Γιατί οι γυναίκες δεν μπορούν να χειροτονηθούν ιερείς;
Το μυστήριο της ιερωσύνης το συνέστησε ο Κύριος, στην αρχή της δημόσιας δράσης Του, ξεχωρίζοντας ορισμένους ανθρώπους και κάνοντάς τους μαθητές Του.
Σ’ αυτούς μετέδωσε ειδική χάρη και δύναμη για να κηρύττουν το λόγο Του και να θαυματουργούν (Ματθ. δ΄ 18-19, Μάρκ. στ΄ 7-13, Λουκ. ι΄ 1-19). Μετά την Ανάστασή Του έδωσε εξουσία στους μαθητές Του να συγχωρούν τίς αμαρτίες των ανθρώπων (Ιωάν. κ΄ 22-23) και εντολή να συνεχίσουν το έργο Του σε όλα τα έθνη (Ματθ. κη΄ 19-20). Οι άγιοι Απόστολοι με τη σειρά τους μετεβίβασαν την ειδική χάρη της ιερωσύνης στους επισκόπους κι εκείνοι στους διαδόχους τους. Η αδιάκοπη αυτή διαδοχή, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, ονομάζεται «αποστολική διαδοχή».
Γυναίκες ιερείς δεν υπήρχαν ποτέ στην ιστορία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Είναι δηλαδή κάτι εντελώς αντίθετο με την Παράδοσή της. Άλλωστε αν ο Χριστός επιθυμούσε χειροτονία των γυναικών, θα είχε δώσε ανάλογες οδηγίες στους Αποστόλους Του.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι γυναίκες δεν είχαν σημαντική θέση στο έργο της Εκκλησίας. Στην αρχαία Εκκλησία υπήρχε ο θεσμός των διακονισσών, δηλαδή των γυναικών που βοηθούσαν ιδιαίτερα στο Βάπτισμα των γυναικών και επιτελούσαν επίσης ποιμαντικό έργο μεταξύ των γυναικών της κοινότητας. Αν και σήμερα δεν υφίσταται ο θεσμός των διακονισσών, ωστόσο υπάρχουν γυναίκες που είναι αφιερωμένες στο ποιμαντικό και ιεραποστολικό έργο της Εκκλησίας.
Η μη χειροτονία των γυναικών, ως αρχαία Παράδοση στην Εκκλησία, είναι ζήτημα εκκλησιαστικής και λειτουργικής ευταξίας. Η Εκκλησία είναι μία ιεραρχικά οργανωμένη κοινωνία, με χαρίσματα και διακονήματα, τα οποία κατανέμει το Πνεύμα του Θεού, όπως βούλεται (Α΄ Κορ. 12, 4-11). Ο ιερέας στη Θεία Λειτουργία εκπροσωπεί τον Χριστό. Αφού λοιπόν ο Χριστός ήταν άνδρας, οφείλει και ο ιερέας να είναι το ίδιο γένος. Ωστόσο και η γυναίκα μετέχει στη θεία λατρεία και έχει άλλα δευτερεύοντα καθήκοντα και διακονήματα σ’ αυτή.
Στο Σώμα της Εκκλησίας, η γυναίκα έχει απόλυτη ισοτιμία με τον άνδρα, αφού και οι δύο είναι εικόνες του Θεού. Έτσι, λοιπόν, μετέχει στα ιερά μυστήρια και στις αγιαστικές πράξεις με τους ίδιους όρους με τον άνδρα, απολαμβάνοντας τις ίδιες ευλογίες και τα ίδια χαρίσματα. Ειδικότερα, ως βρέφος δέχεται τις ευχές της Εκκλησίας κατά την πρώτη και όγδοη ημέρα από τη γέννησή της. Σαράντα ημερών προσφέρεται στο Ναό του Θεού και αργότερα βαπτίζεται και χρίεται, όπως ακριβώς και τα άρρενα βρέφη. Στη συνέχεια, συμμετέχει στη ζωή της Εκκλησίας ισότιμα, αφού μεταλαμβάνει των αχράντων και φρικτών μυστηρίων του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου, χρίεται κατά το ιερό ευχέλαιο, μετέχει του αντιδώρου και της πόσεως του αγιασμού, χωρίς απολύτως καμία διάκριση. Τέλος, κηδεύεται και τελούνται γι’ αυτή τα καθιερωμένα μνημόσυνα, όπως και στους άνδρες.
Γενικά, λοιπόν, η γυναίκα έχει όλα τα δικαιώματα που έχουν οι λαϊκοί. Όμως, η σύγχρονη γυναίκα άρχισε να εγείρει αξιώσεις, θεωρώντας την απαγόρευση της χειροτονίας ως υποτίμηση της προσωπικότητας της. Έτσι, οι Αγγλικανοί προβαίνουν ήδη σε χειροτονίες γυναικών.
Η προσωπικότητα της πιστής γυναίκας όχι μόνο δεν υποτιμάται, αλλά αντιθέτως αναδεικνύεται όταν πειθαρχεί στη μακραίωνη παράδοση και πράξη της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Της «Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας», της οποίας το εορτολόγιο, τα συναξάρια, η υμνογραφία και η εικονογραφία μαρτυρούν περίτρανα ότι στις μορφές των αγίων, ανδρών και γυναικών, καταργείται κάθε διάκριση φύλου. Το αγιολόγιό μας είναι γεμάτο από ονόματα αγίων γυναικών, καλλινίκων μαρτύρων, ηρωικών ασκητριών και άλλων γυναικείων μορφών που ευαρέστησαν στο Θεό. Εξάλλου, στο στερέωμα της Εκκλησίας, πρώτη και εξαίρετη θέση, καταλαμβάνει μία γυναίκα: η «πλατυτέρα των Ουρανών», η Υπεραγία Θεοτόκος, η «Μήτηρ του Θεού» και μητέρα όλων των χριστιανών.