Το θράσος των Αλβανών δεν έχει προηγούμενο. Θέτουν θέμα…Τσάμηδων;
Το μονο που μπορεί να τεθεί υπό διαπραγμάτευση είναι πόσα χρόνια φυλακή έπρεπε να είχαν “φάει” τα τσιράκια των ναζί.
Κι αν υπάρχουν επιζώντες να εκτίσουν τώρα ποινές. Δεν υπάρχει ΚΑΝΕΝΑ ΑΛΛΟ θέμα για συζήτηση με συνεργάτες ναζί.
Το απόσπασμα από άρθρο του Υποστρατήγου ΕΛ.ΑΣ ε.α. Π. Λάγγαρη στο elesme.gr
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Ονοματολογία – Εμφάνιση – Προέλευση – Εθνικός Αυτοπροσδιορισμός
«Τσαμουριά» κατά την περίοδο της τρομοκρατίας ονομαζόταν η περιοχή της Ηπείρου που περιελάμβανε τις επαρχίες Παραμυθιά, Φιλιατών, Πάργας και Μαργαριτίου (με την περιφέρεια του ποταμού Θυάμιδος δηλαδή Καλαμά), καθώς και μερικά χωριά των περιοχών της Β.Ηπείρου, Δελβίνου και Αγ. Σαράντα. Γεωγραφικά ο χώρος αυτός συμπίπτει με την κατά την αρχαιότητα χώρα της Ηπείρου Θεσπρωτία κατοικημένη από το ελληνικό φύλλο των Θεσπρωτών. Συναφές με την «Τσαμουριά» είναι και το όνομα «Τσάμης» – «Τσάμηδες» που προέρχεται κατά την επικρατήσασα άποψη από την παραφθορά του αρχαίου ονόματος του ποταμού Καλαμά (Θύαμις – Τσίαμις – Τσάμης).
Οι Τσάμηδες λοιπόν, δεν ήταν ούτε Τουρκικής καταγωγής, ούτε Αλβανικής, αλλά προέκυψαν από το γηγενές στοιχείο της Τσαμουριάς, εξαιτίας του εξισλαμισμού που έλαβε χώρα στην Ήπειρο και στη Θεσπρωτία (Χριστιανοί από τον 6ο αιώνα), ο οποίος άρχισε μετά τον θάνατο του Σκερντέμπεη και ιδιαίτερα τον 17ο μ.Χ. αιώνα. Ειδικότερα :
Οι μεγάλοι Αλβανοί κτηματίες και οι Σπαχήδες (έφιπποι, μισθοφόροι) που είχαν εγκατασταθεί στη Θεσπρωτία από το 1700 εξαναγκάζονται να εξισλαμισθούν, για να διατηρήσουν τα τιμάριά τους, αξιοθέντες του τίτλου «μπέηδες» κληρονομικά.
Τούτους από ψυχολογικό εξαναγκασμό μιμήθηκαν και οι φτωχοί κολίγοι. Οι Τσάμηδες μουσουλμάνοι της Θεσπρωτίας ήταν απόγονοι των ανωτέρω εξωμοτών.
Κατ΄αρχήν οι εξισλαμισθέντες αυτοί Χριστιανοί διατήρησαν την Ελληνική γλώσσα και συμπαθούσαν τους Χριστιανούς κατοίκους, με τους οποίους συνδέονταν και με δεσμά συγγενείας. Με την πάροδο του χρόνου οι σχέσεις τους με τους Αλβανούς μπέηδες (γαιοκτήμονες) τους ανάγκασαν να μάθουν και την Αλβανική γλώσσα δημιουργώντας ταυτόχρονα μια παράδοξη νοοτροπία πονηριάς, συκοφαντικής διάθεσης και μοχθηρίας.
Έτσι σιγά-σιγά απέβαλαν κάθε τι το Ελληνικό και η ονομασία «Τσάμης» κατάντησε συνώνυμη του πονηρού, του ανειλικρινούς, του άπιστου. Άρχισαν να υποβλέπουν το χριστιανικό στοιχείο, να μάχονται τούτο και να ζητούν την εξόντωσή του.
Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε η μικρή μουσουλμανική μειονότητα της Τσαμουριάς στη Θεσπρωτία, με καθαρά τουρκική φυλετική συνείδηση.
Ο αριθμός των Τουρκοτσάμηδων του νομού Θεσπρωτίας, σε σύνολο 61.300 κατοίκων, μόλις ανήρχετο στους 16.600, το 1940, δηλαδή το 27%. (Η Κοινωνία των Εθνών τους υπολόγιζε σε 20.000).
Οι Τουρκοτσάμηδες αυτοί με τη Συνθήκη των Αθηνών (1913) προστατεύονται σαν (θρησκευτική) μουσουλμανική μειονότητα, ενώ κατέστησαν Έλληνες υπήκοοι, αφού τον Φεβρουάριο του 1913 ελευθερώθηκε η Ήπειρος από τον Οθωμανικό ζυγό. Μέχρι τότε ήταν Τούρκοι υπήκοοι, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Είχαν δικά τους σχολεία για την εκμάθηση της γλώσσας τους και τεμένη, στα οποία δίδασκαν οι Χοτζάδες, που επληρώνοντο από το Ελληνικό Δημόσιο.
Κατά τους Βαλκανικούς πολέμους 1912-1913 η προπαγάνδα της Αυστρίας στρατολόγησε πολλούς πράκτορες μεταξύ των Τσάμηδων, τους οποίους εκίνησε κατά του Ελληνισμού.
Μόνο το 1924 οι Τσάμηδες άρχισαν να προσαρμόζουν τη συνείδησή τους προς την Αλβανία, οπότε για πρώτη φορά ανακινήθηκε ζήτημα Αλβανικής μειονότητας.
Επί δικτατορίας Θ. Παγκάλου αναγνωρίστηκαν (Αύγουστος 1926) με Ελληνική πρωτοβουλία και προς εκδήλωση φιλικών αισθημάτων προς την Αλβανία οι Τσάμηδες σαν «Αλβανική» μειονότητα, για να αποφύγουν την ανταλλαγή, ενώ σύμφωνα με την Ελληνοτουρκική Σύμβαση ανταλλαγής της 30-1-1923, η Ελλάδα θα απαλλάσσονταν της παρουσίας αυτών, παρά το γεγονός ότι πολλοί από τους μουσουλμάνους της Τσαμουριάς ήταν υπέρ της ανταλλαγής και επιθυμούσαν να αναχωρήσουν για την Τουρκία (περί τους 5.000 τους οποίους είχε δεχθεί η Τουρκία).
Οι Ιταλοί εξ άλλου, από το 1923, γνωρίζοντες το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των Αλβανών για τη Θεσπρωτία, καθώς και τον πόθο τους να επεκταθούν προς αυτήν δεν άφηναν ευκαιρία ανεκμετάλλευτη από το να μην υποδαυλίζουν αυτούς και να τους κρατούν σε ψυχικό αναβρασμό, να τους φανατίζουν και να τους τροφοδοτούν με συνθήματα για την πραγματοποίηση των ονείρων τους.
Έκνομες Δραστηριότητες
Τσάμης ήταν ο ληστής Νταούτ Χότζα, τον οποίον ο Μουσολίνι χρησιμοποίησε ως έναυσμα για την κήρυξη πολέμου κατά της Ελλάδας τον Οκτώβριο του 1940, τάγματα δε Τσάμηδων σχηματίστηκαν και συμπολέμησαν με τους Ιταλούς στην αρχή, με Ιταλικές στολές και τους Γερμανούς αργότερα. Και στις δύο περιπτώσεις επικεφαλής των προπομπών ήταν πάντοτε Τσάμηδες. Τα τάγματα αυτά επιδόθηκαν με ανήκουστη θηριωδία στο «πλιάτσικο» των οικιών και καταστημάτων των Ελλήνων Χριστιανών. Σα να μην αρκούσαν όλα αυτά, υποχρέωσαν τους Έλληνες να φορούν το γνωστό Αλβανικό άσπρο σκούφο και διέπραξαν γενικά ανήκουστα εγκλήματα κατά των άτυχων Θεσπρωτών, τους οποίους βασάνιζαν και σκότωναν.
Τον Ιούλιο του 1941 η Ιταλική Κυβέρνηση διόριζε με Διάταγμα τον αρχηγό της εγκληματικής μαφίας από την Παραμυθιά Τζεμίλ Ντίνο, σαν Ύπατο Αρμοστή Θεσπρωτίας, ο οποίος μάλιστα δεν εμφανίστηκε για να αναλάβει τα καθήκοντά του.
Για να τρομοκρατήσουν ακόμη περισσότερο το Ελληνικό στοιχείο, και να επιδείξουν στην Ελληνική Κυβέρνηση τη θέλησή τους οι Τσάμηδες, ότι επιθυμούν την απόσπαση του Νομού Θεσπρωτίας από τον ελληνικό κορμό, δολοφονούν μπρος στο Νομαρχιακό κατάστημα τον αναπληρωτή Νομάρχη Γ. Βασιλάκο. Η δολοφονία αυτή υπήρξε το σύνθημα των ομαδικών εκτελέσεων σ΄ολόκληρο το Νομό, με κορύφωση την εκτέλεση των 49 προκρίτων της Παραμυθιάς (29-9-1943).
Διευθύνων νους για την συστηματοποίηση του έργου της εξολοθρεύσεως του ελληνικού στοιχείου ήταν η διαβόητη τρομοκρατική οργάνωση K-S-I-L-I-A δηλαδή το «Αλβανικό Σύστημα Πολιτικής Διοικήσεως» που συγκροτήθηκε προς τούτο τον Ιούλιο του 1942. Πλέον εναργής για το θέμα είναι η σχετική έκθεση ειδικής προς τούτο συσταθείσης και αμερόληπτης επιτροπής.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ «ΑΛΒΑΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ (K.S.I.L.I.A.) ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ ΣΤΗ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ»
1. Δολοφονηθέντες υπό Τσάμηδων μόνων ή εν συνεργασία με τα στρατεύματα κατοχής : 632
2. Εξαφανισθέντες και απαχθέντες ως όμηροι : 428
3. Βιασμοί γυναικών και κορασίδων : 209
4. Απαγωγαί : 31
5. Πυρποληθείσαι οικίαι : 2.332
6. Λεηλατηθέντα ολοσχερώς χωρία : 53
7. Διαρπαγέντα ζώα :
(α) Αιγοπρόβατα : 37556
(β) Βοοειδή : 9.285
(γ) Ιπποειδή : 4.185
(δ) Πουλερικά (ένα μέρος) : 30.000
(ε) Κυψέλαι : 742
Τα ανωτέρω είναι κατώτερα της πραγματικότητος.
Την άνοιξη του 1944, στα πλαίσια των επιχειρήσεων εναντίον των Γερμανών στην Ήπειρο, κρίθηκε αναγκαίο από την Βρετανική συμμαχική αποστολή να καταλάβει ο Ζέρβας τις Ηπειρωτικές ακτές στην περιοχή της Πάργας που ελέγχουν οι Τσάμηδες, προκειμένου να γίνεται πιο εύκολα ο εφοδιασμός του ΕΔΕΣ με πλοιάρια από την Ιταλία. Στις επιχειρήσεις αυτές στο πλευρό των Γερμανών πολέμησαν και ένοπλα σώματα Τσάμηδων, ιδιαίτερα στην περιοχή της Πάργας, της Παραμυθιάς και της Ηγουμενίτσας.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί η μάχη της Μενίνας (17/18-8-1944), όπου μαζί με τους 92 νεκρούς και 109 αιχμαλώτους Γερμανούς, είχαν και οι συμπολεμιστές τους Τσάμηδες 86 νεκρούς και 7 αιχμαλώτους, έναντι 6 ανδρών του ΕΔΕΣ και του Άγγλου Ταγματάρχου Δαβίδ Ουάλλας. Για τον ρόλο αυτό των Τσάμηδων η συμμαχική αποστολή διέταξε τον Ζέρβα να διαλύσει τα Σώματα αυτά, με αντικειμενικό σκοπό στο να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις ενάντια στους Γερμανούς κατά την αποχώρησή τους προς την Αλβανία (Οκτώβριος 1944).
Αποχώρηση – Κυρώσεις
Έτσι, τον Σεπτέμβριο του 1944, αντιληφθέντες ότι θα λογοδοτούσαν στην Ελληνική Δικαιοσύνη, για την εν γένει εγκληματική και αντεθνική δράση τους, οι Τσάμηδες, μαζί με τους υποχωρούντες Γερμανούς που έχασαν τον πόλεμο, αποχωρούν για την Αλβανία οικειοθελώς περί τους 16.000-18.000. Μεγάλος αριθμός μάλιστα Τσάμηδων μεταφέρθηκε στην Αλβανία με Γερμανικά μεταφορικά μέσα, σύμφωνα με αναφορά Αμερικανού αξιωματικού. Στην Αλβανία, το καθεστώς του Εμβέρ Χότζα τους εγκατέστησε στην πεδιάδα της Μουζακιάς και τους διατήρησε ως Έλληνες υπηκόους με την ελπίδα τυχόν επιστροφής τους στην Ελλάδα ή επανάκτησης των περιουσιακών τους στοιχείων, τα οποία είχαν δεσμευθεί στο μεταξύ από το ελληνικό κράτος. Συγκεκριμένα, με την υπ΄αρ. 344/23-4-1945 απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου δοσιλόγων Ιωαννίνων και περί τις 1.700 σχετικές καταδικαστικές αποφάσεις ερήμην που επακολούθησαν καταδικάστηκαν ως εγκληματίες πολέμου, ενώ οι περιουσίες τους δημεύτηκαν (Β.Δ. 2185/1952 και Ν.27891/1954) και εκποιήθηκαν ή διανεμήθηκαν σε όλους, όσους έπεσαν θύματα της θηριωδίας τους. Παράλληλα, με την υπ΄αρ. Α.Π. 50862/1947 απόφαση του Υπουργείου Στρατιωτικών οι Τσάμηδες στερήθηκαν της ελληνικής ιθαγένειας.
Οι ελάχιστες δεκάδες Τσάμηδες που παρέμειναν στην Ελλάδα (όσοι εθεώρουν εαυτούς αθώους), παρέμειναν ανενόχλητοι, εκχριστιανίστηκαν και αφομοιώθηκαν από το ελληνικό στοιχείο, διάγοντας φιλησύχως και νομοταγώς.
Τέτοιοι υπήρξαν οι Μουσουλμάνοι Τσάμηδες οι οποίοι εμφανίζονται τώρα ως «αθώοι» και «αδικημένοι», επιχειρώντας να ανατρέψουν την σε βάρος τους πραγματικότητα, διαστρεβλώνοντας και παραχαράσσοντας την ιστορία.