Αξιωματούχος του Καζακστάν έκανε λόγο, τη Δευτέρα (10/01), για «υβριδική τρομοκρατική επίθεση» στη χώρα με στόχο «την ανατροπή της κυβέρνησης» και «το πραξικόπημα».
Ο υπουργός Επικρατείας της Δημοκρατίας του Καζακστάν Ερλάν Καρίν δήλωσε τη Δευτέρα (10/01) ότι η αναταραχή στο Καζακστάν ήταν μια «υβριδική τρομοκρατική» επίθεση που πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή τόσο εσωτερικών όσο και εξωτερικών δυνάμεων και είχε στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης.
Συγκεκριμένα, σε σχετικές δηλώσεις στο Khabar24 τις οποίες επικαλείται επίσημος κυβερνητικός λογαριασμός στο Telegram, o Ερλάν Καρίν ανέφερε: «Είμαστε αντιμέτωποι με μια υβριδική τρομοκρατική επίθεση στο Καζακστάν, με στόχο την αποσταθεροποίηση και το πραξικόπημα».
Ακόμα, ο ίδιος είπε ότι υπήρξε «συνωμοσία» τόσο εσωτερικών όσο και εξωτερικών δυνάμεων και ότι, εκτός από τρομοκρατικές ομάδες, χρησιμοποιήθηκαν και επιθέσεις πληροφόρησης.
Πάντως, ο αξιωματούχος του Καζακστάν υποστήριξε ότι δεν είναι σωστό να περιγράφονται τα γεγονότα στη χώρα ως προσπάθεια να πραγματοποιηθεί μια «έγχρωμη ή βελούδινη επανάσταση», καθώς τέτοια σενάρια θα ήταν αναποτελεσματικά στο Καζακστάν δεδομένων των ειδικών συνθηκών στο κράτος.
Επιπλέον, ο Ερλάν Καρίν είπε: «Η χώρα μας άντεξε. Οι αποφασιστικές ενέργειες του Προέδρου ματαίωσαν σχέδια αποσταθεροποίησης, συμπεριλαμβανομένης της απόφασής του να προσκαλέσει το ειρηνευτικό σώμα του CSTO. Υπήρχε μια πολύ κρίσιμη κατάσταση, οπότε ήταν απαραίτητο να ληφθούν σκληρές, αποφασιστικές ενέργειες. Η εμπλοκή των δυνάμεων του CSTO ματαίωσε όλα τα σχέδια αποσταθεροποίησης. Χάρη στις προσπάθειες του ειρηνευτικού σώματος, κατέστη δυνατή η συγκέντρωση των δυνάμεών μας στη διεξαγωγή μιας άμεσης αντιτρομοκρατικής επιχείρησης. Αυτή κατέστησε δυνατή την προστασία της κρατικής ακεραιότητας».
Το χρονικό
Μαζικές διαδηλώσεις στο Καζακστάν άρχισαν κατά τις πρώτες μέρες του 2022, καθώς οι κάτοικοι των πόλεων Ζαναοζέν και Ακτάου στα δυτικά της χώρας αντιτάχθηκαν στη διπλή αύξηση των τιμών του υγροποιημένου αερίου.
Αργότερα, οι διαμαρτυρίες εξαπλώθηκαν σε άλλες πόλεις, συμπεριλαμβανομένου του Αλμάτι, της παλιάς πρωτεύουσας και της μεγαλύτερης πόλης της δημοκρατίας, και άρχισαν λεηλασίες, εξτρεμιστές επιτέθηκαν σε κρατικά ιδρύματα και αφαίρεσαν όπλα.
Σε απάντηση, οι Αρχές κήρυξαν κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε όλη τη χώρα μέχρι τις 19 Ιανουαρίου και άρχισαν αντιτρομοκρατική επιχείρηση.
Πάντως, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, περίπου 1.000 άνθρωποι τραυματίστηκαν κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων στο Καζακστάν και, με βάση τα επικαιροποιημένα στοιχεία του Υπουργείου Εσωτερικών του Καζακστάν, σκοτώθηκαν 16 υπάλληλοι ασφαλείας.
Εν συνεχεία, το πρωί της Τετάρτης (05/01), ο Πρόεδρος του Καζακστάν, Κασίμ-Τζομάρτ Τοκάγιεφ, απέλυσε την κυβέρνηση και έγινε επικεφαλής του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Μάλιστα, στην πρώτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας υπό την ηγεσία του, ο Κασίμ-Τζομάρτ Τοκάγιεφ χαρακτήρισε την κατάσταση στο Καζακστάν «υπονόμευση της ακεραιότητας του κράτους» και είπε ότι ζήτησε από τον Οργανισμό της Συνθήκης Συλλογικής Ασφαλείας (CSTO) βοήθεια «για να ξεπεραστεί η τρομοκρατική απειλή».
Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο Συλλογικής Ασφαλείας του CSTO αποφάσισε να στείλει συλλογικές δυνάμεις διατήρησης της ειρήνης στο Καζακστάν για να εξομαλυνθεί η κατάσταση στη χώρα.
Κατόπιν, ο Κασίμ-Τζομάρτ Τοκάγιεφ είπε στις 7 Ιανουαρίου ότι οι τρομοκράτες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έφτασαν από το εξωτερικό, συνεχίζουν να αντιστέκονται και υποσχέθηκε να καταστρέψει όσους δεν κατέθεσαν τα όπλα.
Επιπλέον, ο Πρόεδρος του Καζακστάν σημείωσε ότι εισακούστηκαν όλα τα αιτήματα των πολιτών που εκφράζονται με ειρηνικές μορφές.