Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2010

Βαρδής Μαρινάκης, Ενας νέος πρωτοεμφανιζόμενος προδότης της ιστορίας μας. ‘Και ο Κολοκοτρώνης με μοναχή είχε σχέση’

Καλά αυτός είναι πουλημένος και ανθέλληνας αλλα ποιός χρηματοδοτεί αυτόν τον ξεφτίλα και την ταινία του;
Ακόμα θυμάται την απογοήτευση ενός παραγωγού, ο οποίος ήθελε να γνωρίσει τον μικρομηκά που πήρε βραβείο στο Λοκάρνο με τη «Δεύτερη φύση», αλλά του έφυγε η χαρά όταν άκουσε για ταινία με γενίτσαρους. Μέσα, όμως, από την τολμηρή ιστορία του, το «Μαύρο Λιβάδι» μιλάει τελικά για σύγχρονα θέματα ταυτότητας και φύλου κι ας εκτυλίσσεται μέσα στους τοίχους ενός μοναστηριού.
Σε αυτό φτάνει ένας τραυματισμένος γενίτσαρος (Χρήστος Πασσαλής). Τον φροντίζει μια νεαρή μοναχή, η Ανθή (Σοφία Γεωργοβασίλη). Είναι στην πραγματικότητα αγόρι, που το έντυσαν κορίτσι για να γλιτώσει το παιδομάζωμα. Αναπτύσσεται μεταξύ τους μια ερωτική έλξη και δραπετεύουν από το μοναστήρι για να βρεθούν στα δάση. Εκεί μακριά από τις συμβάσεις της Εκκλησίας και του στρατού, ο γενίτσαρος και η Ανθή ανακαλύπτουν σαν δύο πρωτόγονα πλάσματα την ταυτότητά τους.
Είναι μια ιδέα που είχατε από παλιά;

«Ηθελα να κάνω μεγάλου μήκους εδώ και χρόνια αλλά είχα κολλήσει στο σενάριο. Θα μπορούσα να γυρίσω μια κωμωδία για όλες τις διαδικασίες που χρειάστηκαν για να γίνει το "Μαύρο Λιβάδι". Βρέθηκα μέχρι να μιλάω με τον μητροπολίτη Ζακύνθου, ζητώντας μοναστήρι για γύρισμα, αλλά και με τις Τζένη Μπαλατσινού και Δωροθέα Μερκούρη ως υποψήφιες μοναχές. Το ότι οι σκηνοθέτες γράφουν μόνοι τους τα σενάρια, δεν οφείλεται μόνο σε πείσμα αλλά και στην έλλειψη σεναριογράφων του σινεμά. Αν εξαιρέσεις τον Νίκο Παναγιωτόπουλο και τον Παναγιώτη Ιωσηφέλλη, δεν υπάρχουν πολλοί».

Τελικά γιατί τοποθετήσατε το στόρι στην εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας;

«Με παραμυθιάζουν οι ιστορίες εποχής και εκτός πόλης. Η συγκεκριμένη συνθήκη του παιδομαζώματος είναι ένας μύθος με τον οποίο μεγαλώσαμε -κατά κάποιο τρόπο και μια πραγματικότητα. Το "Μαύρο Λιβάδι" ακριβώς επειδή διαδραματίζεται στο 1600 είναι ένα καθαρό δράμα γιατί δεν έχει στοιχεία life style».

Αποκλείεται να γυρίσετε ταινία στη σύγχρονη Αθήνα;

«Μάλλον το αποκλείω. Οι ιδέες βέβαια ξεκινούν από πράγματα που βλέπεις στην καθημερινότητα και σε ελκύουν σαν μια... μαύρη τρύπα. Για το "Μαύρο Λιβάδι" η ιδέα ήρθε από μια φωτογραφία που είδα στην "Ελευθεροτυπία": μια μικρούλα μουσουλμάνα φορούσε ράσα και κρατούσε το κοράνι. Αισθάνθηκα ότι ήταν αγόρι που δεν γνώριζε την ταυτότητά του».

Είχατε δει το «Παιχνίδι των λυγμών» του Νιλ Τζόρνταν;

«Το ξαναείδα όταν έγραφα το σενάριο, για να δω πώς χειρίστηκε τα θέματα της αποκάλυψης του φύλου. Στο "Παιχνίδι των λυγμών" ένας άντρας ερωτεύεται ένα τραβεστί, αγνοώντας ότι είναι άντρας. Το "τραβεστί" της δικής μου ταινίας όμως, δεν γνωρίζει το ίδιο την ταυτότητά του. Στην ταινία του Νιλ Τζόρνταν είναι συνειδητή η αλλαγή φύλου».

Η προβληματική της ταυτότητας και του φύλου είναι θέματα που σας απασχολούν;

«Ολοι ανακαλύπτουμε το φύλο μας στην εφηβεία. Δεν έχω νιώσει ποτέ μπέρδεμα σε σχέση με τις ερωτικές προτιμήσεις γιατί πάντοτε μου άρεσαν οι γυναίκες. Το θέμα του φύλου είναι δυνατό γιατί συνδέεται με την ταυτότητα. Στην εποχή μας είναι περίπλοκο γιατί οι σεξουαλικές προτιμήσεις έχουν μπερδευτεί, μπορεί ένας άντρας να έλκεται και από γυναίκες και από άντρες. Δεν ξέρω αν με ενοχλεί. Πάντως το ανθρώπινο είδος μεταλλάσσεται».

Συμβουλευτήκατε ειδικούς για να είστε ιστορικά ακριβής;

«Διάβασα βιβλία για την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Μίλησα με τουρκολόγους και βυζαντινολόγους. Αγνοήσαμε πολλά ιστορικά στοιχεία. Αν ο γενίτσαρος της ταινίας φορούσε την πραγματική στολή, που ήταν πλουμιστή με φτερά, θα προκαλούσε γέλιο. Είναι όμως αλήθεια το ότι τα μοναστήρια στην τουρκοκρατία αναπτύχθηκαν, και σε κάποιες περιπτώσεις συνεργάστηκαν με τους Τούρκους. Επίσης, έχουν υπάρξει έρωτες μεταξύ πολεμιστών και μοναχών. Ο Κολοκοτρώνης είχε κάνει παιδί με μοναχή».

Πιστεύετε ότι κάποιοι θα ενοχληθούν;

«Δεν ήταν στόχος να ρίξουμε χαστούκι στο χριστιανισμό. Η ταινία μιλάει για δυο ανθρώπους που δραπετεύουν από τους θεσμούς-ιδρύματα που τους εγκλωβίζουν, Εκκλησία και Στρατό, και βρίσκουν τον πραγματικό τους εαυτό στο δάσος».

Γιατί δεν επιλέξατε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο ένα αγόρι; Φοβηθήκατε;

«Θεωρώ ότι ήταν πιο τολμηρό που έβαλα κορίτσι. Πέντε χρόνια ετοιμάζω την ταινία και έκανα μια επιλογή που θα μπορούσε να την τινάξει στον αέρα. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ το βράδυ. Αν επέλεγα αγόρι, θα έπρεπε βέβαια να βρω ένα γύρω στα 18, που να μην έχει τριχοφυΐα, πρόβλημα να ντυθεί καλόγρια και να γυρίσει μια σκηνή όπου κάνει πρωκτικό σεξ με έναν γενίτσαρο. Ξεκίνησα να κάνω κάστινγκ με τις γυναίκες. Η Σοφία Γεωργοβασίλη με συντάραξε. Το μόνο που φοβήθηκα ήταν να φτύσω το love at first sight για μια πιο λογική επιλογή».

Με την ίδρυση της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου εκπληρώθηκε ο σκοπός των «Κινηματογραφιστών στην Ομίχλη»;

«Καθόλου. Λύθηκε το πρόβλημα των Κρατικών Βραβείων. Τώρα περιμένουμε τον κινηματογραφικό νόμο. Μου αρέσει που τον τελευταίο καιρό έγιναν ανακατατάξεις στα σωματεία. Πάντοτε βέβαια υπάρχει ο κίνδυνος να εμφανιστούν εκ νέου άνθρωποι που θα καταχραστούν την εξουσία, να οδηγηθούμε σε μια τελματική κατάσταση και να χρειαστεί να αντιδράσουν κάποιοι άλλοι. Η ίδρυση της Ακαδημίας, ίσως, ξεφούσκωσε την "Ομίχλη", που τη γέννησε, αλλά απέκλεισε -δικαίως βέβαια- πολλά μέλη, κυρίως τα νέα. Τέλος σπάντων, η "Ομίχλη" έχει κι άλλα να διεκδικήσει. Η ίδρυση Σχολής Κινηματογράφου είναι κάτι για το οποίο θα άξιζε να θυσιάσω ξανά μια ταινία, να κατέβω στο δρόμο, να φάω ξύλο και να με συλλάβουν».

Της ΧΡΥΣΟΥΛΑΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ,Μπράβο Χρυσούλα, σπουδαίο ρεπορτάζ έκανες, θα σε προωθήσουν αρκετά οι λεγάμενοι σου!

http://www.enet.gr/