Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2010

Το κατάντημα του ελληνικού λαού απέναντι στο ‘εθνικό διαζύγιο’, εν μέσω εθνικών σοβαρών προβλημάτων.

Οχτακόσιες πενήντα χιλιάδες (850.000) άνθρωποι «στήθηκαν», προφανώς με ανυπομονησία, μπροστά στο «αποχαυνωτήριο», στην τηλεόραση, για να παρακολουθήσουν την μυξοκλαίουσα παρουσιάστρια, που προσφάτως ζωντοχήρεψε.
Το θέμα έλαβε πανελλήνιες διαστάσεις, ώστε να του αποδοθεί και κωδική ονομασία: το «εθνικό διαζύγιο». Και όπως συνηθίζεται σε τέτοιες περιπτώσεις, οι τηλεοπτικές ύαινες και μύγες – «όπου ψοφίμι και αγρίμι όπου σκατό και μύγα», λέει μια παροιμία – τα γνωστά και ως τηλεκοράκια, βγάζουν όση σάρκα και αίμα μπορούν.Το γεγονός ότι η λεγάμενη είναι πασίγνωστη, ευειδής και καλλίπυγος, διασκεδάστρια, υποδαυλίζει την οφθαλμολαγνική βουλιμία του κοινού, προσφέρει και άφθονη πρώτη ύλη σε συναφείς σκουπιδοεκπομπές.
  (Ως γνωστόν όλες αυτές οι, μεσημεριανής κυρίως «ζώνης», εκπομπές, χρησιμοποιούν ως πρώτη ύλη του προγράμματός τους αίμα, λάσπη και σπέρμα. Το πιο ενδιαφέρον και θελκτήριον είναι οι σεξουαλικές προτιμήσεις και ιδιομορφίες των επώνυμων «φρούτων», διαζύγια και λοιπά συμπαραμαρτούντα).

Με το «εθνικό διαζύγιο» ξεβράστηκε όμως το σοβαρότατο πρόβλημα. Γιατί τόσοι Ελληνέζοι και τόσες Ελληνέζες έσπευσαν να δουν και να ξαναδούν την αποτυχήσασα εις τον γάμον της; Να ισχύει αυτό που γράφει ο δηκτικός Εμ.Ροϊδης ότι ο Έλλην άνθρωπος είναι «ζώον λογικόν, έχον ακατάσχετον κλίσιν εις το παραλογίζεσθαι»; Να έχει εθιστεί ο ποικιλώτατος και πολυτροπώτατος Έλλην, ανιάτως, στο προστυχόλογο κουτσομπολιό, στην χαιρεκακία και την καταλαλιά; Όλα τα συνηθίσαμε πλέον και κυρίως να εισπνέουμε τις αποπνικτικές αναθυμιάσεις της τηλεόρασης, τις απολαμβάνουμε κιόλας, ανυπομονούμε για την συνέχεια. Βαθμιαία εθιζόμαστε στην δυστυχία των άλλων, «γλεντάμε» πάνω σε ερείπια, πράγμα που ονομάζεται ασυνειδησία, σκλήρυνση ψυχική.

Το πρόβλημα όμως είναι βαθύτερο. Η κρίση που βιώνουν σήμερα οι δυτικές κοινωνίες και το βαλκάνιο κακέκτυπό τους, η ελληνική, οφείλεται και στον διαβρωτικό και ψυχοφθόρο ρόλο της τηλεόρασης. Η παιδεία, ο μόχθος, ο κόπος, η θυσία για την μάθηση και την καλλιέργεια, αντικαταστάθηκαν από το παντοδύναμο μέσο. Ένα παιδί του Δημοτικού αν του ζητήσεις, για παράδειγμα, να ανακαλέσει κάτι από την μνήμη του, μια πρόσφατη εικόνα, κάτι που γνωρίζει, θα αναφερθεί σε τηλεοπτικό υποπροϊόν. ( Όταν ζητώ από μαθητή μου να μεταφέρει στην τάξη εξωσχολικές γνώσεις και εμπειρίες αρχίζει τον λόγο του με την εξής στερεότυπη φράση: «Κύριε, είδα στην τηλεόραση»…Ποτέ δεν ακούω το «μου διηγήθηκε ή έμαθα από την μαμά ή τον μπαμπά Όλα τους τα μαθαίνει ο «τρίτος γονέας», η τηλεόραση). Τι συζητά αυτήν την εποχή ο «ένδοξος» λαός των Ελλήνων; Την τηλεοπτική βατραχομυομαχία που ονομάστηκε εθνικό διαζύγιο, τις τηλεοπτικές «εκκενώσεις» μια θλιβερής «γλάστρας», που αδίστακτα διαπομπεύει την οικογένειά της.

Και αυτές οι αφόρητες σαχλότητες και ο συνοδός λαϊκός εγκλωβισμός και …ηδονισμός, την στιγμή που η πατρίδα μας βρίσκεται στην κρισιμότερη στιγμή της σύγχρονης ιστορίας της. Δεν κινδυνολογώ. Ακούγεται «η βοή των πλησιαζόντων γεγονότων» (Καβάφης). Όλα τα θερία του κόσμου έπεσαν πάνω μας να μας φάνε. Τρώνε – τρώνε, αλλά ίσως χάθηκε η γονιμοποιός μαγιά του Μακρυγιάννη. Η τηλεοπτική ευτέλεια αποπροσανατολίζει, καθηλώνει την σκέψη. «Γενικά οι άνθρωποι κρίνουν περισσότερο με τα μάτια παρά με το μυαλό, γιατί ενώ όλοι βλέπουν ελάχιστοι μπορούν να ευνοήσουν. Ο καθένας βλέπει εκείνο που φαίνεται, λίγοι μπορούν να καταλάβουν τι είναι στην πραγματικότητα, λόγια του Μακιαβέλι, του θεωρητικού της προπαγάνδας (στο βιβλίο, «Ο Ηγεμών»). Βιώνουμε την Μεγάλη Απάτη. Είναι δυνατόν σ’ αυτήν την χώρα, που πριν από 70 χρόνια έδινε μαθήματα ηρωϊσμού, αυτοθυσίας και φιλοπατρίας στους λαούς του κόσμου, να θαυμάζονται, να προβάλλονται τηλεπώνυμα μηδενικά;

Εκπομπές – χαμαιτυπεία, στις οποίες «πουλάν μούρη» (πουλ-μουρ, κατά Ζουράρι) θηλύγλωσσα κατακάθια, άπληστα καθάρματα της τσοντοδημοσιογραφίας, ξεγυμνωμένες χανούμισσες των εργοδοτών, ό,τι περιθώριο και σάπιο επιβιώνει σ’ αυτόν τον τόπο. Και όσο η εικόνα «σιδερώνει»την σκέψη του «ζαλισμένου κοπαδιού» και μπαζώνει με βοθρολύματα την κρίση του, το εξ ανατολών θηρίο, το λυσσασμένο σκυλί της Ασίας, αποχαλινώνεται. Θράκη, Αιγαίο, Κύπρος αμφισβητούνται ευθέως πια και απροκάλυπτα. Σενάρια πολέμου εξυφαίνονται και το τετρομαγμένο ΥΠΕΞ χώνει το κεφάλι του στην άμμο, δεν είδε, δεν άσκουσε, μήπως και διαταραχθεί η ελληνοτουρκική φιλία τους. Η απόλυτη εθνική ξεφτίλα, χειρότερη και από το εθνικό διαζύγιο. Εκατοντάδες χιλιάδες λαθρομετανάστες, θα νομιμοποιήσει η νυν κυβέρνηση, τεράστιο εθνικό ζήτημα και τα βοθροκάναλα μάς αποκοιμίζουν με αθλιότητες. Εδώ απαιτείται μια παρένθεση. Ερώτηση: Είναι δυνατόν να μεταβάλλεις σε πολυπολιτισμικό παζάρι μια χώρα 10 εκατομμυρίων κατοίκων, μια χώρα στα πρόθυρα οικονομικής κατάρρευσης, μια χώρα είσοδο λαθρομεταναστών, μια χώρα που απειλείται με πόλεμο από όμορη, μια χώρα που το μισό κομμάτι της ήταν σκλαβωμένο στο Ισλάμ πριν από 100 χρόνια;

Τα ονομάζουν «ρατσιστικά» αυτά τα ερωτήματα οι εθνομηδενιστές και οι διάφοροι λακέδες – έμμισθοι και μη – της νεοταξικής λίγδας. Και επειδή κάποιοι και μάλιστα Επίσκοποι της Εκκλησίας επικροτούν την διάλυση της ελληνικής κοινωνίας μέσω της νομιμοποίησης, παραπέμπω σε μια φράση του απ. Παύλου από την α’ προς Τιμόθεον επιστολή: «Ει δε τις των ιδίων και μάλιστα των οικείων ου προνοεί, την πίστιν ήρνηται και έστι απίστου χείρων». Ο Επίσκοπος, η Εκκλησία οφείλει να προνοεί – προσοχή στο ρήμα – κυρίως για τους οικείους τους δικούς της, το ποίμνιό της πρωτίστως. Αν πλημμυρίσει η Ελλάδα από ισλαμικό «ποίμνιο», αλλοίμονο στο οικείο. Ξέρουμε από την ιστορία μας τι σημαίνει συμβίωση με μουσουλμάνους. Το νιώσαμε στο πετσί μας 400 και 500 χρόνια. (Και μιλάω για την σχεδιαζόμενη παροχή υπηκοότητας και όχι για κάτι άλλο. Ο λαός μας είναι ο πιο δημοκρατικός και φιλόξενος του κόσμου και ας κοάζουν περί του αντιθέτου οι οπαδοί της πολυπολιτισμικότητας).

Επανερχόμενος στον τηλεοπτικό κανιβαλισμό, παραπέμπω σε κάτι που έγραψε ο μακαρίτης πια Αμερικανός συγγραφέας Νηλ Πόστμαν, στο πολύκροτο βιβλίο του, «Διασκέδαση μέχρι θανάτου», μια εξαιρετική ανάλυση για την εποχή της τηλεόρασης. Γράφει στον πρόλογο: «Τον Όργουελ (=συγγραφέα του «1984»), τον φόβιζαν οι άνθρωποι που θα απαγόρευαν τα βιβλία. Τον Χάξλεϊ (συγγραφέα του «Ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος») τον φόβιζε το γεγονός ότι δεν θα υπήρχε λόγος να απαγορευτεί ένα βιβλίο, γιατί δεν θα βρισκόταν άνθρωπος να διαβάσει.

 Ο Όργουελ φοβόταν εκείνους που θα μας στερούσαν την πληροφόρηση. Ο Χάξλεϊ φοβόταν εκείνους που θα μας υπερπληροφορούσαν τόσο ώστε να καταντήσουμε πλάσματα παθητικά και εγωϊστικά. Ο Όργουελ φοβόταν ότι η αλήθεια θα φυλασσόταν μυστική. Ο Χάξλεϊ φοβόταν ότι η αλήθεια θα πνιγόταν σε έναν ωκεανό σύγχυσης. Ο Όργουελ φοβόταν ότι θα αναπτύσσαμε πολιτισμό υποτέλειας. Ο Χάξλεϊ φοβόταν ότι θα αναπτύσσαμε πολιτισμό κοινοτοπίας. Με λίγα λόγια, ο Όργουελ φοβόταν ότι θα μας καταστρέψουν αυτά που μισούμε. Ο Χάξλεϊ φοβόταν ότι θα μας καταστρέψουν αυτά που αγαπούμε». Εδώ στην Ελλάδα μάλλον θα επιβεβαιωθούν και οι δύο στοχαστές…Θα μας καταστρέψουν και αυτά που αγαπούμε και αυτά που μισούμε….

Νατσιός Δημήτρης
δάσκαλος-Κιλκίς