Τ Ι Σ ΑΠΟΒΑΤΙΚΕΣ δυνάμεις που η Τουρκία δεν είχε το 1964 και το 1967 για να εισβάλει στην Κύπρο, φρόντισε να τις αποκτήσει μέχρι το 1974. Και να τις εκπαιδεύει διαρκώς. Για να καταστήσει ικανές τις, προορισμένες για την εισβολή, μεραρχίες της. Αφού, όμως, πρώτα πέτυχε από την 1η Χούντα των ανθελλήνων δικτατόρων, να αποσύρει από την Κύπρο την ελλαδική Μεραρχία που είχε στείλει το ’64 η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου και, από τη 2η Χούντα, να διαπράξει το τουρκοφόρο πραξικόπημα της 15.7.74 και να τής προσφέρει (της Τουρκίας) ΔΙΑΤΕΤΑΓΜΕΝΑ αφύλακτες και εκ προθέσεως ΠΡΟΔΟΜΕΝΕΣ τις κυπριακές Θερμοπύλες στην Κερύνεια, για να αποβιβαστούν ανενόχλητες οι δυνάμεις του Αττίλα 20.7.74.Ε Ξ Α Ν Τ Λ Η Τ Ι Κ Ω Ν λεπτομερειών τεκμηρίωση των όσων διαδραματίστηκαν και όσων αλληλοδιαδοχικώς διαπράχθηκαν, ώς την μέγιστη προδοσία που υπέστη ο Ελληνισμός στην Κύπρο το 1974, ετοιμάζει η αρμόδια για τον «Φάκελο Κύπρου» επιτροπή της Βουλής, υπό την προεδρία του βουλευτή Μαρίνου Σιζόπουλου και την επιστημονική συμβολή των ιστορικών Πέτρου Παπαπολυβίου και Γιώργου Καζαμία.
Τα είπε εκτενώς σε συνέντευξή του προχθές ο κ. Σιζόπουλος στον «Φ». Ανάμεσα σ’ άλλα πολύ ενδιαφέροντα, ένα νομίζουμε ότι θα πρέπει να φωτισθεί όσο το δυνατόν εντονότερα. Για να μπορέσουν να το δουν καλύτερα όσοι παίρνουν τις αποφάσεις σε Λευκωσία και Αθήνα, για το Κυπριακό και τα «ελλαδο-τουρκικά».«Δεν είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι μπορεί η Τουρκία να αφήσει την εξέλιξη των γεγονότων να προχωρήσει με τέτοιο τρόπο, ώστε να υπάρξει λύση η οποία να της ματαιώνει την υλοποίηση των στρατηγικών της σχεδιασμών που έχουν γίνει από το 1952 και που με ιδιαίτερη συνέπεια προωθεί. Ο απώτερος στόχος της Τουρκίας είναι να έχει επικυριαρχία σε ολόκληρο το νησί, για να μπορεί να έχει ουσιαστικό έλεγχο στο χώρο Αν.
Μεσογείου και να ισχυροποιεί ακόμα περισσότερο τη γεωστρατηγική της θέση. Σήμερα, που η Τουρκία νιώθει ότι έχει φτάσει σε ένα σημείο πλησίον της τελικής επίτευξης του στόχου της, θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο να κάνει βήματα προς τα πίσω αν δεν υποχρεωθεί. Η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας… ήταν ένας τρόπος που θα μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε, για να παρεμποδίσουμε την εφαρμογή αυτών των σχεδίων και ενδεχομένως να οδηγήσουμε σε μιαν αναθεώρηση στόχων και σκέψεων. Όμως δεν την έχουμε αξιοποιήσει μέχρι στιγμής στο βαθμό που θα έπρεπε και, ως εκ τούτου, κινδυνεύει αυτή τη στιγμή, αντί η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας να διασυνδεθεί με τη βιώσιμη και δίκαιη λύση του Κυπριακού, στο τέλος, η λύση του Κυπριακού να καταστεί όμηρος της ένταξης ή όχι της Τουρκίας στην ΕΕ».