Βλέπουν δίπλα τους
πολλά από εκείνα που θεωρούσαν δεδομένα να καταρρέουν, ανησυχούν για το μέλλον
των παιδιών τους λόγω οικονομικής κρίσης ενώ μερικοί στρέφονται ακόμη και στην
αυτοκτονία.
Την ίδια στιγμή, οι εκκλησίες γεμίζουν από Έλληνες και Ελληνίδες που
αναζητούν ελπίδα στο υπερβατικό και αρχίζουν να διακατέχονται από μια έντονη
διάθεση προσφοράς στον συνάνθρωπο. Την τάση αυτή διαπιστώνουν οι ειδικοί που
συζητούν μεταξύ τους, σε μια προσπάθεια να προσδιορίσουν τις πραγματικές
διαστάσεις του φαινομένου.
«Υπάρχει μια έντονη στροφή στη
θρησκεία για το λόγο ότι και η ίδια η κρίση προκαλεί τη θρησκευτική ανάγκη του
ανθρώπου να αναζητήσει ελπίδα μέσα στην οριακότητα, μέσα στην οποία ζει
καθημερινά» εξηγεί στο ΑΜΠΕ ο αναπληρωτής καθηγητής της Θεολογικής Σχολής
του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Ιωάννης Κουρεμπελές. Όπως
επισημαίνει, ο κόσμος στρέφεται πλέον στο χώρο
της θρησκείας, ένα χώρο που μπορεί να του προσφέρει διεξόδους, ώστε να μην
κλειστεί στον εαυτό του αλλά να προτάξει την πραγματική κοινωνία με τον
άνθρωπο.
Το γεγονός επιβεβαιώνει και ο καθηγητής ποιμαντικής και κοινωνικής Θεολογίας του ΑΠΘ, Ηρακλής Ρεράκης, τονίζοντας ότι πράγματι, ιδιαίτερα τον τελευταίο χρόνο, έχει αυξηθεί ο πληθυσμός που επισκέπτεται την εκκλησία, αναζητώντας παρηγοριά και ανάπαυση. Ο ίδιος αποδίδει το ενδιαφέρον αυτό και στην ενεργοποίηση της επίσημης χριστιανικής Εκκλησίας στον τομέα της κοινωνικής προσφοράς, κυρίως με την διοργάνωση συσσιτίων και διανομής ειδών πρώτης ανάγκης. Παράλληλα, διαπιστώνεται ότι έχει ενταθεί η ευαισθησία των πολιτών που, είτε έχουν πολλά είτε λιγότερα, προτίθενται να προσφέρουν σε εκείνους που χρήζουν βοήθειας, οικονομικής ή ψυχολογικής. Στο πλαίσιο αυτό η φιλανθρωπία αντιμετωπίζεται ως πρακτική που απορροφά τους κραδασμούς της οικονομικής κρίσης στην κοινωνική ζωή.
«Είναι κάτι αξιοθαύμαστο και αξιόλογο. Μπορεί, όμως, να θεωρηθεί ως μία αρχή καθώς από εκεί και πέρα είναι ζήτημα της επίσημης Εκκλησίας το πώς θα διαχειριστεί το θέμα» αναφέρει ο κ. Ρεράκης και δεν παραλείπει να αναφερθεί «σε περιπτώσεις που οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας απομάκρυναν τους πιστούς από κοντά τους». Το ζήτημα, σύμφωνα με τον κ. Κουρεμπελέ, είναι αν εκεί που στρέφεται πλέον ο κόσμος υπάρχει προοπτική ή αν υπάρχουν ελλείμματα που θα ήταν καλό να συζητηθούν. Για το λόγο αυτό, το ζητούμενο είναι ο διάλογος, προκειμένου να καταφέρει η χριστιανική Εκκλησία να προτάξει τη δική της οντολογία, εκείνη της πνευματικότητας και της ανοιχτής προσφοράς, μακριά από ακρότητες και σχετικοποιήσεις.
Σε ό,τι αφορά τις διαστάσεις της κρίσης, ο καθηγητής ποιμαντικής και κοινωνικής Θεολογίας του ΑΠΘ, κάνει λόγο για πνευματική και όχι οικονομική κρίση καθώς, όπως εκτιμά, εδώ και 40 χρόνια στην Ελλάδα υπήρχε πρόβλημα στους θεσμούς και την εξουσία που οδήγησε τελικά στη σημερινή κατάσταση. Σε αυτό, άλλωστε, το γεγονός αποδίδει τον αποκαλούμενο «ευρωπαϊκό χειμώνα», έναν όρο που περιγράφει την γενικότερη απομάκρυνση του ευρωπαϊκού κόσμου από την θρησκεία εδώ και πολλά χρόνια. Ενδεικτικό είναι, εξάλλου, ότι στις ευρωπαϊκές καθολικές και προτεσταντικές χώρες όπου επιβάλλεται εκκλησιαστικός φόρος, οι πολίτες «αποχρωματίζονται», δηλαδή δηλώνουν ότι αποσύρονται από τη θρησκεία για να μην κληθούν παράλληλα να καταβάλλουν το αντίτιμο. Το ποσοστό των ανθρώπων αυτών υπολογίζεται σε 5 με 7% του πληθυσμού κάθε χρόνο.
Σε αντίθεση με τον «ευρωπαϊκό χειμώνα», ο όρος «αραβική άνοιξη» εκφράζει την ενότητα και σταθερότητα του ισλαμισμού και του μουσουλμανισμού, δεδομένων των χαρακτηριστικών της θρησκείας και της αυξημένης κοινωνικής συνοχής και πίστης των αντίστοιχων πληθυσμών. Τα θέματα αυτά τίθενται, μεταξύ άλλων, στο διεθνές διεπιστημονικό συνέδριο με θέμα τις «αβρααμικές θρησκείες και την ευθύνη τους για τον κόσμο» που ολοκληρώνεται απόψε στη Θεσσαλονίκη, με συμμετοχές από την Ιρλανδία, τη Γερμανία, την Αυστρία, την Ελβετία, το Ισραήλ, την Τουρκία και την Ελλάδα.
Το γεγονός επιβεβαιώνει και ο καθηγητής ποιμαντικής και κοινωνικής Θεολογίας του ΑΠΘ, Ηρακλής Ρεράκης, τονίζοντας ότι πράγματι, ιδιαίτερα τον τελευταίο χρόνο, έχει αυξηθεί ο πληθυσμός που επισκέπτεται την εκκλησία, αναζητώντας παρηγοριά και ανάπαυση. Ο ίδιος αποδίδει το ενδιαφέρον αυτό και στην ενεργοποίηση της επίσημης χριστιανικής Εκκλησίας στον τομέα της κοινωνικής προσφοράς, κυρίως με την διοργάνωση συσσιτίων και διανομής ειδών πρώτης ανάγκης. Παράλληλα, διαπιστώνεται ότι έχει ενταθεί η ευαισθησία των πολιτών που, είτε έχουν πολλά είτε λιγότερα, προτίθενται να προσφέρουν σε εκείνους που χρήζουν βοήθειας, οικονομικής ή ψυχολογικής. Στο πλαίσιο αυτό η φιλανθρωπία αντιμετωπίζεται ως πρακτική που απορροφά τους κραδασμούς της οικονομικής κρίσης στην κοινωνική ζωή.
«Είναι κάτι αξιοθαύμαστο και αξιόλογο. Μπορεί, όμως, να θεωρηθεί ως μία αρχή καθώς από εκεί και πέρα είναι ζήτημα της επίσημης Εκκλησίας το πώς θα διαχειριστεί το θέμα» αναφέρει ο κ. Ρεράκης και δεν παραλείπει να αναφερθεί «σε περιπτώσεις που οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας απομάκρυναν τους πιστούς από κοντά τους». Το ζήτημα, σύμφωνα με τον κ. Κουρεμπελέ, είναι αν εκεί που στρέφεται πλέον ο κόσμος υπάρχει προοπτική ή αν υπάρχουν ελλείμματα που θα ήταν καλό να συζητηθούν. Για το λόγο αυτό, το ζητούμενο είναι ο διάλογος, προκειμένου να καταφέρει η χριστιανική Εκκλησία να προτάξει τη δική της οντολογία, εκείνη της πνευματικότητας και της ανοιχτής προσφοράς, μακριά από ακρότητες και σχετικοποιήσεις.
Σε ό,τι αφορά τις διαστάσεις της κρίσης, ο καθηγητής ποιμαντικής και κοινωνικής Θεολογίας του ΑΠΘ, κάνει λόγο για πνευματική και όχι οικονομική κρίση καθώς, όπως εκτιμά, εδώ και 40 χρόνια στην Ελλάδα υπήρχε πρόβλημα στους θεσμούς και την εξουσία που οδήγησε τελικά στη σημερινή κατάσταση. Σε αυτό, άλλωστε, το γεγονός αποδίδει τον αποκαλούμενο «ευρωπαϊκό χειμώνα», έναν όρο που περιγράφει την γενικότερη απομάκρυνση του ευρωπαϊκού κόσμου από την θρησκεία εδώ και πολλά χρόνια. Ενδεικτικό είναι, εξάλλου, ότι στις ευρωπαϊκές καθολικές και προτεσταντικές χώρες όπου επιβάλλεται εκκλησιαστικός φόρος, οι πολίτες «αποχρωματίζονται», δηλαδή δηλώνουν ότι αποσύρονται από τη θρησκεία για να μην κληθούν παράλληλα να καταβάλλουν το αντίτιμο. Το ποσοστό των ανθρώπων αυτών υπολογίζεται σε 5 με 7% του πληθυσμού κάθε χρόνο.
Σε αντίθεση με τον «ευρωπαϊκό χειμώνα», ο όρος «αραβική άνοιξη» εκφράζει την ενότητα και σταθερότητα του ισλαμισμού και του μουσουλμανισμού, δεδομένων των χαρακτηριστικών της θρησκείας και της αυξημένης κοινωνικής συνοχής και πίστης των αντίστοιχων πληθυσμών. Τα θέματα αυτά τίθενται, μεταξύ άλλων, στο διεθνές διεπιστημονικό συνέδριο με θέμα τις «αβρααμικές θρησκείες και την ευθύνη τους για τον κόσμο» που ολοκληρώνεται απόψε στη Θεσσαλονίκη, με συμμετοχές από την Ιρλανδία, τη Γερμανία, την Αυστρία, την Ελβετία, το Ισραήλ, την Τουρκία και την Ελλάδα.
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr