Ο Α′ Παγκόσμιος Πόλεμος σήμανε μια νέα εποχή στη στρατιωτική ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού:
Για πρώτη φορά στην ιστορία οι στρατιωτικές τακτικές αποδείχτηκαν τόσο δραματικά ξεπερασμένες απέναντι στην πρόοδο της πολεμικής τεχνολογίας, με αποτέλεσμα συγκλονιστικούς αριθμούς νεκρών σε έναν εφιαλτικό πόλεμο χαρακωμάτων. Νέα, άνευ προηγουμένου όπλα δοκιμάζονταν προκειμένου να επιτευχθεί το πολυπόθητο πλεονέκτημα σε έναν αδιέξοδο πόλεμο, με «πειραματόζωα»: Χημικά όπλα, άρματα μάχης, αεροπλάνα και άλλα μέσα, λιγότερο ή περισσότερο γνωστά, είδαν για πρώτη φορά γενικευμένη χρήση στα μέτωπα του Α′ Παγκοσμίου, αφήνοντας πίσω τους τόσο εφιαλτικές μνήμες, που στον πόλεμο δόθηκε το όνομα «Μεγάλος Πόλεμος», με την προσδοκία να μην συμβεί ξανά κάτι τέτοιο (ως γνωστόν, η ελπίδα αυτή αποδείχτηκε φρούδα).
Μεταξύ των πλέον συγκλονιστικών ιστοριών από τον «Μεγάλο Πόλεμο» είναι και ένα επεισόδιο που έμεινε γνωστό στην ιστορία ως «η Επίθεση των Νεκρών»- μια φράση που παραπέμπει περισσότερο σε ιστορία τρόμου ή φαντασίας παρά σε πραγματικό γεγονός, ωστόσο αντικατοπτρίζει πλήρως αυτό που συνέβη στις 6 Αυγούστου 1915 στο οχυρό του Οσόβιετς, στο Ανατολικό Μέτωπο.
Το εν λόγω οχυρό, κοντά στην πολωνική πόλη Μπιαλιστόκ, αποτελούσε «αγκάθι» για τον γερμανικό στρατό, που αντιμετώπιζε τις δυνάμεις της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, καθώς εξαιτίας του οι Γερμανοί αναγκάζονταν να διατηρούν δεσμευμένα στην περιοχή, στη βορειοανατολική Πολωνία, ισχυρά στρατεύματα. Οι πρώτες επιθέσεις εναντίον του έγιναν τον Σεπτέμβριο του 1914, με εκτενή χρήση πυροβολικού και αεροπλάνων, ωστόσο το οχυρό άντεχε- με αποτέλεσμα η γερμανική ηγεσία να αποφασίσει τη χρήση ενός νέου, φοβερού όπλου: Ο λόγος φυσικά για τα χημικά όπλα- δηλητηριώδη αέρια, για τα οποία η ρωσική άμυνα δεν ήταν προετοιμασμένη.
Ο χημικός εφιάλτης
Το οχυρό βομβαρδίστηκε με βαριά πυροβόλα και χημικά όπλα στις 6 Αυγούστου 1915- και τα αποτελέσματά τους ήταν τρομακτικά, καθώς οι Ρώσοι δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένοι για κάτι τέτοιο: Ένας από τους επιζώντες της επίθεσης, ο Σεργκέι Χμέλκοφ, αργότερα περιέγραψε πώς όλοι όσοι βρίσκονταν έξω, σε εκτεθειμένες θέσεις, πέθαναν δηλητηριασμένοι. «Το γρασίδι μαύρισε, υπήρχαν πέταλα λουλουδιών πεσμένα παντού...το κρέας, το βούτυρο, το λαρδί, τα λαχανικά δηλητηριάστηκαν και ήταν ακατάλληλα για κατανάλωση».
Το οχυρό δεν είχε προετοιμαστεί για να αντέξει σε μια τέτοια επίθεση: Δεν υπήρχαν σχέδια για την προστασία της φρουράς και οι όποιες μάσκες είχαν αποσταλεί ήταν περιορισμένης χρησιμότητας. Επίσης, οι περισσότερες οχυρωμένες θέσεις, οι στρατώνες κλπ δεν είχαν ειδικά συστήματα εξαερισμού ή προστασίας. Το αποτέλεσμα ήταν το 226ο Σύνταγμα Ζεμλιάνσκ, που υπερασπιζόταν την περιοχή, να υποστεί βαρύτατες απώλειες. Στο μεταξύ, οι Γερμανοί εξαπέλυσαν την επίθεσή τους, με 7.000 άνδρες, εξοπλισμένους με αντιασφυξιογόνες μάσκες.
Η «Επίθεση των Νεκρών»
Οι επιτιθέμενοι Γερμανοί στρατιώτες πέρασαν εύκολα τις πρώτες γραμμές της ρωσικής άμυνας και άρχισαν να εισέρχονται στην περιοχή του οχυρού- ωστόσο αυτό που αναμενόταν να είναι μια εύκολη επίθεση εξελίχθηκε σε έναν εφιάλτη, καθώς βρέθηκαν μπροστά σε ένα απόκοσμο θέαμα: Την έφοδο Ρώσων στρατιωτών οι οποίοι έμοιαζαν με ζωντανούς νεκρούς- με τα πρόσωπά τους τυλιγμένα με ματωμένα πανιά και φανέλες (σύμφωνα με κάποιες αναφορές βουτηγμένα σε νερό ή ούρα), βήχοντας αίμα και κομμάτια των πνευμόνων τους, και πολλοί με το δέρμα να φέρει βαριά εγκαύματα από τα χημικά.
Επρόκειτο για τους δηλητηριασμένους, ετοιμοθάνατους επιζώντες του 13ου Λόχου του συντάγματος, με επικεφαλής τον ανθυπολοχαγό Βλάντιμιρ Κοτλίνσκι: Το επιζών προσωπικό του οχυρού, παρά αυτό που είχε συμβεί, είχε αποφασίσει να επιτεθεί. Σύμφωνα με αναφορές για την επίθεση, οι δηλητηριασμένοι Ρώσοι στρατιώτες, που ανέρχονταν σε μερικές δεκάδες (60 με 100, σύμφωνα με κάποιες αναφορές), όρμησαν σε μια άγρια έφοδο εναντίον των Γερμανών, οι οποίοι πανικοβλήθηκαν, τόσο από την ένταση της αντεπίθεσης, όσο και από τη φρικιαστική εμφάνιση των αντιπάλων τους, που προχωρούσαν μέσα σε ένα τοπίο που έμοιαζε με την κόλαση, ύστερα από τον τρομακτικό βομβαρδισμό, και τράπηκαν σε φυγή. Άλλες ρωσικές δυνάμεις που βρίσκονταν στην περιοχή εκμεταλλεύτηκαν την αναστάτωση και ανακατέλαβαν τις θέσεις που είχαν χαθεί. Όσον αφορά στον ίδιο τον Κοτλίνσκι, τον επικεφαλής της «Επίθεσης των Νεκρών», πέθανε το ίδιο βράδυ.
Ωστόσο, το οχυρό Οσόβιετς ήταν ούτως ή άλλως καταδικασμένο: Η γερμανική πίεση σε άλλα σημεία του μετώπου καθιστούσε αδύνατο να κρατηθεί από τις ρωσικές δυνάμεις, οι οποίες υποχώρησαν, καταστρέφοντάς το. Παρόλα αυτά, η έφοδος των ετοιμοθάνατων στρατιωτών θα έμενε στην ιστορία, γνωστή ως η «Επίθεση των Νεκρών», όπως χαρακτηρίστηκε από τον Τύπο της εποχής- τόσο για τον ηρωικό της χαρακτήρα, όσο και για τη φρίκη των πεδίων μάχης του Α′ Παγκοσμίου Πολέμου που αντικατόπτριζε.