H είσοδος στα Ιεροσόλυμα, γινόταν από διάφορες και ονομαστές πύλες.
Οι ευαγγελιστές δεν παραδίδουν το όνομα της, ωστόσο η σχετική παράδοση θεωρούσε πάντα την ανατολική Χρυσή Πύλη, ως αυτήν δια της οποίας ο Ιησούς εισήλθε στην ιερά πόλη.
Πρόκειται για ένα λογικό συμπέρασμα, αφού η εν λόγω Πύλη, όπως και το κλείσιμο αυτής, συνδέεται με συγκεκριμένη εσχατολογική προφητεία:
«Καὶ ἤγαγέ με ἐπὶ τὴν πύλην τὴν βλέπουσαν κατὰ ἀνατολὰς καὶ ἐξήγαγέ με… καὶ εἶπε Κύριος πρός με· ἡ πύλη αὕτη κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται, καὶ οὐδεὶς μὴ διέλθῃ δι᾿ αὐτῆς, ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς Ἰσραὴλ εἰσελεύσεται δι᾿ αὐτῆς, καὶ ἔσται κεκλεισμένη»
Μετά το 629 και την επαναφορά εκ των Περσών του Τιμίου Σταυρού από τον Ηράκλειτο, η Χρυσή Πύλη έκλεισε. Άνοιγε, μόνο, κατά την ημέρα των Βαΐων, οπότε και διέρχονταν ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων. Γενικά το κλείσιμο της Πύλης έγινε πολύ πρώιμα από τον Ομάρ Χαττάπ, μετά το 637 και την άλωση των Ιεροσολύμων.
Ασφαλώς ως πύλη αδιόδευτος η οποία οδηγεί στην εσχατολογική ανατολική λύτρωση (ας θυμηθούμε τον ανατολικό χριστιανικό ταφικό προσανατολισμό), θεωρήθηκε η Θεοτόκος. Ευλογήθηκε ως Χώρα του Αχωρήτου, υπηρετώντας την θεία ενανθρώπιση. Το στρώσιμο της οδού με τα ατομικά ιμάτια ώστε να περάσει ο Χριστός, δύναται να σχετισθεί ως μια χριστολογική αλληγορία της σωτηρίας.
Υπάρχει η γνώμη ότι σε αυτήν την κοιλάδα θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία και η κρίση του κόσμου. Η γνώμη αυτή στηρίζεται πάνω σε ένα χωρίο του προφήτη Ιωήλ που λέει « Ιδού εγώ έν ταίς ημέραις εκείναις και εν τω καιρώ εκείνω όταν επιστρέψω την αιχμαλωσίαν Ιούδα και Ιερουσαλήμ και συνάξω πάντα τα έθνη και κατατάξω αυτά εις την κοιλάδα Ιωσαφάτ και διακριθήσομαι προς αυτούς εκεί, υπέρ του λαού μου και της κληρονομίας μου Ισραήλ οι διεσπάρησαν εν της έθνεσι » (Ιωήλ Γ’ 1- 2).
Συνδεδεμένη με την ερμηνεία αυτήν είναι και η παράδοση ότι ή “Χρυσή Πύλη η κεκλεισμένη ή κατά ανατολάς” πού βλέπει προς την κοιλάδα του Ιωσαφάτ θα ανοίξει κατά την Δευτέρα Παρουσία.