Κυριακή 31 Μαρτίου 2013

Η Τουρκία στο πλευρό του Ισραήλ.

Τα βαλλιστικά βλήματα μέσου/μεγάλου βεληνεκούς του Ιράν χρησιμοποιούν υγρά καύσιμα, πράγμα που σημαίνει ότι χρειάζoνται ώρες μέχρι να ταχθούν, να γεμίσουν καύσιμο και να καταστούν επιχειρησιακά.
Ένας πιθανός λόγος για την πρόσφατη επαναπροσέγγιση μεταξύ της Τουρκίας και του Ισραήλ είναι ο ρόλος που μπορεί να παίξει η πρώτη στην εξασφάλιση από το Ισραήλ της δυνατότητας διεξαγωγής δεύτερου χτυπήματος απέναντι στο Ιράν, σε περίπτωση που αυτό γίνει πυρηνική δύναμη.
Για να καταστεί η θέση αυτή εμφανής, είναι χρήσιμο να αναλυθεί η αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο κρατών.
Στην περίπτωση που το Ιράν αποκτήσει πυρηνικό οπλοστάσιο, η αποτροπή ενός πρώτου πυρηνικού χτυπήματος από μέρους του ενάντια στο Ισραήλ απαιτεί να φοβάται η ηγεσία του Ιράν ότι ένα επαρκές τμήμα του αντίστοιχου οπλοστασίου του Ισραήλ θα επιβιώσει του αιφνιδιαστικού πρώτου χτυπήματος. Η επιβίωση ενός τμήματος των κεφαλών και των μέσων μεταφοράς τους δίνει τη δυνατότητα στο Ισραήλ να πλήξει τα πληθυσμιακά κέντρα στην ιρανική επικράτεια ακόμη και αν έχει δεχτεί μια επιτυχημένη επίθεση, καθιστώντας με αυτόν τον τρόπο το πυρηνικό πρώτο πλήγμα μη αποδεκτή επιλογή για την ιρανική ηγεσία. Με άλλα λόγια, για να αποτραπεί η ηγεσία του Ιράν από την πραγματοποίηση ενός πρώτου χτυπήματος πρέπει να φοβάται ότι ένα τέτοιο χτύπημα θα προκαλέσει την «αμοιβαία καταστροφή» και των δύο πλευρών.[1]
Το επιχειρησιακό πρόβλημα που καλείται συνεπώς να επιλύσει το Ισραήλ στην περίπτωση που το Ιράν γίνει πυρηνική δύναμη είναι η αντιμετώπιση του βαλλιστικού οπλοστασίου που διαθέτει η Ισλαμική Δημοκρατία. Τα αντίμετρα, τα οποία έχει στη διάθεσή του ένας δρών για την αντιμετώπιση ενός συστήματος βομβαρδισμού με βαλλιστικούς πυραύλους μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες: α. παθητική άμυνα, β. ενεργός άμυνα, γ. καταστροφή ή καταστολή του συστήματος πυρός ή/και των βοηθητικών συστημάτων.[2] Ο Πίνακας 1 συνοψίζει αυτές τις στρατηγικές.
Pinakas1
Το ιρανικό βαλλιστικό οπλοστάσιο είναι ευάλωτο και στα τρία είδη αντιβαλλιστικής άμυνας.
Πρώτον, αν υπάρξει έγκαιρη προειδοποίηση, ένα μεγάλο τμήμα του βαλλιστικού του οπλοστασίου είναι ευάλωτο σε επιχειρήσεις που σκοπεύουν στην καταστροφή των πυραύλων ή στην καταστολή της δυνατότητάς τους να εκτελούν βολές. Η τρωτότητα αυτή επιδεινώνεται από το γεγονός ότι ένα τμήμα του οπλοστασίου μεγάλου βεληνεκούς του Ιράν χρησιμοποιεί υγρά καύσιμα, πράγμα που σημαίνει ότι χρειάζεται ώρες μέχρι οι πύραυλοι να ταχθούν, να γεμίσουν καύσιμο και να καταστούν επιχειρησιακοί.[3] Το γεγονός αυτό δίνει ένα παράθυρο ευκαιρίας σε έναν εγκαίρως πληροφορημένο και επαρκώς προετοιμασμένο αντίπαλο να χτυπήσει το τμήμα αυτό του βαλλιστικού οπλοστασίου του Ιράν, μειώνοντας σημαντικά τη δυνατότητά του να πλήξει αποφασιστικά το Ισραήλ.
Δεύτερον, μέτρα παθητικής άμυνας μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά τις πιθανότητες επιβίωσης του οπλοστασίου του Ισραήλ σε περίπτωση που το Ιράν προχωρήσει σε πρώτο χτύπημα. Το πιο απλό μέτρο είναι η μεγάλη διασπορά των πυρηνικών συστημάτων. Όσο πιο διεσπαρμένα είναι τα οπλικά συστήματα του Ισραήλ, τόσο περισσότερους πυραύλους (και κατ’ επέκταση κεφαλές) και καλύτερη πληροφόρηση χρειάζεται το Ιράν για να καταφέρει να τα πλήξει αποφασιστικά.
Τρίτον, η ενεργή άμυνα είναι επίσης μια επιλογή που μπορεί να χρησιμοποιηθεί απέναντι στο βαλλιστικό οπλοστάσιο του Ιράν. Το Ισραήλ έχει εδώ και πολλά χρόνια επενδύσει σημαντικά ποσά στην ανάπτυξη αμυντικών συστημάτων, ενώ παράγει αντιπυραυλικά συστήματα που καλύπτουν όλο το εύρος των πιθανών βαλλιστικών απειλών.
Αν είναι εξαιρετικά συνεργάσιμη, η Τουρκία μπορεί να συνεισφέρει αρκετά στην εκτέλεση και των τριών παραπάνω κατηγοριών αντιβαλλιστικής άμυνας.
Πρώτον, σε θέματα ενεργούς άμυνας, η Τουρκία ήδη παρέχει σημαντικές διευκολύνσεις στη Νατοϊκή αντιβαλλιστική ασπίδα, προσφέροντας χώρο για την τοποθέτηση ραντάρ και σχετικών συστημάτων.[4] Δεν είναι εξαιρετικά απίθανο να υποθέσει κανείς ότι το Ισραήλ θα μπορεί, κατ’ ελάχιστον σε περιπτώσεις κρίσεων, να έχει πρόσβαση στα δεδομένα που συλλέγουν οι αισθητήρες αυτοί.
Δεύτερον, σε θέματα παθητικής άμυνας, το Ισραήλ αντιμετωπίζει εξαιρετικά προβλήματα χώρου, καθώς το μέγεθός του επιτρέπει να καλυφθεί όλη η επιφάνειά του με σχετικά μικρό αριθμό κεφαλών και πυραύλων. Μια συμφωνία με την Τουρκία παραχώρησης χώρου (π.χ. για στάθμευση αεροσκαφών οπλισμένων με πυρηνικά), τουλάχιστον σε περιπτώσεις κρίσεων, θα μπορούσε να περιπλέξει σημαντικά το πρόβλημα στόχευσης που αντιμετωπίζει οποιοσδήποτε προσπαθεί να καταστρέψει με πρώτο χτύπημα το σύνολο του πυρηνικού οπλοστασίου του Ισραήλ.[5] Πέρα από το ζήτημα του εντοπισμού του σημείου όπου βρίσκεται το τμήμα του οπλοστασίου αυτού, μια στόχευση ισραηλινού πυρηνικού οπλισμού, σταθμευμένου σε χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ περιπλέκει σημαντικά την εξίσωση κόστους – οφέλους για την ιρανική ηγεσία.
Τρίτον, η Τουρκία μπορεί να παραχωρήσει σημαντικές διευκολύνσεις για τη διεξαγωγή προληπτικών και παρεμποδιστικών χτυπημάτων ενάντια στο βαλλιστικό οπλοστάσιο του Ιράν.[6] Ακόμη και αν η Τουρκία δεν είναι διατεθειμένη να παραχωρήσει το έδαφος ή τον εναέριο χώρο της για αποστολές κρούσης, μπορεί απλά να επιτρέψει σε ισραηλινά αεροσκάφη να μεταβούν στις βάσεις που εκτιμάται ότι τους έχουν παραχωρηθεί από το Αζερμπαϊτζάν μετά το 2009 ή να επιτρέψει τον ανεφοδιασμό και τη διοικητική μέριμνα για αεροσκάφη που πιθανώς ήδη να βρίσκονται εκεί.[7]
Σε αυτό το σημείο είναι χρήσιμο να τονιστεί ότι παρόλο που η Τουρκία μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στην αποτρεπτική στρατηγική του Ισραήλ, δεν είναι αναντικατάστατη. Κύριος πυλώνας της στρατηγικής σταθερότητας στη Μέση Ανατολή είναι η δυνατότητα των ΗΠΑ να εκτελέσουν συμβατικό προληπτικό και παρεμποδιστικό χτύπημα ενάντια στο Ιράν, καθώς και η δυνατότητά τους να εκτελέσουν πυρηνικό χτύπημα ως αντίποινα για οποιαδήποτε μη συμβατική επιθετική ενέργεια εκτελέσει το Ιράν. Με άλλα λόγια, το Ισραήλ απολαμβάνει την προστασία της πυρηνικής ομπρέλας των ΗΠΑ, η οποία είναι και ο πρωτεύον παράγοντας αποτροπής που επηρεάζει τους υπολογισμούς της ιρανικής ηγεσίας. Το γεγονός αυτό δεν έχει, όμως, αποτρέψει το Ισραήλ από το να επενδύσει στη διατήρηση ανεξάρτητης δυνατότητας για δεύτερο πλήγμα, όπως για παράδειγμα μέσω της προμήθειας υποβρυχίων με δυνατότητα βολής πυραύλου με πυρηνική γόμωση.
Επιπτώσεις
Οι παραπάνω αναλυτικές εκτιμήσεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Τουρκία μπορεί να αποτελέσει σημαντικό κρίκο στην αποτρεπτική πυρηνική στρατηγική του Ισραήλ. Συνοψίζοντας, αν συνεργαστεί πλήρως, η Τουρκία μπορεί να προσφέρει σημαντική βοήθεια στο Ισραήλ και στις τρεις διαστάσεις της αντιβαλλιστικής προστασίας, μειώνοντας σημαντικά την εμπιστοσύνη της ιρανικής ηγεσίας στην ικανότητα ενός πρώτου χτυπήματος να καταστρέψει τη δυνατότητα του Ισραήλ να προβεί σε αντίποινα. Το γεγονός αυτό έχει τουλάχιστον πέντε επιπτώσεις για τη δυναμική του υποσυστήματος της Αν. Μεσογείου:
- Το Ισραήλ έχει ισχυρό (αλλά όχι απόλυτο) κίνητρο να διατηρήσει καλές σχέσεις με την Τουρκία.
- Ενδεχόμενη πυρηνικοποίηση του Ιράν αυξάνει το κίνητρο του Ισραήλ να συνεργαστεί με την Τουρκία.
- Όσο λιγότερο εμπιστεύεται το Ισραήλ τις ΗΠΑ, τόσο μεγαλύτερο το κίνητρο για καλές σχέσεις με την Τουρκία.
- Όσο μικρότερη ανοχή στο ρίσκο έχει η πολιτική ηγεσία του Ισραήλ, τόσο μεγαλύτερο το κίνητρο για διατήρηση όσο το δυνατόν ευρύτερου συνόλου επιλογών για την αποτροπή του Ιράν και συνεπώς διατήρηση καλών σχέσεων με την Τουρκία.
- Η παροχή από την Ελλάδα διευκολύνσεων, όπως για παράδειγμα χώρου για πραγματοποίηση ασκήσεων – προσομοιώσεων σχετικών με το αντικείμενο της καταστροφής – καταστολής ενός συστήματος βαλλιστικού βομβαρδισμού, προσφέρει διαπραγματευτική ισχύ στις συναλλαγές με το Ισραήλ.
Ευριπίδης Τσακιρίδης
strategyreports.wordpress.com