Σάββατο 4 Ιουλίου 2020

Στην Αμερική ξέχασαν οτι η θητεία του Μπαράκ Ομπάμα πήρε την πολιτική ευθύνη για την τότε λανθασμένη επέμβαση. Ομπαμα: «Ηταν σφάλμα η επέμβαση στη Λιβύη»



ΗΠΑ: Συνομιλίες ΗΠΑ-Λιβυκού Εθνικού Στρατού για αφοπλισμό των πολιτοφυλακών

Στην επιβεβαίωση ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε συνομιλίες με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη στη λυβική σύγκρουση στο πλαίσιο της πολιτικής ουδετερότητας που έχει υιοθετήσει η Ουάσιγκτον προχώρησε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

«Σύμφωνα με την αμερικανική πολιτική της ενεργητικής ουδετερότητας στη Λιβύη, αυτή η συνάντηση ακολουθεί ανάλογες συζητήσεις που έγιναν μεταξύ των ΗΠΑ και εκπροσώπων της GNA (Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας) την περασμένη εβδομάδα σχετικά με τις πολιτοφυλακές», εξηγεί η ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών.

Όπως σημειώνεται, εκπρόσωποι της αμερικανικής κυβέρνησης και του Λιβυκού Εθνικού Στρατού (LNA) συναντήθηκαν ψηφιακά την 1η Ιουλίου για να συζητήσουν σχετικά με τον αφοπλισμό των πολιτοφυλακών, καθώς οι εξελίξεις στο πεδίο της μάχης και η πρόοδος στις συνομιλίες 5+5 που διευκολύνονται από τον ΟΗΕ έχουν δημιουργήσει μια νέα ευκαιρία για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που σχετίζονται με τις πολιτοφυλακές σε όλη τη Λιβύη

Οι δύο πλευρές επιβεβαίωσαν ότι όλοι οι κάτοικοι της Λιβύης θα πρέπει να απολαμβάνουν την προστασία ικανών και υπεύθυνων δυνάμεων ασφαλείας ώστε να απαλλαχθούν από τους κινδύνους που σχετίζονται με τις πολιτοφυλακές, τις μη κρατικές ένοπλες ομάδες και τους ξένους μαχητές. Από την πλευρά της, η αντιπροσωπεία του LNA ενημέρωσε τους εκπροσώπους της Ουάσιγκτον για τη δέσμευσή της στον διάλογο που διευκολύνεται από τον ΟΗΕ αλλά και για τις προτάσεις του LNA που αφορούν τις μεταρρυθμίσεις στον τομέα της ασφάλειας, δίνοντας έμφαση στον αφοπλισμό, στην αποστράτευση και στην επανένταξη των πολιτοφυλακών.

Αντίθετες οι ΗΠΑ σε ξένες παρεμβάσεις στη Λιβύη
Η αμερικανική αντιπροσωπεία σημείωσε ότι δεν πρέπει να υπάρχει ανοχή απέναντι στις ένοπλες ομάδες που προσπαθούν να υπονομεύσουν την πολιτική διαδικασία ή να προχωρήσουν σε αποσταθεροποιητικές ενέργειες, τονίζοντας ότι θα πρέπει να βρεθούν αντιμέτωπες με τον κίνδυνο διεθνών κυρώσεων.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι εκπρόσωποι της Ουάσιγκτον εξέφρασαν την αντίθεσή τους σε όλες τις ξένες παρεμβάσεις στη Λιβύη, επισημαίνοντας την αναγκαιότητα για μια άμεση κατάπαυση του πυρός και την επιστροφή στις διαπραγματεύσεις που διευκολύνονται από τον ΟΗΕ.

Επιπλέον, τα βέλη της αμερικανικής αντιπροσωπείας στράφηκαν στη συνεργασία του LNA με την ομάδα Wagner, την οποία χαρακτήρισε έναν πληρεξούσιο του ρωσικού υπουργείου άμυνας. Η αμερικανική κριτική επικεντρώθηκε και στον τερματισμό της παραγωγής πετρελαίου.

Όπως ειπώθηκε, αυτές οι δύο κινήσεις έρχονται σε αντίθεση με τα συμφέροντα των ΗΠΑ και της Λιβύης, καθώς υπονομεύουν την κυριαρχία της Λιβύης και αυξάνουν τον κίνδυνο σύγκρουσης που θα μπορούσε να βλάψει κριτικής σημασίας πετρελαϊκές υποδομές.

Τέλος, οι δύο αντιπροσωπείες επιβεβαίωσαν την επιθυμία τους να αποκλιμακώσουν τη σύγκρουση και να βρουν βιώσιμες λύσεις που θα οδηγήσουν σε μια ασφαλή, κυρίαρχη και ευημερούσα Λιβύη.




Ομπαμα: «Ηταν σφάλμα η επέμβαση στη Λιβύη»


Η διαχείριση της κρίσης στη Λιβύη ήταν το μεγαλύτερο σφάλμα της προεδρικής του θητείας, δήλωσε ο Μπαράκ Ομπάμα στη διάρκεια τηλεοπτικής του συνέντευξης. Μιλώντας στο αμερικανικό δίκτυο Fox News, ο Αμερικανός ηγέτης επανήλθε, για δεύτερη φορά μέσα σε ένα μήνα, στις δραματικές εξελίξεις που ακολούθησαν την ανατροπή και τη δολοφονία του συνταγματάρχη Καντάφι.

«Κατά πάσα πιθανότητα, το χειρότερο λάθος μου ήταν ότι δεν είχα επεξεργαστεί συγκεκριμένο σχέδιο για την επόμενη ημέρα στη Λιβύη», δήλωσε απαντώντας σε σχετική ερώτηση του δημοσιογράφου Κρις Ουάλας. Εσπευσε, ωστόσο, να προσθέσει ότι αυτή καθαυτή η στρατιωτική επέμβαση στη Λιβύη ήταν «μια ορθή επιλογή».

Η επέμβαση των ΗΠΑ και άλλων ισχυρών συμμάχων της στο ΝΑΤΟ, με προεξάρχουσες τη Γαλλία και τη Βρετανία, στηρίχθηκε σε ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, τον Μάρτιο του 2011, περίπου ένα μήνα μετά την έναρξη των διαδηλώσεων εναντίον του καθεστώτος Καντάφι, οι οποίες σύντομα εξελίχθηκαν σε ανοιχτό εμφύλιο πόλεμο. Οι πρωταγωνιστές της επέμβασης επικαλέσθηκαν την ανάγκη να αποτραπεί μεγάλη ανθρωπιστική καταστροφή, καθώς τα στρατεύματα του Καντάφι προήλαυναν προς τη Βεγγάζη, τη μεγαλύτερη πόλη της ανατολικής Λιβύης και λίκνο της εξέγερσης. Η τελευταία πράξη του καθεστώτος γράφτηκε τον Οκτώβριο του 2011, οπότε ο συνταγματάρχης Καντάφι λιντσαρίστηκε με τον πιο απάνθρωπο τρόπο από αντικαθεστωτικούς ενόπλους.

Αυτό που διαδέχθηκε, όμως, το απολυταρχικό καθεστώς Καντάφι ήταν η αναρχία των αντίπαλων συμμοριών και η εδραίωση του Ισλαμικού Κράτους σε σημαντικό τμήμα της λιβυκής επικράτειας, με συνέπεια να αναδειχθεί η χώρα σε βασική οδό των μεταναστευτικών κυμάτων προς την Ευρώπη. Η δολοφονία του Αμερικανού πρέσβη και άλλων τριών ομοεθνών του ύστερα από έφοδο αφιονισμένων ισλαμιστών στο αμερικανικό προξενείο της Βεγγάζης προκάλεσε σοκ στην αμερικανική κοινή γνώμη. Σε πείσμα των προσπαθειών για αποκατάσταση στοιχειώδους συνοχής του λιβυκού κράτους, οι βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου του 2014 βάθυναν τα αγεφύρωτα ρήγματα, οδηγώντας στον σχηματισμό δύο αντίπαλων κυβερνήσεων: μιας ισλαμικής στην πρωτεύουσα Τρίπολη και μιας αναγνωρισμένης από τον ΟΗΕ, με έδρα το Τομπρούκ, προς τα σύνορα με την Αίγυπτο.

Τον περασμένο μήνα, στη διάρκεια εκτενούς συνέντευξής του στο περιοδικό The Atlantic, ο Μπαράκ Ομπάμα είχε χαρακτηρίσει «κομφούζιο» την κατάσταση στη Λιβύη και είχε αποδώσει ευθύνες στο Λονδίνο και στο Παρίσι για τον χειρισμό της κρίσης, το 2011. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί υπερθεμάτιζε για τη στρατιωτική επέμβαση για λόγους κρατικού πρεστίζ, ενώ ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον «αδιαφόρησε» για την τύχη της Λιβύης μετά την ανατροπή του Καντάφι.

Η συνέντευξη Ομπάμα στο Fox News είχε ως κύριο θέμα τον απολογισμό του για τις καλύτερες και τις χειρότερες στιγμές της προεδρίας του, η οποία ολοκληρώνεται τον προσεχή Ιανουάριο. Ως μεγαλύτερο επίτευγμά του αξιολόγησε τη διάσωση της αμερικανικής οικονομίας από τη μεγάλη ύφεση που κληρονόμησε και ως ευτυχέστερη ημέρα στον Λευκό Οίκο εκείνη κατά την οποία υπερψηφίστηκε από το Κογκρέσο η πρότασή του για τη μεταρρύθμιση στην Υγεία. Οσο για τη χειρότερη στιγμή της προεδρίας του, ανέφερε την επίσκεψή του στο Νιουτάουν του Κονέκτικατ, όπου ένοπλος είχε σκοτώσει 20 μαθητές και έξι εργαζόμενους σε δημοτικό σχολείο.