Σήμερα στις 30 Οκτωβρίου 2011 στην Μπομποστίτσα Κορυτσάς τελέστηκε Θεία Λειτουργία με τα Δοξολογίας προς τιμή και ανάμνηση της εορτής του «ΌΧΙ» και των Ηρώων του 1940 που έπεσαν και πότισαν με το αίμα τους τούτη την Ιερά Γή την χιλιοταλαιπωρημένη. Έπειτα αφού πήγαμε όλοι μαζί στο μνημείο τελέστηκε και Τρισάγιο, η εορτή τελείωσε με την κατάθεση στεφάνων όλων των φορέων, οργανώσεων, κομμάτων κλπ. (δείτε παρακάτω βίντεο και φωτογραφίες). Τις ακολουθίες τις τελέσαν οι ιερείς Αρχιγραμματεύς, Πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Τρεμπίτσκα και πατήρ Μιχαήλ Λάρας.
Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν πως αν και υπήρχε χώρος στην εκκλησία οι περισσότεροι των δασκάλων των Ελληνικών Φροντιστηρίων Αριστοτέλη και ο διευθυντής τους δεν παρακολουθούσαν την Θεια Λειτουργία αλλά ούτε και την Δοξολογία, αλλά κάθονταν στο προαύλιο του ναού όπου και συζητούσαν με την συνοδεία του τσιγάρου.
Μάλλον θεωρούν πως η τιμή που αποδίδουν στους Ήρωες είναι μόνο το στεφάνη και το καλό κοστούμι που φοράνε και ξεχνούν ότι η ψυχές τους αγκαλιάσουν από τις προσευχές μας. Σ’ αυτό το ναό το 40 γέμισε με στρατιώτες που έψελναν σαν άγγελοι με μια φωνή και ο Θεός με την Παναγιά μας τους βοηθούσαν σε κάθε τους βήμα, με αυτό τον τρόπο αυτοί κατάφεραν και μας χάρισαν ότι εμείς απολαμβάνουμε σήμερα και όχι με το τυπικό, θεωρητικό τρόπο, αλλά με έργα, όχι με λόγια και τσιγάρα, αλλά με πίστη, αγάπη, ελπίδα κυρίως στον Θεό.
Μάλλον θεωρούν πως η τιμή που αποδίδουν στους Ήρωες είναι μόνο το στεφάνη και το καλό κοστούμι που φοράνε και ξεχνούν ότι η ψυχές τους αγκαλιάσουν από τις προσευχές μας. Σ’ αυτό το ναό το 40 γέμισε με στρατιώτες που έψελναν σαν άγγελοι με μια φωνή και ο Θεός με την Παναγιά μας τους βοηθούσαν σε κάθε τους βήμα, με αυτό τον τρόπο αυτοί κατάφεραν και μας χάρισαν ότι εμείς απολαμβάνουμε σήμερα και όχι με το τυπικό, θεωρητικό τρόπο, αλλά με έργα, όχι με λόγια και τσιγάρα, αλλά με πίστη, αγάπη, ελπίδα κυρίως στον Θεό.
Δυστυχώς το ίδιο έγινε και από κάποιους άλλους εκπροσώπους όπως αυτόν της Ομόνοιας Περιφέρειας Κορυτσάς-ΜΕΓΑ το κ. Ν Ντίσιο ο οποίος ήρθε μόνο στο Τρισάγιο και για να καταθέσουν άλλοι αντί αυτού τελικά το στεφάνη και μάλλον σου έδινε την εντύπωση πως ήταν υποχρεωμένος και τελούσε κάτι περιττό και όχι μία ηθική και πνευματική υποχρέωση προς αυτού που σκοτώθηκαν για την ελευθερία όλων μας. Η στην χειρότερη περίπτωση σου έδινε την εντύπωση πως ήταν εκτός τόπου και χρόνου.
Είχε αρκετό κόσμο και ήρθαν και κάποια λεωφορεία από την Ελλάδα, αλλά μάλλον όλοι μείναμε έκπληκτοι διότι είχαμε τρείς Ομόνοιες, μία Ομόνοια Περιφέρειας Κορυτσάς- ΜΕΓΑ κ. Ντίσιος , μία ΔΕΕΜ- Ομόνοια κ. Γ Καραμέλος και μια Ομόνοια σκέτη κ. Β. Τσούκας. Δεν ξέρω αλλά κατά την ταπεινή μου γνώμη πρέπει να ντρεπόμαστε που πήγαμε μπροστά από τους Ήρωες που έδωσαν την ζωή τους για την Ελλάδα και για να είμαστε όλοι ενωμένοι, κατά αυτό τον τρόπο. Δεν ξέρω ποιος είναι καλύτερος η χειρότερος, ούτε ποιος αγαπάει περισσότερο τον ελληνισμό, ούτε ποιος έχει προσφέρει περισσότερο για μας, ούτε καν’ ποίος είναι πιο ισχυρογνώμων η έχει το μεγαλύτερο δίκιο, αλλά σε καμία περίπτωση αυτή η κατάσταση δεν δικαιολογείτε εμείς να είμαστε διχασμένοι σε χίλια κομμάτια και να μην μπορούμε να βρούμε τρόπο να συνεννοηθούμε. Ο καθ’ ένας με την αγάπη του για Δόξα και Διάκριση η και για πολλά άλλα ωφέλει, με τον εγωισμό του στον έπακρο, ούτε καν’ χαιρετιούνται μεταξύ τους. Με τους πυρακτωμένους από το μίσος οπαδούς τους για τους «άλλους», τους «εχθρούς» που είναι ψεύτικοι και το παίζουν υπεράνω, αν και είμαστε όλοι αδέλφια και είμαστε όλοι στόχος. Με όλα αυτά η Αθήνα αμέτοχοι και θεατής. Πού είναι η ταπείνωση, η αγάπη, η εμπιστοσύνη; Χωρίς Θεό τίποτα δεν γίνετε και εμείς δεν έχουμε ούτε Θεό ούτε ιερό ούτε όσιο. Μείναμε στην τυπικότητα και στο δήθεν όλοι.
Ευτυχώς όμως μετά το τρισάγιο, την ανάγνωση επιστολής τους Καθηγητή και Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ κ. Μ. Τρίτο για την σημασία του πολέμου του 40, κατατέθηκαν τα στεφάνια με το κατάλληλο σεβασμό. Ακολούθησε απαγγελία ποιήματος από μαθήτρια του Ελληνο-Αλβανικού Σχολείου «Όμηρος» το οποίο μας έδιωξε κάθε άλλη σκέψη και έστρεψε το νου μας προς αυτούς που θυσιάστηκαν. Κλείσαμε με τον Εθνικό μας ύμνο και τότε η υπερηφάνεια φαινόταν στα πρόσωπα του καθ’ ενός από μας. Τουλάχιστον έτσι οι καρδιές μας ενώθηκαν για μια στιγμή, έστω και κατ΄ αυτό τον σπουδαίο τρόπο. Όταν πήραμε το κέρασμα που πρόσφερε το Μοναστήρι του χωριού πάλη όλοι χωρίστηκαν σε πηγαδάκια σαν ξένοι.
Εύχομαι μ’ όλη μου την καρδιά του χρόνου όλοι ενωμένοι, και εύχομαι σε κάθε μας πράξη να σκεπτόμαστε τον Θεό και τους ήρωες μας. Εύχομαι το παράδειγμα τους και υ θυσία τους να μην πάει χαμένη και πάντοτε να γίνει οδηγός μας σε ότι και αν πράττουμε.
Με αγάπη Θεμιστοκλής Μπ.