Την αυστηρή «συνταγή» δημοσιονομικής συμμόρφωσης που εφαρμόστηκε από το ΔΝΤ στην Ελλάδα αλλά και τις τελευταίες πολιτικές εξελίξεις στη χώρα σχολιάζουν Ρώσοι αναλυτές.
«Δικτατορία» θα χαρακτήριζε κανείς την πολιτική του ΔΝΤ στην Ελλάδα σύμφωνα με τον Ρώσο αναλυτή Μιχαήλ Μπελιγιάεφ που μίλησε στο Sputnik. Από την άλλη ο ειδικός σε διεθνή ζητήματα Γιούτι Κβάσνιν προβλέπει περικοπή των παροχών που είχε εφαρμόσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ από τη ΝΔ.
Μιλώντας για την κατάσταση στην Ελλάδα σήμερα, ο Μιχαήλ Μπελιγιάεφ, αναλυτής του Ρωσικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Επιστημών Μόσχας παραδέχεται πως οι συνθήκες σαφώς έχουν βελτιωθεί αλλά εκτιμά πως η χώρα θα δυσκολευτεί να ανακάμψει λόγω των πολιτικών που εφήρμοσε τόσα χρόνια το ΔΝΤ.
«Οι κοινωνικοοικονομικές εντάσεις έχουν αμβλυνθεί, αυτό πρέπει να το παραδεχτούμε. Ωστόσο, η σημερινή ανάκαμψη της οικονομίας, η οποία θα επέτρεπε στην Ελλάδα να προχωρήσει με επιτυχία, δεν συμβαίνει. Γιατί; Αυτό είναι συνέπεια των «φαρμάκων» που το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο «συνταγογράφησε» στην Αθήνα», αναφέρει.
Ασκώντας κριτική στις «συνταγές» αυτές του ΔΝΤ, ο ίδιος εξηγεί πως το Ταμείο συνηθίζει να χρησιμοποιεί μεθόδους περισσότερο λογιστικές, δηλαδή την πληρωμή των χρεών, παρά πολιτικές που θα φέρουν ένα μακροπρόθεσμα θετικό αποτέλεσμα.
«Η Ελλάδα άρχισε να βγαίνει από την απελπιστική οικονομική της κατάσταση χρησιμοποιώντας τις συνταγές του ΔΝΤ, που είναι γνωστές σε όλους. Το ΔΝΤ δεν κοιτάζει κατάματα την κατάσταση γύρω από τις πραγματικές συνθήκες που αφορούν την παραγωγή. Πρέπει να «ισοσκελίσει» στα χαρτιά τα χρέη και τη δυνατότητα πληρωμής τους. Δεδομένου ότι το ΔΝΤ δεν βλέπει δυνατότητες πληρωμής, μειώνει τις πιθανές δαπάνες — για παράδειγμα σε κοινωνικούς και οικονομικούς τομείς: συντάξεις, μισθούς, καθορίζει ποιες θέσεις εργασίας πρέπει να δημιουργηθούν και ποιες όχι»
Ο Μπελιγιάεφ θεωρεί μάλιστα πως η Ελλάδα διανύει ακόμα περίοδο μνημονίου και χαρακτηρίζει την πολιτική του ΔΝΤ μια κατά κάποιο τρόπο «δικτατορία».
«Η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται υπό "καθεστώς μνημονίου". Στην πραγματικότητα, μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει (την πολιτική του ΔΝΤ προς την Ελλάδα) ως "δικτατορία και τιμωρία". Εάν κάποτε αποφασιστεί να θεραπευτείς από την οικονομική δυσπραγία μέσω του ΔΝΤ, αυτή η θεραπεία θα διαρκέσει πολύ. Αυτό που βλέπουμε τώρα για παράδειγμα στην Ελλάδα», σημειώνει.
Από την πλευρά του ο Γιούτι Κβάσνιν, επικεφαλής του τομέα Ερευνών για την ΕΕ του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Οικονομίας και Διεθνών Σχέσεων της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, κάνει μια περισσότερο πολιτική εκτίμηση για το μέλλον της οικονομίας της χώρας.
«Τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ δείχνουν ότι βρίσκεται πολύ πίσω από τη ΝΔ. Για να ενισχύσει την πολιτική του θέση, υιοθέτησε μια σειρά λαϊκιστικών μέτρων με στόχο τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης και, δεύτερον, την αύξηση των κοινωνικών παροχών, τον κατώτατο μισθό κλπ. Από πολλές απόψεις, αυτή είναι μια λαϊκιστική πολιτική. Προφανώς, τα μέτρα αυτά δεν έφεραν τίποτα, ο ΣΥΡΙΖΑ έζησε μια συντριπτική ήττα. Νομίζω ότι τα ανακοινωθέντα μέτρα θα ανασταλούν. Η ΝΔ, η οποία φαίνεται πως θα βρεθεί στην εξουσία μετά τις 7 Ιουλίου, θα αναγκαστεί να περάσει μια πολιτική με στόχο την αποτροπή της αύξησης του ελλείμματος και του δημόσιου χρέους», αναφέρει.
Ως προς τις παροχές και τα μέτρα που υιοθέτησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ο Κβάσνιν θεωρεί πως με την άνοδο της ΝΔ αυτά θα αλλάξουν και εκτιμά πως οι καλές σχέσεις της ΝΔ με τους Ευρωπαίους εταίρους μπορεί να βοηθήσουν στη διατήρηση μερικών από τα οφέλη.
«Η ΝΔ έχει καλές σχέσεις με το ευρωπαϊκό καθεστώς μπορεί να συμφωνήσει με τις Βρυξέλλες, τη Γερμανία, τη Γαλλία ότι κάποια από τα οφέλη θα διατηρηθούν. Αλλά γενικά, τα περιττά μέτρα θα σταματήσουν, αν και κάτι θα μπορέσουν να κρατήσουν».
Υπενθυμίζεται πως σήμερα η Κομισιόν ενέκρινε την εξαμηνιαία έκθεσή της για την ελληνική οικονομία, σύμφωνα με την οποία είναι πιθανό επαναξιολογήσει τη δημοσιονομική κατάσταση στη χώρα το προσεχές φθινόπωρο.
© Sputnik / Alexey Vitvitsky
Η έκθεση της Κομισιόν έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου στην ελληνική πλευρά, προειδοποιώντας για πιθανές επιπτώσεις στους δημοσιονομικούς στόχους από τα μέτρα ανακούφισης.
Σύμφωνα με την Κομισιόν ο δημοσιονομικός αντίκτυπος μόνιμων μέτρων όπως η 13η σύνταξη και η μείωση του ΦΠΑ υπερβαίνει το 1% του ΑΕΠ τόσο για το 2019, όσο και για τα επόμενα χρόνια.