισέλθουν στο γκαράζ. Τους υπόλοιπους 70 που ήταν άνω των 50 ετών, μεταξύ των οποίων και ο Ανδρέας Φουσκουλλής, τους οδήγησαν με τα φορτηγά προς άγνωστο μέρος και έκτοτε κανένας τους δεν έδωσε σημεία ζωής. Η συνέχεια, δυστυχώς, βρίσκεται μπροστά μας μέσα σε αυτό το ταπεινό φέρετρο το πλήρες όμως με τη μεγαλοσύνη της θυσίας του ήρωα Ανδρέα Φουσκουλλή.
Οι 70 συλληφθέντες οδηγήθηκαν έξω από το χωριό Αφάνεια όπου οι αιμοσταγείς δολοφόνοι τους εκτελούσαν καθώς ήταν δεμένοι πισθάγκωνα. Τόση ήταν η παλικαριά τους. Μετά έριξαν τα νεκρά σώματα σε δυο πηγάδια, στην τοποθεσία Ορνίθι. 37 στο ένα πηγάδι και 33 στα άλλο.
Οι ήρωές μας ούτε και σε αυτόν τον προσωρινό τους τάφο δε θα ησυχάσουν. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90, η κατοχική δύναμη προσπάθησε να συγκαλύψει τη μαζική αυτή δολοφονία, επιχειρώντας να μεταφέρει αλλού τα λείψανα. Χρησιμοποίησαν εκσκαφείς, νομίζοντας ότι έτσι, μαζί με τα λείψανα, θα εξαφάνιζαν και κάθε ίχνος της ενοχής τους. Όμως ο Θεός της δικαιοσύνης βοήθησε ώστε στα βάθη των πηγαδιών και στα πλαϊνά λαγούμια, να εντοπιστούν τεμάχια λειψάνων τα οποία προσφέρουν αδιάσειστη μαρτυρία για την εν ψυχρώ εκτέλεση των 70 συλληφθέντων.
Η διαδικασία της σύλληψης και ο τρόπος της εκτέλεσης των 70 ηρώων που έχουν ταυτοποιηθεί δεν μπορεί να αφήσει ασυγκίνητο κανέναν άνθρωπο. Η βαρβαρότητα που βίωσαν οι ήρωές μας αυτοί τους ανεβάζει στο επίπεδο των μαρτύρων της Ελλάδας και της Χριστιανοσύνης. Οι στυγνοί εκτελεστές τους οφείλουν να λογοδοτήσουν ενώπιον της δικαιοσύνης. Κι αν αυτό είναι ανέφικτο, ο μεγάλος Θεός θα τους κρίνει όταν έρθει η ώρα. Γιατί μπροστά σε αυτόν κανένας δεν μπορεί να κρύψει τα ανομήματά του. Γιατί εκτός από τη μαρτυρική θυσία των ηρώων μας παρακολουθούμε για 40 χρόνια το μαρτύριο και την αγωνία των συγγενών τους που καρτερικά περίμεναν τους δικούς τους. Κι όταν πια εξέλιπαν οι ελπίδες, τουλάχιστον, ανέμεναν να κηδεύσουν τα οστά των συγγενών τους με τις τιμές που τα ελληνοχριστιανικά ήθη και έθιμα μας ορίζουν».