Σάββατο 21 Ιουλίου 2012

Κύπρος 1974: Πέντε Μύθοι για το Πραξικόπημα.

1. Ότι ο Σαμψών και η ΕΟΚΑ Β’ οργάνωσαν το πραξικόπημα
Όχι.
Η ΕΟΚΑ Β’ υπήρξε ο πέμπτος τροχός της πραξικοπηματικής άμαξας. Ο δε Σαμψών ήταν τελείως ΑΣΧΕΤΟΣ με το πραξικόπημα. Το πραξικόπημα οργανώθηκε από την Αθήνα και υλοποίησαν χουντικοί αξιωματικοί στην Κύπρο.

Το απόρρητο έγγραφο του Foreign Office που αποδεικνύει ότι ο Ευ. Αβέρωφ, άρχισε να προωθεί την ιδέα της διχοτόμησης τον Ιούλιο του 1956, σε συνάντηση που είχε στην Αθήνα με τον Αμερικανό υπουργό Kohler, ενώ βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη ο Απελευθερωτικός Αγώνας της ΕΟΚΑ.
Το Σεπτέμβριο του 1956, ο Αβέρωφ επανέλαβε την ιδέα της διχοτόμησης της Κύπρου ως τη μόνη λύση του Κυπριακού ζητήματος στον υπουργό Εξωτερικών της Νορβηγίας Halvard Lange. Δύο βδομάδες αργότερα πρότεινε ξανά τη διχοτόμηση στον ίδιο τον Τούρκο πρέσβη σε δύο συναντήσεις που είχε μαζί του στην Αθήνα. Το συγκεκριμένο έγγραφο αποδεσμεύτηκε, μόνο μετά την πάροδο 50 χρόνων αντί 30 χρόνων όπως ισχύει με άλλα απόρρητα βρετανικά έγγραφα.

 Αιχμή πυρός των πραξικοπημάτων υπήρξε, δυστυχώς, η ΕΛΔΥΚ – Ελληνική Δύναμη Κύπρου και επίλεκτες μονάδες της Κυπριακής Εθνοφρουράς υπό την ηγεσία χουντικών αξιωματικών.


Ο Σαμψών μαζί με αριθμό σωματοφυλάκων του, βγήκε οπλισμένος στους δρόμους της Λευκωσίας το πρωΐ της 15ης Ιουλίου να μάθει τι συνέβαινε. Συνελήφθη σε οδόφραγμα και μαζί με τους σωματοφύλακές του φυλακίσθηκε στα υπόγεια του Αρχηγείου της Εθνικής Φρουράς, χωρίς να γνωρίζεται ποιος είναι. Όταν έγινε αντιληπτή η ταυτότητά του απαίτησε να αφεθούν ελεύθεροι οι σωματοφύλακές του και αυτόν τον πήγαν στην αίθουσα επιχειρήσεων όπου ο Στρατηγός Γεωργίτσης συντόνιζε το πραξικόπημα. Στο μεσοδιάστημα, ΗΠΑ, ΟΗΕ και άλλοι πίεζαν για «διάδοχη» κατάσταση. Κανείς από τη λίστα των πραξικοπηματιών με επιφανείς Κύπριους ταγούς, με προεξέχοντα τον Γ. Κληρίδη, δεν αποδέχονταν να αναλάβουν.
 Και έτσι «επελέγη» ο Σαμψών τον οποίο η ΕΟΚΑ Β’ αλλά και ο πραγματικός της αρχηγός στην Αθήνα, που ήταν ο Ιωαννίδης καθώς και ο εκπρόσωπός του στην Κύπρο που ήταν ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, θεωρούσαν «παρανοϊκό». Εδώ έχουμε την αποθέωση του σουρεαλισμού των πραξικοπηματιών. Όταν ανακοίνωσε ο Γεωργίτσης στον Ιωαννίδη ότι επελέγη ο Σαμψών, ο τελευταίος άρχισε να βρίζει λέγοντας ότι αυτός, ο Σαμψών, «είναι παρανοϊκός».
Έλεγε δηλαδή ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα. Μετά οι δυο άρχισαν να συνεργάζονται και η πρώτη εντολή που έδωσε ο Ιωαννίδης στον Σαμψών ήταν «Νικολάκη, θέλω το κεφάλι του Μούσκου». Όταν οι χουντικοί δεν σκυλόβριζαν τον Μακάριο (τραγόπαπα, κόκκινο παπά κλπ) τον αποκαλούσαν με το πατρικό του όνομα – Μούσκο. Τα παραπάνω στοιχεία προέρχονται από μαγνητοφωνημένες συνομιλίες μεταξύ Γεωργίτση – Ιωαννίδη – Σαμψών και τα πρωτοδημοσίευσε το 1975 ο μακαρίτης Christopher Hitchens.
Όσο για την ΕΟΚΑ Β’ αυτή, στις αρχές Ιουλίου ήταν διαλυμένη με ολόκληρη την τοπική της ηγεσία στη φυλακή. Τα μέλη τους, έδρασαν σαν παλικάρια της φακής δολοφονώντας αντιστασιακούς και τους πολιτικούς του εχθρούς, αφού οι χουντικοί πραξικοπηματίες κατέλαβαν την εξουσία. Πρίν το πραξικόπημα η ΕΟΚΑ Β’ λειτούργησε προβοκατόρικα, δημιουργώντας συνθήκες εμφυλίου στην Κύπρο στα πρότυπα της Νατοϊκής οργάνωσης Gladio ή αλλιώς “Κόκκινη Προβιά», στην ελληνική της έκδοση. Κατ΄εντολή της αθηναϊκής χούντας εφαρμόστηκε στην Κύπρο, η «στρατηγική της έντασης» – “strategy of tension” ώστε να δημιουργηθούν στην Κύπρο συνθήκες που θα δικαιολογούσαν πραξικόπημα. Αυτή υπήρξε η στρατηγική της χούντας στην Κύπρο από το 1967 μέχρι το 1974. Αυτή άρχισε να υλοποιείται από τον προ-πομπό της ΕΟΚΑ Β’, το Εθνικό Μέτωπο το 1969 (και αυτό δημιούργημα της χούντας) και συνεχίσθηκε από τον ιδρυτή της ΕΟΚΑ Β’, το 1971, τον Γ. Γρίβα. Ο τελευταίος αποπειράθηκε να ανατρέψει τον Μακάριο τον Φεβρουάριο του 1972 σε συνεργασία με τον Παπαδόπουλο και να τον δολοφονήσει ένα χρόνο αργότερα. Οι γριβικοί και η ΕΟΚΑ Β’ αυτοπαραμυθιάζονταν ότι λειτουργούσαν αυτόνομα από τη χούντα. Ωστόσο, η ταχύτητα με την οποία η ΕΟΚΑ Β’ πέρασε στον έλεγχο του Ιωαννίδη, μετά τον θάνατο του Γρίβα τον Ιανουάριο του 1973, αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο.
2. Ότι στόχος του πραξικοπήματος ήταν η Ένωση
Καθόλου.
Η ατόφια, πραγματική ένωση είχε εγκαταλειφθεί από την Αθήνα το 1957 αν όχι από το 1956. Και η εγκατάλειψη έγινε αποδεκτή και νομιμοποιήθηκε με τις Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου του 1960.
Η οποιαδήποτε συζήτηση για «ένωση» μετά τα γεγονότα 1963-64 αφορούσε τη «διπλή ένωση» (double enosis), δηλαδή τη διχοτόμηση, ή πιο ορθά, τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την ενσωμάτωση περίπου 60% της Κύπρου στην Ελλάδα και το υπόλοιπο που θα περίσσευε από τις βρετανικές βάσεις στην Τουρκία.
Τα περί «ένωσης» ήταν η αποθέωση της χουντικής υποκρισίας στην Κύπρο. Στην γλώσσα του Orwell, ήταν το double speak της χούντας αλλά και το double think των Κυπρίων ιδεολόγων της Ένωσης.
Ο στόχος της χούντας του Ιωαννίδης ήταν πιο πεζός. Ήταν η επιβίωση του χουντικού καθεστώτος –που ένιωθε ότι απειλούνταν από μια ελεύθερη και δημοκρατική Κύπρο αλλά και από την Τουρκία στο Αιγαίο. Ανατρέποντας τον «τραγόπαπα» αλλά κυρίως τον «κοκκινόπαπα», ο Ιωαννίδης πίστευε ότι προσέφερε υπερπολύτιμη εξυπηρέτηση στο κύριο πάτρωνα ύπαρξής του, την Ουάσιγκτον. Πίστευε ότι ως αντάλλαγμα της ανατροπής / δολοφονίας του Μακάριου (το 1964 ο τότε Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ George Ball είχε πεί “That son-of-bitch- Makarios will have to be killed before anything can be done in Cyprus”, η Ουάσιγκτον θα στήριζε το κλυδωνιζόμενο αθηναϊκό καθεστώς αλλά, ταυτόχρονα, θα ήλεγχε τις αντιδράσεις της Άγκυρας στην Κύπρο αλλά και στο Αιγαίο, όπου οι Τούρκοι άρχισαν τις προκλήσεις από το Νοέμβρη του 1973.
Το επιχείρημά μου αυτό, ότι κύριο μέλημα της ιωαννιδικής χούντας και κίνητρο για το πραξικόπημα ήταν η επιβίωση του καθεστώτος, έχω αναπτύξει σε βάθος στο τέυχος αρ. 194 Ιστορικά της Ελευθεροτυπίας (17 Ιουλίου 2003) «Οι Τρείς Μοιραίοι Άνθρωποι: Η Πολιτική Κατάσταση πρίν από την Εισβολή».
3. Ότι στόχος του πραξικοπήματος ήταν η διχοτόμηση
Και ναι και όχι.
Είναι γεγονός ότι οι δυο αθηναϊκές χούντες είχαν συμφιλιωθεί με τη διχοτόμηση, που όταν δεν την αποκαλούσαν «διπλή ένωση» την αποκαλούσαν «ένωση με ανταλλάγματα». Η διχοτόμηση ως «ιδεώδη λύση» (“ideal solution” ) υπήρξε και ο στρατηγικός στόχος της Ουάσιγκτον. Ήταν όμως η διχοτόμηση στόχος και της Άγκυρας, ώστε να «συνεργασθεί» με τις δυο χούντες για την επίτευξή της; Εδώ βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα άλλο κυρίαρχο μύθο, ότι η Τουρκία είχε και συνεχίζει να έχει ως στόχο τη διχοτόμηση. Μέχρι τον Αύγουστο του 1964, ναι. Από τότε όχι. Τον Αύγουστο του 1964 η Τουρκία απέρριψε το διχοτομικό σχέδιο Άτσεσον (ενώ η Ελλάδα το αποδέχθηκε, και εδώ έχουμε ένα άλλο κυρίαρχο μύθο ως προς το αντίθετο), διότι δεν απέδιδε στην Τουρκία κυριαρχία στη μισή (βόρεια) Κύπρο. Υπάρχει απόδειξη για του λόγου το αληθές. Είναι η απαντητική επιστολή του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών Feridun Erkin της 28ης Αυγούστου 1964, προς τον περιβόητο Αμερικανό «διαμεσολαβητή» των ΗΠΑ, Άτσεσον. Η επιστολή μιλά από μόνη της.
Το στρατηγικό μάθημα των Τούρκων από το 1964 ήταν ότι η διχοτόμηση κάθε άλλο παρά επέλυε το στρατηγικό της δίλημμα, δηλαδή την στρατηγική παρουσία της Ελλάδας στην Κύπρο. Αντίθετα το επιδείνωνε. Έκτοτε οι Τούρκοι άλλαξαν στρατηγική. Επεδίωξαν και επιδιώκουν την ομοσπονδιοποίηση της Κύπρου με προαπαιτούμενο τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Με μια αλα- τούρκα ομοσπονδοιοποίηση, ο γεωστρατηγικός έλεγχος της Κύπρου θα περάσει στην Τουρκία.
Μπορεί λοιπόν ο Ιωαννίδης να είχε στόχο τη διχοτόμηση. Όχι όμως και η Άγκυρα. Η εξέλιξη της τουρκικής εισβολής και η σημερινή θέση της Τουρκίας το αποδεικνύουν αυτό περίτρανα.
4. Ότι ο Μακάριος «αφέθηκε» από τη χούντα να «διαφύγει» από το Προεδρικό Μέγαρο στις 15 Ιουλίου
Περισσότερο από ανοησία.
Θυμηθείτε ότι ο Ιωαννίδης απαίτησε από τον Σαμψών το κεφάλι του Μούσκου. Όταν οι χουντικοί διαπίστωσαν ότι ο Μακάριος κατέφυγε στην Πάφο, έστειλαν άρματα μάχης στην πόλη εναντίον του (τα άρματα ήταν ακόμα εκεί όταν οι Τούρκοι χτυπούσαν την Κερύνεια). Επί χούντας, είχαν γίνει επανειλημμένες προσπάθειες δολοφονίας του, κάποιες εντυπωσιακές. Το παραμύθι ότι η χούντα δεν ήθελε να δολοφονήσει τον Μακάριο και γιαυτό δεν περικύκλωσε το Προεδρικό Μέγαρο αλλά άφησε ελεύθερο το πίσω μέρος για να διαφύγει, εφευρέθηκε για να καλύψει την ανικανότητα των χουντικών αξιωματικών. Οι φωτογραφίες του καταβομβαρδισμένου και κατεστραμμένου από το πυροβολικό της ΕΛΔΥΚ Προεδρικού Μεγάρου και οι δολοφονίες των υπερασπιστών του, συγκρούονται με την καταγέλαστη αυτή χουντική εκδοχή.
5. Ότι οι Αμερικανοί «εξαπάτησαν» τον Ιωαννίδη
Πράγματι.
Τον ξεγέλασαν αλλά γιατί και πώς; Όχι διότι του υποσχέθηκαν κάτι και δεν το τήρησαν, αλλά διότι ο Ιωαννίδης υπήρξε ψώνιο και κορόιδο. Ήταν ένας δικτατορίσκος της πλάκας που πίστευε ότι οι Αμερικανοί ήταν «αμερικανάκια» και ότι με λίγο θέατρο, κλωτσώντας ένα τραπέζι μπροστά στον Αμερικανό εκπρόσωπο Σίσκο, κλείνοντας το μάτι στους υποτελείς του, φωνάζοντας «με εξαπατήσατε», και απειλώντας με πόλεμο κατά της Τουρκίας, ότι ο εκπρόσωπος του αμερικανικού imperium θα «ψάρωνε», όπως τα ανθρωπάρια που τον περιστοίχιζαν με στολές Ελλήνων αξιωματικών.
Δικτατορίσκους όπως τον Ιωαννίδη, οι Αμερικανοί τους έτρωγαν με το κουτάλι μεταπολεμικά. Γνώριζαν την ψυχολογία τους και τα «χούγια» τους. Τους περιστοίχιζαν με στρατιωτικούς από το γραφείο του Στρατιωτικού Ακόλουθου και από το Σταθμαρχείο της CIA. Για τους Αμερικανούς ο Ιωαννίδης (όπως και ο Παπαδόπουλος) ήταν ένας δικτατορίσκος της κατηγορίας των “tin-pot dictators”, δηλαδή των «δικτατόρων της κατσαρόλας». Γνώριζαν και καλλιεργούσαν τις ανασφάλειές του και του καθεστώτος, τις προκαταλήψεις και το μίσος του κατά του Μακάριου. Πράκτορες της CIA , όπως ο Ελληνο-Αμερικανός Γκάς Αβρακώτος, περηφανεύονταν ότι «διοικούσαν» την Ελλάδα. Γνώριζαν τους πραξικοπηματικούς σχεδιασμούς του Ιωαννίδη και έστελναν πολύ ενημερωμένες εκθέσεις στην Ουάσινγκτον. Η πιο πιθανή ερμηνεία του θεατρικού ξεσπάσματος του Ιωαννίδη «μας εξαπατήσατε», κατά του Σίσκο στις 21 Ιουλίου, ήταν ότι κάποιος πράκτορας πιθανότατα ο Αβρακώτος να του είπε «προχώρα και είμαστε μαζί σου». Αν τον εξαπάτησαν, τον εξαπάτησαν κατά το ήμισυ. Διότι από τις 15 Ιουλίου μέχρι τις 20 που εισέβαλλαν οι Τούρκοι, η Ουάσιγκτον στήριζε τη χούντα του Ιωαννίδη και τη χούντα του Σαμψών στην Κύπρο. Στις 17 Ιουλίου μάλιστα, η Ουάσιγκτον βρισκόταν στα πρόθυρα αναγνώρισης του Σαμψών, ενώ αρνείτο να κατηγορήσει την αθηναϊκή χούντα ως οργανωτή του πραξικοπήματος, αντίθετα με το υπόλοιπο κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της Βρετανίας.
Η Ουάσιγκτον άλλαξε βιολί όταν μπήκαν οι Τούρκοι στο χορό με την εισβολή. Τότε ο Ιωαννίδης εγκαταλείφθηκε, αφού τους ήταν πλέον άχρηστος. Ήταν και επικίνδυνος εάν πυροδοτούσε πόλεμο με την Τουρκία. «Πουλήθηκε» έναντι της Τουρκίας. Τι πιο φυσιολογικό και αναμενόμενο; Αρχίζοντας από τα Σεπτεμβριανά στην Κωνσταντινούπολη το 1955, η Ουάσιγκτον πάντοτε υποστήριζε την Άγκυρα σε κάθε διαμάχη με της Αθήνα. Έτσι και το 1974. Η Ουάσιγκτον συνέχιζε, προκλητικά μάλιστα, να υποστηρίζει τον μιλιταρισμό της Άγκυρας ακόμα και μετά τις 23 Ιουλίου 1974, όταν σε Αθήνα και Λευκωσία αποκαταστάθηκε συνταγματική τάξη. Όταν μετά και την δεύτερη εισβολή τον Αύγουστο, εκπρόσωπος του Κίσινγκερ (Anderson) ρωτήθηκε δημόσια γιατί η Ουάσινγκτον τηρούσε τόσο φιλοτουρκική στάση, η κυνική αλλά αποκαλυπτική απάντησή του ήταν, «βάλτε την Ελλάδα στη θέση του Βελγίου και την Τουρκία στη θέση της Δ. Γερμανίας. Εσείς ποια χώρα θα υποστηρίζατε;». Δεν τον εξαπάτησαν απλά τον Ιωαννίδη οι Αμερικάνοι. Τον ταπείνωσαν και τον εξευτέλισαν και μαζί του ταπείνωσαν και εξευτέλισαν τον ελληνισμό σε Ελλάδα και Κύπρο. Αυτά συμβαίνουν όταν για επτά χρόνια μετατρέπεις τη χώρα σου σε σατραπεία και εσύ και η κλίκα σου λειτουργείς ως ανδράποδο. Αποφασίζουν άλλοι για σένα με βάση τα συμφέροντά τους. Όπως και τότε, έτσι και σήμερα, δυστυχώς.
Mάριος Ευρυβιάδης
strategyreports.
Το τηλεγράφημα που εστάλη στο υπουργείο Εξωτερικών από την κυπριακή Πρεσβεία στην Αθήνα τη νύχτα της Παρασκευής 19 Ιουλίου 1974. Το σήμα φέρει διαβάθμιση “Άκρως Απόρρητο-Ειδικού Χειρισμού” και μεταβιβάζει πληροφορίες του κλιμακίου της ΚΥΠ, σύμφωνα με το οποίο το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς (ΓΕΕΦ) έχει αναγνωρίσει 5 τουρκικά πλοία που πλέουν σε απόσταση 12 μιλίων βόρεια του Ακρωτηρίου Αποστόλου Ανδρέα και 10 αποβατικά σκάφη που ακολουθούν από μεγαλύτερη απόσταση. Χαρακτηριστική είναι η τελευταία φράση “(το) ΓΕΕΦ δεν ανησυχεί”.