Τετάρτη 3 Νοεμβρίου 2010

Όταν η Άννα γνώρισε την Τσουμπουκτσού.

Oυσιαστικά η Άννα Διαμαντοπούλου συνεχίζει την πολιτική της προκατόχου της Μαριέττας Γιαννάκου: την αποεθνοποίηση της εκπαίδευσης. Έχουν γραφεί αρκετά για την αντισυνταγματική ενέργεια της κυβέρνησης Παπανδρέου να αφαιρέσει τον προσδιορισμό «Εθνικής» από τον τίτλο του υπουργείου. Όμως η ουσία της αποεθνικοποίησης παραμένει, φαίνεται, ένας σταθερός στόχος του υπουργείου, ανεξάρτητα από την κυβέρνηση που έχουμε. Πριν από λίγο καιρό, η Άννα Διαμαντοπούλου συναντήθηκε με την ομόλογό της Τούρκο υπουργό Παιδείας Νιμέτ Τσουμπουκτσού.
 Ενδεικτική είναι η δήλωσή της. Είπε η υπουργός: «Σε αυτό το νέο πλαίσιο συνεργασίας ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις θεωρούμε- και αποδείχθηκε και από τη συνεργασία με την ομόλογό μου- ότι τα θέματα Παιδείας μπορούν να παίξουν έναν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο, ώστε να αντιμετωπίσουμε με αποτελεσματικό τρόπο την καχυποψία και την εχθρότητα, που μεγαλώνει μαζί με τις γενιές.
Θεωρούμε ότι μέσα από την Παιδεία και τις οριζόντιες δράσεις- γιατί κάναμε μια συμφωνία με πολλά μέτρα, στο πλαίσιο, βέβαια, της συνολικής πολιτικής- μέσα από την αυτογνωσία και την γνώση των άλλων, θα χτίσουμε μια ισχυρή και πραγματική φιλία ανάμεσα στους δύο λαούς. Την έχουν ανάγκη».
Ξεχνά, φαίνεται, η Άννα Διαμαντοπούλου ότι τις φιλικές, συμμαχικές ή άλλες σχέσεις με τα διάφορα κράτη, τις καθορίζει η εκάστοτε κυβέρνηση. Είναι θέμα πρωτίστως εξωτερικής πολιτικής. Η εκπαίδευση έχει στόχο να μορφώσει την νεολαία του κάθε κράτους, να της δώσει τις αναγκαίες γνώσεις. Η διδασκαλία της Ιστορίας (κυρίως τα μαθήματα της Ιστορίας και της Γεωγραφίας έχουν στοχεύσει οι διεθνείς εξουσιαστές) δεν μπορεί να γίνεται με εγχειρίδια που διαστρέφουν τα ιστορικά γεγονότα.

Οι Έλληνες της Σμύρνης δεν συνωθήθηκαν στην προκυμαία, περιμένοντας να περάσει το τρόλεϊ. Τους έσφαζαν τα στίφη του Κεμάλ και προσπαθούσαν να γλιτώσουν, επιβιβαζόμενοι σε καράβια και ενώ τους πυροβολούσαν από τα πλοία οι ξένοι ναύτες, Αμερικανοί, Άγγλοι και Γάλλοι. Αυτό όμως δεν εμπόδισε τον Ελευθέριο Βενιζέλο να προτείνει τον Κεμάλ για Νόμπελ Ειρήνης το 1932 και να έχουμε ισχυρή συμμαχία με Αμερικανούς, Άγγλους και Γάλλους σήμερα, σε βαθμό μάλιστα εξάρτησης (ΝΑΤΟ, τρόικα, «Ελλάς-Γαλλία-συμμαχία»). Δεν χρειάζονταν, λοιπόν, νέες συμφωνίες με την Τουρκία, αφού υπήρχε η παλαιά Παπανδρέου-Τζεμ, που μάλιστα είχε κυρωθεί δια νόμου από τη Βουλή, βάσει της οποίας γράφηκε και το βιβλίο της Ρεπούση και το οποίο προώθησε για διδασκαλία η Γιαννάκου.

Το πολιτικό κόστος παραίτησε τη Θάλεια Δραγώνα
Φαντάζει, κάτω από αυτό το πρίσμα αδικαιολόγητη η παραίτηση της Θάλειας Δραγώνα από τη θέση της ειδικής συμβούλου της υπουργού, εξ αιτίας της πρότασής της να μεταπέσει το μάθημα της Ιστορίας στα προαιρετικά μαθήματα. Ίσως να θεώρησαν ότι αυτό ήταν μια πιο δραστική λύση. Αντί να προκαλούνται αντιδράσεις από την παραχάραξη της Ιστορίας, καταργούμε στην ουσία το μάθημα και ησυχάζουμε.
Από τη δήλωση όμως της Διαμαντοπούλου που παραθέσαμε πιο πάνω, είναι φανερό πως η υπουργός ιδεολογικά δεν ήταν και τόσο αντίθετη με την πρόταση της συμβούλου της. Δεν ξεχνά όμως την τύχη της Γιαννάκου, που έχασε τη βουλευτική έδρα της, εξ αιτίας της επιμονής της να διδαχθεί το βιβλίο της Ρεπούση. Αυτό φοβήθηκε η Διαμαντοπούλου κι έκανε αποδεκτή την παραίτηση της Δραγώνα, αν δεν την εξώθησε στην υποβολή της. Όσο για τους προσωπικούς λόγους που επικαλείται η Δραγώνα, αυτοί εγγίζουν το όριο του γελοίου. Θρηνώντας την απώλειά της το «Βήμα» εστιάζει τους προσωπικούς λόγους στις ισχυρές πιέσεις ακροδεξιών ομάδων. Δεν βαρέθηκε να πιπιλά την ίδια καραμέλα. Αλλά το «Βήμα» μας φανερώνει την πραγματική αιτία.

Γράφει στη «θρηνωδία» του: «Η χθεσινή παραίτησή της από τη θέση που κατείχε στο υπουργείο Παιδείας, φαίνεται ότι αξασφάλισε στην ίδια ηρεμία και στην υπουργό Παιδείας κυρία Άννα Διαμαντοπούλου ένα μέλλον διαφορετικό από εκείνο της προκατόχου της κυρίας Μαριέττας Γιαννάκου». Αυτό που ξεπερνά το γελοίο, είναι η δήλωση συνεργάτη, κατά το «Βήμα», της Θάλειας Δραγώνα, που είπε: «Αν δείτε την πορεία που έγινε στο κέντρο της Αθήνας από ομάδες νεαρών μια εβδομάδα μετά την επιλογύη της κυρίας Δραγώνα για τη Γραμματεία Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης του υπουργείου Παιδείας θα σοκαριστείτε. Θύμιζε την πρώτη περίοδο ανόδου του ναζισμού στην Γερμανία». Δεν γνωρίζουμε αν θα συμμετέχει και ο γνωστός Μίκης, που έχει πρωτοστατήσει στην πολεμική εναντίον της Δραγώνα, πολύ πριν αναλάβει την υπεύθυνη θέση στο υπουργείο.

 Τη συγκέντρωση και όχι την πορεία, έξω από το υπουργείο, την είχε οργανώσει η νεολαία του ΛΑΟΣ. Αλλά είναι τουλάχιστον ειρωνικό να μιλά εναντίον του... ναζισμού το «Βήμα», μια εφημερίδα που στη διάρκεια της Κατοχής ήταν θαυμαστής του Γκέμπελς και στη συνέχεια άλλαξε τον τίτλο της και από «Ελεύθερο Βήμα» σε «Βήμα». Απαράδεκτη όμως είναι και η δήλωση που έκαναν άλλοι συνεργάτες της Δραγώνα, πάντα κατά το «Βήμα», ότι «δεν άντεξε τελικά την ασφυκτική πίεση μιας πολιτικής ομάδας που συνδέεται ανοικτά με το παρακράτος». Το ποιος συνδέεται με το παρακράτος το γνωρίζουμε πολύ καλά από την αναίτια προφυλάκιση του Δημήτρη Παπαγεωργίου, που κάλυπτε δημοσιογραφικά τα γεγονότα της Πανόρμου.

Το νέο νομοσχέδιο
Για το νέο νομοσχέδιο που έδωσε σε διαβούλευση η Άννα Διαμαντοπούλου, είχαμε τις πρώτες αντιδράσεις από την πανεπιστημιακή κοινότητα. Όχι ότι δεν πρέπει να αλλάξουν πράγματα στη διοίκηση των πανεπιστημίων, όχι ότι δεν πρέπει να σταθεί στα πόδια της η εκπαίδευση των άλλων βαθμίδων που ακροβατεί μεταξύ χάους και απαξίωσης. Οι συνδικαλιστές της ΟΛΜΕ και της ΔΟΕ μέχρι στιγμής σιωπούν και τα προβλήματα είναι πολλά. Δεν έχουμε ακόμα αντιδράσεις για τις προτάσεις διδασκαλίας των ξένων γλωσσών από την Α' Δημοτικού. Δεν έχουμε αντιδράσεις στην πρόταση να είναι υποχρεωτική η διδασκαλία των αγγλικών, της λογοτεχνίας και της γυμναστικής και προαιρετική η διδασκαλία της Ιστορίας.

Εξάλλου, από ό,τι διαφαίνεται, και οι αντιδράσεις των πανεπιστημιακών δεν βρίσκονται όλες προς τη σωστή κατεύθυνση. Δεν είναι λάθος να πάψουν πια οι πανεπιστημιακές έδρες να είναι κληρονομικές. Πρέπει τα πανεπιστήμια να ανοίξουν ορίζοντες. Δεν είναι δυνατό να αποτελούν υπόθεση μιας κλειστής κάστας και ούτε δυνατό να απορρίπτεται η υποψηφιότητα του Δημήτρη Νανόπουλου, ενός από των κορυφαίων φυσικών στον κόσμο, με διεθνή αναγνώριση. Από την άλλη, το υπουργείο δεν μπορεί να επικαλείται την οικονομική κρίση και να περικόπτει τις χορηγήσεις, καταδικάζοντας έτσι σε μαρασμό τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τις υπόλοιπες εκπαιδευτικές βαθμίδες. Άλλο οι περιστολές της σπατάλης και η διασπάθιση προγραμμάτων έρευνας, που έχει φέρει καθηγητές και πρυτάνεις στη φυλακή και άλλο η κάλυψη των αναγκαίων δαπανών της εύρυθμης λειτουργίας της εκπαίδευσης. Επειδή όμως και οι αντιδράσεις εκδηλώνονται σταδιακά, θα αναμένουμε και στο κεφαλαιώδες αυτό ζήτημα θα επανέλθουμε.

Θάνος-Κώστας Καλοσκοπίτης