Η πλήρης
εκκοσμίκευση της ζωής της μεγάλης πλειονότητας των Ελλήνων οδηγεί τα τελευταία
χρόνια σε τραγικές για το πνευματικό μας μέλλον συνέπειες. Η Ελλάδα γέμισε
χριστιανούς βαπτισμένους, που έχουν χρόνια αλειτούργητοι και ακοινώνητοι.
Η
σχέση των περισσοτέρων με την ενοριακή ζωή εξαντλείται στη βάπτιση των τέκνων
και τον αποχαιρετισμό όσων φτάνουν στο τέλος της επίγειας ζωής τους με την
ακολουθία της κηδείας...
Όσοι
επιλέγουν μάλιστα τον πολιτικό αντί του θρησκευτικού γάμου, εκτός από
αλειτούργητοι, ζούνε για πολλά χρόνια, κάποιες φορές και για όλη τους τη ζωή,
και αστεφάνωτοι.
Το πρόβλημα
γίνεται μεγαλύτερο όσο κανείς πηγαίνει προς τις μικρότερες ηλικίες. Η «ζώσα
Εκκλησία» των ενοριών γηράσκει καθώς η πλειοψηφία των εκκλησιαζομένων έχει
αρκετές δεκαετίες ζωής στην πλάτη της. Πολλοί από τους μαθητές των σχολείων δεν
εκκλησιάζονται παρά ελάχιστες φορές το χρόνο, στις μεγάλες γιορτές, και αρκετοί
που βρίσκονται στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου έχουν να κοινωνήσουν από τότε
που ήταν μαθητές του Δημοτικού σχολείου. Η γενιά των ανηλίκων της εποχής μας
είναι στο ζήτημα της λατρευτικής ζωής «τυφλή», αφού οι γονείς των παιδιών αυτών
απέχουν σχεδόν ολοκληρωτικά από τη ζωή της ενορίας.
Οι ευθύνες
για το κατάντημά μας ανήκουν σε πολλούς και είναι βαριές. Δεν θα αναφερθώ στην
ποιμαντική αδιαφορία πολλών επισκόπων και κληρικών. Θα επικεντρωθώ στην βαρύτατη
ευθύνη ημών των Θεολόγων που διδάσκουμε στα ελληνικά σχολεία.
Έχουμε ένα
τεράστιο προνόμιο που το αφήνουμε ανεκμετάλλευτο. Από τα χέρια μας περνούν όλα
τα νέα παιδιά της πατρίδας μας. Διψούν για την αλήθεια που δεν τη βρίσκουν στις
οικογένειες τους ή στη γειτονιά τους.
Κι εμείς αντί να τους δώσουμε το ύδωρ της
Ζωής, αντί με τρόπους έξυπνους να τα μυήσουμε στη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας
μας, κάνουμε το παν για να μετατρέψουμε την ώρα των Θρησκευτικών σε μάθημα ξερής
γνώσης ή, ακόμη χειρότερα, σε μάθημα θρησκειολογικής σύγχυσης του νου των
μαθητών.
Ο Θεολόγος
που έχει στοιχειώδη συνείδηση της αποστολής του δεν αδιαφορεί για την πνευματική
πρόοδο των μαθητών του. Δεν περιορίζει τους ορίζοντές του στην παροχή γνώσεων
αλλά αντιθέτως αναζητά με διάκριση τρόπους εγκεντρισμού των μαθητών του στην
ενοριακή λατρευτική ζωή. Αν οι μαθητές του αποκτήσουν μόνο διανοητικές γνώσεις
για τον Χριστό ή θρησκειολογική ενημέρωση για τον Μωάμεθ και τον Βούδα, αλλά να
μείνουν μακριά από το Ποτήριο της Ζωής, έχει αποτύχει στην αποστολή του. Τέτοιες
αποτυχίες είναι δυστυχώς καθημερινές για τους θεολόγους των σχολείων.
Τουλάχιστον ας μην εγκαταλείπουμε την προσπάθεια κι ας μην θριαμβολογούμε κι από
πάνω γιατί με τις ενέργειές μας καταφέραμε να προσαρμόσουμε το θρησκευτικό
μάθημα στις απαιτήσεις της σύγχρονης εκκοσμικευμένης κοινωνίας. Μήπως λησμονούμε
τον λόγο του Κυρίου «εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει· ὅτι δὲ
ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ’ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο μισεῖ
ὑμᾶς ὁ κόσμος»(Ιω. 15,19);
Εκκοσμικευμένη παιδεία, θρησκευτικό μάθημα που
προσαρμόζεται στις απαιτήσεις της κοσμικής κοινωνίας, θεολόγοι και δάσκαλοι που
δεν μυρίζουν λιβάνι είναι αδύνατον να μορφώσουν, να διαπλάσουν την προσωπικότητα
της νέας γενιάς. Αλλά και όσοι αποφασίσουν να κινηθούν κόντρα στο ρεύμα
παραμένοντας πιστοί στην οδό των αγίων Πατέρων και Διδασκάλων, ό,τι κι αν
κάνουν, θα πρέπει πάντα να έχουν κατά νουν το λόγο του ψαλμωδού: «Εάν μη Κύριος
οικοδομήση οίκον, εις μάτην εκοπίασαν οι οικοδομούντες» (Ψαλμ.
ΡΚΣΤ΄,1).
του Ιωάννη Τάτση, Θεολόγου
πηγή:
Ορθόδοξος Τύπος, 4/5/2012