Αφού κρέμασε το 11ο «τουρκικό σκαλπ» στη ζώνη του, ο Μιχάλης Ζαμπίδης ετοιμάζεται να κρεμάσει και τα γάντια του.
Λυγίζουν ποτέ οι «σιδερένιοι»;
Από έναν τύπο που λέγεται Iron Mike κι έχει σαρώσει τους παγκόσμιους τίτλους στο kickboxing, δεν περιμένεις να εξωτερικεύσει εύκολα την αδύνατη πλευρά του.
Ωστόσο, ακόμη κι ο Iron Mike (ή Iron Man, όπως τον λένε πολλοί φίλοι του, μπερδεύοντας το προσωνύμιό του με τον τίτλο της ταινίας), δεν μπορεί να προβλέπει τα πάντα πάντοτε. Στην ερώτηση αν τηρεί κατά γράμμα το στρατιωτικής πειθαρχίας πρόγραμμά του, απαντά «ναι, πλην λιγοστών εξαιρέσεων». Όταν καταλύει σε ένα ξενοδοχείο, για παράδειγμα, προβλέπει τον κίνδυνο που κρύβεται μέσα στο μίνι-μπαρ. «Συνήθως πετάω όλα τα περιεχόμενά του! Για να μην μπω στον πειρασμό, τον απομακρύνω. Γιατί, ξέρεις, όταν πας να πέσεις για ύπνο, από το εσωτερικό του ψυγείου ακούγονται φωνές. Και όσο πιο μεγάλες λιχουδιές είναι μέσα, τόσο πιο δυνατά φωνάζουν. Έτσι την πάτησα τις προάλλες στην Κύπρο, πριν από τον αγώνα: μπήκα στο δωμάτιο ταλαιπωρημένος, είχε μια σοκολάτα, την έφαγα και δεν το είπα ούτε στον εαυτό μου – άσχετο αν μετά με κυρίευσαν οι τύψεις»!
Χρήστος Αργύρης
http://news247.gr/eidiseis/weekend-edition/zampidhs-sto-we-palaimaxos-egw-moy-shkwnetai-h-trixa.3482933.htmlΑπό έναν τύπο που λέγεται Iron Mike κι έχει σαρώσει τους παγκόσμιους τίτλους στο kickboxing, δεν περιμένεις να εξωτερικεύσει εύκολα την αδύνατη πλευρά του.
Δεν το κάνει, ούτε σε αυτή τη συνέντευξη που δίνει στο WE, παρόλο που έχει την εξυπνάδα και την ευθύτητα να παραδεχθεί ότι ακόμα κι ένας υπερήρωας των ρινγκ μπορεί κάποτε να κλάψει ή να φοβηθεί. Ακόμη και τότε, όμως, δεν πρόκειται για αδυναμία - ποιος φανατικός φίλος του σπορ θα τον βρει μπόσικο, επειδή δάκρυσε με τον εθνικό ύμνο ή γιατί παραδέχεται ότι πριν από μια μεγάλη αναμέτρηση νιώθει άγχος; Άλλωστε, ο Ζαμπίδης συμπληρώνει ότι έχει βρει τον τρόπο να αντιστρέφει τις στρεσογόνες καταστάσεις και να τις κάνει «ντόπα». Στον πρόσφατο αγώνα του με τον Ερκάν Βαρόλ, στην Κύπρο, εξηγεί ότι συνέβη ακριβώς αυτό:
Φωτογραφία Χρήστος Αργύρης
«Έφαγα μια κουτουλιά -εξού και τα ράμματα στο κεφάλι μου- στον 3 γύρο και μέχρι τον 5 έπαιζα με αιμορραγία φοβερή, σχεδόν δεν έβλεπα από το αίμα που πετάχτηκε. Όμως όλο αυτό το μετέτρεψα σε αδρεναλίνη. Μπαίνοντας ξανά στο ρινγκ, έβγαλα μια κραυγή, έγινε χαμός στο στάδιο, δεν με ένοιαζε που έτρεχαν τα αίματα και είχαν μπει στο στόμα μου. Αν έλεγα “τι έπαθα Χριστέ μου, πώς είμαι”, θα μου κόβονταν τα πόδια.»
Αλλά δεν του κόπηκαν. Και, κάπως έτσι, ο -διόλου ευκαταφρόνητος αντίπαλος- Βαρόλ έγινε ο 11 Τούρκος που πέφτει θύμα του Ζαμπίδη κι ας διατυμπάνιζε πριν από την αναμέτρηση ότι «δεν μπορεί ο Έλληνας να καυχιέται για το σερί του (σ.σ. 10-0 τότε) αφού δεν έχει παίξει μαζί μου». Όπως λέει στο video του WE ο Μιχάλης, η νίκη του οφείλεται σε μια γνωστή «ασθένειά» του:
Χάρη σε αυτό το «ζαμπίδειο» σερί, το kickboxing έγινε ένα άθλημα στο οποίο αγωνίζονται Έλληνες και Τούρκοι και στο τέλος πάντα νικάει ο «σιδερένιος»! «Η ιστορία άρχισε πριν από 15 χρόνια, όταν έπαιξα στη Μελβούρνη με τον Μπάρις Νέζιφ, ένα θηρίο, παγκόσμιο πρωταθλητή. Το στάδιο ήταν κατάμεστο από Έλληνες και Τούρκους, οι γείτονες έκαναν υποτιμητικές δηλώσεις για το “παιδάκι ” που αμφισβητούσε την κυριαρχία τους και όλο αυτό το κλίμα με έφτιαχνε πολύ. Μετά τη νίκη, έζησα ένα όνειρο κι από τότε ένιωθα να ταυτίζομαι όχι με το χαρακτηρισμό “τουρκοφάγος ”, αλλά με όλον αυτό τον κόσμο που ήταν περήφανος».
Χρειάζεται πάντα κάποιος να παίζει το ρόλο του «Τούρκου» για να απογειωθεί το σασπένς; Ο Μιχάλης παραδέχεται ότι η «αντι-χημεία» ανάμεσα σε δύο χαρακτήρες δεν βλάπτει. «Έτσι είναι ακόμα πιο πιασάρικο για τον κόσμο. Προσωπικά θα μου άρεσε αυτό, αν ήμουν θεατής. Να παίζεται όλο αυτό το σκηνικό έναν, δύο, τρεις μήνες πριν και μετά να τους δω να χτυπιούνται». Αυτή η γοητεία που του ασκεί η σύγκρουση με το κακό έλκει τις ρίζες της από την εποχή που ήταν παιδί και έλιωνε ξανά και ξανά την ίδια κασέτα στο VHS: «είχα γράψει κι έβλεπα συνεχώς τον Λεωνίδα με τους τριακόσιους. Και κάθε μεσημέρι ήμουν χάλια γιατί πέθαινε ο Λεωνίδας (γέλια)… Δεν μιλιόμουν για κανένα δίωρο μέχρι να πάω για προπόνηση».
Όταν ο Ζαμπίδης ξεκινούσε την καριέρα του ήταν πολύ ορμητικός, αλλά όχι ιδιαίτερα «δουλεμένος» ψυχολογικά - κι ας είχε προταθεί για το Γκίνες στα δεκαέξι του, με 48 νοκ άουτ σε 60 αγώνες: «κάποια στιγμή με έπιασε ένα άγχος απόδοσης γιατί όλοι περίμεναν το νοκ άουτ από μένα σώνει και καλά, οπότε μπούκωνα, άρχισα να ανεβάζω μεγάλα ποσά κορτζιζόλης, έσφιγγα πολύ και γινόμουν αργός, πολύ αργός. Μου πήρε ίσως και 2 χρόνια για να το ξεπεράσω. Όταν παλεύεις σε κόσμους όπως το ρινγκ, χρειάζεται να αναπτύξεις μηχανισμούς επιβίωσης».
Είναι μηχανισμοί που μπορούν να βοηθήσουν σε πολλών ειδών μάχες, ακόμη και σε αυτές που δίνονται μέχρις εσχάτων: «Κατά καιρούς μου ζητούν να πάω σε νοσοκομεία ή άλλα ιδρύματα για να στηρίξω ψυχολογικά παιδιά που έχουν ανάγκη, να πραγματοποιήσω κάποιες μικρές ευχές τους. Θυμάμαι ένα παιδάκι πολύ άρρωστο υποβαλλόταν σε ισχυρή φαρμακευτική αγωγή και από τα φάρμακα είχε βγάλει πληγές στις φτέρνες του, πονούσε πάρα πολύ και δεν άφηνε τους γιατρούς να τις καθαρίσουν. Κάποια στιγμή που πήγα, αμέσως μετά την αρχική χαρά που συναντηθήκαμε, με ρωτάει: “Εσύ δεν πονάς; Πως το ξεπερνάς αυτό;” “Πονάω”, του λέω. “Και τι κάνεις τότε;” - με είχε δει να αιμορραγώ και να αγωνίζομαι. “Όταν μπαίνω στο ρινγκ”, του λέω, “είμαι συγκεντρωμένος, ξέρω ότι πάω στα βαθιά κι έχω το στόχο μου. Πες πως έχω ένα laptop μπροστά στα μάτια μου. Αν ο πόνος είναι ένα μαύρο pixel μπροστά μου, στο κέντρο της οθόνης, το παίρνω και το βάζω στην άκρη, ξέρω ότι υπάρχει αλλά δεν το αφήνω να μου χαλάει την εικόνα. Η εικόνα μου είναι η νίκη, η δική σου εικόνα είναι να φύγεις από εδώ. Και ξέρω, δεν πας στα εύκολα, πας να τα βάλεις με θηρία” . Με κοίταζε με κάτι μάτια ορθάνοιχτα. Το ίδιο απόγευμα, με πήρε η μαμά του και μου είπε ότι ο μικρός θέλει να μου μιλήσει. “Μιχάλη”, μου λέει, “ήθελα να σου πω ότι άφησα τους γιατρούς και μου καθάρισαν τα πόδια”»…
Μετά την ολοκλήρωση της καριέρας του, ο Έλληνας πρωταθλητής σκοπεύει να ασχοληθεί πιο ενεργά με την προπονητική και την αθλητική εκπαίδευση των παιδιών. Τμήμα αυτής της εκπαίδευσης είναι και η ψυχολογική προετοιμασία. «Μέσα από τον αθλητισμό, εκτός από τα βασικά συστατικά της επιτυχίας -όραμα, πίστη, υπομονή, επιμονή, πειθαρχία- μαθαίνεις πράγματα που σχετίζονται με τη συναισθηματική διαχείριση. Τα κρούσματα εκφοβισμού που ακούμε στα σχολεία έχουν να κάνουν πολύ με την αυτοπεποίθηση που νιώθει ένα παιδί. Όταν δεν αισθάνεσαι σίγουρος, μαγνητίζεις κακά πράγματα επάνω σου. Αν αισθάνεσαι σίγουρος τα απομακρύνεις».
Μπορεί ο Ζαμπίδης να είναι φύσει επιθετικός, μπορεί να αποστρέφεται τον «τακτικισμό» του Μέιγουέδερ και να θαυμάζει τον Γκάλη, τον Τζόρνταν και τον Τάισον («ήταν πρότυπό μου στο παιχνίδι με τα χέρια και παλαιότερα είχα δει την ομώνυμη ταινία για να ξεσηκώσω τεχνικές του – κέρδισα πολλά νοκ άουτ έτσι!»), αλλά δεν παραγνωρίζει καθόλου την αξία της άμυνας. Στη σχετική ερώτηση, απαντά…
Ωστόσο, ακόμη κι ο Iron Mike (ή Iron Man, όπως τον λένε πολλοί φίλοι του, μπερδεύοντας το προσωνύμιό του με τον τίτλο της ταινίας), δεν μπορεί να προβλέπει τα πάντα πάντοτε. Στην ερώτηση αν τηρεί κατά γράμμα το στρατιωτικής πειθαρχίας πρόγραμμά του, απαντά «ναι, πλην λιγοστών εξαιρέσεων». Όταν καταλύει σε ένα ξενοδοχείο, για παράδειγμα, προβλέπει τον κίνδυνο που κρύβεται μέσα στο μίνι-μπαρ. «Συνήθως πετάω όλα τα περιεχόμενά του! Για να μην μπω στον πειρασμό, τον απομακρύνω. Γιατί, ξέρεις, όταν πας να πέσεις για ύπνο, από το εσωτερικό του ψυγείου ακούγονται φωνές. Και όσο πιο μεγάλες λιχουδιές είναι μέσα, τόσο πιο δυνατά φωνάζουν. Έτσι την πάτησα τις προάλλες στην Κύπρο, πριν από τον αγώνα: μπήκα στο δωμάτιο ταλαιπωρημένος, είχε μια σοκολάτα, την έφαγα και δεν το είπα ούτε στον εαυτό μου – άσχετο αν μετά με κυρίευσαν οι τύψεις»!
Αν ποτέ μια σοκολάτα μπορεί να γίνει πηγή δυστυχίας, η ευτυχισμένη διατροφική στιγμή του Μιχάλη λαμβάνει χώρα κάθε Κυριακή. Είναι η μέρα της εβδομάδας που έχει ελεύθερο πρόγραμμα και μπορεί να φάει ό,τι θέλει - συνήθως μια μπάλα παγωτό και δύο σουβλάκια (“σου φαίνεται αστείο, αλλά για μένα είναι ευτυχία, σκέψου τι στιγμές ζω εκείνη την ώρα! ”). Η ζωή του πρωταθλητή απαιτεί θυσίες και, όπως λέει ο ίδιος, το κίνητρο είναι αρκετά δελεαστικό ώστε να τις υποστεί. Ο διατροφολόγος του προσδιορίζει ακριβώς το πρόγραμμα, ενώ η μητέρα του προετοιμάζει το φαγητό και του το προμηθεύει κάθε πρωί σε τάπερ: ιδού ένα στιγμιότυπο στο οποίο η καθημερινότητα του Ζαμπίδη τέμνεται με αυτή που ζουν πολλοί ακόμη Έλληνες και Ελληνίδες (μάνες).
Άλλα κοινά που φαίνεται να έχει ο Iron Mike με το μέσο Έλληνα; Ελάχιστα, πλην ίσως της αγάπης που τρέφει στο αυτοκίνητο. Αυτή την εποχή οδηγεί ένα Smart κι ένα Opel GT - σαφώς πιο «γήινη» επιλογή από την Cayenne που είχε παλαιότερα, αλλά συμβατή με τη ροπή του στα ταχυδυναμικά σπορ, αν και ο ίδιος λέει ότι δεν θέλει πια να ξεπερνά τα όρια.
Κατά τα άλλα, αποφεύγει επιμελώς να βρεθεί σε παρέες όπου θα τον ρωτούν συνεχώς για το kickboxing, πήγε μεγάλος πρώτη φορά «για καφέ», απορώντας «πώς μπορούν να αράζουν με τις ώρες για να πιούν δυο τρεις γουλιές…» κι έκανε το πρώτο κανονικό του ξενύχτι στα 27 του χρόνια: «μετά ήμουν πολύ αγχωμένος γιατί νόμιζα ότι διατάραξα ανεπανόρθωτα κάποια ισορροπία και δεν θα μπορούσα να επανέλθω». Δεν βλέπει τηλεόραση, μιλά πολύ λίγο στο τηλέφωνο και μπαίνει ελάχιστα στο Facebook, παρόλο που η σελίδα του (Iron Mike Zambidis) είναι η μεγαλύτερη fan page στην Ελλάδα, με πάνω από 800.000 φίλους. Παρά τη δημοτικότητά του, αυτό που τον φοβίζει περισσότερο είναι η μοναξιά. Και η αρρώστια. Ίσως για να τις ξορκίσει, συνηθίζει να τραγουδάει -«μόνο όταν δεν ακούει κάποιος, γιατί ντρέπομαι μπροστά στους άλλους»- και κάνει όνειρα για το μέλλον του έξω από τα ρινγκ. Στην ερώτηση αν τον στεναχωρεί η λέξη «παλαίμαχος», απαντά ευθαρσώς:
«Μου σηκώνεται η τρίχα! Είχα την τύχη να ολοκληρώσω την καριέρα μου παίρνοντας μια λογική και ψύχραιμη απόφαση και όχι γιατί δεν μπορώ να συνεχίσω άλλο. Αισθάνομαι ευλογημένος που τα κατάφερα και θέλω να πω ότι ένας ιδιαίτερα σημαντικός παράγοντας στην πορεία μου είναι η εμπιστοσύνη των εταιρειών που με στηρίζουν και η συμβολή τους στην απαιτητική καθημερινότητά μου. Μου δίνει τη δυνατότητα να μπορώ να υλοποιώ το πρόγραμμα προετοιμασίας μου όπως πρέπει, με τον εξοπλισμό και τους συνεργάτες που απαιτούνται. Καθώς, με την πάροδο των χρόνων, ο βαθμός δυσκολίας είναι μεγαλύτερος, για να μπορείς να μένεις στην κορυφή και να διατηρείς μια ομάδα επαγγελματιών γύρω σου, χρειάζονται πόροι, οι οποίοι εξασφαλίζουν ένα μεγάλο ποσοστό των συνθηκών για την καλή προετοιμασία, περιορίζοντας το άγχος του αθλητή και δίνοντάς του τη δυνατότητα να επικεντρωθεί στον αγωνιστικό του στόχο, ειδικά στην παρούσα οικονομική συγκυρία. Επιπλέον, είναι σημαντικό και από ψυχολογικής άποψης, να ξέρεις ότι έχεις δίπλα σου όχι μόνο ανθρώπους αλλά και εταιρείες που πιστεύουν σε εσένα και το όραμα σου και το μοιράζονται μαζί σου. Αισθάνομαι τυχερός που έχω στο πλευρό μου τη Stoiximan, τη Cyta Ελλάδος και το HyalurOn, σημαντικές εταιρείες που με υποστηρίζουν στα βήματά μου εντός και εκτός ρινγκ.»
Ο Ζαμπίδης θα δώσει τον τελευταίο αγώνα του τον Ιούνιο και μετά θα επιστρέψει στο σπίτι του για να κατεβάσει από το βάθρο του ένα δώρο που τον περιμένει εδώ και πολύ καιρό: το ολοκαίνουργιο ποδήλατο που, προς το παρόν, βρίσκεται σε περίοπτη θέση στο σαλόνι του. «Έχω να κάνω ποδήλατο από μωρό - όταν αγωνίζεσαι δεν κάνει, κουράζεσαι, σφίγγουν τα πόδια σου και χάνεις την ταχύτητά σου.» Αν μείνει στον ποδηλατικό «στίβο» και συνεχίσει να αρνείται τις προτάσεις που του έχουν γίνει για να κατέβει στον πολιτικό (με τους 800.000 φίλους του στο Facebook, στις τελευταίες βουλευτικές θα ήταν ένα κόμμα μόνος του - το τρίτο!), μάλλον θα καταφέρει να προσφέρει περισσότερα στον κόσμο που τον αγαπά.