Αρκετές ωρες μετά τις αποκαλύψεις για τη στάση της κυβέρνησης Σημίτη τη νύχτα της ντροπής στα Ίμια,
Το αντίθετο, τα κομματικά επιτελεία της Ν.Δ. και του Κινήματος Αλλαγής, όπως και οι εν ζωή πρωταγωνιστές εκείνης της σκοτεινής νύχτας που ποτίστηκε με τον ηρωισμό των τριών παλικαριών των Ενόπλων Δυνάμεων και τον «αέρα της προδοσίας» από πλευράς πολιτικής ηγεσίας, τηρούν αιδήμονα σιγή!
Τα ίδια τα ΜΜΕ που στηρίζουν με το αζημίωτο, ελέω Πέτσα, αυτό το διαλυμένο και παρακμιακό σύστημα φρόντισαν να υποβαθμίσουν τη φοβερή πληροφορία ότι η Ελλάδα είχε την επιχειρησιακή δυνατότητα εκείνες τις ημέρες να στείλει τους Τούρκους στα… λαγούμια τους και να αποτρέψει μια εθνική υποχώρηση. Όμως, η τότε κυβέρνηση του «φρόνιμου» Σημίτη και των συν αυτώ επέλεξε την υποταγή καθ’ υπόδειξιν των Αμερικανών «φίλων», που αξίωσαν ωμά να υποστείλει τις σημαίες, αφήνοντας ανυπεράσπιστο εθνικό έδαφος!
Δεν έχει σημασία ότι η σχετική καταγγελία προήλθε από το ΚΚΕ, όσο ότι μία ημέρα μετά ό,τι ειπώθηκε στη Βουλή παραμένει αναπάντητο. Μιλώντας για τη συμφωνία προμήθειας των γαλλικών αεροσκαφών Rafale, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος Θανάσης Παφίλης αναφέρθηκε στην οδυνηρή για τη συλλογική μνήμη νύχτα του 1996, επικαλούμενος μάλιστα και τον πρώην επιτελικό αξιωματικό του Ναυτικού, ο οποίος σήμερα είναι βουλευτής του ΚΚΕ, Νίκο Παπαναστάση.
«Τα ελληνικά πολεμικά πλοία ήταν έτοιμα να επέμβουν και είχαμε υπεροπλία. Και τι έγινε; Οι Αμερικανοί μάς είπαν “στοπ”. Και μετά, ο Σημίτης βγήκε και είπε “ευχαριστώ” στους Αμερικάνους» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Παφίλης, προκαλώντας αμηχανία στα κυβερνητικά έδρανα, όπως και στην πλευρά του ΚΙΝ.ΑΛ.
Επιβεβαίωσε με αυτόν τον τρόπο, έλεγαν στη «δημοκρατία» κοινοβουλευτικές πηγές, όσα έχει υποστηρίξει ο τότε αρχηγός ΓΕΕΘΑ, ναύαρχος Χρήστος Λυμπέρης, ο οποίος, ακούγοντας τις δικαιολογίες που ψέλλιζε ο Σημίτης, υποχρεώθηκε να δηλώσει δημόσια: «Κατανοώ την αγωνία και την ανάγκη του κ. Σημίτη να απολογηθεί για τα πεπραγμένα και για τις πολλές άτυχες στιγμές του, όμως συνιστά έλλειψη πολιτικής υπευθυνότητας και δη σε περίοδο δοκιμασιών για τον τόπο, για τις οποίες φέρει ευθύνες ο ίδιος, να επιτίθεται, και μάλιστα αδίκως, στον θεσμό των Ενόπλων Δυνάμεων».