Την περασμένη Τρίτη απογειώθηκε από το αεροδρόμιο Ρίνα των Τιράνων
ένα C130 της ελληνικής πολεμικής αεροπορίας με προορισμό την Καμπούλ.
Του Σταύρου Τζίμα 08.12.2002
Μετέφερε πολλά κοντέινερ και τη διαδικασία φόρτωσής του επέβλεπαν τρεις αξιωματικοί: οι στρατιωτικοί ακόλουθοι των ΗΠΑ και της Ελλάδας στα Τίρανα συνταγματάρχης Ρόμπερτ Γκέιλ και πλοίαρχος Δημήτρης Πετρομανωλάκης καθώς και ο αντιστράτηγος του αλβανικού στρατού Σοκράτ Παπαντίμ.
Τα μέτρα ασφαλείας κατά τη μεταφορά του φορτίου στο αεροδρόμιο ήταν αυστηρά και τα φορτηγά με τα κοντέινερ συνοδεύονταν από ένοπλους αστυνομικούς και στρατιώτες.
Τι να περιείχαν αυτά τα κοντέινερ; Τρόφιμα και φάρμακα για τον δοκιμαζόμενο από τις παντός είδους κακουχίες πληθυσμό του Αφγανιστάν; Μήπως κάποια εφόδια ή άλλο στρατιωτικό υλικό για το διεθνές εκστρατευτικό Σώμα; Τίποτα απ' όλα αυτά. Ηταν αλβανικός οπλισμός, που προορίζονταν για το Αφγανιστάν με αποδέκτη τον υπό σύσταση εθνικό στρατό της μακρινής αυτής χώρας.
Εξακόσια καλάσνικοφ, 10.000 γεμιστήρες, όλμοι, βαριά πολυβόλα και ίσως ακολουθήσουν και άλλα φορτία.
Η Αλβανία μπορεί να μη συνέδραμε τη συμμαχική επιχείρηση στο Αφγανιστάν με στρατό ή ανθρωπιστική βοήθεια, γιατί δεν διαθέτει τέτοιες δυνατότητες, στέλνει όμως, υπό την επίβλεψη της διεθνούς κοινότητας, όπλα από τα οποία έχει «για να φάνε και οι κότες».
Η λεηλασία στρατιωτικών αποθηκών από τους εξεγερμένους πολίτες το 1997 δεν έβγαλε από τις κρύπτες και τα κιβώτια παρά μόνο ένα μικρό μέρος του οπλισμού που είχε συγκεντρωμένο το καθεστώς Χότζα και το οποίο υπολογίζεται ότι ξεπερνούσε τα 3.000.000 καλάσνικοφ.
Το υπόλοιπο παρέμεινε σχεδόν άθικτο και είναι τώρα ένα βάρος για την αλβανική ηγεσία, που δεν ξέρει τι να κάνει τόσα όπλα, δεδομένου ότι με βάση τις ΝΑΤΟϊκές επιταγές ο στρατός που πρέπει να συγκροτήσει δεν θα ξεπερνά τους 20.000 άνδρες.
Απέραντο στρατόπεδο
Επί σαράντα χρόνια η Αλβανία ήταν ένα απέραντο στρατόπεδο εκπαίδευσης και μια τεράστια, για τα δικά της μεγέθη, στρατιωτική αποθήκη. Ολοι οι ενήλικες σε αυτή τη χώρα των τριών εκατομμυρίων ανθρώπων είχαν το δικό τους όπλο.
Μετέφερε πολλά κοντέινερ και τη διαδικασία φόρτωσής του επέβλεπαν τρεις αξιωματικοί: οι στρατιωτικοί ακόλουθοι των ΗΠΑ και της Ελλάδας στα Τίρανα συνταγματάρχης Ρόμπερτ Γκέιλ και πλοίαρχος Δημήτρης Πετρομανωλάκης καθώς και ο αντιστράτηγος του αλβανικού στρατού Σοκράτ Παπαντίμ.
Τα μέτρα ασφαλείας κατά τη μεταφορά του φορτίου στο αεροδρόμιο ήταν αυστηρά και τα φορτηγά με τα κοντέινερ συνοδεύονταν από ένοπλους αστυνομικούς και στρατιώτες.
Τι να περιείχαν αυτά τα κοντέινερ; Τρόφιμα και φάρμακα για τον δοκιμαζόμενο από τις παντός είδους κακουχίες πληθυσμό του Αφγανιστάν; Μήπως κάποια εφόδια ή άλλο στρατιωτικό υλικό για το διεθνές εκστρατευτικό Σώμα; Τίποτα απ' όλα αυτά. Ηταν αλβανικός οπλισμός, που προορίζονταν για το Αφγανιστάν με αποδέκτη τον υπό σύσταση εθνικό στρατό της μακρινής αυτής χώρας.
Εξακόσια καλάσνικοφ, 10.000 γεμιστήρες, όλμοι, βαριά πολυβόλα και ίσως ακολουθήσουν και άλλα φορτία.
Η Αλβανία μπορεί να μη συνέδραμε τη συμμαχική επιχείρηση στο Αφγανιστάν με στρατό ή ανθρωπιστική βοήθεια, γιατί δεν διαθέτει τέτοιες δυνατότητες, στέλνει όμως, υπό την επίβλεψη της διεθνούς κοινότητας, όπλα από τα οποία έχει «για να φάνε και οι κότες».
Επρεπε να είναι πανέτοιμοι, άντρες, γυναίκες, παιδιά, άνω των δεκαέξι, ανά πάσα στιγμη να αντιμετωπίσουν μια ενδεχόμενη εισβολή από τους σατανάδες γειτόνους, κυρίως τους ρεβιζιονιστές του Τίτο, τους φασίστες της Ελλάδας και τους αμερικανοβρετανούς βρυκόλακες.
Κάθε σχολικό συγκρότημα είχε και τη δική του αποθήκη όπλων, το ίδιο και τα εργοστάσια, οι συνοικίες, τα χωριά. Ολοι επιβαλλόταν να ξέρουν να χειρίζονται το Καλάς, να εκσφενδονίζουν χειροβομβίδες, να ναρκοθετούν και για να μάθουν εκπαιδεύονταν από το σχολείο.
Στο δημοτικό η εκπαίδευση στα όπλα ήταν κανονικό μάθημα και εάν δεν έπαιρνε κάποιος καλό βαθμό δεν προβιβαζόταν, ενώ από το γυμνάσιο και μετά οι νέοι και οι νέες εκπαιδεύονταν επί ένα μήνα τον χρόνο εμπράκτως στον χειρισμό όλων των ειδών όπλων.
Ο κάθε πολίτης είχε προκαθορισμένο σημείο άμυνας, που ήταν ένα από τα 400.000 μπούνκερς τα οποία είχε κατασκευάσει το καθεστώς σε ολοκληρη την Αλβανία για να αναχαιτίσει ο πληθυσμός τους εισβολείς-εχθρούς, ανεξάρτητα βεβαίως εάν αυτοί διέθεταν αεροπλάνα και κανόνια που μπορούσαν να κάνουν σκόνη μέσα σε λίγα λεπτα τα τσιμεντένια πολυβολεία.
Σε αυτή την παρανοϊκή ατμόσφαιρα οι Αλβανοί ηγέτες συσσώρευαν όπλα. Οχι μόνο αγόραζαν από τη Σοβιετική Ενωση στην αρχή και την Κίνα στη συνέχεια, αλλά έφτιαξαν και δικά τους εργοστάσια παραγωγής καλάσνικοφ, ένα στο Γκραμς μεταξύ Δυρραχίου και Λούζνιας και ένα στην Πολιτσάνι, κοντά στο Μπεράτι.
Οταν το καθεστώς κατέρρευσε, τα όπλα έμειναν στις στρατιωτικές αποθήκες αλλά και στις μυστικές στοές-κρύπτες στους ορεινούς όγκους της βόρειας και κεντρικής Αλβανίας και τουλάχιστον το εργοστάσιο στο Πολιτσάνι εξακολουθεί να κατασκευάζει καλάσνικοφ, εκσυγχρονισμένα πλέον με δυνατότητες εκτόξευσης και οπλοβομβίδων.