Στη φωτογραφία
διακρίνονται από τα αριστερά προς τα δεξιά οι ομότιμοι καθηγητές της Θεολογικής
Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ.κ. Σπυρίδων Κοντογιάννης και Κωνσταντίνος
Σκουτέρης, ο σεβασμιώτατος μητροπολίτης Ναζαρέτ κ. Κυριακός, ο Πατριάρχης
Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίος Α' και ο μακαριστός μητροπολίτης Πτολεμαΐδος κυρός
Παλλάδιος.
Όπως είναι γνωστό, από το 1855 έως το 1909, με μερικά διαλείμματα, λειτουργούσε στα Ιεροσόλυμα η περιώνυμη Θεολογική Σχολή του Σταυρού, η οποία στεγαζόταν στην παλαίφατη Μονή του Τιμίου Σταυρού, στην οποία μάλιστα είχε διαμείνει και ο αυτοκράτορας Ηράκλειος, όταν έφερε από την Περσία τον Τίμιο Σταυρό. Τη διηύθυναν φημισμένοι Σχολάρχες ανάμεσα στους οποίους ο Διονύσιος Κλεόπας, ο Κυζίκου Νικόδημος, ο Γερμανός Γρηγοράς, ο Φώτιος Αλεξανδρίδης, ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος (ο κατόπιν Αρχιεπίσκοπος Αθηνών), ενώ δίδαξαν σπουδαίοι καθηγητές, όπως ο Βενιαμίν Ιωαννίδης, ο Ιερώνυμος Μυριανθεύς κ.ά. οι οποίοι αν και εργάσθηκαν κάτω από δύσκολες συνθήκες καλλιέργησαν τα θεολογικά γράμματα και γεώργησαν θεοφιλώς τις ψυχές των ιεροσπουδαστών. Οι απόφοιτοί της, με απαράμιλλο ζήλο, στελέχωσαν επί εκατονταετία την Εκκλησία των Ιεροσολύμων και άλλες Αδελφές Εκκλησίες.
Όπως είναι γνωστό, από το 1855 έως το 1909, με μερικά διαλείμματα, λειτουργούσε στα Ιεροσόλυμα η περιώνυμη Θεολογική Σχολή του Σταυρού, η οποία στεγαζόταν στην παλαίφατη Μονή του Τιμίου Σταυρού, στην οποία μάλιστα είχε διαμείνει και ο αυτοκράτορας Ηράκλειος, όταν έφερε από την Περσία τον Τίμιο Σταυρό. Τη διηύθυναν φημισμένοι Σχολάρχες ανάμεσα στους οποίους ο Διονύσιος Κλεόπας, ο Κυζίκου Νικόδημος, ο Γερμανός Γρηγοράς, ο Φώτιος Αλεξανδρίδης, ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος (ο κατόπιν Αρχιεπίσκοπος Αθηνών), ενώ δίδαξαν σπουδαίοι καθηγητές, όπως ο Βενιαμίν Ιωαννίδης, ο Ιερώνυμος Μυριανθεύς κ.ά. οι οποίοι αν και εργάσθηκαν κάτω από δύσκολες συνθήκες καλλιέργησαν τα θεολογικά γράμματα και γεώργησαν θεοφιλώς τις ψυχές των ιεροσπουδαστών. Οι απόφοιτοί της, με απαράμιλλο ζήλο, στελέχωσαν επί εκατονταετία την Εκκλησία των Ιεροσολύμων και άλλες Αδελφές Εκκλησίες.
Προ ετών το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, στη
μέριμνά του ν’ αποκτήσει απαραίτητο γι’ αυτό Ανώτατο Θεολογικό Παιδευτικό,
Επιστημονικό Ίδρυμα, μετά από πολλές σκέψεις και διαβουλεύσεις, κατέληξε στην
απόφαση να δημιουργήσει Πατριαρχικό Κέντρο Βιβλικών Μελετών, το οποίο όταν
λειτουργήσει, θα έχει διορθόδοξη και πανχριστιανική
ακτινοβολία.
Η Ελληνική Πολιτεία, αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα του ρόλου του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων και τη χρησιμότητα του Κέντρου, υιοθέτησε την απόφαση αυτή και αποφάσισε να ενισχύσει την προσπάθεια. Έτσι, στον Καταστατικό χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδας συμπεριλήφθη σχετική διάταξη (Ν. 590/1977, άρθρο 61, παραγρ. 1-3), επί τη βάσει της οποίας εξεδόθη το υπ’ αριθμ. 1282/1981. Προεδρικό Διάταγμα (ΦΕΚ. 312/16-10-1981. τ.Α.) Περί αναγνωρίσεως, οργανώσεως, διοικήσεως και λειτουργίας του εν Ιερουσαλύμοις Πατριαρχικού Κέντρου Βιβλικών Σπουδών.
Ως εξής ορίζονται ο σκοπός και το έργο του.
1.
Σκοπός του Κέντρου
είναι η προαγωγή των Βιβλικών Επιστημών και η κατάρτισις επιστημόνων εις τον
τομέα τούτον της γνώσεως εν περιβάλλοντος Ελληνορθοδόξω και εις επιπέδου
μεταπτυχιακών σπουδών ειδικεύσεως.
2.
Ο σκοπός του
Κέντρου πραγματοποιείται δια του εν αυτώ διεξαγομένου έργου, το οποίον
είναι:
α)
Διδακτικόν, συνιστάμενον εις την εξειδίκευσιν και επιμόρφωσιν πτυχιούχων
Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, και κατά προτίμησιν ορθοδόξων θεολόγων, εις
τον εν παραγράφω Ι του παρόντος άρθρου επιστημονικού τομέα και εις το εν αυτή
προβλεπόμενον επιπέδου σπουδών.
β) Ερευνητικόν, συνιστάμενον εις την προαγωγήν
των Βιβλικών Επιστημών δια της μεθοδικής διερευνήσεως, μελέτης και προβολής του
περιεχομένου της Βίβλου και των μετ’ αυτής συνδεομένων επιστημονικών ζητημάτων
ως και δια της αναπτύξεως επιστημονικής συνεργασίας μετά ιδρυμάτων επιδιωκόντων
τους αυτούς ή παρεμφερείς σκοπούς.
Δυστυχώς, για λόγους ανεξάρτητους από το
Πατριαρχείο, η λειτουργία του Κέντρου ως σήμερα δεν κατέστη δυνατή, γι’ αυτό ο
Μακαριώτατος κ. Ειρηναίος έθεσε ως ένα των πρώτων και κυριότερων μελημάτων του
την όσο το δυνατόν ταχύτερη υλοποίηση του Π.Δ.
Ο Πατριάρχης Ειρηναίος με τον συνεργάτη
του Αρχιμανδρίτη (Σιναΐτη) π. Νεκτάριο Τσολίδη |
Προς τούτο κατά τη
σύντομη ανεπίσημη επίσκεψή του στην Αθήνα τον παρελθόντα Σεπτέμβριο (2004) είχε
σχετικές επαφές με τους αρμόδιους παράγοντες του Υπουργείου Παιδείας και λοιπούς
εμπλεκομένους στο θέμα και ευελπιστούσε στην σύντομη λειτουργία του. Ήδη, ο επί
τούτο εκπρόσωπος του Αρχιμ. π. Νεκτάριος Τσολίδης στην Αθήνα είχε τότε σχετικές
συνεννοήσεις με την Υπουργό Παιδείας κ. Μαριέτα Γιαννάκου, τον Υφυπουργό κ.
Γεώργιο Καλό, τον Υφυπουργό Εξωτερικών κ. Σκανδαλάκη και άλλους υπηρεσιακούς
παράγοντες. Ας σημειωθεί ότι το Πατριαρχείο ήδη από το θέρος του 2004 είχε
προετοιμάσει τους χώρους διδασκαλίας και υποδοχής των
σπουδαστών.
Πηγή: Τριμηνιαίο
περιοδικό «Ο Πανάγιος Τάφος» (Ιανουάριος-Μάρτιος
2005)
Υ.Γ.2: Ο Πατριάρχης Ειρηναίος ήθελε να επαναφέρει το Πιστοποιητικό Προσκυνήσεως των Αγίων Τόπων στην ελληνική, ρωσική, αγγλική και ιταλική γλώσσα.
Υ.Γ.1: Ο Πατριάρχης Ειρηναίος είχε συζητήσει με
τον μακαριστό μητροπολίτη Πτολεμαΐδος κυρό Παλλάδιο τη σύγχρονη επανέκδοση του
πονήματός του με τίτλο «ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΟΥ» στην ελληνική, ρωσική, αγγλική
και ιταλική γλώσσα με το σκεπτικό να προσφέρεται από τον Μακαριώτατο μαζί με
άλλες ιεροσολυμιτικές ευλογίες.
Υ.Γ.2: Ο Πατριάρχης Ειρηναίος ήθελε να επαναφέρει το Πιστοποιητικό Προσκυνήσεως των Αγίων Τόπων στην ελληνική, ρωσική, αγγλική και ιταλική γλώσσα.
Για το σκοπό αυτό καθώς και την ανανέωση του
έμψυχου δυναμικού της Σιωνίτιδας Εκκλησίας ο Πατριάρχης Ειρηναίος κατά την
ανεπίσημη επίσκεψή του στην Αθήνα το Σεπτέμβριο του 2004 είχε αποφασίσει με
συνεργάτες του τρεις αποστολές από ομάδες Αγιοταφιτών προς συνεργασία με τις α)
Ιερές Μητροπόλεις Βεροίας, Θεσσαλονίκης και το Άγιον Όρος, β) την Ιερά
Αρχιεπισκοπή Κρήτης, γ) Ιερές Μητροπόλεις Καρπενησίου, Αιτωλείας και Ακαρνανίας,
Άρτης και Ιωαννίνων. Στη συνάντηση αυτή είχε προταθεί
επίσης η ίδρυση παραρτημάτων της Εξαρχείας του Παναγίου Τάφου με έδρα την Αθήνα
στην συμπρωτεύουσα (Θεσσαλονίκη) και την Κρήτη.