Η «Φιλορθόδοξος Εταιρεία» - Κριμαϊκός Πόλεμος, οι εξεγέρσεις του 1854 και η Κρητική Επανάσταση(1866-1869)-Επαναστάσεις των Βαλκανικών Λαών - Ο πόλεμος του 1897 και ο Μακεδονικός Αγώνας - Η πρώτη Ελληνική Υπηρεσία Πληροφοριών
Όταν αποκαλύφθηκε η ύπαρξη της ‘’Φιλορθοδόξου Εταιρείας’’ ο Όθωνας απέλυσε τον Υπουργό Εσωτερικών Γλαράκη, ο οποίος γνώριζε την ύπαρξή της, ενώ δεν αποκλείεται να ήταν και από τα ηγετικά της στελέχη. Παραπέμφθηκαν σε δίκη οι φερόμενοι ως αρχηγοί της «Φιλορθοδόξου Εταιρείας», Γεώργιος Καποδίστριας, νεότερος αδελφός του Κυβερνήτη, ο Νικηταράς (Νικήτας Σταματελόπουλος), θρυλικός αγωνιστής του 1821 και ο Μάρκος Ρενιέρης. Αν και οι μυστικές εταιρείες είχαν απαγορευθεί με νόμο, οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν καθώς το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε η ύπαρξη μελών της Εταιρείας. Όλα αυτά τα γεγονότα συνέβαλαν στη μείωση της ρωσικής επιρροής στην Ελλάδα. Ορισμένοι επιφανείς στρατιωτικοί και πολιτικοί στη χώρα μας, όπως ο Μακρυγιάννης θέλησαν να εκμεταλλευθούν εκείνη την εποχή τις νίκες του (γνωστού μας από την Επανάσταση του 1821) Ιμπραήμ επί των Οθωμανών. Ο Ιμπραήμ από το 1831 είχε στραφεί κατά των πρώην συμμάχων του. Κατέλαβε πόλεις της Συρίας και κατατρόπωσε τον οθωμανικό στρατό στο Ικόνιο. Αν δεν παρενέβαιναν οι Ρώσοι να σταματήσουν την προέλασή του, είναι πολύ πιθανό να έφτανε και στην Κωνσταντινούπολη. Το 1839 ο Ιμπραήμ νίκησε ξανά τους Οθωμανούς στο Νεζίπ και τότε εκδηλώθηκε η φιλοδοξία των Ελλήνων για απελευθέρωση της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας και της Κρήτης. Όμως η Αγγλία και η Γαλλία ήταν αντίθετες σε περαιτέρω διαμελισμό της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Τα σχέδια των Ελλήνων απέτυχαν. Ο Μακρυγιάννης, ο οποίος ήταν πρόθυμος όπως θα δούμε να πάρει μέρος σε μυστικές αλυτρωτικές κινήσεις χαρακτήρισε τη ‘’Φιλορθόδοξο ολέθρια για Πατρίδα και Βασιλέα’’ (Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη, σελ. 391).
Ο Κριμαϊκός Πόλεμος και οι εξεγέρσεις του 1854
Η Γαλλική Επανάσταση του 1848 και η επίδρασή της στην Ευρώπη ενίσχυσε τον αλυτρωτισμό στην Ελλάδα. Τη Μεγάλη Ιδέα καλλιεργούσε ο Ιωάννης Κωλέττης, ο οποίος κατά την πρωθυπουργία του ενθάρρυνε την αποστολή οπλαρχηγών και εθελοντών στην υπόδουλη ακόμα Θεσσαλία. Ο προσκείμενος στο Γαλλικό Κόμμα Μακρυγιάννης είχε ιδρύσει μυστική οργάνωση, μαζί με τους Ανδρέα Μεταξά και Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και άρχισε μετά το 1848 να στέλνει ενόπλους βόρεια από τα τότε ελληνικά σύνορα. Η Εταιρεία αυτή προδόθηκε στον Όθωνα, ο οποίος φοβήθηκε μήπως οι πραγματικοί σκοποί της ήταν αντικαθεστωτικοί και όχι αλυτρωτικοί. Πάντως ο Μακρυγιάννης διέλυσε την Εταιρεία. Το 1853 η γαλλορωσική αντιπαράθεση για τους Αγίους Τόπους, η είσοδος ρωσικών στρατευμάτων στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και η νίκη του ρωσικού στόλου επί του οθωμανικού στη Σινώπη (Νοέμβριος 1853) επέσπευσαν την ίδρυση ή την ενεργοποίηση μυστικών εταιρειών που συγκέντρωναν χρήματα, στρατολογούσαν εθελοντές και έκαναν προπαγάνδα ανάμεσα στους αξιωματικούς του Στρατού. Το Παλάτι έχοντας παρασυρθεί από την κοινή γνώμη και την αρθρογραφία του Τύπου κυρίως της φιλορωσικής εφημερίδας ‘’Αιών’’ ωθούσε πολλά κυβερνητικά στελέχη και αξιωματικούς να μυηθούν στις αλυτρωτικές επιδιώξεις των εταιρειών και να τις βοηθούν. Κύριοι υποστηρικτές του αλυτρωτισμού ήταν οι Υπουργοί Στρατιωτικών και Υπασπιστές του Όθωνα Σπυρομήλιος και Σκαρλάτος Σούτσος. Ο Σπυρομήλιος (Σπύρος Μήλιος) σκόπευε να εκβιάσει τον Όθωνα να εγκαταλείψει την ουδετερότητα και να ταχθεί με το μέρος της Ρωσίας. Ο πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη Ανδρέας Μεταξάς και ο Στρατηγός Κίτσος Τζαβέλλας, Μέραρχος του Ελληνικού Στρατού, ήταν επίσης κορυφαία στελέχη των Ναπαίων (φιλορώσων) εκείνη την εποχή.
Από τον Ιανουάριο του 1854 με τη σύναξη στο ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας στο χωριό Μπότση (σήμερα Μεγαλόχαρη Άρτας) ξεκίνησαν οι εξεγέρσεις από την Ήπειρο. Ακολούθησαν ένοπλα κινήματα στη Δυτική Μακεδονία και τη Θεσσαλία. Η Ρωσία, που εκτός από την οθωμανική αυτοκρατορία, είχε αυτή τη φορά απέναντί της και τους Αγγλογάλλους, βρέθηκε σε δυσχερή θέση, απομονωμένη. Έτσι την άνοιξη του 1854 τάχθηκε επίσημα για πρώτη φορά υπέρ των ελληνικών θέσεων. Ο Όθωνας παρασύρθηκε και διόρισε μυστική επιτροπή για τον συντονισμό του πολέμου. Αυτή απαρτιζόταν από τους: Ανδρέα Μεταξά, που επέστρεψε τον Απρίλιο από την Κωνσταντινούπολη, Σκαρλάτο Σούτσο, Σπυρομήλιο και Γενναίο Κολοκοτρώνη, γιο του θρυλικού ‘’Γέρου του Μοριά’’ που μετείχε και στη Φιλορθόδοξη Εταιρεία. Η Επιτροπή συντόνιζε τις μυστικές εταιρείες που χωρίστηκαν σε τρία κλιμάκια: της Αθήνας, της Λαμίας και του Κραβασαρά (της σημερινής Αμφιλοχίας) που τότε ήταν παραμεθόρια κωμόπολη. Αποστολή των εταιρειών ήταν η στρατολόγηση εθελοντών και η αποστολή πολεμοφοδίων στους εξεγερμένους. Ωστόσο ο αγγλικός και ο γαλλικός στόλος περιπολούσαν στον Αμβρακικό και τον Μαλιακό Κόλπο εμποδίζοντας τη διακίνηση εθελοντών και πολεμοφοδίων. Στις αρχές Μαΐου 1854 ο Όθωνας αποδέχτηκε το τελεσίγραφο των Άγγλων και των Γάλλων ενώ αγγλογαλλικά στρατεύματα αποβιβάζονταν στον Πειραιά. Οι αξιωματικοί ανακλήθηκαν, οι υπασπιστές του Όθωνα απομακρύνθηκαν και σχηματίστηκε νέα κυβέρνηση κατοχής. Ο Όθωνας αναγκάστηκε να κηρύξει την ουδετερότητα της χώρας, ενώ ο Υπουργός Στρατιωτικών της νέας κυβέρνησης Δ. Καλλέργης καταδίωξε τους επικεφαλής των μυστικών εταιρειών.
Η Υψηλή Πύλη έστειλε εναντίον των εξεγερμένων Ελλήνων ισχυρές δυνάμεις από 10.000 άνδρες, οι οποίοι με τη συνδρομή του πυροβολικού, κατέπνιξαν μέσα σε 4 μήνες από το ξέσπασμά τους τις εξεγέρσεις των Ελλήνων. Πάντως τα γεγονότα του 1854 σηματοδότησαν την έναρξη κινητοποιήσεων από ιδιώτες για την υλοποίηση της Μεγάλης Ιδέας μέχρι τους Βαλκανικούς Πολέμους. Βασικό ρόλο σ’ αυτές παίζουν μυστικές πατριωτικές εταιρείες με ή χωρίς κρατική στήριξη που ωθούσαν τη χώρα μας σε σύγκρουση με την οθωμανική αυτοκρατορία. Σ’ αυτές κυριαρχούσαν οι στρατιωτικοί.
Η Κρητική Επανάσταση (1866-1869)
Οι μεταρρυθμίσεις στην οθωμανική αυτοκρατορία μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-1856) και η ενσωμάτωση των Επτανήσων στην Ελλάδα (1864) ,δημιούργησαν προσδοκίες απελευθέρωσης στον ελληνικό πληθυσμό της Κρήτης. Η κινητοποίηση ξεκίνησε το 1865, όμως η κυβέρνηση Μπενιζέλου-Ρούφου την αποθάρρυνε. Στο Ηράκλειο όμως δημιουργήθηκε μυστική πατριωτική εταιρεία με τη στήριξη του Ι. Μητσοτάκη, Υποπρόξενου της Ρωσίας. Σκοπός της ήταν η παγκρήτια σύμπραξη και η συνεννόηση με την ελληνική κυβέρνηση. Τους επαναστάτες στήριζε και ο Πρόξενος της Ρωσίας στα Χανιά Σ. Δενδρινός. Η εμπλοκή της Ρωσίας στην επαναστατική κίνηση έκανε πολλούς να πιστέψουν ότι η Μόσχα θα στήριζε την εξέγερση των Κρητικών.
Η στάση της Αθήνας, άλλαξε μετά τη δημιουργία της κυβέρνησης Βούλγαρη-Κουμουνδούρου τον Ιούνιο του 1866. Επίσημα, παρέμεινε ουδέτερη, άνοιξε όμως δίαυλους συνεννόησης με τους Κρητικούς, κυρίως μέσω του συμπατριώτη τους Υπουργού Στρατιωτικών Χαράλαμπου Ζυμβρακάκη. Τον Ιούλιο του 1866, συγκροτήθηκε στην Αθήνα η «Κεντρική υπέρ των Κρητών Επιτροπή», υπό επταμελή διοίκηση, η οποία απαρτιζόταν από τους Μάρκο Ρενιέρη (μέλος και της «Φιλορθοδόξου Εταιρείας»), Δ. Μαυροκορδάτο, Λ. Μελά, Ι. Σκαλτσούνη, Χ. Χριστόπουλο, Γ. Σκουζέ και Α. Παπαδάκη, με σκοπό να μαζέψει χρήματα και να στείλει εθελοντές και πολεμοφόδια στην Κρήτη. Λίγο αργότερα, ιδρύθηκε στη Σύρο η «ειδική επί των αποστολών Επιτροπή», που προωθούσε στην Κρήτη εθελοντές, πυρομαχικά και όπλα, με πλοία που έσπαγαν τον αποκλεισμό της Κρήτης από τον οθωμανικό στόλο. Η Κεντρική Επιτροπή λειτουργούσε στην Αθήνα με τον μανδύα φιλανθρωπικής οργάνωσης, ωστόσο η δράση της δεν μπόρεσε να διατηρηθεί μυστική. Η οθωμανική πρεσβεία στην Αθήνα, είχε ήδη εντοπίσει την αγορά 1.500 τυφεκίων από τον Σεπτέμβριο του 1866, με απώτερο σκοπό την αποστολή τους στην Κρήτη. Μάλιστα, ο Οθωμανός πρέσβης Φωτιάδης Μπέης, διαμαρτυρήθηκε στον Υπουργό Εξωτερικών Δεληγεώργη, ο οποίος προσπάθησε να συσκοτίσει τα πράγματα.
Αλλά και οι πρεσβείες της Υψηλής Πύλης στην υπόλοιπη Ευρώπη, παρακολουθούσαν τις εξελίξεις. Ιδιαίτερη αναφορά, γίνεται στη διάθεση μεγάλων ποσών από τον κρητικής καταγωγής τραπεζίτη στην Αγία Πετρούπολη, Βερναδάκη. Ο Φωτιάδης Μπέης, ενημέρωσε την Πύλη ότι στην Αθήνα λειτουργούσαν τον Οκτώβριο του 1866 τέσσερις επιτροπές: η Κρητική, η Ηπειρωτική, η Θεσσαλική και η Θρακομακεδονική. Ο πρωθυπουργός Βούλγαρης, δεν ευνοούσε καμία από τις επιτροπές και προσπαθούσε να κρατήσει τις ισορροπίες με την Πύλη, γι’ αυτό χαρακτηριζόταν τουρκόφιλος. Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ηπείρου Σπυρομήλιος, κατά πληροφορίες του Φωτιάδη Μπέη, ζήτησε 1.000.000. δραχμές για να δωροδοκήσει τους φανατικούς Αλβανούς της Χιμάρας και να κρατήσουν ευνοϊκή στάση έναντι των ελληνικών διεκδικήσεων.
Να θυμίσουμε ότι ακόμα και σήμερα, η αλβανική κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει μειονοτικό καθεστώς στους ομογενείς μας στη Χιμάρα… Ο Βερναδάκης, έστειλε στην Επιτροπή Κρήτης 2.000.000 φράγκα και επιστολή με την οποία τους πληροφορούσε ότι οι Ρώσοι θα έκαναν παραστάσεις στους Γάλλους υπέρ των Κρητικών.
Όταν ο Βούλγαρης επανεκλέχθηκε Πρωθυπουργός, τον Ιανουάριο του 1868, διέκοψε την οικονομική ενίσχυση των επιτροπών. Η Κεντρική Επιτροπή, συνέχισε την αποστολή εθελοντών. Μετά την αποτυχία όμως του Λεωνίδα Πετροπουλάκη και των ανδρών του, οι οποίοι είχαν σταλεί στην Κρήτη από τον ίδιο τον Βούλγαρη, λίγο έλειψε να ξεσπάσει ελληνοτουρκικός πόλεμος. Η κρίση έληξε, με την αποδοχή από την Κυβέρνηση Θ. Ζαΐμη των όρων που έθεσε η Διάσκεψη των Παρισίων.
Επαναστάσεις στα Βαλκάνια – Νέες «Μυστικές Εταιρείες»
Μετά την αποτυχία της Κρητικής Επανάστασης (1866-1869), η κυβέρνηση Ε. Δηλεγεώργη (1872-1874), επιχείρησε να βελτιώσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Ωστόσο, όπως γράφει ο πολιτικός Λεωνίδας Βούλγαρης στο βιβλίο του «Αποκαλυφθήτω η Αλήθεια», ήδη από το 1870 είχε συσταθεί «Επιτροπή υπέρ της απελευθερώσεως των υποδεδουλωμένων λαών της Ανατολής», στην οποία συμμετείχαν ο Αρχιεπίσκοπος Θεόφιλος, ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, πρωθυπουργός ξανά από το 1874 και ο Θρασύβουλος Ζαΐμης. Το 1876, ιδρύθηκαν δύο ακόμα αλυτρωτικές εταιρείες. Η «Αδελφότης» και η «Εθνική Άμυνα». Σημαντικό ρόλο στη δημιουργία τους, έπαιξαν τα κινήματα της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και της Βουλγαρίας, που ξεσήκωσαν την ελληνική κοινή γνώμη. Τα πράγματα πλέον είχαν αλλάξει, καθώς η Ρωσία είχε κάνει στροφή υπέρ των Σλάβων των Βαλκανίων και ιδιαίτερα των Βουλγάρων, ενώ είχαν εμφανιστεί εθνικιστικά βουλγαρικά κομιτάτα, με αξιώσεις στη Μακεδονία και τη Θράκη. Η «Αδελφότης» είχε ως σκοπό τη μύηση των Ελλήνων της Διασποράς και των τουρκοκρατούμενων εδαφών, στις αλυτρωτικές επιδιώξεις της. Πρόεδρός της ορίστηκε ο Ιωάννης Μεσσηνέξης. Η «Αδελφότης», προήλθε από την «Αδελφική Ενότητα», η οποία συνέχιζε να λειτουργεί μυστικά, με πρόεδρο τον Νικόλαο Δαμασκηνό. Η άλλη πατριωτική εταιρεία, η «Εθνική Άμυνα», ιδρύθηκε λίγο αργότερα και προερχόταν από τις επιτροπές που είχαν οργανωθεί κατά την Κρητική Επανάσταση. Πρώτος πρόεδρός της, ήταν ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, τον οποίο διαδέχθηκε ο καθηγητής της Νομικής Παύλος Καλλιγάς.
Μέλος της «Εθνικής Άμυνας», ήταν και ο Μάρκος Ρενιέρης Διοικητής της Εθνικής Τράπεζας πλέον, ο οποίος είχε συμμετοχή, όπως αναφέραμε και στη «Φιλορθόδοξο Εταιρεία», το 1839! Η «Εθνική Άμυνα», έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον σχηματισμό Οικουμενικής Κυβέρνησης, με επικεφαλής τον θρυλικό μπουρλοτιέρη του ’21 Κωνσταντίνο Κανάρη. Η διατήρηση της ουδετερότητας, μετά από αγγλικές πιέσεις και διαβεβαιώσεις και η ρωσική προέλαση στα Βαλκάνια, οδήγησαν στην πτώση της Οικουμενικής Κυβέρνησης.
Η «Αδελφότης» και η «Εθνική Άμυνα», συγκρότησαν μία «Κεντρική Επιτροπή», με επικεφαλής τον Παύλο Καλλιγά. Σ’ αυτήν μετείχε ανοιχτά το κράτος, με τους Στρατηγούς Α. Μίχο, Σ. Σούτσο και Α. Βαλτινό, ενώ η κυβέρνηση διέθεσε οπλισμό και χρήματα.
Δόθηκαν επίσης εντολές σε Νομάρχες παραμεθόριων και στους Προξένους των υπόδουλων περιοχών να συνεργάζονται με την «Κεντρική Επιτροπή». Παράλληλα, με την έναρξη του ρωσοτουρκικού πολέμου, αποθηκεύονταν όπλα στο Γύθειο για να σταλούν στην Κρήτη. Ανεξάρτητα δρούσε το «Κρητικό Κέντρο» Αθηνών, με πρόεδρο τον Μάρκο Ρενιέρη. Ανάμεσα στα μέλη του ήταν και ο Ιωάννης Ζυμβρακάκης.
Όταν έγινε πρωθυπουργός ο Α. Κουμουνδούρος, ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση θα αναλάμβανε τον συντονισμό των επαναστατικών ενεργειών. Ωστόσο, η «Κεντρική Επιτροπή» δεν σταμάτησε τη δράση της. Τα αντάρτικα σώματα που αυτή είχε ετοιμάσει, δεν μπορούσαν να επικρατήσουν των οθωμανικών στρατευμάτων, ενώ υπήρχε και έλλειψη οργάνωσης. Έτσι, τον Φεβρουάριο του 1878, 700 Ηπειρώτες στάλθηκαν στους Αγίους Σαράντα και βρέθηκαν τελικά να αντιμετωπίζουν, μαζί με μερικούς Βορειοηπειρώτες, τους Τούρκους. Ο Χ. Τρικούπης που ανέλαβε την εξουσία το 1882, διέλυσε προσωρινά τις επιτροπές. Ο Θ. Δηλιγιάννης, χαρακτήρισε την κίνηση αυτή προδοσία. Η προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας από τη Βουλγαρία το 1885, οδήγησε στην ανασύσταση των πατριωτικών εταιρειών. Ο Τρικούπης αρνήθηκε εκ νέου να συνδράμει τους Κρητικούς και έτσι το 1889, ιδρύθηκε στην Αθήνα «Επιτροπή προς άμυναν της Κρήτης», που ενισχυόταν από την αντιπολίτευση. Το θετικό αυτής της περιόδου, ήταν η ενσωμάτωση της Θεσσαλίας, εκτός από την Ελασσόνα και της Ηπείρου, ως την Άρτα, στο ελληνικό κράτος, το 1881.
Η «Εθνική Εταιρεία» - Ο πόλεμος του 1897 – Ο Μακεδονικός Αγώνας
Οι στρατιωτικοί κατηγορούσαν τους πολιτικούς για «εθνική ανεπάρκεια». Αυτό οδήγησε αρκετούς κατώτερους, κυρίως, αξιωματικούς, να ιδρύσουν το 1894 την «Εθνική Εταιρεία», για την προώθηση των εθνικών θεμάτων. Αργότερα προσχώρησαν σ’ αυτή και ανώτεροι αξιωματικοί, όπως ο Ταγματάρχης Π. Δαγκλής και επιφανείς πολίτες (Κ. Παλαμάς, Γ. Ξενόπουλος κ.ά.). Η Εταιρεία την οποία διοικούσε η «Ανώτερη Αρχή», ίδρυσε παραρτήματα στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Το παράρτημα του Ναυπλίου, ίδρυσε ο τότε Υπολοχαγός Ιωάννης Μεταξάς. Η συμμετοχή της στον πόλεμο του 1897, είχε σαν αποτέλεσμα να κατηγορηθεί μαζί με τον βασιλέα Γεώργιο για τη κυβέρνηση Δηλιγιάννη για την ήττα. Ο Υπουργός Εσωτερικών Γ. Θεοτόκης ζήτησε τη διάλυσή της. Πολλά μέλη της όμως, όπως ο Παύλος Μελάς και ο Κ. Μαζαράκης-Αινιάν συνέχισαν την δράση τους.
Η «Εθνική Εταιρεία», είχε χαρακτηριστικά Υπηρεσίας Πληροφοριών, καθώς όχι μόνο συνέλεγε πληροφορίες, αλλά επικοινωνούσε με τα μέλη της στις παραμεθόριες περιοχές με κρυπτογραφικό κώδικα, που είχε συντάξει ο Γ. Φιλάρετος. Παράλληλα, ίδρυσε 2ο Γραφείο, το οποίο έπαιρνε μέτρα αντικατασκοπίας στον ελλαδικό χώρο.
Η τοποθέτηση του Ίωνα Δραγούμη ως Υποπρόξενου στο Μοναστήρι, οδήγησε στη δημιουργία της οργάνωσης «Άμυνα» για την αντιμετώπιση της βουλγαρικής IMRO (1902). Την ίδια περίπου εποχή, ιδρύθηκε στην Αθήνα το Μακεδονικό Κομιτάτο», με πρόεδρο τον ιδιοκτήτη της εφημερίδας «Εμπρός» Δ. Καλαποθήκη. Η επανάσταση του Iliden (1903) και η τοποθέτηση του Λάμπρου Κορομηλά ως Γενικού Προξένου στη Θεσσαλονίκη (1904), επιτάχυναν τις εξελίξεις Αξιωματικοί στάλθηκαν στα Προξενεία της Μακεδονίας και της Θράκης, ενώ άλλοι αξιωματικοί που εμφανιζόταν ως έμποροι, ιερωμένοι κλπ., στάλθηκαν στις υπόδουλες περιοχές. Ο Καλαποθάκης και το Κομιτάτο παραμερίστηκαν και ιδρύθηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών «Τμήμα Πληροφοριών», με επικεφαλής τον Π. Δαγκλή (1908), που θεωρείται η πρώτη ελληνική μυστική υπηρεσία. Τα διαβήματα των πρέσβεων την Μεγάλων Δυνάμεων και η ένταση με τους Νεότουρκους, οδήγησαν στην ανάκληση των αξιωματικών και την υποβάθμιση του «Τμήματος Πληροφοριών».
Το 1906 στη Θεσσαλονίκη, ο Αθανάσιος Σουλιώτης- Νικολαΐδης, σε συνεργασία με τον Λ. Κορομηλά, ίδρυσαν την «Οργάνωση Θεσσαλονίκης», με πράκτορες και υποπράκτορες. Η «Οργάνωση», λειτουργούσε ως Ασφαλιστική Εταιρεία, ενώ διέθετε και ομάδα εκτελεστών των επικίνδυνων εχθρών του ελληνισμού.
Περίπου ένα χρόνο αργότερα, ο Σουλιώτης-Νικολαΐδης, ίδρυσε την «Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως», που είχε και αυτή ομάδα εκτελεστών. Το 1914, εντοπίστηκε από τους Νεότουρκους και διαλύθηκε.
Αυτή είναι, σε αδρές γραμμές, η ιστορία των «Μυστικών Εταιρειών» που ιδρύθηκαν στη χώρα μας τον 19ο αιώνα και αποτελούν μακρινό πρόγονο της σημερινής Ε.Υ.Π.
Και για όσους πουν ότι η Ελλάδα καθυστέρησε πολύ να ιδρύσει μια σωστά δομημένη υπηρεσία πληροφοριών, να τους ενημερώσουμε ότι ακόμα και οι μεγάλες χώρες, με πρωτοπόρο τη Γαλλία, ίδρυσαν μυστικές υπηρεσίες μετά τις αρχές του 20ου αιώνα. Είχε προηγηθεί η περιβόητη «Οχράνα», που ιδρύθηκε από την τσαρική Ρωσία το 1866, με βασικό σκοπό την παρακολούθηση της επαναστατικής δράσης των αριστερών Ρώσων και την καταπολέμηση της πολιτικής τρομοκρατίας.
Με την εξέλιξη των μυστικών υπηρεσιών στην Ελλάδα του 20ου αιώνα, θα ασχοληθούμε σε μελλοντικό μας άρθρο.
Πηγή: ΠΑΥΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ, «ΜΥΣΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ» Υπηρεσίες Πληροφοριών στην Ελλάδα, Εκδόσεις Παπαζήση, Γ’ Έκδοση, 2015.
Όταν ακούμε σήμερα για μυστικές υπηρεσίες, το μυαλό μας πηγαίνει κατευθείαν στην Ε.Υ.Π., την οδό Κατεχάκη, αλλά και γνωστές Υπηρεσίες Πληροφοριών ξένων χωρών (C.I.A., M.I.T, Μοσάντ κλπ.)
Στη χώρα μας, η πρώτη οργανωμένη υπηρεσία πληροφοριών, ήταν το “Τμήμα Πληροφοριών Υπουργείου Εξωτερικών”, που ιδρύθηκε το 1908. Η γνωστή στους παλαιότερους Κ.Υ.Π., ιδρύθηκε το 1953 και το 1986, μετονομάστηκε σε Ε.Υ.Π. Ως Ε.Υ.Π. είναι γνωστή μέχρι σήμερα. Βέβαια ακόμα και στον ευαίσθητο τομέα των Υπηρεσιών Πληροφοριών, δεν λείπουν τα λάθη, οι αστοχίες αλλά και η αντιπολιτευτική κριτική για τον εκάστοτε Διοικητή της Ε.Υ.Π.
Στη χώρα μας, η πρώτη οργανωμένη υπηρεσία πληροφοριών, ήταν το “Τμήμα Πληροφοριών Υπουργείου Εξωτερικών”, που ιδρύθηκε το 1908. Η γνωστή στους παλαιότερους Κ.Υ.Π., ιδρύθηκε το 1953 και το 1986, μετονομάστηκε σε Ε.Υ.Π. Ως Ε.Υ.Π. είναι γνωστή μέχρι σήμερα. Βέβαια ακόμα και στον ευαίσθητο τομέα των Υπηρεσιών Πληροφοριών, δεν λείπουν τα λάθη, οι αστοχίες αλλά και η αντιπολιτευτική κριτική για τον εκάστοτε Διοικητή της Ε.Υ.Π.
Το σύγχρονο ελληνικό κράτος όμως, έχει ιστορία περίπου 190 ετών. Υπήρχαν μυστικές υπηρεσίες τον 19ου αιώνα, μετά την απελευθέρωση της χώρας μας; Ποια ήταν η δομή και η δράση τους; Είχαν αναπτύξει αλυτρωτική δράση; Απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα, θα επιχειρήσουμε να δώσουμε με το σημερινό μας άρθρο.
Η “Φιλορθόδοξος Εταιρεία”
Η μυστική δράση στην Ελλάδα κατά τον 19ο αιώνα, μονοπωλήθηκε από “Μυστικές Εταιρείες”, με αλυτρωτική διάθεση. Το νεοσύστατο ελληνικό κράτος είχε ασταθές πολίτευμα, κυβερνήσεις που άλλαζαν συνεχώς, πολύ αδύναμη οικονομία και κρατική δομή που παρέπαιε.
Η “Φιλορθόδοξος Εταιρεία”
Η μυστική δράση στην Ελλάδα κατά τον 19ο αιώνα, μονοπωλήθηκε από “Μυστικές Εταιρείες”, με αλυτρωτική διάθεση. Το νεοσύστατο ελληνικό κράτος είχε ασταθές πολίτευμα, κυβερνήσεις που άλλαζαν συνεχώς, πολύ αδύναμη οικονομία και κρατική δομή που παρέπαιε.
Έτσι, ιδρύθηκαν μια σειρά από Συλλόγους, Εταιρείες ή Σωματεία, τα οποία απέβλεπαν στην προώθηση των σκοπών τους, μέσω μυστικής, κυρίως, δράσης. Οι Μεγάλες Δυνάμεις έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας, ωστόσο η άρχουσα τάξη, επιδίωκε την εύνοιά τους, αντί να προσπαθήσει να μειώσει την επιρροή τους.
Το πρότυπο για τις Εταιρείες αυτές, ήταν η “Φιλική Εταιρεία”, που είχε σημαντική συμβολή στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Πολλά σημαντικά στελέχη τους ήταν τέκτονες.
Η πρώτη γνωστή “πατριωτική” Εταιρεία, ήταν η “Φιλορθόδοξος Εταιρεία”, η ύπαρξη της οποίας αποκαλύφθηκε το 1839 από την Κυβέρνηση. Στα έγγραφα που κατασχέθηκαν, ως σκοπός της εμφανιζόταν η απελευθέρωση της Θεσσαλίας, της Ηπείρου και της Μακεδονίας. Υπήρχαν τρεις βαθμοί για τα μέλη της (“απλός”, “μέγας” και “φρικτός”). Τα μέλη τρίτου βαθμού, οι “φρικτοί”, γνώριζαν τον απώτερο σκοπό της Εταιρείας, που ήταν η επικράτηση των ρωσόφιλων (Ναπαίων). Πάντως, απ’ όσα αποκαλύφθηκαν, δεν προέκυψε αλυτρωτική δραστηριότητα της “Φιλορθοδόξου Εταιρείας”. Εκείνη την εποχή, ο Όθωνας ακολουθούσε φιλορωσική πολιτική και δεν υπήρχε παραμερισμός των Ναπαίων. Ίσως σκοπός της Εταιρείας να ήταν η αντικατάσταση των Βαυαρών από τις δημόσιες θέσεις που κατείχαν. Γι' αυτό προσχώρησαν σε όσους διεκδικούσαν Σύνταγμα. Η αντιπαράθεση με τον ‘Οθωνα, υποδαυλιζόταν κι απ’ τους Άγγλους. Είναι πιθανό, η “Φιλορθόδοξος Εταιρεία”, να ιδρύθηκε με πρωτοβουλία του, ελληνικής καταγωγής, τότε πρέσβη της Ρωσίας Γαβριήλ Κατακάζη, που προωθούσε τον εξαναγκασμό του Όθωνα σε παραίτηση, χωρίς την έγκριση της Ρωσικής κυβέρνησης.
Το πρότυπο για τις Εταιρείες αυτές, ήταν η “Φιλική Εταιρεία”, που είχε σημαντική συμβολή στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Πολλά σημαντικά στελέχη τους ήταν τέκτονες.
Η πρώτη γνωστή “πατριωτική” Εταιρεία, ήταν η “Φιλορθόδοξος Εταιρεία”, η ύπαρξη της οποίας αποκαλύφθηκε το 1839 από την Κυβέρνηση. Στα έγγραφα που κατασχέθηκαν, ως σκοπός της εμφανιζόταν η απελευθέρωση της Θεσσαλίας, της Ηπείρου και της Μακεδονίας. Υπήρχαν τρεις βαθμοί για τα μέλη της (“απλός”, “μέγας” και “φρικτός”). Τα μέλη τρίτου βαθμού, οι “φρικτοί”, γνώριζαν τον απώτερο σκοπό της Εταιρείας, που ήταν η επικράτηση των ρωσόφιλων (Ναπαίων). Πάντως, απ’ όσα αποκαλύφθηκαν, δεν προέκυψε αλυτρωτική δραστηριότητα της “Φιλορθοδόξου Εταιρείας”. Εκείνη την εποχή, ο Όθωνας ακολουθούσε φιλορωσική πολιτική και δεν υπήρχε παραμερισμός των Ναπαίων. Ίσως σκοπός της Εταιρείας να ήταν η αντικατάσταση των Βαυαρών από τις δημόσιες θέσεις που κατείχαν. Γι' αυτό προσχώρησαν σε όσους διεκδικούσαν Σύνταγμα. Η αντιπαράθεση με τον ‘Οθωνα, υποδαυλιζόταν κι απ’ τους Άγγλους. Είναι πιθανό, η “Φιλορθόδοξος Εταιρεία”, να ιδρύθηκε με πρωτοβουλία του, ελληνικής καταγωγής, τότε πρέσβη της Ρωσίας Γαβριήλ Κατακάζη, που προωθούσε τον εξαναγκασμό του Όθωνα σε παραίτηση, χωρίς την έγκριση της Ρωσικής κυβέρνησης.
Όταν αποκαλύφθηκε η ύπαρξη της ‘’Φιλορθοδόξου Εταιρείας’’ ο Όθωνας απέλυσε τον Υπουργό Εσωτερικών Γλαράκη, ο οποίος γνώριζε την ύπαρξή της, ενώ δεν αποκλείεται να ήταν και από τα ηγετικά της στελέχη. Παραπέμφθηκαν σε δίκη οι φερόμενοι ως αρχηγοί της «Φιλορθοδόξου Εταιρείας», Γεώργιος Καποδίστριας, νεότερος αδελφός του Κυβερνήτη, ο Νικηταράς (Νικήτας Σταματελόπουλος), θρυλικός αγωνιστής του 1821 και ο Μάρκος Ρενιέρης. Αν και οι μυστικές εταιρείες είχαν απαγορευθεί με νόμο, οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν καθώς το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε η ύπαρξη μελών της Εταιρείας. Όλα αυτά τα γεγονότα συνέβαλαν στη μείωση της ρωσικής επιρροής στην Ελλάδα. Ορισμένοι επιφανείς στρατιωτικοί και πολιτικοί στη χώρα μας, όπως ο Μακρυγιάννης θέλησαν να εκμεταλλευθούν εκείνη την εποχή τις νίκες του (γνωστού μας από την Επανάσταση του 1821) Ιμπραήμ επί των Οθωμανών. Ο Ιμπραήμ από το 1831 είχε στραφεί κατά των πρώην συμμάχων του. Κατέλαβε πόλεις της Συρίας και κατατρόπωσε τον οθωμανικό στρατό στο Ικόνιο. Αν δεν παρενέβαιναν οι Ρώσοι να σταματήσουν την προέλασή του, είναι πολύ πιθανό να έφτανε και στην Κωνσταντινούπολη. Το 1839 ο Ιμπραήμ νίκησε ξανά τους Οθωμανούς στο Νεζίπ και τότε εκδηλώθηκε η φιλοδοξία των Ελλήνων για απελευθέρωση της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας και της Κρήτης. Όμως η Αγγλία και η Γαλλία ήταν αντίθετες σε περαιτέρω διαμελισμό της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Τα σχέδια των Ελλήνων απέτυχαν. Ο Μακρυγιάννης, ο οποίος ήταν πρόθυμος όπως θα δούμε να πάρει μέρος σε μυστικές αλυτρωτικές κινήσεις χαρακτήρισε τη ‘’Φιλορθόδοξο ολέθρια για Πατρίδα και Βασιλέα’’ (Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη, σελ. 391).
Ο Κριμαϊκός Πόλεμος και οι εξεγέρσεις του 1854
Η Γαλλική Επανάσταση του 1848 και η επίδρασή της στην Ευρώπη ενίσχυσε τον αλυτρωτισμό στην Ελλάδα. Τη Μεγάλη Ιδέα καλλιεργούσε ο Ιωάννης Κωλέττης, ο οποίος κατά την πρωθυπουργία του ενθάρρυνε την αποστολή οπλαρχηγών και εθελοντών στην υπόδουλη ακόμα Θεσσαλία. Ο προσκείμενος στο Γαλλικό Κόμμα Μακρυγιάννης είχε ιδρύσει μυστική οργάνωση, μαζί με τους Ανδρέα Μεταξά και Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και άρχισε μετά το 1848 να στέλνει ενόπλους βόρεια από τα τότε ελληνικά σύνορα. Η Εταιρεία αυτή προδόθηκε στον Όθωνα, ο οποίος φοβήθηκε μήπως οι πραγματικοί σκοποί της ήταν αντικαθεστωτικοί και όχι αλυτρωτικοί. Πάντως ο Μακρυγιάννης διέλυσε την Εταιρεία. Το 1853 η γαλλορωσική αντιπαράθεση για τους Αγίους Τόπους, η είσοδος ρωσικών στρατευμάτων στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και η νίκη του ρωσικού στόλου επί του οθωμανικού στη Σινώπη (Νοέμβριος 1853) επέσπευσαν την ίδρυση ή την ενεργοποίηση μυστικών εταιρειών που συγκέντρωναν χρήματα, στρατολογούσαν εθελοντές και έκαναν προπαγάνδα ανάμεσα στους αξιωματικούς του Στρατού. Το Παλάτι έχοντας παρασυρθεί από την κοινή γνώμη και την αρθρογραφία του Τύπου κυρίως της φιλορωσικής εφημερίδας ‘’Αιών’’ ωθούσε πολλά κυβερνητικά στελέχη και αξιωματικούς να μυηθούν στις αλυτρωτικές επιδιώξεις των εταιρειών και να τις βοηθούν. Κύριοι υποστηρικτές του αλυτρωτισμού ήταν οι Υπουργοί Στρατιωτικών και Υπασπιστές του Όθωνα Σπυρομήλιος και Σκαρλάτος Σούτσος. Ο Σπυρομήλιος (Σπύρος Μήλιος) σκόπευε να εκβιάσει τον Όθωνα να εγκαταλείψει την ουδετερότητα και να ταχθεί με το μέρος της Ρωσίας. Ο πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη Ανδρέας Μεταξάς και ο Στρατηγός Κίτσος Τζαβέλλας, Μέραρχος του Ελληνικού Στρατού, ήταν επίσης κορυφαία στελέχη των Ναπαίων (φιλορώσων) εκείνη την εποχή.
Από τον Ιανουάριο του 1854 με τη σύναξη στο ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας στο χωριό Μπότση (σήμερα Μεγαλόχαρη Άρτας) ξεκίνησαν οι εξεγέρσεις από την Ήπειρο. Ακολούθησαν ένοπλα κινήματα στη Δυτική Μακεδονία και τη Θεσσαλία. Η Ρωσία, που εκτός από την οθωμανική αυτοκρατορία, είχε αυτή τη φορά απέναντί της και τους Αγγλογάλλους, βρέθηκε σε δυσχερή θέση, απομονωμένη. Έτσι την άνοιξη του 1854 τάχθηκε επίσημα για πρώτη φορά υπέρ των ελληνικών θέσεων. Ο Όθωνας παρασύρθηκε και διόρισε μυστική επιτροπή για τον συντονισμό του πολέμου. Αυτή απαρτιζόταν από τους: Ανδρέα Μεταξά, που επέστρεψε τον Απρίλιο από την Κωνσταντινούπολη, Σκαρλάτο Σούτσο, Σπυρομήλιο και Γενναίο Κολοκοτρώνη, γιο του θρυλικού ‘’Γέρου του Μοριά’’ που μετείχε και στη Φιλορθόδοξη Εταιρεία. Η Επιτροπή συντόνιζε τις μυστικές εταιρείες που χωρίστηκαν σε τρία κλιμάκια: της Αθήνας, της Λαμίας και του Κραβασαρά (της σημερινής Αμφιλοχίας) που τότε ήταν παραμεθόρια κωμόπολη. Αποστολή των εταιρειών ήταν η στρατολόγηση εθελοντών και η αποστολή πολεμοφοδίων στους εξεγερμένους. Ωστόσο ο αγγλικός και ο γαλλικός στόλος περιπολούσαν στον Αμβρακικό και τον Μαλιακό Κόλπο εμποδίζοντας τη διακίνηση εθελοντών και πολεμοφοδίων. Στις αρχές Μαΐου 1854 ο Όθωνας αποδέχτηκε το τελεσίγραφο των Άγγλων και των Γάλλων ενώ αγγλογαλλικά στρατεύματα αποβιβάζονταν στον Πειραιά. Οι αξιωματικοί ανακλήθηκαν, οι υπασπιστές του Όθωνα απομακρύνθηκαν και σχηματίστηκε νέα κυβέρνηση κατοχής. Ο Όθωνας αναγκάστηκε να κηρύξει την ουδετερότητα της χώρας, ενώ ο Υπουργός Στρατιωτικών της νέας κυβέρνησης Δ. Καλλέργης καταδίωξε τους επικεφαλής των μυστικών εταιρειών.
Η Υψηλή Πύλη έστειλε εναντίον των εξεγερμένων Ελλήνων ισχυρές δυνάμεις από 10.000 άνδρες, οι οποίοι με τη συνδρομή του πυροβολικού, κατέπνιξαν μέσα σε 4 μήνες από το ξέσπασμά τους τις εξεγέρσεις των Ελλήνων. Πάντως τα γεγονότα του 1854 σηματοδότησαν την έναρξη κινητοποιήσεων από ιδιώτες για την υλοποίηση της Μεγάλης Ιδέας μέχρι τους Βαλκανικούς Πολέμους. Βασικό ρόλο σ’ αυτές παίζουν μυστικές πατριωτικές εταιρείες με ή χωρίς κρατική στήριξη που ωθούσαν τη χώρα μας σε σύγκρουση με την οθωμανική αυτοκρατορία. Σ’ αυτές κυριαρχούσαν οι στρατιωτικοί.
Η Κρητική Επανάσταση (1866-1869)
Οι μεταρρυθμίσεις στην οθωμανική αυτοκρατορία μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-1856) και η ενσωμάτωση των Επτανήσων στην Ελλάδα (1864) ,δημιούργησαν προσδοκίες απελευθέρωσης στον ελληνικό πληθυσμό της Κρήτης. Η κινητοποίηση ξεκίνησε το 1865, όμως η κυβέρνηση Μπενιζέλου-Ρούφου την αποθάρρυνε. Στο Ηράκλειο όμως δημιουργήθηκε μυστική πατριωτική εταιρεία με τη στήριξη του Ι. Μητσοτάκη, Υποπρόξενου της Ρωσίας. Σκοπός της ήταν η παγκρήτια σύμπραξη και η συνεννόηση με την ελληνική κυβέρνηση. Τους επαναστάτες στήριζε και ο Πρόξενος της Ρωσίας στα Χανιά Σ. Δενδρινός. Η εμπλοκή της Ρωσίας στην επαναστατική κίνηση έκανε πολλούς να πιστέψουν ότι η Μόσχα θα στήριζε την εξέγερση των Κρητικών.
Η στάση της Αθήνας, άλλαξε μετά τη δημιουργία της κυβέρνησης Βούλγαρη-Κουμουνδούρου τον Ιούνιο του 1866. Επίσημα, παρέμεινε ουδέτερη, άνοιξε όμως δίαυλους συνεννόησης με τους Κρητικούς, κυρίως μέσω του συμπατριώτη τους Υπουργού Στρατιωτικών Χαράλαμπου Ζυμβρακάκη. Τον Ιούλιο του 1866, συγκροτήθηκε στην Αθήνα η «Κεντρική υπέρ των Κρητών Επιτροπή», υπό επταμελή διοίκηση, η οποία απαρτιζόταν από τους Μάρκο Ρενιέρη (μέλος και της «Φιλορθοδόξου Εταιρείας»), Δ. Μαυροκορδάτο, Λ. Μελά, Ι. Σκαλτσούνη, Χ. Χριστόπουλο, Γ. Σκουζέ και Α. Παπαδάκη, με σκοπό να μαζέψει χρήματα και να στείλει εθελοντές και πολεμοφόδια στην Κρήτη. Λίγο αργότερα, ιδρύθηκε στη Σύρο η «ειδική επί των αποστολών Επιτροπή», που προωθούσε στην Κρήτη εθελοντές, πυρομαχικά και όπλα, με πλοία που έσπαγαν τον αποκλεισμό της Κρήτης από τον οθωμανικό στόλο. Η Κεντρική Επιτροπή λειτουργούσε στην Αθήνα με τον μανδύα φιλανθρωπικής οργάνωσης, ωστόσο η δράση της δεν μπόρεσε να διατηρηθεί μυστική. Η οθωμανική πρεσβεία στην Αθήνα, είχε ήδη εντοπίσει την αγορά 1.500 τυφεκίων από τον Σεπτέμβριο του 1866, με απώτερο σκοπό την αποστολή τους στην Κρήτη. Μάλιστα, ο Οθωμανός πρέσβης Φωτιάδης Μπέης, διαμαρτυρήθηκε στον Υπουργό Εξωτερικών Δεληγεώργη, ο οποίος προσπάθησε να συσκοτίσει τα πράγματα.
Αλλά και οι πρεσβείες της Υψηλής Πύλης στην υπόλοιπη Ευρώπη, παρακολουθούσαν τις εξελίξεις. Ιδιαίτερη αναφορά, γίνεται στη διάθεση μεγάλων ποσών από τον κρητικής καταγωγής τραπεζίτη στην Αγία Πετρούπολη, Βερναδάκη. Ο Φωτιάδης Μπέης, ενημέρωσε την Πύλη ότι στην Αθήνα λειτουργούσαν τον Οκτώβριο του 1866 τέσσερις επιτροπές: η Κρητική, η Ηπειρωτική, η Θεσσαλική και η Θρακομακεδονική. Ο πρωθυπουργός Βούλγαρης, δεν ευνοούσε καμία από τις επιτροπές και προσπαθούσε να κρατήσει τις ισορροπίες με την Πύλη, γι’ αυτό χαρακτηριζόταν τουρκόφιλος. Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ηπείρου Σπυρομήλιος, κατά πληροφορίες του Φωτιάδη Μπέη, ζήτησε 1.000.000. δραχμές για να δωροδοκήσει τους φανατικούς Αλβανούς της Χιμάρας και να κρατήσουν ευνοϊκή στάση έναντι των ελληνικών διεκδικήσεων.
Να θυμίσουμε ότι ακόμα και σήμερα, η αλβανική κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει μειονοτικό καθεστώς στους ομογενείς μας στη Χιμάρα… Ο Βερναδάκης, έστειλε στην Επιτροπή Κρήτης 2.000.000 φράγκα και επιστολή με την οποία τους πληροφορούσε ότι οι Ρώσοι θα έκαναν παραστάσεις στους Γάλλους υπέρ των Κρητικών.
Όταν ο Βούλγαρης επανεκλέχθηκε Πρωθυπουργός, τον Ιανουάριο του 1868, διέκοψε την οικονομική ενίσχυση των επιτροπών. Η Κεντρική Επιτροπή, συνέχισε την αποστολή εθελοντών. Μετά την αποτυχία όμως του Λεωνίδα Πετροπουλάκη και των ανδρών του, οι οποίοι είχαν σταλεί στην Κρήτη από τον ίδιο τον Βούλγαρη, λίγο έλειψε να ξεσπάσει ελληνοτουρκικός πόλεμος. Η κρίση έληξε, με την αποδοχή από την Κυβέρνηση Θ. Ζαΐμη των όρων που έθεσε η Διάσκεψη των Παρισίων.
Επαναστάσεις στα Βαλκάνια – Νέες «Μυστικές Εταιρείες»
Μετά την αποτυχία της Κρητικής Επανάστασης (1866-1869), η κυβέρνηση Ε. Δηλεγεώργη (1872-1874), επιχείρησε να βελτιώσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Ωστόσο, όπως γράφει ο πολιτικός Λεωνίδας Βούλγαρης στο βιβλίο του «Αποκαλυφθήτω η Αλήθεια», ήδη από το 1870 είχε συσταθεί «Επιτροπή υπέρ της απελευθερώσεως των υποδεδουλωμένων λαών της Ανατολής», στην οποία συμμετείχαν ο Αρχιεπίσκοπος Θεόφιλος, ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, πρωθυπουργός ξανά από το 1874 και ο Θρασύβουλος Ζαΐμης. Το 1876, ιδρύθηκαν δύο ακόμα αλυτρωτικές εταιρείες. Η «Αδελφότης» και η «Εθνική Άμυνα». Σημαντικό ρόλο στη δημιουργία τους, έπαιξαν τα κινήματα της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και της Βουλγαρίας, που ξεσήκωσαν την ελληνική κοινή γνώμη. Τα πράγματα πλέον είχαν αλλάξει, καθώς η Ρωσία είχε κάνει στροφή υπέρ των Σλάβων των Βαλκανίων και ιδιαίτερα των Βουλγάρων, ενώ είχαν εμφανιστεί εθνικιστικά βουλγαρικά κομιτάτα, με αξιώσεις στη Μακεδονία και τη Θράκη. Η «Αδελφότης» είχε ως σκοπό τη μύηση των Ελλήνων της Διασποράς και των τουρκοκρατούμενων εδαφών, στις αλυτρωτικές επιδιώξεις της. Πρόεδρός της ορίστηκε ο Ιωάννης Μεσσηνέξης. Η «Αδελφότης», προήλθε από την «Αδελφική Ενότητα», η οποία συνέχιζε να λειτουργεί μυστικά, με πρόεδρο τον Νικόλαο Δαμασκηνό. Η άλλη πατριωτική εταιρεία, η «Εθνική Άμυνα», ιδρύθηκε λίγο αργότερα και προερχόταν από τις επιτροπές που είχαν οργανωθεί κατά την Κρητική Επανάσταση. Πρώτος πρόεδρός της, ήταν ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, τον οποίο διαδέχθηκε ο καθηγητής της Νομικής Παύλος Καλλιγάς.
Μέλος της «Εθνικής Άμυνας», ήταν και ο Μάρκος Ρενιέρης Διοικητής της Εθνικής Τράπεζας πλέον, ο οποίος είχε συμμετοχή, όπως αναφέραμε και στη «Φιλορθόδοξο Εταιρεία», το 1839! Η «Εθνική Άμυνα», έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον σχηματισμό Οικουμενικής Κυβέρνησης, με επικεφαλής τον θρυλικό μπουρλοτιέρη του ’21 Κωνσταντίνο Κανάρη. Η διατήρηση της ουδετερότητας, μετά από αγγλικές πιέσεις και διαβεβαιώσεις και η ρωσική προέλαση στα Βαλκάνια, οδήγησαν στην πτώση της Οικουμενικής Κυβέρνησης.
Η «Αδελφότης» και η «Εθνική Άμυνα», συγκρότησαν μία «Κεντρική Επιτροπή», με επικεφαλής τον Παύλο Καλλιγά. Σ’ αυτήν μετείχε ανοιχτά το κράτος, με τους Στρατηγούς Α. Μίχο, Σ. Σούτσο και Α. Βαλτινό, ενώ η κυβέρνηση διέθεσε οπλισμό και χρήματα.
Δόθηκαν επίσης εντολές σε Νομάρχες παραμεθόριων και στους Προξένους των υπόδουλων περιοχών να συνεργάζονται με την «Κεντρική Επιτροπή». Παράλληλα, με την έναρξη του ρωσοτουρκικού πολέμου, αποθηκεύονταν όπλα στο Γύθειο για να σταλούν στην Κρήτη. Ανεξάρτητα δρούσε το «Κρητικό Κέντρο» Αθηνών, με πρόεδρο τον Μάρκο Ρενιέρη. Ανάμεσα στα μέλη του ήταν και ο Ιωάννης Ζυμβρακάκης.
Όταν έγινε πρωθυπουργός ο Α. Κουμουνδούρος, ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση θα αναλάμβανε τον συντονισμό των επαναστατικών ενεργειών. Ωστόσο, η «Κεντρική Επιτροπή» δεν σταμάτησε τη δράση της. Τα αντάρτικα σώματα που αυτή είχε ετοιμάσει, δεν μπορούσαν να επικρατήσουν των οθωμανικών στρατευμάτων, ενώ υπήρχε και έλλειψη οργάνωσης. Έτσι, τον Φεβρουάριο του 1878, 700 Ηπειρώτες στάλθηκαν στους Αγίους Σαράντα και βρέθηκαν τελικά να αντιμετωπίζουν, μαζί με μερικούς Βορειοηπειρώτες, τους Τούρκους. Ο Χ. Τρικούπης που ανέλαβε την εξουσία το 1882, διέλυσε προσωρινά τις επιτροπές. Ο Θ. Δηλιγιάννης, χαρακτήρισε την κίνηση αυτή προδοσία. Η προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας από τη Βουλγαρία το 1885, οδήγησε στην ανασύσταση των πατριωτικών εταιρειών. Ο Τρικούπης αρνήθηκε εκ νέου να συνδράμει τους Κρητικούς και έτσι το 1889, ιδρύθηκε στην Αθήνα «Επιτροπή προς άμυναν της Κρήτης», που ενισχυόταν από την αντιπολίτευση. Το θετικό αυτής της περιόδου, ήταν η ενσωμάτωση της Θεσσαλίας, εκτός από την Ελασσόνα και της Ηπείρου, ως την Άρτα, στο ελληνικό κράτος, το 1881.
Η «Εθνική Εταιρεία» - Ο πόλεμος του 1897 – Ο Μακεδονικός Αγώνας
Οι στρατιωτικοί κατηγορούσαν τους πολιτικούς για «εθνική ανεπάρκεια». Αυτό οδήγησε αρκετούς κατώτερους, κυρίως, αξιωματικούς, να ιδρύσουν το 1894 την «Εθνική Εταιρεία», για την προώθηση των εθνικών θεμάτων. Αργότερα προσχώρησαν σ’ αυτή και ανώτεροι αξιωματικοί, όπως ο Ταγματάρχης Π. Δαγκλής και επιφανείς πολίτες (Κ. Παλαμάς, Γ. Ξενόπουλος κ.ά.). Η Εταιρεία την οποία διοικούσε η «Ανώτερη Αρχή», ίδρυσε παραρτήματα στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Το παράρτημα του Ναυπλίου, ίδρυσε ο τότε Υπολοχαγός Ιωάννης Μεταξάς. Η συμμετοχή της στον πόλεμο του 1897, είχε σαν αποτέλεσμα να κατηγορηθεί μαζί με τον βασιλέα Γεώργιο για τη κυβέρνηση Δηλιγιάννη για την ήττα. Ο Υπουργός Εσωτερικών Γ. Θεοτόκης ζήτησε τη διάλυσή της. Πολλά μέλη της όμως, όπως ο Παύλος Μελάς και ο Κ. Μαζαράκης-Αινιάν συνέχισαν την δράση τους.
Η «Εθνική Εταιρεία», είχε χαρακτηριστικά Υπηρεσίας Πληροφοριών, καθώς όχι μόνο συνέλεγε πληροφορίες, αλλά επικοινωνούσε με τα μέλη της στις παραμεθόριες περιοχές με κρυπτογραφικό κώδικα, που είχε συντάξει ο Γ. Φιλάρετος. Παράλληλα, ίδρυσε 2ο Γραφείο, το οποίο έπαιρνε μέτρα αντικατασκοπίας στον ελλαδικό χώρο.
Η τοποθέτηση του Ίωνα Δραγούμη ως Υποπρόξενου στο Μοναστήρι, οδήγησε στη δημιουργία της οργάνωσης «Άμυνα» για την αντιμετώπιση της βουλγαρικής IMRO (1902). Την ίδια περίπου εποχή, ιδρύθηκε στην Αθήνα το Μακεδονικό Κομιτάτο», με πρόεδρο τον ιδιοκτήτη της εφημερίδας «Εμπρός» Δ. Καλαποθήκη. Η επανάσταση του Iliden (1903) και η τοποθέτηση του Λάμπρου Κορομηλά ως Γενικού Προξένου στη Θεσσαλονίκη (1904), επιτάχυναν τις εξελίξεις Αξιωματικοί στάλθηκαν στα Προξενεία της Μακεδονίας και της Θράκης, ενώ άλλοι αξιωματικοί που εμφανιζόταν ως έμποροι, ιερωμένοι κλπ., στάλθηκαν στις υπόδουλες περιοχές. Ο Καλαποθάκης και το Κομιτάτο παραμερίστηκαν και ιδρύθηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών «Τμήμα Πληροφοριών», με επικεφαλής τον Π. Δαγκλή (1908), που θεωρείται η πρώτη ελληνική μυστική υπηρεσία. Τα διαβήματα των πρέσβεων την Μεγάλων Δυνάμεων και η ένταση με τους Νεότουρκους, οδήγησαν στην ανάκληση των αξιωματικών και την υποβάθμιση του «Τμήματος Πληροφοριών».
Το 1906 στη Θεσσαλονίκη, ο Αθανάσιος Σουλιώτης- Νικολαΐδης, σε συνεργασία με τον Λ. Κορομηλά, ίδρυσαν την «Οργάνωση Θεσσαλονίκης», με πράκτορες και υποπράκτορες. Η «Οργάνωση», λειτουργούσε ως Ασφαλιστική Εταιρεία, ενώ διέθετε και ομάδα εκτελεστών των επικίνδυνων εχθρών του ελληνισμού.
Περίπου ένα χρόνο αργότερα, ο Σουλιώτης-Νικολαΐδης, ίδρυσε την «Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως», που είχε και αυτή ομάδα εκτελεστών. Το 1914, εντοπίστηκε από τους Νεότουρκους και διαλύθηκε.
Αυτή είναι, σε αδρές γραμμές, η ιστορία των «Μυστικών Εταιρειών» που ιδρύθηκαν στη χώρα μας τον 19ο αιώνα και αποτελούν μακρινό πρόγονο της σημερινής Ε.Υ.Π.
Και για όσους πουν ότι η Ελλάδα καθυστέρησε πολύ να ιδρύσει μια σωστά δομημένη υπηρεσία πληροφοριών, να τους ενημερώσουμε ότι ακόμα και οι μεγάλες χώρες, με πρωτοπόρο τη Γαλλία, ίδρυσαν μυστικές υπηρεσίες μετά τις αρχές του 20ου αιώνα. Είχε προηγηθεί η περιβόητη «Οχράνα», που ιδρύθηκε από την τσαρική Ρωσία το 1866, με βασικό σκοπό την παρακολούθηση της επαναστατικής δράσης των αριστερών Ρώσων και την καταπολέμηση της πολιτικής τρομοκρατίας.
Με την εξέλιξη των μυστικών υπηρεσιών στην Ελλάδα του 20ου αιώνα, θα ασχοληθούμε σε μελλοντικό μας άρθρο.
Πηγή: ΠΑΥΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ, «ΜΥΣΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ» Υπηρεσίες Πληροφοριών στην Ελλάδα, Εκδόσεις Παπαζήση, Γ’ Έκδοση, 2015.