Η Λομβαρδία «φιμώνει» εφημερίδα λόγω Covid
Η απόφαση της Περιφέρειας της Λομβαρδίας στη βόρειο Ιταλία να μηνύσει εφημερίδα στο Κόμο για σειρά κριτικών άρθρων της για την αντιμετώπιση της νόσου Covid, προκαλεί εκτός από την αγανάκτηση του κόσμου, έντονα ερωτήματα για την προστασία των βασικών αρχών της δημοκρατικής διαδικασίας.
Η λογοδοσία από τη μεριά των φορέων της Πολιτείας κι η δυνατότητα ελέγχου του πολιτεύεσθαι από τον Τύπο και την κοινωνία, θεωρητικά παραμένουν δύο από τους βασικούς πυλώνες στους οποίους εδράζεται η δημοκρατική διαδικασία για τη διακυβέρνηση ενός Κράτους.
Μολαταύτα, η εκτροπή της πολιτικής πράξης στην οικονομική σκοπιμότητα, η παρακμή του κοινοβουλευτισμού προς όφελος της τεχνοκρατικής διοίκησης υποκινούν σοβαρές εκτροπές τόσο στην υποχρέωση για την πρώτη, όσο και στην ελευθερία για τον δεύτερο, που εύλογα γεννούν το ερώτημα εάν πραγματικά λειτουργεί η δημοκρατία στις σημερινές Πολιτείες.
Η αλαζονική άρνηση της λογοδοσίας, συνοδευόμενη με την ποινικοποίηση του όποιου ελέγχου -είτε νομοθετικά, είτε εμμέσως με δυσβάστακτες μηνύσεις- έχει αποδειχθεί πως αποτελεί πάγια τακτική της εξουσίας σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου (αρκεί κάποιος να επικαλεσθεί και τα πρόσφατα παραδείγματα στη δική μας χώρα).
Όμως για την Ats Insubria, την περιφερειακή εταιρεία προστασίας της υγείας στις επαρχίες Βαρέζε και Κόμο -δύο περιοχές που βρέθηκαν στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος στην απαρχή της πανδημίας-ο έλεγχος για τα πεπραγμένα τους ώστε να αποφευχθεί η ιστορική εκείνη «μαζική θυσία» ασθενών από κορονοϊό, αποτελεί «μια συστηματική, μαζική, αδυσώπητη και στοχευμένη εκστρατεία συκοφαντικής δυσφήμισης που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως εσκεμμένη καταδίωξη».
Ο φορέας, που μαζί με αντίστοιχους άλλους έχει συσταθεί για να «καλυφθεί» η εκτεταμένη και σε βάθος χρόνου ιδιωτικοποίηση της υγείας στην περιοχή, εγκαλεί την εφημερίδα La Provincia di Como και ζητεί αποζημίωση «μεταξύ 50 χιλιάδων και 250 χιλιάδων ευρώ» για τα εκατοντάδες άρθρα της, που έχουν αποκαλύψει σε βάθος τις εγκληματικές ελλείψεις σε υποδομές και προσωπικό, που οδήγησαν το 202ο σε εκείνη την εφιαλτική κατάσταση.
Η αξίωση αποζημίωσης κατατέθηκε τόσο κατά του εκδότη, του διευθυντή, όσο και των δημοσιογράφων, που με υπευθυνότητα και πείσμα έφερναν στο φως τις παραλείψεις του φορέα. «Για περίπου ενάμιση χρόνο, η Ats Insubria έπεσε θύμα μιας επίμονης επίθεσης μέσων ενημέρωσης από την προαναφερθείσα εφημερίδα, η οποία απαξίωσε αδιάκοπα το έργο του προαναφερθέντος φορέα, υπονοώντας τη δυσλειτουργία του και την ανεπιτυχή διαχείριση της πανδημίας, τόσο για τα διαγνωστικά τεστ, όσο και για τα εμβόλια», αναφέρεται στο κείμενο της μήνυσης.
Η Ats, υποστηρίζει πως η Provincia di Como εκμεταλλεύθηκε την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης για να αντλεί όφελος και προσπάθησε δυσφημίζοντάς την να υπονομεύει την εμπιστοσύνη του κόσμου στον φορέα αυτό της Περιφέρειας της Λομβαρδίας.
Προσάπτει δε στους δημοσιογράφους απλές «εικασίες για τον αριθμό των νοσηλειών, για τη διαχείριση ασθενών με Covid, για τη χορήγηση πρώτα των τεστ και μετά των εμβολίων, προκειμένου για να παράσχει στον αναγνώστη μια διαστρεβλωμένη εικόνα των γεγονότων με μοναδικό σκοπό να βλάψει την εικόνα των υπευθύνων και των εργαζομένων στην Ats».
Μία «επίθεση» που συνεχίσθηκε με «τα ρητά αιτήματα από την Ats για διάψευση και παράθεση των πραγματικών πληροφοριών που διανείμει στον Τύπο κάθε εβδομάδα μέσα από ειδικές συνεντεύξεις στους εκπροσώπους του».
Την κλασική, νομικίστικη και πολιτικάντικη, ρητορεία έρχεται φυσικά να αντικρούσει η ίδια η εφημερίδα κι οι δημοσιογράφοι της, τονίζοντας πως «το δημόσιο χρήμα επιστρατεύεται ενάντια στο δικαίωμα της κριτικής».
Ο ίδιος ο συντάκτης πλείστων άρθρων της Provincia πάνω στο θέμα Πάολο Μορέτι δηλώνει πως «δεν έχει συμβεί ποτέ άλλοτε δημόσιος φορέας, ο οποίος εκτός αυτού έχει αρνηθεί να δώσει τη συντριπτική πλειονότητα των δεδομένων που του ζητήθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας, να αποφασίζει να χρησιμοποιήσει δημόσιο χρήμα για να μηνύσει δημοσιογράφους. Ακόμη και να τους κατηγορεί ότι τον ‘καταδιώκουν’».
Η εφημερίδα τονίζει πως στα επίμαχα άρθρα μιλούν επώνυμα πολίτες που είχαν αντιμετωπίσει τις γνωστές ακραίες καταστάσεις, τα προβλήματα στον τομέα της υγείας που έχουν προκαλέσει οι ιδιωτικοποιήσεις, τις δυσκολίες και την αναποτελεσματικότητα. Παρενέργειες που έχουν αποτυπωθεί και βιβλιογραφικά για το βάθος τους (από το 1995 έως τη Covid-19) κι οι εγκληματικές τους συνέπειες έφεραν την κατάρρευση του συνολικού συστήματος υγείας στην Περιφέρεια και την χωρίς προηγούμενο κατάσταση έκτακτης ανάγκης με τους χιλιάδες νεκρούς και τα στρατιωτικά φορτηγά με τα φέρετρα στους δρόμους, που μάλιστα κινητοποίησε κι ολάκερη την διεθνή κοινότητα, που έσπευσε να βοηθήσει τον πληθυσμό.
Μέσα από τους χιλιάδες θανάτους στη Λομβαρδία κατέρρευσε ο μύθος της υγειονομικής «υπεροχής» της Λομβαρδίας και των ιδιωτικοποιήσεων.
Όπως προσθέτει ο Μορέτι «βρισκόμαστε πλέον σε ένα νέο στάδιο στην έννοια της ελευθερίας του Τύπου: εάν ασκείς κριτική, θα σε μηνύσω» (κάτι ξέρουμε κι εμείς στην Ελλάδα). Μάλιστα για τη μήνυσή της, η Περιφέρεια έχει διαθέσει το διόλου ευκαταφρόνητο (και δημόσιο) ποσόν των 18.000 ευρώ για τα έξοδα της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής του δικηγόρου Αντρέα Μασέτι, που ανέλαβε την υπόθεση.
Φυσικά η απόφαση της Περιφέρειας ξεσήκωσε κύμα αντιδράσεων, όχι μόνον κι από άλλες εφημερίδες, αλλά και από την Ένωση Δημοσιογράφων της Λομβαρδίας. (Alg) Ο πρόεδρος της οποίας Πάολο Περουκίνι, εξέφρασε την έκπληξή του «για τη συμπεριφορά ενός φορέα που ανήκει στην Περιφέρεια, ο οποίος ελεεινολογεί μία ακαθόριστη ‘κερδοσκοπία’, υποτίθεται από δύο δημοσιογράφους, την ώρα που η ίδια η Περιφέρεια της Λομβαρδίας αποδεικνύεται πως για τη μήνυσή της αποφάσισε να διαθέσει περίπου 18 χιλιάδες ευρώ για τις δικαστικές δαπάνες συν την αμοιβή του δικηγόρου!». Εκφράζοντας δε την πλήρη συμπαράστασή του στους συναδέλφους του της Provincia di Como, o Περουκίνι ζήτησε να υπάρξει άμεση νομοθετική παρέμβαση και τροποποίηση του σχετικού άρθρου, «φίμωτρο» για τον Τύπο, λαμβάνοντας αφορμή από την ανήκουστη αυτή προαίρεση της Περιφέρειας της Λομβαρδίας να αποφασίζει εκείνη αντί για τους δημοσιογράφους για το τι μπορούν ή δεν μπορούνε να γράφουν.
Και σημειώνει πως η ελευθερία στην πληροφόρηση θα πρέπει να παραμείνει ένα από τα θεμέλια της κοινωνίας, έτσι όπως καθορίζεται από το Άρθρο 21 του Συντάγματος.
Η επίκληση των δημοσιογράφων στην προστασία από την τυπική νομιμότητα που εργαλειοποιούν οι διάφοροι φορείς της εξουσίας (δημόσιας κι ιδιωτικής) αγγίζει την ίδια τη φύση του κράτους δικαίου και καθαυτής της λειτουργίας των δικαιοδοτικών αρχών. Ενός κράτους δικαίου που κατά τον Kelsen εδράζεται κατεξοχήν στην έννοια της πολιτικής δημοκρατίας, που ακριβώς έχει ως παραστάτες την προστασία του απλού πολίτη από τις αυθαιρεσίες και τη δυνατότητά του να ελέγχει.
Κάτι που ετεροβαρώς η σημερινή νομοκρατία, έχοντας αποβάλλει και την ελάχιστη περιγραφή της αριστοτελικής έννοιας του νόμου τείνει όχι απλώς να καταργήσει, αλλά ιδίως να ποινικοποιεί και να καταδιώκει, νομιμοποιώντας αντιλαϊκές κι απάνθρωπες σκοπιμότητες και κερδοσκοπίες.