Τρικυμία στις σχέσεις Ευρώπης - ΗΠΑ ενόψει της Συνόδου του ΝΑΤΟ στο Μόναχο
Σύγκρουση απόψεων σε σειρά «καυτών» ζητημάτων όπως το Ιράν, η Huawei και το σχέδιο ειρήνης στη Μέση Ανατολή.
Ορισμένες από τις σημαντικότερες προτεραιότητες εξωτερικής πολιτικής του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ βρίσκονται σε κρίσιμη χρονική συγκυρία, καθώς δύο κορυφαίοι αξιωματούχοι της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ οδεύουν προς το ετήσιο φόρουμ ασφάλειας του ΝΑΤΟ, που διεξάγεαται στη Γερμανία. Η ένταση στις διατλαντικές σχέσης εγείρει αμφιβολίες για το αν μπορούν να βασίζονται σε μεγάλη βοήθεια από τους Ευρωπαίους ηγέτες για την προώθηση της ατζέντας του Τραμπ.
Η επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, και του υπουργού Αμυνας, Μαρκ Εσπερ, στο Μόναχο έρχεται τη στιγμή που οι ΗΠΑ είναι κοντά στην υπογραφή εκεχειρίας στο Αφγανιστάν, πιέζουν για ανανέωση των κυρώσεων σε βάρος του Ιράν, προωθούν ένα νέο ειρηνευτικό σχέδιο μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης και προσπαθούν να αποθαρρύνουν τους συμμάχους τους από το να επιτρέψουν στην κινεζική εταιρεία Huawei να αποτελέσει μέρος των ασύρματων δικτύων επόμενης γενιάς.
Και στο βάθος ανησυχούν για την παγκόσμια εξάπλωση του θανάσιμου νέου κορονοϊού από την Κίνα.
Η διάσκεψη του Μονάχου, η οποία ξεκινά την Παρασκευή, προσελκύει μια μεγάλη γκάμα ξένων διπλωματών και αξιωματούχων της εθνικής ασφάλειας και έχει αποτελέσει κατά καιρούς απροσδόκητες και μερικές φορές αναπάντεχες αποκαλύψεις.
Εχει σημαδευτεί και στο παρελθόν από τις ταραγμένες σχέσεις ΗΠΑ-Ευρώπης, ιδίως κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τον πόλεμο στο Ιράκ στις αρχές του 2003. Αλλά το σημερινό επίπεδο έντασης υπερβαίνει εκείνο των προηγούμενων ετών και καλύπτει ένα ευρύτερο φάσμα θεμάτων.
Η Ευρώπη είναι απίθανο να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε αυτό που θα μπορούσε να αποτελέσει το σημείο αναφοράς: Ο Πομπέο και ο Εσπερ πρόκειται να συναντηθούν με τον Αφγανό πρόεδρο, Ασράφ Γκάνι, στο περιθώριο της διάσκεψης την Παρασκευή, εν μέσω έντονων ενδείξεων ότι μια επταήμερη συμφωνία «μείωσης της βίας», που θα οδηγήσει σε επίσημες διαπραγματεύσεις μεταξύ των φατριών του Αφγανιστάν, βρίσκεται κοντά. Μια πρόταση είναι «στο τραπέζι», δήλωσε ο Εσπερ στους δημοσιογράφους την Τετάρτη στις Βρυξέλλες.
Ο Τραμπ συμφώνησε καταρχήν στη συμφωνία, οι τελικές λεπτομέρειες της οποίας διευθετίζονται από τον ειδικό απεσταλμένο των ΗΠΑ για το Αφγανιστάν, Ζαλμάι Καλίλζαντ, και τους εκπροσώπους των Ταλιμπάν στη Ντόχα του Κατάρ.
Ενώ το Αφγανιστάν έχει τη δυνατότητα να είναι η πιο σημαντική εξέλιξη στο Μόναχο, άλλα ζητήματα είναι πιθανότερο να υπογραμμίσουν τις εντάσεις με την Ευρώπη - ιδίως το μέλλον της πυρηνικής συμφωνίας του 2015 με το Ιράν.
Ο Πομπέο, ο οποίος θα έχει τουλάχιστον δέκα ξεχωριστές συναντήσεις με ξένους αξιωματούχους και μια ομιλία κατά τη γεμάτη διήμερη επίσκεψή του, θα φτάσει στο Μόναχο λίγο αφότου το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έστειλε σαφές μήνυμα ότι οι ΗΠΑ θα απευθύνουν τελεσίγραφο στους ευρωπαίους συμμάχους τους για τον τερματισμό της συμφωνίας.
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει απογοητευτεί από την απροθυμία της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας να προχωρήσουν γρήγορα με μια διαδικασία που θα μπορούσε να οδηγήσει στην εκ νέου επιβολή κυρώσεων από το ΟΗΕ στο Ιράν για παραβίαση των όρων της συμφωνίας. Το Ιράν έχει παραβιάσει πολλά όρια του προγράμματος που επιβάλλεται από τη συμφωνία, αλλά υποστηρίζει ότι ανταπαντά απλώς στις παραβιάσεις των ΗΠΑ. Ο Τραμπ, εξάλλου, έχει αποσύρει τις Ηνωμένες Πολιτείες από τη συμφωνία.
Οι Ευρωπαίοι, που επιθυμούν να διασώσουν τη συμφωνία, επικαλούνται έναν μηχανισμό επίλυσης διαφορών με σκοπό την επίλυση των ζητημάτων ή την παραπομπή τους στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, αλλά οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ δεν είναι ικανοποιημένοι με αυτό, κάνοντας λόγο για έλλειψη εγρήγορσης και για διαδικασία που θα μπορούσε να πάρει μήνες μέχρι να ολοκληρωθεί.
Με την υπομονή της να πλησιάζει στο τέλος, ενόψει της εκπνοής τον Οκτώβριο του εμπάργκο όπλων που έχει επιβάλει ο ΟΗΕ στο Ιράν, η αμερικανική κυβέρνηση έχει δρομολογήσει ένα νέο μονοπάτι για τη διατήρηση αυτής της απαγόρευσης, επιβάλλοντας την ανάληψη δράσης στο Συμβούλιο Ασφαλείας.
Σε έγγραφο που διαβιβάστηκε στο Κογκρέσο αυτή την εβδομάδα, το υπουργείο Εξωτερικών δήλωσε για πρώτη φορά ότι οι όροι για την αυτόματη εκ νέου επιβολή ή την γρήγορη επαναφορά (snapback) των κυρώσεων του ΟΗΕ, που έχουν αρθεί σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας, μπορούν να καθοριστούν από οποιοδήποτε κράτος τις διαπραγματεύθηκε.
Η κυβέρνηση έχει ήδη προωθήσει το επιχείρημα ότι παρά την απόσυρση, οι ΗΠΑ παραμένουν «παρούσες» στη συμφωνία, όπως ορίζεται από το σχετικό ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Οι Ευρωπαίοι, όπως επίσης η Ρωσία και η Κίνα, έχουν υποτιμήσει τη θέση αυτή, αλλά ίσως να μην έχουν άλλη επιλογή παρά να την δεχτούν, καθώς το ψήφισμα δεν επιτρέπει το δικαίωμα αρνησικυρίας στο λεγόμενο snapback. Και εάν η θέση των ΗΠΑ απορριφθεί από άλλους, θα δημιουργήσει μια σημαντική γεωπολιτική αντιπαράθεση σχετικά με τις κυρώσεις, που ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρούς κινδύνους για το διεθνές εμπόριο.
Ωστόσο, η κυβέρνηση Τραμπ έχει προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα, υποστηρίζοντας ότι οι ΗΠΑ έχουν την εξουσία να καθορίσουν εάν το Ιράν δρα σε «σημαντική αντίθεση» με τις απαιτήσεις της συμφωνίας.
Οι Ευρωπαίοι έχουν αντισταθεί στην προηγούμενη άσκηση πιέσεων για να ακολουθήσουν τις ΗΠΑ στην αποχωρήση από τη συμφωνία, αλλά τώρα αναμένεται να δεχθούν ακόμη μεγαλύτερο πρεσάρισμα για την υποστήριξη της επέκτασης του εμπάργκο όπλων, αν θέλουν να σώσουν την συμφωνία.
Πέραν των διαφορών για το Ιράν, οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν σοβαρή αντίδραση από την Ευρώπη για το ειρηνευτικό σχέδιο του Τραμο στη Μέσης Ανατολή, το οποίο θεωρείται γενικώς προκατειλημμένο υπέρ του Ισραήλ και εις βάρος των Παλαιστινίων αλλά και ασυμβίβαστο με προηγούμενες κατευθυντήριες γραμμές για τη διευθέτηση της σύγκρουσης.
Την Τρίτη, τα ευρωπαϊκά μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας - το Βέλγιο, η Εσθονία, η Γαλλία και η Γερμανία - «άδειασαν» αυτό το σχέδιο στον κρύο ώμο. «Η πρωτοβουλία των ΗΠΑ, όπως παρουσιάστηκε στις 28 Ιανουαρίου, αποκλίνει από αυτές τις διεθνώς συμφωνημένες παραμέτρους», ανέφεραν σε κοινή ανακοίνωσή τους.
Ο Πομπέο και ο Εσπερ αντιμετωπίζουν επίσης μια δύσκολη μάχη, στην προσπάθειά τους να πείσουν τις ευρωπαϊκές χώρες να μην επιτρέψουν στον κινεζικό τεχνολογικό γίγαντα Huawei να διαδραματίσει κάποιο ρόλο στα προηγμένα ασύρματα δίκτυα 5G. Παρά τις σκληρές προειδοποιήσεις ότι η παρουσία της Huawei θα έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια των πληροφοριών και τις απειλές ότι οι ΗΠΑ θα περιορίσουν τη συνεργασία με τις χώρες στις οποίες δραστηριοποιείται η εταιρεία, πολλά έθνη απέρριψαν μια οριστική απαγόρευση.
Η Βρετανία ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα ότι θα επιτρέψει στην Huawei να συμμετάσχει σε ορισμένες μη ευαίσθητες περιοχές των δικτύων της και ότι οι κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Ενωσης για το 5G δεν ανταποκρίνονται στις ανησυχίες των ΗΠΑ.