Το είδαμε στον «προηγμένο» δυτικό κόσμο, στις ΗΠΑ και στη Βρετανία, όπου ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος του Facebook,
ο 33χρονος Μαρκ Ζούκερμπεργκ, παραδέχθηκε ενώπιον του Κογκρέσου ότι ο αμερικανικός κολοσσός υπέπεσε σε «σειρά λαθών αναφορικά με την προστασία των δεδομένων των χρηστών του και το ζήτημα της διάδοσης ψευδών ειδήσεων».
Και αν αυτά συνέβησαν στον ανεπτυγμένο κόσμο, στον αναπτυσσόμενο το Facebook φαίνεται πως παίζει έναν πιο ζοφερό και βίαιο ρόλο. Εκεί «οι χώρες είναι πυριτιδαποθήκες και το Facebook το σπίρτο» που ανάβει την πυρκαγιά της μισαλλοδοξίας και της σεχταριστικής βίας, σύμφωνα με έρευνα των «New York Times». Η αμερικανική εφημερίδα έκανε ένα μικρό οδοιπορικό σε χώρες όπως η Σρι Λάνκα και η Μιανμάρ, σε κοινωνίες χωρίς ισχυρούς θεσμούς, κράτος δικαίου και ελευθεροτυπία, όπου ψεύτικες ειδήσεις και φήμες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν οδηγήσει σε φρικτά εγκλήματα.
Στη Σρι Λάνκα, ψεύτικες φήμες στο Facebook εξόργισαν βουδιστές που σκότωσαν μουσουλμάνους, στο πιο πρόσφατο περιστατικό έκρηξης βίας όπου εμπλέκεται ο διεθνής κολοσσός της κοινωνικής δικτύωσης. Ενας βουδιστής οδηγός φορτηγού πέθανε ύστερα από ξυλοδαρμό. Σύμφωνα με τις τοπικές αρχές, ο βίαιος καβγάς προκλήθηκε ύστερα από ένα τροχαίο. Αλλά στο Facebook οργίασαν οι φήμες ότι εκείνοι που του επιτέθηκαν ήταν μουσουλμάνοι, πράκτορες συνωμοσίας με στόχο να εξοντωθεί η βουδιστική πλειονότητα της χώρας. «Στις καρδιές μας χτίστηκε η επιθυμία για εκδίκηση» είπε στους «ΝΥΤ» ο Λαλ, εξάδελφος του θύματος. Τα μέλη της οικογένειας πίστεψαν ότι οι φήμες ήταν αληθινές. Παρ' όλα αυτά συγκρατήθηκαν και δεν συμμετείχαν στη βεντέτα, όταν ομάδες Σιναλέζων (η βουδιστική πλειοψηφία της χώρας) στο Facebook σχεδίασαν επιθέσεις εναντίον μουσουλμάνων, φθάνοντας στο σημείο να κάψουν ζωντανό έναν άνθρωπο.
Οι αναρτήσεις στο Facebook κατασκεύασαν μια «εναλλακτική», δηλαδή ψεύτικη, πραγματικότητα για τις φονικές συνωμοσίες των μουσουλμάνων. Ο Λαλ τις ονόμασε «κάρβουνα στις στάχτες» της οργής των βουδιστών.
Οι ρεπόρτερ των «ΝΥΤ» γράφουν ότι προσπάθησαν να κατανοήσουν «τις δυνάμεις της κοινωνικής αναστάτωσης που ακολούθησαν την ταχεία επέκταση του Facebook στον αναπτυσσόμενο κόσμο, του οποίου οι αγορές αντιπροσωπεύουν το οικονομικό μέλλον της εταιρείας». Για μήνες κατέγραψαν ταραχές και λιντσαρίσματα σε όλον τον κόσμο που συνδέονται με παραπληροφόρηση και λόγια μίσους στο Facebook. Ξανά και ξανά, το σεχταριστικό μίσος φούντωνε λόγω του newsfeed του Facebook, χωρίς κανέναν έλεγχο από πουθενά, καθώς τα τοπικά μέσα ενημέρωσης εκτοπίζονται από το Facebook και οι κυβερνήσεις έχουν ελάχιστη έως καμία επιρροή στην εταιρεία.
Αξιωματούχοι στη Σρι Λάνκα υποστηρίζουν ότι τα στελέχη του Facebook αγνόησαν τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις τους σχετικά με τον κίνδυνο έκρηξης βίας. Το Facebook αρνήθηκε να απαντήσει λεπτομερώς σε ερωτήσεις των «ΝΥΤ» σχετικά με τον ρόλο του στη βία της Σρι Λάνκα, αλλά μια εκπρόσωπος της εταιρείας είπε ότι «καταργούμε αυτό το περιεχόμενο αμέσως μόλις το αντιληφθούμε».
Και σε άλλες αναπτυσσόμενες χώρες όπου εξαπλώνεται τώρα το Facebook, αναλυτές και ακτιβιστές ανησυχούν για πιθανή έκρηξη βίας.
Στην αρχή, το Facebook θεωρείται σχεδόν πάντα σαν μια δύναμη για το καλό. Στη Σρι Λάνκα, ας πούμε, κρατάει τις οικογένειες σε επαφή με τα μέλη που δουλεύουν στο εξωτερικό και δίνει δυνατότητες για άνευ προηγουμένου ελεύθερη έκφραση και πρόσβαση σε πληροφορίες.
Κυβερνητικοί αξιωματούχοι δηλώνουν ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο στη δημοκρατική μετάβαση του 2015. «Αλλά στις αναπτυσσόμενες χώρες το Facebook συχνά θεωρείται συνώνυμο του Διαδικτύου και, καθώς πιο αξιόπιστες πηγές πληροφοριών όπως ο Τύπος είναι πιο σπάνιες, επιτρέπει στις συναισθηματικά φορτισμένες φήμες να οργιάζουν αχαλίνωτες» γράφουν οι «ΝΥΤ».
Σε χώρες όπου οι άνθρωποι δεν αισθάνονται ότι μπορούν να βασίζονται στην αστυνομία ή στα δικαστήρια για την ασφάλειά τους, ο πανικός για μια υποτιθέμενη απειλή μπορεί να οδηγήσει ορισμένους να πάρουν τα πράγματα στα χέρια τους - με φονικά αποτελέσματα αυτοδικίας. Πέρυσι στην αγροτική Ινδονησία φήμες διαδόθηκαν στο Facebook και στο WhatsApp ότι συμμορίες απήγαγαν παιδιά και πουλούσαν τα όργανά τους. Ορισμένα μηνύματα περιελάμβαναν φρικτές φωτογραφίες διαμελισμένων πτωμάτων. Σχεδόν αμέσως ντόπιοι σε εννέα χωριά λίντσαραν ξένους που υποπτεύονταν ότι απειλούσαν τα παιδιά τους. Τέτοιες φήμες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης οδήγησαν σε παρόμοιες, βίαιες επιθέσεις στην Ινδία και στο Μεξικό.
Οταν το Facebook εγκαινιάστηκε στη Μιανμάρ το 2014, βουδιστές εξτρεμιστές κατέκλυσαν την πλατφόρμα, εξαπλώνοντας παραπληροφόρηση που προκάλεσε μια φονική εξέγερση εκείνη τη χρονιά. «Και το 2017 η ρητορική μίσους στο Facebook συνέβαλε στην εθνοκάθαρση εναντίον της μουσουλμανικής μειονότητας των Ροχίνγκια στη Μιανμάρ» γράφουν οι «NYT».